Η νόσος που δεν είναι νόσος
Η κατάθλιψη στον κόσμο βαίνει διαρκώς αυξανόμενη. Οι αριθμοί είναι αρκούντως… καταθλιπτικοί: περίπου 20% των ανθρώπων στον πλανήτη θα εμφανίσει σε κάποιο στάδιο της ζωής του τυπικό επεισόδιο μείζονος κατάθλιψης
Μοτο 1: Η κατάθλιψη εξαρτάται διαβόητα από την ανεπάρκεια δύο ουσιών, της σεροτονίνης και της ντοπαμίνης, εντός συγκεκριμένων θέσεων του εγκεφάλου. Αυτό όμως δεν σημαίνει απολύτως τίποτα εάν δεν καταλάβουμε γιατί αυτοί οι νευροδιαβιβαστές ανεπαρκούν.
Μοτο 2: Απώλεια ελέγχου, χάος, ανυπαρξία εκτονώσεων, απώλεια κοινωνικής υποστήριξης, είναι οι τέσσερις πυλώνες που καταρρέοντας, ο ένας μετά τον άλλον, συνεπάγονται ανεπαρκή επίπεδα σεροτονίνης και ντοπαμίνης.
Η κατάθλιψη στον κόσμο βαίνει διαρκώς αυξανόμενη. Οι αριθμοί είναι αρκούντως… καταθλιπτικοί: περίπου 20% των ανθρώπων στον πλανήτη θα εμφανίσει σε κάποιο στάδιο της ζωής του τυπικό επεισόδιο μείζονος κατάθλιψης. Ακόμη χειρότερα, η πλειονότητα αυτών δεν αναζητά ποτέ βοήθεια, καταφεύγοντας σε εξαρτησιακά υποκατάστατα. Κι ακόμη χειρότερα, ο 1 στους 3 επίσημα διαγνωσμένους δεν θα βοηθηθεί καθόλου από τα φάρμακα, άλλο ⅓ θα βοηθηθεί αλλά με σημαντικές ανεπιθύμητες ενέργειες και μόνο στο ⅓ τα φάρμακα θα θεραπεύσουν την κατάσταση και αυτό μάλιστα, προσωρινά. Μπορούμε βέβαια να πούμε ότι σήμερα συνειδητοποιούμε την κατάθλιψη μας και μιλάμε για αυτήν σε μεγαλύτερο βαθμό από ό, τι ένας άνθρωπος του προηγούμενου αιώνα, ενώ η ιατρική έχει μάθει να την αναγνωρίζει πολύ πιο καθαρά, αλλά προφανώς αυτά δεν φτάνουν για να εξηγήσουν τα νούμερα και την ανά δεκαετία επιδείνωσή τους.
Η κατάθλιψη εξαρτάται διαβόητα από την ανεπάρκεια δύο ουσιών, της σεροτονίνης και της ντοπαμίνης εντός συγκεκριμένων θέσεων του εγκεφάλου. Αυτό όμως δεν σημαίνει απολύτως τίποτα εάν δεν καταλάβουμε γιατί αυτοί οι νευροδιαβιβαστές ανεπαρκούν.
Σήμερα γνωρίζουμε ότι τα επίπεδα αυτών των νευροδιαβιβαστών αντανακλούν, στο επίπεδο του “νευροφυτικού” και ασυνείδητου, ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο γινόμενο, που έχει να κάνει με τέσσερις πυλώνες: το βαθμό της αίσθησης ελέγχου μας πάνω σε όσα μάς συμβαίνουν καθημερινά, το βαθμό στον οποίο ακόμη και αν δεν υπάρχει ο έλεγχος αυτό είναι έστω προβλέψιμο (ή εάν η απώλεια εμφανίζεται με τρόπο χαοτικό), την ύπαρξη έστω κοινωνικής υποστήριξης στην περίπτωση της απώλειας (ώστε το συναίσθημα να μετριάζεται) και τέλος, την ύπαρξη βαλβίδων εκτόνωσης, διεξόδων με τις οποίες το χρόνιο στρες μπορεί να ξεχνιέται για κάποιο επαρκές διάστημα της ημέρας. Βεβαίως, μια αρνητική αλλά πολύ συχνή περίπτωση της εκτόνωσης είναι να γίνεται… πάνω στους διαθέσιμους άλλους, κάτι που επιταχύνει ή ολοκληρώνει την απώλεια της κοινωνικής υποστήριξης. Όταν θα έχουμε εκτονωθεί επανειλημμένα πάνω σε όλους τους φίλους μας, δεν μας μένει πια κανείς.
