Παρασκευή 22.11.2024 ΚΕΡΚΥΡΑ

Διαβολήν μίσει*

Σπύρος Κουτάγιας
01 Μαρτίου 2020 / 12:14

Γράφει ο Δρ. Σπύρος Κουτάγιας

Εκ των θεμελίων της (Αρχαία Ελληνική Φιλοσοφία 6ος π.Χ. - 4ος μ.Χ.) η ελληνική διανόηση ουδέποτε έπαψε να επισημαίνει την ανάγκη προσέγγισης της πολιτικής με όρους ηθικής. Στην εποχή μας, η συνάφεια αυτή φαίνεται πως έχει δραματικά διαρραγεί, ειδικά όταν άτομα επιφορτισμένα με ένα θεσμικό ρόλο δημιουργούν με τον κεκαλυμμένο και επιτηδευμένο λόγο τους ερωτηματικά για δήθεν διεφθαρμένους συμπολίτες μας. Το επιχείρημά τους ξεκινά από τη βάση ότι κάθε η σύμπραξη του Ελληνικού Δημοσίου με Εταιρείες ή Οργανισμούς μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα αποτελεί de facto κερδοσκοπική δραστηριότητα του Ιδιωτικού Τομέα. Έτσι, όταν ενεργοί πολίτες εμπλέκονται με τα κοινά αναπτύσσοντας ιδέες για σχεδιασμούς ή διαμορφώνοντας προτάσεις, χρησιμοποιούν τη θεσμική τους θέση για να αφήσουν υπονοούμενα ότι αυτοί μεταφέρουν αντιλήψεις που υποκρύπτουν συνεργατική σχέση με ιδιωτικά συμφέροντα (κοινώς «τα παίρνουν») ώστε η περίπτωση που εξετάζεται να αποκτήσει μια περισσότερο ύποπτη ΚΑΙ αξιόποινη διάσταση.

Θα μπορούσε κάποιος να το ξεπεράσει ανώδυνα μονολογώντας τη λαϊκή ρήση «άστους κρίνουν εξ ιδίων τα αλλότρια», αλλά η απόδοση ευθύνης ή υπαιτιότητας σε κάποιους για αξιόμεμπτες πράξεις εν μέσω μιας συνεδρίασης ενός θεσμικού οργάνου και ειδικά όταν δεν παρεμβάλλεται κάποια αποδεικτική προσέγγιση, όπως λογικά θα περίμενε κανείς, δεν μπορεί να θεωρηθεί ως μια ηθικά αποδεκτή ενέργεια στον σύγχρονο πολιτικό βίο. Στην Αρχαία Αθήνα ο «συκοφάντης» που σκόπευε να προβεί σε καταγγελία για παράνομες εξαγωγές σύκων από την Αττική όφειλε να φανερώσει πρώτα τα κρυμμένα σύκα. Κατά συνέπεια, «χωρίς τα κρυμμένα σύκα» το γεγονός εύκολα χαρακτηρίζεται ως μια κοινή συκοφαντία προς κάθε απόντα και ανυπεράσπιστο, η οποία αποτελεί μια απίστευτη αγριότητα όπως υποστηρίζει ο Διογένης ο Κυνικός, τον οποίο όταν τον ρώτησαν ποιο από τα άγρια θηρία δαγκώνει πιο άσχημα, αποκρίθηκε λέγοντας: «Από τα άγρια ο συκοφάντης και από τα ήμερα ο κόλακας»!

Πάραυτα στη σκέψη κάθε νοήμονα έρχεται πολύ γρήγορα μια άλλη πιο ανατριχιαστική ανάγνωση. Αλήθεια πως μπορεί να αμυνθεί ένας ενεργός πολίτης από τέτοιου είδους συκοφαντίες πολιτικών ανδρών και ακολούθως πως μπορεί να διαφυλαχθεί ο εν λόγω θεσμός από τέτοιου είδους εκτροπές των συνισταμένων παραγόντων του; Βεβαίως και δε χρήζει σπουδαίας νομικής επάρκειας για να αντιληφθούμε ότι η διαχείριση μιας αξιόποινης πράξης ενός πολίτη θα έπρεπε ήδη να είχε πάρει το δρόμο της δικαιοσύνης με ευθύνη πρωτίστως του καταγγέλλοντος θεσμικού παράγοντα.  Όμως σε κάθε περίπτωση, αμέσως μετά από την γνωστοποίηση της υπόθεσης, ένας ευαίσθητος εισαγγελέας οφείλει να καλέσει τον κατήγορο να καταθέσει τις αιτιάσεις του και αν κριθούν βάσιμες να μας απαλλάξει από τέτοιους δόλιους συμπολίτες προστατεύοντας το δημόσιο συμφέρον ή διαφορετικά αν κριθούν συκοφαντικές να μας απαλλάξει από αυτόν τον κατ’ ευφημισμό πολιτικό προστατεύοντας τους συμπολίτες μας και ενδεχομένως αύριο εμάς τους ίδιους.

