Πολιτεία vs Κουφοντίνας
Μάνος Ράπτης
13 Μαρτίου 2021
/ 13:48
Γράφει ο Μάνος Ράπτης
Στην μακρά πορεία διαμόρφωσης, εξέλιξης και εφαρμογής του ποινικού δικαίου των αστικών κρατών ο χαρακτήρας της τυποποίησης του ποινικού φαινομένου ήταν και είναι δυναμικός, διφυής και διαλεκτικός, καθώς εντός του τρόπου αντιμετώπισης αυτού από την αστική πολιτεία συνυπάρχουν δύο λειτουργίες: η τιμωρητική και η φιλελεύθερη. Η τιμωρητική είναι λειτουργία υπέρ της εξουσίας, ενώ η φιλελεύθερη υπέρ του πολίτη. Καθίσταται αυτονόητο, ότι η λειτουργία αυτή του δικαίου δεν είναι ανεξάρτητη και αυτόνομη, αλλά αποτελεί προιόν και είναι αντανάκλαση του ανταγωνισμού των κοινωνικών δυνάμεων και τάξεων που μάχονται για την εξουσία.
Οι εσωτερικές συγκρούσεις και παραλλαγές της μορφής του, λοιπόν, αντανακλούν και είναι συνέπεια των κοινωνικών και ταξικών αντιθέσεων και συγκρούσεων, είναι η εφαρμογή του δικαίου προστασίας των συμφερόντων της τάξης που κυριαρχεί μέσα σε αυτήν την αέναη ταξική και κοινωνική αντιπαράθεση και μέσα στα πλαίσια λειτουργίας ενός αστικού καθεστώτος. Κατ' αυτόν τον τρόπο η επικράτηση του τιμωρητικού ή του φιλελεύθερου χαρακτήρα του ποινικού δικαίου είναι ζήτημα αμιγώς πολιτικό ΕΙΝΑΙ Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΠΙΛΟΓΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΡΧΗΣ ΤΑΞΗΣ. Η ολοκληρωτική – τιμωρητική τάση, όταν εκδηλωθεί σε υπερέχοντα βαθμό σε σχέση με τη φιλελεύθερη, θέλει ασαφή τον χώρο προστασίας του ποινικού δικαίου.
Πρώτα – πρώτα για να μπορεί να ΔΙΕΥΡΥΝΕΤΑΙ κατά την εφαρμογή του το πεδίο προστασίας ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΑΝΤΙΛΗΠΤΗ ΚΑΙ ΟΥΤΕ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΤΟΝ ΝΑ ΕΝΤΟΠΙΣΤΕΙ Η ΤΙΜΩΡΗΤΙΚΗ ΑΥΤΗ ΕΚΤΡΟΠΗ. Έπειτα, γιατί με την ασάφεια του αντικειμένου προστασίας – και αντίστοιχα της εγκληματικής προσβολής- δημιουργείται η ανάγκη προσφυγής σε αυθεντικές ερμηνείες, και αυτό ενισχύει το κύρος και τη λειτουργία της κυρίαρχης ιδεολογίας. Σ' ένα ολοκληρωτικό κοινωνικό σύστημα, ο ρόλος της κυρίαρχης ιδεολογίας είναι προφανής, αφού αυτή ΠΟΔΗΓΕΤΕΙ ΤΙΣ ΜΑΖΕΣ ΚΑΙ ΚΑΘΟΔΗΓΕΙ ΤΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ ΚΑΙ ΤΑ ΠΙΣΤΕΥΩ ΤΟΥΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΕΠΙΘΥΜΗΤΗ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ.