Πολλοί άνθρωποι με κατάθλιψη, ιδίως οι πιο διανοητικοποιημένοι, προβαίνουν και στην εκλογίκευσή της, τείνοντας να “βλέπουν το ποτήρι μισοάδειο” ως ιδεολογία, καθώς η χαμηλή σεροτονίνη χρωματίζει γκρίζα κάθε πλευρά της αντίληψής τους της πραγματικότητας: εντοπίζουν σε κάθε κατάσταση μόνο τα αρνητικά σημεία της και τα μηρυκάζουν στη σκέψη και στις συζητήσεις τους.
Ένας σημαντικός μύθος είναι ότι η κατάθλιψη μεταδίδεται σαν κάποιο είδος μόλυνσης, με απορρέουσα από αυτόν τη σύσταση “να μιλάμε μόνο για ευχάριστα πράγματα”. Στην πραγματικότητα, κανείς δεν κολλά κατάθλιψη αν δεν είναι ήδη στα πρόθυρα αυτής. Ακριβώς η διάχυση και αποδοχή της κατάθλιψης είναι που μπορεί να βοηθήσει συνολικά ένα κοινωνικό σώμα έστω να τη μετριάσει για τα προσβεβλημένα μέλη του, ενώ βεβαίως τα αρχικά αίτια εντοπίζονται αλλού και όχι στην κουβέντα περί της κατάθλιψης.
Σημαντικό ρόλο στο γινόμενο παίζουν και κάποιοι αμιγώς βιολογικοι παράγοντες, π.χ. η πτώση των οιστρογόνων και της προγεστερόνης, όπως συμβαίνουν κατά τη διάρκεια της προεμμηνορησιακής φάσης, της λοχείας ή της προεμμηνόπαυσης. Ας προσθέσουμε εδώ και ένα διανοητικό - πολιτισμικό παράγοντα, την υπαρξιακή αγωνία της μέσης και της τρίτης ηλικίας του ελεύθερου ατόμου. Οι φάσεις αυτές είναι συχνά η κρίσιμη αφορμή για την απώλεια μιας εξαρχής επισφαλούς ισορροπίας.
Επιπρόσθετα, δυσανάλογα μεγάλη επιβάρυνση στο γινόμενο της κατάθλιψης έχει συντελεστεί από έναν πέμπτο παράγοντα, τα επαναληπτικά στρες της παιδικής ηλικίας οποιασδήποτε φύσης, είτε έχουν να κάνουν με την απώλεια ενός γονιού, είτε με την απουσία συναισθηματικής επικοινωνίας στην οικογένεια, με την ακραία φτώχεια, με την αδυναμία σχηματισμού φιλικών σχέσεων στο σχολείο κ.ά.
Απώλεια ελέγχου, χάος, ανυπαρξία εκτονώσεων, απώλεια κοινωνικής υποστήριξης, είναι οι τέσσερις πυλώνες που καταρρέοντας, ο ένας μετά τον άλλον, συνεπάγονται ανεπαρκή επίπεδα σεροτονίνης και ντοπαμίνης. Η ανεπάρκεια αυτή ασκεί στο φυτικό σύστημα του εγκέφαλου δράση ακριβώς όμοια με αυτή που ασκεί ο διαρκής πονόδοντος. Για την ακρίβεια, με την ανεπάρκεια σεροτονίνης και ντοπαμίνης, κάθε συμβάν και κάθε κόπος, ακόμη και τα ουδέτερα ή τα κανονικά χαρμόσυνα, τείνουν να πονάνε. Η κατάθλιψη πονάει και πονάει πολύ, δυσανάλογα και αταίριαστα.
