Το δημοτικό συμβούλιο πρέπει να λειτουργεί
Όταν αναφερόμαστε στη δημοτική Αρχή, συμπεριλαμβάνεται σ΄ αυτήν ολόκληρο το συμβούλιο κι όχι αποκλειστικά και μόνον η πλειοψηφία του, κάτι που θα φανεί άλλωστε πιο καθαρά στα χρόνια του Κλεισθένη που ακολουθούν.
Ο συνταγματικός και ο κοινός νομοθέτης στην Ελλάδα, από τα μέσα του 19ου αιώνα ακόμα, θέσπισαν την αναγκαία λαϊκή εγγύηση σε κάθε απόφαση της νομοθετικής, της εκτελεστικής και της δικαστικής εξουσίας. Εν ολίγοις, η παρουσία του λαϊκού παράγοντα, ή εφόσον έτσι προτιμάτε, ο πατριωτισμός του, σύμφωνα με το αεί ακροτελεύτιο συνταγματικό άρθρο, νομιμοποιεί κάθε απόφαση όλων των θεσμών. Αυτή είναι και η έννοια της συνεδρίασης επ' ακροατηρίω, της Βουλής, των δικαστηρίων και των τοπικών συμβουλίων. Στην αντιπροσωπευτική Δημοκρατία, η λαϊκή παρουσία ικανοποιείται αμέσως αλλά και με τη διαμεσολάβηση των ΜΜΕ. Όμως η λειτουργία των θεσμικών οργάνων δεν συνιστά ανοικτή συγκέντρωση ούτε λαϊκή συνέλευση ακόμα κι όταν οργανωμένες ομάδες πολιτών παρευρίσκονται λόγω του ειδικού ενδιαφέροντος της θεματολογίας γι' αυτές.
Τα συμβούλια των τοπικών εκτελεστικών Διοικήσεων είναι μέρη της Αρχής δεν είναι το παράλληλο θεσμικό Σύμπαν. Το δημοτικό συμβούλιο δεν είναι το ανάλογο της Βουλής (νομοθετικό σώμα) σε σχέση με την κυβέρνηση (εκτελεστική εξουσία). Όταν αναφερόμαστε στη δημοτική Αρχή, συμπεριλαμβάνεται σ' αυτήν ολόκληρο το συμβούλιο κι όχι αποκλειστικά και μόνον η πλειοψηφία του, κάτι που θα φανεί άλλωστε πιο καθαρά στα χρόνια του Κλεισθένη που ακολουθούν.
Όλες οι διαδικαστικές αποφάσεις του συμβουλίου για την έδρα του, τις έκτακτες και υπό εξαιρετικές προϋποθέσεις μετακινήσεις του, προβλέπεται να λαμβάνονται με αυξημένη πλειοψηφία και με κριτήριο τη δημοκρατική του λειτουργικότητα. Ο διαμεσολαβητικός μάλιστα χαρακτήρας των ΜΜΕ προστατεύεται όχι ως παραχώρηση στους ανθρώπους των media αλλά ως δημοκρατική λειτουργική υποχρέωση του θεσμού.
Τούτων δοθέντων, όλες οι παρατάξεις, ο καθένας σύμβουλος αλλά και κάθε πολίτης ξεχωριστά εγγυώνται με την παρουσία και τον τρόπο τους τη δυνατότητα του συμβουλίου να συνεδριάζει χωρίς βεβαίως να απαλλοτριώνουν το δικαίωμά τους να κρίνουν και να βουλεύονται. Άλλωστε αυτό ακριβώς το δικαίωμα ενός εκάστου είναι η υπέρτατη, δημοκρατική νομιμοποίηση της λειτουργίας του (κάθε) Οργάνου.
Στον αντίποδα αυτών των κανόνων, η αυθαιρεσία απ' όπου κι αν προέρχεται, η προσχηματική τήρηση τους (σ.σ. των κανόνων) αλλά και η προσφυγή στην αστυνομική αρωγή περιορίζουν έτσι κι αλλιώς τις δημοκρατικές προϋποθέσεις λειτουργίας και την ουσιαστική νομιμοποίηση των αποφάσεων. Είθε ο νέος χρόνος να συναντήσει τις αρχετυπικές, δημοκρατικές αξίες.