Πέμπτη 15.05.2025 ΚΕΡΚΥΡΑ

Ο Θαυμαστός Καινούριος Κόσμος

ΒΕΡΓΟΣ
14 Μαΐου 2025 / 12:57
ΚΩΣΤΑΣ ΒΕΡΓΟΣ

Ο 21ος αιώνας δεν έχει να επιδείξει εφάμιλλη δυστοπική λογοτεχνία, παρά το γεγονός ότι δεν στερείται συγγραφέων και ικανών συνθηκών τεχνολογίας παρακολούθησης και ελέγχου.

Ένα παραισθησιογόνο χάπι τεχνητής ευδαιμονίας είναι απαραίτητο στον «Θαυμαστό Καινούριο Κόσμο» του Χάξλεϊ (γραμμένο το 1931). Οι άνθρωποι, χάρη στο χάπι αυτό, προσαρμόζονται χαρούμενοι στα δεσμά του νέου κόσμου. Αντιθέτως, ο οργουελιανός κόσμος στο «1984» (γραμμένο το 1948) είναι ένας κόσμος δυστυχών πλασμάτων μέσα σε ένα ανυπόφορο τεχνητό περιβάλλον. Και για να συμπληρώσουμε την κορυφαία τριάδα της δυστοπικής λογοτεχνίας του 20ου αιώνα, ας αναφέρουμε και το «Εμείς» του Ζαμιάτιν (γραμμένο το 1921). Κατά την γνώμη του Χάξλεϊ, το καλύτερο από τα τρία.

Ο 21ος αιώνας δεν έχει να επιδείξει εφάμιλλη δυστοπική λογοτεχνία, παρά το γεγονός ότι δεν στερείται συγγραφέων και ικανών συνθηκών τεχνολογίας παρακολούθησης και ελέγχου. Για να υπάρξει τέτοια λογοτεχνία σήμερα, πρέπει ο συγγραφέας να αρθεί πάνω από τα όρια του κόσμου τούτου, και τα όρια αυτά τα θέτουν ολοένα και πιο ψηλά ο Ίλον Μασκ και ο Τζεφ Μπέζος με τα διαστημικά ταξίδια τους για «αναψυχή». Μπορεί βέβαια να φταίει και το ότι οι φωνές, που προσπαθούν να μιλήσουν, καταπνίγονται από τον όγκο και το μέγεθος της πληροφορίας, της ταχύτητας και της απόσπασης. Ίσως και η πραγματικότητα να έχει γίνει πιο παράλογη και πιο σύνθετη από τη φαντασία. Ποιος ξέρει;

Η δύναμη των έργων του Χάξλεϊ, του Όργουελ και του Ζαμιάτιν δεν προέρχεται μόνο από την περιγραφή ενός ζοφερού μέλλοντος. Πηγάζει κυρίως από την ικανότητά τους  να αφαιρούν τον φλοιό της καθημερινότητας και να δείχνουν το πυρήνα της εξουσίας, της ιδεολογίας, της τεχνολογίας και, εντέλει, του ίδιου του ανθρώπου. Ο Χάξλεϊ έβλεπε τη δουλεία να έρχεται ντυμένη με απόλαυση, ο Όργουελ με πόνο, ο Ζαμιάτιν με ψυχρή λογική. Κοινό στοιχείο των τριών η προφητεία, όχι ως αυτοσκοπός, αλλά ως μέσο αναστοχασμού του παρόντος.

Η καθημερινότητα, σήμερα, περιλαμβάνει τεχνητή νοημοσύνη που γράφει ποίηση, εταιρείες που χαρτογραφούν την ψυχή με διαφημιστικούς αλγόριθμους, και κυβερνήσεις που παρακολουθούν πιο διακριτικά από ποτέ τους υπηκόους τους. Τι απομένει στον συγγραφέα να φανταστεί; Μήπως η ίδια η φαντασία έχει πια αμετάκλητα και άνευ όρων παραδοθεί στη μηχανή; Μήπως μια σύγχρονη δυστοπική λογοτεχνία πρέπει να εγκαταλείψει το μελλοντολογικό σχέδιο για κάτι πιο εσωτερικό, πιο υπαρξιακό; Μια δυστοπική καταβύθιση στον νου και την ψυχή, ας πούμε; Εκεί όπου το πρόβλημα δεν είναι το καθεστώς, αλλά η αδυναμία να διακρίνουμε τι είναι καθεστώς.

Ίσως μια σύγχρονη μεγάλη δυστοπική λογοτεχνία δεν θα μιλήσει για έναν κόσμο παρακολούθησης και ελέγχου, αλλά για έναν κόσμο χωρίς νόημα. Ένα κόσμο όπου το άτομο δεν θα βασανίζεται από την καταπίεση, αλλά από την παραλυτική έλλειψη νοήματος. Μια έλλειψη νοήματος που εμφανίζεται άλλοτε ως ελευθερία, άλλοτε ως υποκατάστατο ελευθερίας, ενίοτε δε ως εξωτική άποψη περί αισθητικής.