Βεβαίως, η κατάσταση δεν είναι σταθερή. Άλλες φορές το γινόμενο μεγαλώνει και άλλες φορές ισορροπεί κάπου ανάμεσα ατην ανακούφιση και τη μάχη. Η μετακίνηση από το άγχος στην αγωνία και τελικά στην απελπισία είναι το εισαγωγικό στάδιο της σοβαρής κατάθλιψης.
Η καταθλιπτική κατάσταση δεν είναι νόσος, από βιολογική άποψη. Ο άλλος μεγάλος μύθος είναι ότι για την κατάθλιψη φταίνε τα γονίδια μας. Η κληρονομικότητα αφορά ελάχιστο μόνο ποσοστό της σημερινής πανδημίας. Στην πλειονότητα των περιπτώσεων, η κατάθλιψη είναι αυτό που θα λέγαμε αντιδραστική ή “προσαρμοστική”. Η αλήθεια είναι ότι όλων των ανθρώπων τα γονίδια εμπεριέχουν τους μηχανισμούς με τους οποίους μπορούμε να πέσουμε σε κατάθλιψη. Στην κατάθλιψη, το άτομο πάσχει, αλλά τα γονίδια εξυπηρετούνται.
Είναι μία προβλεπόμενη αντίδραση προσαρμογής του ατομικού εγκεφάλου, με τη μορφή της πρώιμης απόσυρσης ή ακόμη και της αυτοκαταστροφής, όταν σχηματιστεί το παραπάνω αναφερόμενο γινόμενο, προσαρμογή η οποία εξυπηρετεί τη συνολική επιβίωση του είδους. Άλλωστε, όπως προαναφέρθηκε, της κατάθλιψης προηγείται πάντα μία παρατεταμένη φάση μάχης, άγχους, κρίσεων πανικού, ευσυγκινησίας, δυσφορίας, ανεξήγητων σωματικών πόνων, ανηδονίας, αϋπνίας, κατά την οποία όμως το άτομο λειτουργεί, αναπαράγεται, επιβιώνει και αυτό είναι για το είδος μας αρκετό! Είναι άλλωστε κανόνας στη βιολογία, δυστυχώς: το είδος καίει τα άτομά του στο καμίνι της εκάστοτε πραγματικότητας, ώστε η γενετική πληροφορία του να επιβιώνει μακροπρόθεσμα!
Ο τυπικός άνθρωπος της σοβαρής κατάθλιψης, ο 1 στους 5 ανάμεσά μας, είναι αυτός που μεγαλώνει με στρες στην παιδική ηλικία, το οποίο συνεχίζεται και στη διάρκεια της ενηλίκου ζωής του, βρίσκει ίσως κάποιες διεξόδους οι οποίες είναι ασταθείς και ανάλογα με τη διακύμανση ή την απώλεια αυτών, τελικά κατρακυλά προς ένα ή περισσότερα μείζονα καταθλιπτικά επεισόδια, από τα οποία μπορεί να βγαίνει, λίγο ή περισσότερο, αλλά πάντως δύσκολα καταφέρνει να αλλάξει τη συνολική πορεία μιας τέτοιας ζωής. Σε κάθε περίπτωση, το ποσοστό όσων απλώς παλεύουν κάτω από τη Δαμόκλειο σπάθη της σοβαρής κατάθλιψης είναι προφανές ότι είναι πολύ υψηλότερο του 20%.
