Παρασκευή 22.11.2024 ΚΕΡΚΥΡΑ

Το Κουμπάστακο

ΣΤΑΜΑΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ
02 Δεκεμβρίου 2023 / 14:22

Ο Δημητράκης είναι από τη ράτσα των ανθρώπων που δεν κάνουν φασαρία στο πέρασμα τους από τον μάταιο τούτο κόσμο

Το Κουμπάστακο

Στα μέρη μας λέμε «Αστάκι» το καλαμπόκι.

Η λέξη α-στάκι προέκυψε από το αραβικό στάρι, τον αραβόσιτο, όπως το λέμε και αλλιώς.

Το εσωτερικό κοτσάνι του το λέμε «κουμπάστακο».

Όταν φύγουν τα σπόρια, χρησιμεύει μόνο για να το τρώνε οι γάιδαροι.

Για τους γαιδάρους το κουμπάστακο είναι ο καλύτερος μεζές.

Για μας είναι ταυτισμένο με κάθε τι το άχρηστο.

Ένας άχρηστος άνθρωπος, ας πούμε, είναι «κουμπάστακο».

Υπάρχει, δε, και μια ράτσα ανθρώπων που βρίσκεται παντού ανάμεσα μας και που το κοινό τους γνώρισμα είναι ότι είναι «μέσα στα πράγματα».

Είναι αριστεροί, είναι δεξιοί, είναι συνδικαλιστές, είναι μαστόροι, είναι λογιστές, είναι χριστιανοί, είναι οικογενειάρχες, είναι τοπικοί πολιτευτές… τους βρίσκεις παντού.

Μερικοί από αυτούς γεννήθηκαν «μέσα στα πράματα».

Τελευταία εξετάζω με περιέργεια αυτούς που στην πορεία της ζωής τους άρχισαν σιγά- σιγά, ανεπαισθήτως θα έλεγα,  να «γλιστρούν μέσα στα πράματα».

Στην αρχή, λένε, δεν τους αρέσει να «χάνουν το χρόνο τους».

Μετά, λένε, δεν τους αρέσουν οι «αερολογίες».

Αργότερα θέλουν «σοβαρότητα».

Δεν είναι αυτοί για να φτυαρίζουν, να σκάβουν, να μοιράζουν προκηρύξεις, να διαβάζουν ποιήματα, να τραγουδάνε, να περιφέρονται ασκόπως και να ερωτεύονται γενικώς.

Αυτά είναι για τους άλλους.

Αυτοί είναι γεννημένοι για μεγάλα πράματα, για πάνελ, για διοικητικά συμβούλια, για επιτελικούς σχεδιασμούς, για σημαντικές αποφάσεις, για μεγάλα σχέδια.

Αποκήρυξαν το αμαρτωλό τους παρελθόν και σοβαρεύτηκαν.

Αν τους ρωτήσεις θα σου πουν ότι όλα αυτά τα κάνουν «για την οικογένεια», «για την πρόοδο », «για τα παιδιά», «για το κίνημα», για την «πατρίδα».

Έχουν κάνει τόσες πρόβες που κινδυνεύεις να σε πείσουν.

Έτσι λοιπόν, ανεπαισθήτως, «μπαίνουν μέσα στα πράματα».

Γίνονται ολοένα και πιο απόμακροι και ξένοι.

Μερικούς από αυτούς του ξαναβλέπεις μετά από χρόνια (που έχουν μπει για τα καλά «μέσα στα πράματα»)  και τότε καταλαβαίνεις.

Έχει μείνει μόνο το κουμπάστακο.

Το πιο ενοχλητικό είναι ότι έχουν την απαίτηση να θαφτούν δημοσία δαπάνη σε μια λαμπρή τελετή ως ατρόμητοι, ως ανιδιοτελείς, ως ευεργέτες της πατρίδας και της προόδου και της ανθρωπότητας.

Ακόμα και τότε, θέλουν σώνει και καλά να  στερήσουν και από τον γάιδαρο το κουμπάστακο.

Έτσι γέμισαν οι δρόμοι μας με ονόματα από σπουδαία κουμπάστακα που διέπρεψαν στην μικρή μας πόλη.

Θα πει κανείς: «Ο καθένας έχει δικαίωμα σε έναν ήσυχο θάνατο.»

Σωστό και αυτό.

Υπάρχει όμως και μία άλλη ράτσα ανθρώπων που δεν κάνει τόση φασαρία στο πέρασμα της από τον μάταιο τούτο κόσμο.

Ο Δημητράκης, για παράδειγμα.

Ο Δημητράκης ελαφροπατάει.

Γέρασε και τονε λένε ακόμα «Δημητράκη».

Δύσκολα αντιλαμβάνεται κανείς την παρουσία του.

Ανοίγει το πρωί την πόρτα και βγαίνει στον μπότζο.

Αφήνει την πόρτα μισάνοιχτη. Κοιτάει προς το Σιδάρι σκεφτικός. Φαντάζομαι εκτιμά τον σημερινό καιρό για να πάρει τις αποφάσεις του.