Πρόκειται για την ιδεολογία, η οποία σχηματίζεται “καθ' υπερβολή” στο φαντασιακό χώρο χωρίς να επαληθεύεται, ούτε να προσφεύγει στην επαλήθευση της πραγματικότητας, και έχει τεράστια συναισθηματική δύναμη, χάριν της οποίας, βέβαια, επιδιώκει και την κατάργηση της επιστήμης και της λογικής. Αποτελεί, συνεπώς, όπλο στα χέρια της κυρίαρχης κοινωνικά ομάδας για τη χειραγώγηση των μαζών και έσχατο μέσον ακραίων πολιτικών επιλογών. Απευθυνόμενη στο θυμικό των μαζών, προκαλώντας σύγχυση και αβεβαιότητα ως προς πράγματα δεδομένα και αυτονόητα μέχρι πρότινος, δια της εξαχρείωσης και της συναισθηματικής αποχαλίνωσης ως μόνου παράγοντα διαμόρφωσης της κρίσης, επιδιώκει την επιβολή των νομικών της, ακραίων, επιλογών με γνώμονα τα αποκλειστικά πολιτικά της συμφέροντα, πέρα από την επιστήμη, τη λογική και τον νόμο. Εσωστρεφής και αυτιστική ούσα δημιουργεί ένα κλίμα σκοτεινού φανατισμού, ώστε να επιβάλει τις παράνομες επιλογές της, προκειμένου γρήγορα και άκοπα να αποκομίσει τα πολιτικά οφέλη, όπως τα θωρεί αυτή, με την αμέριστη συμπαράσταση, πάντα, της “υγιώς σκεπτόμενης” μάζας.
Ο Δημήτρης Κουφοντίνας, το διαβόητο αυτό μέλος της Ε.Ο. 17 Νοέμβρη, υπήρξε ένα από τα βασικά μέλη της οργάνωσης, με πρωταγωνιστικό ρόλο στη δράση της, ειδικά στις δολοφονίες. Συνελήφθη τον Σεπτέμβριο του 2002, οπότε και παραδόθηκε αυτοβούλως στη Γενική Αστυνομική Διεύθυνση Αθηνών, λίγες εβδομάδες μετά την εξάρθρωση της 17 Νοέμβρη. Δικάστηκε στη δίκη των μελών της οργάνωσης και καταδικάστηκε αμετάκλητα σε 11 φορές ισόβια και 25 χρόνια κάθειρξη για συμμετοχή σε 11 ανθρωποκτονίες, σε εκρήξεις, σε ληστείες και για συμμετοχή στην οργάνωση, ποινή την οποία εκτίει. Η δράση και οι πράξεις του, επομένως, κρίθηκαν και αξιολογήθηκαν από την συντεταγμένη πολιτεία και υποβλήθηκε στις έννομες, ως άνω, συνέπειες αυτών. Στα ευνομούμενα κράτη, σε αυτά που έχουν ξεπεράσει το δίκαιο της Ιεράς Εξέτασης, κανένας δεν ξαναδικάζεται και καταδικάζεται για κάτι για το οποίο έχει ήδη καταδικαστεί, άλλη ποινή δεν μπορεί να επιβληθεί. Ο ένοχος εκτίει την ποινή που του επέβαλε η Πολιτεία, με όλες τις υποχρεώσεις και τα δικαιώματα που του αναγνωρίζονται ως έγκλειστου πολίτη, γιατί και στον έγκλειστο, ακόμα, αναγνωρίζονται δικαιώματα. Στον νομικό μας πολιτισμό ο Λογιόλα έχει εκλείψει.
Το άρθρο 3 του Νόμου 4760/2020 ορίζει ότι από την 11.12.2020 οι καταδικασθέντες για εγκλήματα τρομοκρατίας δεν μπορούν να κρατούνται σε αγροτικές φυλακές και πρέπει να επαναμεταχθούν στο κατάστημα κράτησης από το οποίο αρχικά μετήχθησαν. Αυτή η διάταξη είναι φωτογραφική, αφού, κατά την ψήφισή της, ο μοναδικός κρατούμενος σε αγροτική φυλακή για εγκλήματα τρομοκρατίας ήταν ο Δημήτρης Κουφοντίνας. Στην περίπτωσή του, η φυλακή από την οποία «αρχικά μετήχθη» ήταν το Κατάστημα Κράτησης Κορυδαλλού. Η κυβέρνηση μπορούσε να πράξει το αυτονόητο, δηλαδή να εφαρμόσει τη φωτογραφική διάταξη που η ίδια ψήφισε. Αντίθετα προχώρησε σε μεταγωγή του Δ. Κουφοντίνα στις φυλακές του Δομοκού, με ωμή παραβίαση του ισχύοντος νόμου. Η, δε, εκ μέρους της επίκληση των έκτακτων συνθηκών λόγω COVID-19 και η εξ αυτού του λόγου μη μεταγωγή του στις φυλακές Κορυδαλλού είναι καθαρά προσχηματική, καθώς λίγες ημέρες πριν, σε μια άλλη υπόθεση που απασχόλησε το πανελλήνιο, στην υπόθεση Λιγνάδη, ο τελευταίος μετήχθη στις φυλακές Τρίπολης, όπου ο αριθμός των κρατουμένων είναι ΥΠΕΡΔΙΠΛΑΣΙΟΣ ! από το ανώτατο προβλεπόμενο επιτρεπτό όριο. Δύο μέτρα και δύο σταθμά, λοιπόν, που επιβεβαιώνουν την σαφή και ευθεία πολιτική βούληση και παρέμβαση, προκειμένου να παραβιαστούν ευθέως τα δικαιώματα ενός πολίτη, του Δ. Κουφοντίνα εν προκειμένω. Προσοχή, τα δικαιώματα αυτού του τύπου ΔΕΝ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΕ ΑΘΩΟΥΣ Ή ΥΠΟΔΙΚΟΥΣ αλλά σε καταδικασθέντες – έγκλειστους, οι οποίοι έχουν κριθεί και καταδικαστεί γι' αυτά. Μόνον αυτοί τα δικαιούνται και ουδείς άλλος, διότι μόνον αυτοί, τελικά, τα έχουν ανάγκη.