Οι προτάσεις απαλλαγής του ανθρώπινου γένους από την κατάθλιψη ξεφεύγουν κατά πολύ, όπως ελπίζω να διαφάνηκε, από τα όρια της ιατρικής και τις δυνατότητες και οράματα ενός περαστικού νευρολόγου από την –πάντα ωραία παραδινόμενη στην άνοιξή της– ζωή…
ΚΩΣΤΑΣ ΣΠΙΓΓΟΣ
Ο Κωνσταντίνος Χρ. Σπίγγος γεννήθηκε το 1971 στον Πειραιά και αποφοίτησε από το 3ο Λύκειο Χαϊδαρίου. Είναι νευρολόγος, απόφοιτος της Ιατρικής Σχολής του Παν/μίου Αθηνών και ειδικευθείς στο Ψυχιατρικό Νοσοκομείο Αττικής, στο Γενικό Νοσοκομείο Αθηνών «Γ. Γεννηματάς» και στο Ινστιτούτο Νευρολογίας του Λονδίνου το 1999, όπου του απονεμήθηκε το Δίπλωμα Κλινικής Νευρολογίας από το πανεπιστήμιο UCL. Είναι μέλος της Ελληνικής Νευρολογικής Εταιρίας και της Ελληνικής Εταιρίας Κεφαλαλγίας από το 2004. Στα πλαίσια της κλινικής του δραστηριότητας, ως ειδικός νευρολόγος, έχει διατελέσει επιστημονικός συνεργάτης του Γ. Ν. Α. «Γ. Γεννηματάς», του ιδιωτικού θεραπευτηρίου «Υγεία», καθώς και επιμελητής του Γενικού Νομαρχιακού Νοσοκομείου Κέρκυρας. Έχει δεκάδες διεθνείς και ελληνικές δημοσιεύσεις και συμμετοχές σε επιστημονικά συνέδρια. Από το 2003 ζει και εργάζεται ως ιδιώτης γιατρός στην Κέρκυρα. Εκ παραλλήλου, ασκεί δραστηριότητες επιστημονικού συγγραφέα με εξειδίκευση στη Νευρολογία και στην Ψυχιατρική, δραστηριότητες ενημέρωσης και επιμόρφωσης στον τομέα της Νευρολογίας και της Ψυχιατρικής και στον ευρύτερο τομέα των σχέσεων ιατρού - ασθενούς, δραστηριότητες επιστημονικού συμβούλου και εκπαιδευτή για λογαριασμό εταιριών του φαρμακευτικού τομέα, καθώς και πολυετή δραστηριότητα στον τομέα της μετάφρασης και επιμέλειας κειμένων και βιβλίων ιατρικού και ευρύτερου ιατρο-κοινωνικού ενδιαφέροντος. Έχει διατελέσει εκλεγμένο μέλος ΔΣ της Ελληνικής Εταιρίας Κεφαλαλγίας και του Ιατρικού Συλλόγου Κέρκυρας. Από το 2003 έως το 2009 υπήρξε επιστημονικός διευθυντής και τακτικός αρθρογράφος του περιοδικού εκλαϊκευμένης ιατρικής «Popular Medicine», μηνιαίου ένθετου της εφημερίδας «Καθημερινή». Σήμερα αρθρογραφεί στην εβδομαδιαία στήλη «Με κρότους και ψίθυρους» της κερκυραϊκής εφημερίδας «Καθημερινή Ενημέρωση» και είναι παραγωγός του ραδιοφωνικού ενθέτου «Επισυνάψεις» στον Κύμα FM 90,3. Έχει συγγράψει το βιβλίο εκλαϊκευμένης νευροεπιστήμης «Γνωστικός και ψυχικός εγκέφαλος» (2014), τη συλλογή έμμετρου και πεζού λόγου «Χρήζεις προστασίας» (2018), τη συλλογή φιλοσοφικού χαρακτήρα δοκιμίων «Επισυνάψεις» (2019) και την ποιητική συλλογή «Καλούπια αναπνοών» το 2021. Συμμετέχει στο καθημερινό κοινωνικό και πολιτικό γίγνεσθαι με συχνές διαλέξεις, παρουσιάσεις, εισηγήσεις, άρθρα γνώμης, δημόσιες παρεμβάσεις και πολιτική δράση.