Στην Ελλάδα, που είμαστε περήφανοι γιατί ως χώρα υποδείξαμε τον «αριστοτελικό» πολίτη ως ένα ελεύθερο νου που δημιουργεί εν αυτονομία, ζει κατά προαίρεσιν και παράγει ατομικά και συνολικά έργα αρετής, θα πρέπει να μην ξεχνάμε ότι ο παραπάνω ορισμός συμπληρώνεται με τη φράση «αλλά ταυτόχρονα υπακούει εθελότρεπτα στο νόμο». Κατά συνέπεια, δε νοούνται τέτοιου τύπου προσβλητικές συμπεριφορές με τις οποίες κατασυκοφαντούνται αστήρικτα συμπολίτες μας όταν δεν συντρέχουν αποδεδειγμένες παράνομές ενέργειες. Εξ αυτού θα πρέπει επίσης να γίνει κατανοητό σε κάθε αιρετό ότι επιβάλλεται να δημιουργεί ένα ελεύθερο και προστατευμένο περιβάλλον μέσα στο οποίο να παρέχεται σε κάθε ενδιαφερόμενο πολίτη, που διαθέτει χρόνο, κρίση και ικανότητα, η δυνατότητα να προτείνει και να προάγει αυτόβουλα θέσεις και απόψεις με κριτήριο το καλό της κοινωνίας και όχι να τίθεται υπόλογος και να σπιλώνεται ασύστολα. Μόνο οι επίορκοι πολιτικοί φοβούνται τέτοιους πολίτες μήπως και κατά ένα περίεργο τρόπο, τους αλώσουν το αποκλειστικό τους προνόμιο να ερωτοτροπούν συχνά πυκνά με το «μέλι»! Ειδικότερα, δε, σε θεσμικά περιβάλλοντα όταν οι πολίτες εκφράζονται επώνυμα και κόσμια, πρέπει να αποτελεί θέσφατο ότι δεν είναι ανεκτή η εξύβριση και δυσφήμησή τους γιατί τέτοιες ανοχές, κύριε Πρόεδρε, αποτελούν τακτικές φίμωσης και τρομοκρατίας που θυμίζουν άλλες εποχές. Έχω την ισχυρά πεποίθηση ότι έχετε στο νου σας ότι «η πόλη (βλ. Δήμος) δεν συστάθηκε μόνο για να εξασφαλίσει στους πολίτες το ζην, αλλά το ευ ζην» και ότι οι πολίτες που επιδιώκουν μια καλή και εύρυθμη πόλη για καλή ζωή, αγωνίζονται με μοναδικό σκοπό για να αλλάξουν τα κακώς κείμενα πρωτίστως ενός αποτυχημένου πολιτικού συστήματος και δευτερευόντως μιας πλανημένης κοινωνίας και σε καμία περίπτωση δεν το επιχειρούν για ίδιον οικονομικό όφελος.

Σήμερα, το μεγάλο στοίχημα δεν είναι οι πολίτες να αποστραφούν «τους πολιτικούς» επειδή κάποιοι αιρετοί επιλέγουν ενίοτε να ασκούν «υψηλή πολιτική» συκοφαντώντας επίσημα συμπολίτες τους. Γιατί αν πάλι σκεφτούμε ως «αριστοτελικοί» πολίτες ότι, «τίποτε δεν πρόκειται να αλλάξει» και ότι «όλοι τους είναι το ίδιο», θα διαπιστώσουμε ότι το ενδεχόμενο να απείχαμε αηδιασμένοι την επόμενη φορά ως υποψήφιοι ή ψηφοφόροι θα τους βόλευε τα μάλα. Το στοίχημα μας ως πολίτες και ως κοινωνία είναι να στρέψουμε την πλάτη μας σε αυτές τις πρακτικές «πολιτικών» με θραυσμένο και απατηλό DNA, ενώ αυτό των θεσμικών οργάνων είναι να στηλιτεύσουν και να αποβάλουν από το σώμα τους εκείνα τα παράσιτα που δηλητηριάζουν την πολιτική ζωή του Τόπου ώστε οι υπόλοιποι να υποχρεωθούν να ασκήσουν πραγματική και δίκαιη  πολιτική.
Το ευρωπαϊκό ιδεώδες που συνομολογεί και ασπάζεται η πλειοψηφία των πολιτικών κομμάτων στην Ελλάδα, λειτουργεί με όργανα που ασκούν πολιτικές τις οποίες εφαρμόζουν Κυβερνήσεις, Περιφέρειες και Δήμοι. Ταυτόχρονα υπάρχουν (μη κερδοσκοπικοί) Οργανισμοί, εγγεγραμμένοι στο μητρώο συμφερόντων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, που προάγουν τις πολιτικές αυτές με νόμιμο τρόπο στη βάση που η ίδια η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, βάσει στοιχείων και λαμβάνοντας υπόψη τις απόψεις των πολιτών και των ενδιαφερόμενων μερών, εκπονεί και καταρτίζει με διαφάνεια νομοθετικές πράξεις. Ειδικότερα, η διαδικασία που αφορά τη συμβολή των πολιτών είναι γνωστή και ως «βελτίωση της νομοθεσίας». Οι πολίτες, λοιπόν, ενθαρρύνονται και σε ευρωπαϊκό επίπεδο να εκφράζουν δυναμικά την άποψή τους για τις πολιτικές που επηρεάζουν τη ζωή σας και είναι γνωστή άλλωστε η Ευρωπαϊκή Πρωτοβουλία Πολιτών που θεσπίστηκε προς αυτήν την κατεύθυνση με τη Συνθήκη της Λισαβόνας το 2009. Αυτός λοιπόν είναι ο τρόπος λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που πέραν από τις επιμέρους απόψεις καλούμαστε ως νομικά ή φυσικά πρόσωπα να αξιοποιήσουμε επωφελώς.

