Ο αναθεωρητισμός της Τουρκίας
Μιχάλης Σαρλής
07 Nov 2016
/ 10:42
Γράφει ο Μιχάλης Σαρλής
Ο αναθεωρητισμός του Τούρκου προέδρου Ρ. Τ. Ερντογάν αποτελεί, εν μέρει, αποτέλεσμα της μαξιμαλιστικής πολιτικής που επέλεξε η Άγκυρα στην Ανατολική Μεσόγειο μετά το ξέσπασμα των Αραβικών Εξεγέρσεων. Ωστόσο, δύο δυναμικές παράμετροι καθορίζουν και επηρεάζουν αυτόν τον αναθεωρητισμό, που εκφράζεται κυρίως με την αμφισβήτηση της Συνθήκης της Λωζάνης από την τουρκική ηγεσία.
Η πρώτη σημαντική παράμετρος είναι το κουρδικό ζήτημα, που έχει εκ νέου αναφλεγεί και αποτελεί την κύρια ανησυχία της Άγκυρας. Όταν στα τέλη του 2011, η Τουρκία εμβάθυνε την εμπλοκή της στη συριακή κρίση, έθεσε ως διπλό στόχο την ανατροπή του καθεστώτος Άσαντ στη Δαμασκό και την αύξηση της επιρροής της νοτίως των συνόρων της. Ωστόσο, η εμπλοκή στη Συρία πολλών περιφερειακών κρατών έθεσε σημαντικά εμπόδια στις τουρκικές βλέψεις. Η απόφαση του Μπασάρ αλ Άσαντ να αποσύρει τις δυνάμεις του από τα σύνορα με την Τουρκία ενίσχυσε τη θέση των Κούρδων της Συρίας. Οι κουρδικές μονάδες (YPG) εδραίωσαν τον έλεγχό τους στις πόλεις της βορειοανατολικής Συρίας και αυτομάτως άρχισε να διαμορφώνεται μια προβληματική κατάσταση για την Τουρκία.
Έκτοτε, το κουρδικό ζήτημα έχει αναδυθεί με ένταση όχι μόνο στη βόρεια Συρία και ασφαλώς στο βόρειο Ιράκ, όπου υπάρχει εδώ και χρόνια η Περιφερειακή Κουρδική Διοίκηση, αλλά και στην ίδια την Τουρκία, όπου στα νοτιοδυτικά της χώρας διεξάγεται σύγκρουση κλιμακούμενης έντασης. Συνεπώς, η πολιτική της Άγκυρας στη Συρία αναθέρμανε το κουρδικό ζήτημα, το οποίο όμως πλέον έχει πολυεστιακή και αλληλεπιδραστική μορφή. Υπό αυτό το πρίσμα, η Άγκυρα, έχοντας υποχρεωθεί σε μετάλλαξη της προηγούμενης μαξιμαλιστικής της πολιτικής και υπό το πρίσμα των κρίσιμων μαχών σε Χαλέπι και Μοσούλη, χρησιμοποιεί αναθεωρητική ρητορική και στάση προκειμένου να εστιάσει εκεί και να ελέγξει τις αυτονομιστικές βλέψεις των Κούρδων σε βόρεια Συρία και βόρειο Ιράκ.
Μια δεύτερη παράμετρος που καθορίζει την αναθεωρητική στάση της Άγκυρας είναι η ρωσοτουρκική προσέγγιση και οι επιπτώσεις της στο συριακό. Η σύγκρουση με όλες τις γειτονικές χώρες ανάγκασε τον Ρ.Τ. Ερντογάν σε εξομάλυνση της κλιμακούμενης έντασης με τον Βλαντίμιρ Πούτιν. Η απώλεια της Αιγύπτου, το καλοκαίρι του 2013 μετά την πτώση της κυβέρνησης των Αδελφών Μουσουλμάνων, ήταν ένα σημαντικό πλήγμα για την τουρκική εξωτερική πολιτική, καθώς η Άγκυρα απώλεσε τότε ένα κρίσιμο στρατηγικό έρεισμα που θα μπορούσε να αλλάξει τους συσχετισμούς ισχύος στην Ανατολική Μεσόγειο.
Τα αδιέξοδα στα οποία σταδιακά έπεσε η τουρκική πολιτική σε Αίγυπτο και Συρία συρρίκνωσαν την επιρροή της στη Λεβαντίνη, ενώ η κλιμάκωση της έντασης με τη Ρωσία, στα τέλη του 2015, τη στρίμωξε γεωπολιτικά και οικονομικά. Η προ ολίγων μηνών τουρκική υποχώρηση και η στροφή προς τη Ρωσία έβγαλε την Τουρκία από αυτήν την περιφερειακή απομόνωση, ενώ η επανέναρξη της συμφωνίας για την κατασκευή του ρωσοτουρκικού αγωγού Turkish Stream μοιάζει να προσέφερε οξυγόνο στην υπό ασφυκτική πίεση εξωτερική πολιτική της Άγκυρας, αναθερμαίνοντας παράλληλα τις φιλοδοξίες της για προβολή της επιρροής της στην ευρύτερη Ανατολική Μεσόγειο.
Υπό αυτό το πρίσμα, ο αναθεωρητισμός της Τουρκίας είναι αποτέλεσμα των σοβαρών δυσκολιών που αντιμετωπίζει τόσο στο εσωτερικό της, όσο και στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής. Η περαιτέρω ανάφλεξη του κουρδικού ζητήματος στο εσωτερικό της Τουρκίας, μετά και τη σύλληψη της ηγεσίας και βουλευτών του φιλοκουρδικού κόμματος HDP, μπορεί μεν να συσπειρώνει δυνάμεις πέριξ του Ερντογάν, εντούτοις προσθέτει ένταση σε ένα ζήτημα που είναι όλο και πιο δύσκολο να ελεγχθεί από την Άγκυρα, ακριβώς εξαιτίας των ευρύτερων περιφερειακών του διαστάσεων. Παράλληλα, η νέα σχέση της Τουρκίας με τη Ρωσία δεν είναι ανέφελη. Το ισχυρό μέρος της σχέσης αυτής είναι ασφαλώς η Ρωσία, ενώ μοιάζει αναπόφευκτο πως η Άγκυρα θα υποχρεωθεί σε περαιτέρω υποχωρήσεις στο συριακό, υπό το πρίσμα της σταθερής και πολύπλευρης στήριξης που παρέχει η Μόσχα στο καθεστώς Άσαντ.