Δευτέρα 23.12.2024 ΚΕΡΚΥΡΑ

Amici miei (parte 3)

ΣΤΑΜΑΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ
28 Ιανουαρίου 2024 / 10:43

Οι εντιμότατοι φίλοι μου υπέπεσαν και αυτοί στο αμάρτημα...

Κάπως έτσι λέω να είναι η εισαγωγή της ταινίας.

Ο Πίπος ήταν Πασόκος.

Από τους παλιούς, τους ορθόδοξους.

Θεωρούσε δε ότι κάθε σκατό σκύλου που έβλεπε στο πεζοδρόμιο το είχε κάνει ο σκύλος του Μάκη που ήταν δεξιός και έμενε στο δεύτερο όροφο.

Ο Πίπος τα απογεύματα του καλοκαιριού ερχόταν κατά τις έξι και άνοιγε το μαγαζί βαρύθυμος από τον μεσημεριανό ύπνο.

Ένα απόγευμα βρίσκουμε στην γωνία σκατά από σκύλο.

Όχι κανονικά.. σφιχτά αλλά ευκοιλιότητα! Ολόκληρη τούρτα.

Λέει ο Μιχάλης. «Θα περιμένουμε νάρθει ο Πίπος. Θα πάει να φέρει καφέ από το καφενείο και θα τα πατήσει. Θα γίνει χαμός!» 

Καθόμαστε υπομονετικά απέναντι και περιμένουμε.

Πράγματι, έρχεται ο Πίπος, ανοίγει το μαγαζί και πάει για να φέρει τον καφές του.

Φοράει σαγιονάρα.

Παίρνει τη στροφή, δεν είδε μεν τα σκατά αλλά δεν τα πάτησε.

Απογοήτευση.

Λέει ο Μιχάλης: «Περιμένετε εδώ, θα γυρίσει με τον καφέ.»

Πράγματι γυρνάει βαστάει προσεκτικά τον καφέ και μόλις φτάνει στα σκατά τα πατάει και χώνεται το ποδάρι του μέχρι μέσα.

Τα σκατά μπήκανε μέχρι ανάμεσα από τα δάκτυλα.

Φεύγει το ποδάρι του μπροστά και κάνει να πιαστεί από την σχάρα ενός αυτοκινήτου. Κρατιέται μεν αλλά αδειάζει τον καυτό καφέ στο πέτο του.

Ακούστηκε μέχρι το Σαρόκο.

«Κατέβα κάτω Μάκη να σε γα…σω εσένα και τον κοπρίτη που μας κουβάλησες εδώ.»

Εδώ πέφτουν οι τίτλοι της ταινίας και μπαίνουμε στο κυρίως θέμα.

Τω καιρώ εκείνω, λοιπόν, δεν είχα δουλειά και για μέρες δεν είχα βγάλει μεροκάματο.

Πάνω που ήμουνα στα μαύρα πανιά νάσου και μού έρχεται και ένας φάκελος της εφορίας

«Ελληνική Δημοκρατία»

«Υπηρεσία δίωξης οικονομικού εγκλήματος» 

«Παρακαλούμε να προσκομίσετε στην υπηρεσία μας άμεσα τα τιμολόγια σας αγορών και πωλήσεων διότι έχουν διαπιστωθεί ατασθαλίες και οικονομικές παραβάσεις εκ μέρους σας.»

Με κομμένα τα ποδάρια πήγα στην εφορία με κάτι άθλια τιμολόγια γεμάτα γανιές.

Ο Υπάλληλος χαμογελάει και μου λέει:

«Σας δουλεύουν κύριε. Το έγγραφο έχει αριθμό πρωτοκόλλου 666, ημερομηνία Παρασκευή και 13 και ο υποτιθέμενος διευθυντής που υπογράφει  « Ιωάννης Δόγκανος» δεν υπάρχει εδώ.»

Γύρισα πίσω ανακουφισμένος μεν αλλά και αποφασισμένος να πάρω το αίμα μου πίσω.

Δεν είπα τίποτα και περίμενα υπομονετικά να έρθει η ώρα της εκδίκησης.

Εκείνες τις μέρες ένα φάντασμα πλανιόταν πάνω από την πόλη.

Ο χρηματιστηριακός πυρετός είχε καταλάβει τους πάντες.

Οι εντιμότατοι φίλοι μου υπέπεσαν και αυτοί στο αμάρτημα.

Το δηλητήριο είχε μπει στις φλέβες τους.

Δεν είχαν άλλη κουβέντα από μετοχές, λεφτά και οικονομικούς συμβούλους.

Ματαίως προσπαθούσα να τους εξηγήσω τα λεγόμενα του Μαρξ.

Με θεωρούσαν έναν φτωχό και κολλημένο αριστερό που αρνούνταν πεισματικά να δει την νέα πραγματικότητα.

Κάποια στιγμή τελείωσε το πάρτι του χρηματιστηρίου και χάσανε τα λιγοστά λεφτά τους όπως ήταν αναμενόμενο.

Πάνω εκεί συμβαίνει να έχω τελειώσει μια δουλειά στην ψαροταβέρνα του Γιάννη στο Μαντούκι και να μου χρωστάει οχτακόσια ευρώ.

-«Να σου τα δώσω σε ψιλά;» με ρωτάει.

-«Δώστα μου όπως θέλεις.»

Μου έφερε ένα ασήκωτο σακί κέρματα των 50 λεπτών»

Τα ρίχνω στην καρότσα και κάνω να φύγω.

-«Περίμενε» μου λέει γελώντας

-«Αυτά που σουδωσα είναι κέρματα των εκατό δραχμών που μου είχανε μείνει, δεν τα πήγα στην τράπεζα και ακυρώθηκαν. Πάρε τα λεφτά σου.»

-«Έλα ρε Γιάννη, άσε την πλάκα να πάμε να φάμε, πήγε απόγευμα!»

Έτσι βρέθηκα με ένα σακί άκυρα κατοστάρικα που δεν άξιζαν τίποτα αλλά ήταν σχεδόν ίδια με τα πενήντα λεπτά του ευρώ.

Την άλλη μέρα τους περίμενα να μαζευτούνε.

Η μετοχή των κλωστηρίων Ναούσης είχε καταρρεύσει.

Θρήνος.

Κλαίγανε με μαύρο δάκρυ.

Βγαίνω έξω δήθεν αγανακτισμένος και τους φωνάζω:

«Φτάνει πια με αυτά τα λεφτά! Όλα λεφτά και λεφτά! Σας εσιχάθηκε η ψυχή μου!»

Βγάζω χούφτες από το σακί τα κέρματα και τα πετάω στον αέρα.

«Πάρτε λεφτά λιγούρια!»

Συνέχισα δήθεν έξαλλος να εκτοξεύω κέρματα σε κάθε κατεύθυνση.

Γέμισε ο δρόμος λεφτά.

Έμειναν εμβρόντητοι.

«Τρελάθηκε!»

Πέσανε κάτω και τα μάζευαν ένα – ένα.

Τους άφησα μέχρι να μαζέψουν και το τελευταίο ξαπλωμένοι κάτω από τα αυτοκίνητα.

ΦΩΤΟ@pixabay