Η εξέλιξη της υπόθεσης αυτής είναι σε όλους μας γνωστή: ο Κουφοντίνας έχει ξεκινήσει απεργία πείνας από τις 8 Ιανουαρίου, με αίτημα την εφαρμογή του Νόμου και τη μεταφορά του στις φυλακές Κορυδαλλού. Τα όσα και όποια ένδικα μέσα έχουν ασκήσει οι συνήγοροι υπεράσπισής του, έχουν πέσει στο κενό, η, δε, κυβέρνηση εμφανίζεται άτεγκτη στην υποστήριξη της θέσης περί μη μεταγωγής του. Μετά από μέρες απεργίας πείνας και δίψας, η κατάσταση της υγείας του Κουφοντίνα είναι άσχημη, με κίνδυνο να χάσει, ακόμα και την ζωή του. Το θέμα έχει προκαλέσει πολλές έντονες συζητήσεις, από επίσημα και ανεπίσημα χείλη, στα ΜΜΕ και στα ΜΚΔ, εντός και εκτός Ελλάδας. Σοβαροί θεσμικοί φορείς, όπως η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων, μια όαση ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης, καθώς τα μέλη και η ηγεσία της δεν διορίζονται από καμία κυβέρνηση, όπως συμβαίνει στην περίπτωση των Προέδρων των Ανωτάτων Δικαστηρίων, αλλά εκλέγονται, άμεσα εντόπισε τον κίνδυνο κατάργησης, επί της ουσίας, του Κράτους Δικαίου από την έκνομη στάση της Πολιτείας στη συγκεκριμένη περίπτωση και την ευθεία παραβίαση των δικαιωμάτων του έγκλειστου Κουφοντίνα. Το, δε, Παρατηρητήτιο Ποινικού Συστήματος και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Πανεπιστημίου της Βαρκελώνης, αποτελούμενο από ερευνητές και καθηγητές, τονίζει, ότι ενδεχόμενος θάνατος του Κουφοντίνα θα επιφέρει μη αναστρέψιμο πλήγμα στο Κράτος Δικαίου στην Ευρώπη.
Κραυγές αγωνίας ακούγονται, επίσης, από βουλευτές, κόμματα και επαγγελματίες του χώρου της Δικαιοσύνης, ως προς την τύχη της ζωής του ανθρώπου Δημήτρη Κουφοντίνα, αλλά και ως προς το τραύμα που ήδη προκαλείται στο Κράτος Δικαίου από τη μη τήρηση της νομιμότητας και την απαρέγκλιτη στάση και επιλογή της Κυβέρνησης, στην , κατ' αυτήν, “σύγκρουση” των δύο εννόμων αγαθών, της ζωής, από τη μία, και της τήρησης της “τυπικότητας – νομιμότητας” από την άλλη, να επιλέγει τη δεύτερη, λες και μιλάμε για ίδιας αξίας αγαθά, τη ζωή ενός ανθρώπου – πολίτη από τη μία και την τήρηση της νομιμότητας, όπως αυτή εκφράζεται στην περίπτωση της μεταγωγής του, από την άλλη. Διότι το θέμα δεν είναι μόνον τυπικό ή, αν θέλετε, η τυπική του πλευρά, το αν πρέπει να μεταχθεί ή όχι στις φυλακές Κορυδαλλού, είναι σαφώς υποδεέστερη της ουσιαστικής που δεν είναι άλλη από την ζωή και την υγεία του έγκλειστου Κουφοντίνα.
