Θα πέσει φωτιά να μας κάψει!
Η αμφισβήτηση της εικόνας της ξέχειλης Κέρκυρας και των υπολοίπων νησιών από τουρίστες, είναι ύβρις.
Και σα να μην έφτανε αυτό, αποπροσανατολίζει από την ανάγκη να «κεφαλαιοποιήσει» η Κέρκυρα τις εντυπωσιακά καλές σεζόν των τουλάχιστον πέντε τελευταίων χρόνων, που έχει πιένες. Η αύξηση των καταθέσεων είναι εντυπωσιακή, σύμφωνα με τα ανεπίσημα στοιχεία των τραπεζικών καταστημάτων, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν οξύνονται οι κοινωνικές διαφορές υπό το κράτος αυτών των συνθηκών. Κάθε άλλο μάλιστα, σε τέτοιες συνθήκες διερύνονται οι αντιθέσεις και θα περίμενε κανείς σε μια περίοδο που την ευθύνη για τη διοίκηση της Χώρας, της Περιφέρειας και του Δήμου, την έχει η Αριστερά, να καθιερώνονται μηχανισμοί τουλάχιστον αναδιανομής των παραγόμενων πόρων.
Περισσότερο όμως ενοχλεί η αυτονόμηση στελεχών και αξιωματούχων, που παγιδεύονται στην εικόνα τους και προσωποποιούν τις επιδιώξεις με τρόπο που «δικαιολογούνται» μόνον από ακατάρτιστους, απείθαρχους και κακομαθημένους, εμπλεκόμενους σε ναυάγιο! Διότι και η εγκατάλειψη πλοίου ακόμα, χρειάζεται συμπεριφορές περίσσιας αλληλεγγύης και παλικαριάς, συνέπειας και αλτρουισμού.
Ο γρίφος που βρίσκεται πάνω στο τραπέζι των Κερκυραίων, είναι από τους δύσκολους, παρά την περίοδο των παχέων αγελάδων που διανύει ο κερκυραϊκός τουρισμός, διότι ο κίνδυνος της λεηλασίας και της περαιτέρω κακοποίησης στο όνομα της ανάπτυξης και της εντατικής εκμετάλλευσης είναι υπαρκτός. Δεν είναι λαϊκιστικός αφορισμός. Αν σε κάτι συμφωνούμε όλοι αυτό το καλοκαίρι, είναι ότι η ένταση και τα μεγέθη της υψηλής περιόδου μας ξεπερνούν ενώ δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που η κερκυραϊκή, οικονομική μηχανή προσομοιάζει του κινητήρα που έχει ξεπεράσει τον κρίσιμο αριθμό στροφών κι έτσι δαπανάει πολύ περισσότερα καύσιμα για το παραγώμενο έργο που τους αναλογεί.