Ως εκ τούτου, καθίσταται τουλάχιστον υποκριτικό πολιτικοί που διαρρηγνύουν τα ιμάτια τους για την ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας μας η οποία, εδώ και χρόνια, απολαμβάνει την όποια υποστήριξη και τεχνογνωσία αναπτύσσει το ευρωπαϊκό οικοδόμημα καθώς και λογιών-λογιών ευρωπαϊκές χρηματοδοτήσεις ή ευνοϊκά δάνεια, να κάνουν πως δεν καταλαβαίνουν όταν κάποιοι πολίτες συστήνουν ανιδιοτελώς να διερευνηθούν θέματα που άπτονται της ποιότητας της ζωής τους επειδή η επικείμενη συνεργασία αφορά ενδεχόμενα κάποιον Οργανισμό κατά τα άλλα εγγεγραμμένο στο μητρώο συμφερόντων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με μέλη (ή μέτοχους) δημόσιους φορείς (δήμους, δημοτικούς φορείς, κτλ.) από 16 χώρες. Μα, καλά, θα σκέφτονταν και ο πλέον αδαής, όλοι αυτοί τόσο διεφθαρμένοι είναι σε βάρος των πολιτών τους. Όμως σίγουρα δεν είναι έτσι και θα πρέπει κάποτε όλοι αυτοί που εκφέρουν τέτοιες απόψεις αφοσιωμένοι στα δικά τους ιδεολογικά και πολιτικοοικονομικά μοντέλα να μας εξηγήσουν γιατί, χωρίς καν να έχουν διερευνήσει εν τοις πράγμασι τη δυνατότητα συνεργασίας με ένα τέτοιο Οργανισμό τον θεωρούν εξ ορισμού επιλήψιμο και να καταφεύγουν στο να ψελλίζουν συκοφαντίες εναντίον επώνυμων φυσικών προσώπων.

Προφανώς πρόκειται για λόγους πολιτικής επιβίωσης όλων αυτών που έχουν υψώσει τείχη αδιαλλαξίας και δεν αντιλαμβάνονται ότι προς το όφελος ενός μικρού τόπου η συνεργασία και όχι ο φατριασμός είναι που φέρνει αποτέλεσμα. Γιατί εκ του αποτελέσματος κρίνονται όλοι, καθώς τότε διαφαίνεται αν τελικά ο απώτερος σκοπός αυτών των κραυγών είναι το δημόσιο ή άλλο συμφέρον. Στο μεταξύ, κάθε δειλός πολιτικός που αντλεί δύναμη συκοφαντώντας άδικα πολίτες θα πρέπει γνωρίζει ότι όσοι ενδιαφέρονται για τα κοινά και ασκούν δικαιωματικά πολιτική, δεν εκβιάζονται και δεν ανέχονται αυτήν την παρακμιακή και εκφυλισμένη εκδοχή της πολιτικής που βιώνουν αλλά μετέχουν μετά «κρίσεως και ἀρχῆς». Γίνονται, δηλαδή, κοινωνοί Αρχής γιατί, ταλαίπωρε μου συκοφάντη σύμφωνα με τον Πλάτωνα: «Όποιος δεν ενδιαφέρεται να συμμετέχει στην πολιτική καταλήγει να κυβερνάται από κατωτέρους του», όπως εσύ…
 
 * Να μισείς την συκοφαντία (Περίανδρος)