Αξίζει σε ένα ευνομούμενο Κράτος του 21ου αιώνα, ένας πολίτης να χάσει τη ζωή του για μια μεταγωγή; Κανένας εχέφρων άνθρωπος δεν θα απαντούσε θετικά. Γίνεται, επομένως, φανερό, ότι η χώρα μας, με τη διαχείριση της συγκεκριμένης υπόθεσης στηλιτεύεται και διολισθαίνει σε δικαιικές πρακτικές που όλος ο πολιτισμένος κόσμος θεωρεί ότι ανήκαν, ανεπιστρεπτί, στο παρελθόν.
Γιατί, όμως, η Πολιτεία τηρεί αυτήν την σκληρή στάση απέναντι στην περίπτωση Κουφοντίνα; Η απάντηση είναι προφανής. Η κυβέρνηση επιδιώκει να αφαιρέσει δικαιώματα από έναν πολίτη της, τον οποίο θεωρεί ακραίο πολιτικό της αντίπαλο, εξ ου και καλλιεργεί ένα κλίμα φανατισμού εναντίον του, με μια σαφή επιθυμία να ξαναδικαστεί ο έγκλειστος Κουφοντίνας και, αυτή τη φορά, να πεθάνει. Όταν εκφέρονται εκτενέστατα “Κατηγορώ” από επίσημα πολιτικά χείλη (έστω και αν μέλη της οικογενείας τους υπήρξαν θύματα του Κουφοντίνα) κατά παντός υπερασπιστή των δικαιωμάτων του πολίτη και ανθρώπου Κουφοντίνα, αυτό αποτελεί απόδειξη της πολιτικής επιλογής της κυβέρνησης να φανατίσει το κλίμα, φορτίζοντας συναισθηματικά τον όχλο, προκειμένου να ανεύρει, η ίδια, ηθικό έρεισμα για να παρακάμψει το νόμο, να μην αναγνωρίσει τα δικαιώματα του πολίτη – κρατουμένου και να εξοντώσει έναν ακραίο, κατ' αυτήν, πολιτικό της αντίπαλο.
Υπάρχει, όμως, και ένας πιο σοβαρός λόγος γι αυτήν την άτεγκτη στάση της πολιτείας στην υπόθεση Κουφοντίνα. Που δεν είναι άλλος από την πολιτική της εφαρμογή του δόγματος Νόμος και Τάξη πέρα από οποιοδήποτε όριο νομιμότητας, με αποκλειστική στόχευση την κατά το δυνατόν αμεσότερη υλοποίηση των πολιτικών της. Πράγματι, τα δείγματα γραφής των τελευταίων 18 μηνών δεν αφήνουν κανένα περιθώριο αμφιβολίας ως προς την επιλογή της συγκεκριμένης στρατηγικής, στρατηγικής που βρίθει αυθαιρεσίας, παρανομιών και αυταρχικότητας: από την δημιουργία αστυνομικών τμημάτων εντός των Πανεπιστημίων, καταργώντας το αυτοδιοίκητό τους, επί της ουσίας, μέχρι την απαγόρευση πορειών με απόφαση ανώτατου αξιωματικού της ΕΛ.ΑΣ., χωρίς έγκριση της βουλής, έως την ποινικοποίηση της διατύπωσης γνώμης – θέσης κατά της ύπαρξης του COVID-19 στα ΜΚΔ και τα αυξημένα περιστατικά αστυνομικής βίας, κατά 75% σύμφωνα με τον Συνήγορο του Πολίτη, αλλά και την κατά το δοκούν - φωτογραφική αλλαγή του νόμου εν μια νυκτί και την αφαίρεση αρμοδιοτήτων από το Δημοτικό Συμβούλιο για να διευκολυνθούν τα συμφέροντα ιδιωτικής εταιρείας και να προχωρήσει η τσιμεντοποίηση του Ερημίτη, εδώ στην Κέρκυρα, καθίσταται σαφέστατη η πολιτική βούληση χρησιμοποίησης όλων των δυνατών μέσων, νόμιμων ή μη, θεμιτών ή αθέμιτων, προκειμένου να υλοποιηθούν τάχιστα οι επιδιωκόμενες πολιτικές. Σε αυτά τα πλαίσια, λοιπόν, η παραβίαση της νομιμότητας και η αδιαλλαξία που επιδεικνύει η Πολιτεία στην περίπτωση του Δ. Κουφοντίνα έρχεται ως “άσκηση” αυταρχισμού και επιβολής, για να μας υπενθυμίσει ποιος και πώς κυβερνά και να μας προιδεάσει για το τι έρχεται.