Κοιτάει ψηλά την κληματαριά του. Την χαϊδεύει απαλά με έναν τρόπο που θα τον ζήλευε και η ωραιότερη γυναίκα του κόσμου.

Ο Χοντρογιάννης από το Σωκράκι του έλεγε ότι «για να κάνεις καλό κρασί πρέπει να χαϊδεύεις το σταφύλι αράτα-αράτα».

Σκύβει σοβαρός και περνάει τα δάχτυλά του απαλά πάνω από τα λουλούδια του μπαλκονιού.

Μπαίνει ξανά μέσα και βγαίνει αθόρυβα με ένα μπουκαλέτο στο χέρι.

Ρίχνει λίγο νερό σε κάθε πιτέρι σαν να το μετράει.

Κατεβαίνει αργά την εξωτερική σκάλα και αδειάζει προσεκτικά το υπόλοιπο νερό στην τσίγκινη λεκάνη κάτω από τη σκάλα.

Η τσίγκινη λεκάνη κάτω από τη σκάλα του Δημητράκη είναι γνωστή σε όλο το ζωικό βασίλειο της γειτονιάς.

Ανεβαίνει τη σκάλα προσεκτικά και αθόρυβα σαν να φοβάται μην γκρεμιστεί.

Ο Δημητράκης ελαφροπατάει τόσο ώστε, αν δεν είσαι παρατηρητικός, δεν θα είσαι ποτέ σίγουρος ότι πέρασε από μπροστά σου.

Μιλάει ελάχιστα και χαμηλόφωνα. Ίσα μια καλημέρα και ένας χαιρετισμός με το ανεπαίσθητο κούνημα του κεφαλιού.

Είναι αυθεντικός Κερκυραίος αγρότης.

Οι αγρότες άλλων περιοχών με τους μεγάλους κάμπους, τις τερατώδεις θεριζοαλωνιστικές μηχανές, τα γιγάντια τρακτέρ και τα  μεγάλα ποτάμια θα γέλαγαν βλέποντάς τον.

Τα λιγοστά εργαλεία του είναι στην αποθήκη κάτω από την σκάλα.

Η πόρτα της αποθήκης είναι μονίμως ανοιχτή για να μπαίνουν τα βράδια οι γάτοι της γειτονιάς.

Το κτήμα του δεν ξεπερνάει τα τέσσερα στρέμματα. Έχει Ελιές  νερατζιές, λεμονιές, ροδακινιές, αμπέλι, λαχανικά και δίπλα στο ξύλινο πορτόνι μια νεσπολιά.  Έχει και κότες και γίδα.

Ο Δημητράκης στα νιάτα του ήταν πολύ καλός μουσικός. Έχει ακόμα δίπλα στο κρεβάτι του το θρυλικό του ακορντεόν με τα πολλά μπάσα. Ολόκληρη ορχήστρα! Παίζανε στα πανηγύρια. Ο πατέρας μου βιολί και ο Δημητράκης ακορντεόν.

Τις προάλλες τραγουδούσαμε στο σπίτι μου. Πολλοί νόμισαν ότι θα τον ανησυχούσαμε.

 Τους καθησύχασα.

Ο Δημητράκης είχε ανοίξει δύο δάχτυλα την πόρτα του και στεκόταν όρθιος από πίσω.

Είπαμε και μερικά τραγούδια που του άρεσαν.

 Ήξερα ότι μας ακούει.

Το πρωί περνώντας με καλημέρισε. Μου χαμογέλασε συνωμοτικά σαν να ανήκαμε στην ίδια μυστική αίρεση.

Ο Δημητράκης ελαφροπατάει. Αν είσαι αφηρημένος δύσκολα καταλαβαίνεις το πέρασμα του.

Κατά τις έντεκα ανεβαίνουμε στην «Μπέλα βίστα». 

Η θάλασσα εκπέμπει εκατομμύρια μικρούς σπινθηρισμούς στο σύμπαν.

Βόρεια κοιμάται τον Αγγελόκαστρο. Αιώνες απέναντι από τον μοναδικό του σύντροφο, το κάστρο του Γαρδικιού. Δεν είναι τυχαία το ένα απέναντι στο άλλο.

Κατηφορίζουμε προς τους Λάκωνες.

Μούρχωνται στο μυαλό τα μοναδικά κρεμμύδια τους. Είναι κάτασπρα και τεράστια και έχουν εξαιρετική γεύση.

Θάθελα τώρα νάχα λίγο φρέσκο ψωμί με πράσινο λάδι και ένα κρεμμύδι κομμένο στα τέσσερα.

Σκέφτομαι ότι ο Δημητράκης τώρα θα ανακατεύει αργά το ατομικό του τσουκάλι με τα κολοκυθάκια του.

Μέσα στην κουζίνα του.

Αργά και με προσοχή.

Σαν μάγος κάποιας εξωτικής φυλής.

ΣΤΑΜΑΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

ΦΩΤΟ@PIXABAY