Η δυστοπία, πλέον, δεν είναι κρυφή. Είναι σχεδόν δηλωμένη. Δεν φοράει προσωπείο. Είναι ανοιχτή, υπόγεια, υπέργεια, διάχυτη. Σήμερα, ο συγγραφέας δεν έχει απέναντί του έναν ενιαίο ορατό εχθρό, όπως είναι το Κόμμα του Όργουελ ή η Γενετική Μηχανή του Χάξλεϊ ή το Μαθηματικώς Τεκμηριωμένο Κράτος του Ζαμιάτιν. Έχει απέναντί του ένα πλέγμα επιρροών: αλγόριθμους που του λένε τι να σκεφτεί, πλατφόρμες που του φιλτράρουν την πραγματικότητα και ένα κοινό που ζητά μόνο να νιώσει με τις αισθήσεις και όχι να καταλάβει.

Η δυστοπία του 21ου αιώνα δεν τιμωρεί το σώμα. Αποδυναμώνει τη συνείδηση. Δεν απαγορεύει τη σκέψη. Την καθιστά περιττή. Κι ίσως εδώ, στα θραύσματα της ψυχής και ενός νου που δεν σκέφτεται, να βρίσκεται το μεγάλο εμπόδιο για τη λογοτεχνία: Η αφηγήσιμη δυστοπία προϋποθέτει αφηγητή με συνείδηση. Αλλά τι γίνεται όταν η συνείδηση έχει θρυμματιστεί σε like, scroll και streaming; Όταν οι λέξεις αντικαθίστανται από εικόνες και τα ερωτήματα από επιλογές πολλαπλής απάντησης;

Σκέφτεται κανείς ότι μέσα από αυτή την σημερινή υπερβολή, μπορεί να προκύψει κάτι άλλο: μια δυστοπία της ενδοχώρας με ένα θετικό ήρωα (ή μια θετική ηρωίδα) πνευματικού φωτός – αρχική εξαίρεση και αρχική ρωγμή στην ενδοχώρα του νου. Αυτός δεν θα επαναστατήσει ενάντια σε κάποιο σύστημα, αλλά θα παλέψει να θυμηθεί και να θυμίσει ότι κάποτε υπήρχε νόημα. Ότι οι λέξεις κάποτε κουβαλούσαν βάρος. Ότι ο εαυτός κάποτε συνομιλούσε μαζί του. Η δυστοπία αυτή δεν θα αμφισβητηθεί από την φυσική, σωματική επανάσταση της δυστοπικής ταινίας του Φριτζ Λανγκ «Μητρόπολις» (1927), αλλά από την γλωσσική υπονόμευση μιας επικοινωνίας που κατάντησε, από επικοινωνία, ένα άψυχο σύστημα εισροών-εκροών.

Μια σύγχρονη δυστοπική λογοτεχνία δεν χρειάζεται να φανταστεί το μέλλον. Πρέπει να ερμηνεύσει το παρόν ταξιδεύοντας 20.000 λεύγες υπό την επιφάνεια του καθενός και της καθεμιάς. Να αποκαλύψει τη ρωγμή, όχι στο σύστημα, αλλά μέσα στο πρόσωπο που αποδέχεται αυτό το σύστημα αδιαμαρτύρητα. Να επιστρατεύσει όχι τόσο φαντασία επιστημονική όσο φαντασία υπαρξιακή. Και αν δεν υπάρχουν τέτοια έργα ακόμα, ίσως αυτό να οφείλεται στο ότι χρειαζόμαστε πρώτα μια νέα γλώσσα για να μιλήσουμε και να γράψουμε. Η σύγκρουση, αυτή την φορά, θα είναι γλωσσική.

ΦΩΤΟ ΑΡΧΕΙΟΥ

ΚΩΣΤΑΣ ΒΕΡΓΟΣ

Οικονομολόγος, διεθνολόγος, Ph.D.. Δίδαξε στην τεε επί 30 έτη, επί 13 διευθυντής επαλ. Συγγραφέας, "Γεωπολιτική των Εθνών", Παπαζήσης, κλπ, και αρθρογράφος στον καθημερινό και ειδικό τύπο, συνεργάτης της "Ε" από το 1990. Ραδιοφωνικός και τηλεοπτικός παραγωγός, "Απαρχές της Jaz", ΕΡΑ Κέρκυρας, και τα πολιτικο--πολιτισμικά "Περιγράμματα", Start TV, Corfu Channel, enimerosi.com. Αλεξανδρινός, Κερκυραίος, Έλληνας, πολίτης του κόσμου. Συγγραφέας: Ντοστογιέφσκι. Φιλόσοφος: Χάνα Άρεντ. Απόφθεγμα: «Ζήσε σαν στην τελευταία σου μέρα, μάθαινε σαν να πρόκειται να ζεις αιώνια», Γκάντι.