Κέρκυρα 12-03-2021
Μάνος Ράπτης
Οι εσωτερικές συγκρούσεις και παραλλαγές της μορφής του, λοιπόν, αντανακλούν και είναι συνέπεια των κοινωνικών και ταξικών αντιθέσεων και συγκρούσεων, είναι η εφαρμογή του δικαίου προστασίας των συμφερόντων της τάξης που κυριαρχεί μέσα σε αυτήν την αέναη ταξική και κοινωνική αντιπαράθεση και μέσα στα πλαίσια λειτουργίας ενός αστικού καθεστώτος. Κατ' αυτόν τον τρόπο η επικράτηση του τιμωρητικού ή του φιλελεύθερου χαρακτήρα του ποινικού δικαίου είναι ζήτημα αμιγώς πολιτικό ΕΙΝΑΙ Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΠΙΛΟΓΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΡΧΗΣ ΤΑΞΗΣ. Η ολοκληρωτική – τιμωρητική τάση, όταν εκδηλωθεί σε υπερέχοντα βαθμό σε σχέση με τη φιλελεύθερη, θέλει ασαφή τον χώρο προστασίας του ποινικού δικαίου.
Πρώτα – πρώτα για να μπορεί να ΔΙΕΥΡΥΝΕΤΑΙ κατά την εφαρμογή του το πεδίο προστασίας ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΑΝΤΙΛΗΠΤΗ ΚΑΙ ΟΥΤΕ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΤΟΝ ΝΑ ΕΝΤΟΠΙΣΤΕΙ Η ΤΙΜΩΡΗΤΙΚΗ ΑΥΤΗ ΕΚΤΡΟΠΗ. Έπειτα, γιατί με την ασάφεια του αντικειμένου προστασίας – και αντίστοιχα της εγκληματικής προσβολής- δημιουργείται η ανάγκη προσφυγής σε αυθεντικές ερμηνείες, και αυτό ενισχύει το κύρος και τη λειτουργία της κυρίαρχης ιδεολογίας. Σ' ένα ολοκληρωτικό κοινωνικό σύστημα, ο ρόλος της κυρίαρχης ιδεολογίας είναι προφανής, αφού αυτή ΠΟΔΗΓΕΤΕΙ ΤΙΣ ΜΑΖΕΣ ΚΑΙ ΚΑΘΟΔΗΓΕΙ ΤΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ ΚΑΙ ΤΑ ΠΙΣΤΕΥΩ ΤΟΥΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΕΠΙΘΥΜΗΤΗ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ.
Πρόκειται για την ιδεολογία, η οποία σχηματίζεται “καθ' υπερβολή” στο φαντασιακό χώρο χωρίς να επαληθεύεται, ούτε να προσφεύγει στην επαλήθευση της πραγματικότητας, και έχει τεράστια συναισθηματική δύναμη, χάριν της οποίας, βέβαια, επιδιώκει και την κατάργηση της επιστήμης και της λογικής. Αποτελεί, συνεπώς, όπλο στα χέρια της κυρίαρχης κοινωνικά ομάδας για τη χειραγώγηση των μαζών και έσχατο μέσον ακραίων πολιτικών επιλογών. Απευθυνόμενη στο θυμικό των μαζών, προκαλώντας σύγχυση και αβεβαιότητα ως προς πράγματα δεδομένα και αυτονόητα μέχρι πρότινος, δια της εξαχρείωσης και της συναισθηματικής αποχαλίνωσης ως μόνου παράγοντα διαμόρφωσης της κρίσης, επιδιώκει την επιβολή των νομικών της, ακραίων, επιλογών με γνώμονα τα αποκλειστικά πολιτικά της συμφέροντα, πέρα από την επιστήμη, τη λογική και τον νόμο. Εσωστρεφής και αυτιστική ούσα δημιουργεί ένα κλίμα σκοτεινού φανατισμού, ώστε να επιβάλει τις παράνομες επιλογές της, προκειμένου γρήγορα και άκοπα να αποκομίσει τα πολιτικά οφέλη, όπως τα θωρεί αυτή, με την αμέριστη συμπαράσταση, πάντα, της “υγιώς σκεπτόμενης” μάζας.
Ο Δημήτρης Κουφοντίνας, το διαβόητο αυτό μέλος της Ε.Ο. 17 Νοέμβρη, υπήρξε ένα από τα βασικά μέλη της οργάνωσης, με πρωταγωνιστικό ρόλο στη δράση της, ειδικά στις δολοφονίες. Συνελήφθη τον Σεπτέμβριο του 2002, οπότε και παραδόθηκε αυτοβούλως στη Γενική Αστυνομική Διεύθυνση Αθηνών, λίγες εβδομάδες μετά την εξάρθρωση της 17 Νοέμβρη. Δικάστηκε στη δίκη των μελών της οργάνωσης και καταδικάστηκε αμετάκλητα σε 11 φορές ισόβια και 25 χρόνια κάθειρξη για συμμετοχή σε 11 ανθρωποκτονίες, σε εκρήξεις, σε ληστείες και για συμμετοχή στην οργάνωση, ποινή την οποία εκτίει. Η δράση και οι πράξεις του, επομένως, κρίθηκαν και αξιολογήθηκαν από την συντεταγμένη πολιτεία και υποβλήθηκε στις έννομες, ως άνω, συνέπειες αυτών. Στα ευνομούμενα κράτη, σε αυτά που έχουν ξεπεράσει το δίκαιο της Ιεράς Εξέτασης, κανένας δεν ξαναδικάζεται και καταδικάζεται για κάτι για το οποίο έχει ήδη καταδικαστεί, άλλη ποινή δεν μπορεί να επιβληθεί. Ο ένοχος εκτίει την ποινή που του επέβαλε η Πολιτεία, με όλες τις υποχρεώσεις και τα δικαιώματα που του αναγνωρίζονται ως έγκλειστου πολίτη, γιατί και στον έγκλειστο, ακόμα, αναγνωρίζονται δικαιώματα. Στον νομικό μας πολιτισμό ο Λογιόλα έχει εκλείψει.
Το άρθρο 3 του Νόμου 4760/2020 ορίζει ότι από την 11.12.2020 οι καταδικασθέντες για εγκλήματα τρομοκρατίας δεν μπορούν να κρατούνται σε αγροτικές φυλακές και πρέπει να επαναμεταχθούν στο κατάστημα κράτησης από το οποίο αρχικά μετήχθησαν. Αυτή η διάταξη είναι φωτογραφική, αφού, κατά την ψήφισή της, ο μοναδικός κρατούμενος σε αγροτική φυλακή για εγκλήματα τρομοκρατίας ήταν ο Δημήτρης Κουφοντίνας. Στην περίπτωσή του, η φυλακή από την οποία «αρχικά μετήχθη» ήταν το Κατάστημα Κράτησης Κορυδαλλού. Η κυβέρνηση μπορούσε να πράξει το αυτονόητο, δηλαδή να εφαρμόσει τη φωτογραφική διάταξη που η ίδια ψήφισε. Αντίθετα προχώρησε σε μεταγωγή του Δ. Κουφοντίνα στις φυλακές του Δομοκού, με ωμή παραβίαση του ισχύοντος νόμου. Η, δε, εκ μέρους της επίκληση των έκτακτων συνθηκών λόγω COVID-19 και η εξ αυτού του λόγου μη μεταγωγή του στις φυλακές Κορυδαλλού είναι καθαρά προσχηματική, καθώς λίγες ημέρες πριν, σε μια άλλη υπόθεση που απασχόλησε το πανελλήνιο, στην υπόθεση Λιγνάδη, ο τελευταίος μετήχθη στις φυλακές Τρίπολης, όπου ο αριθμός των κρατουμένων είναι ΥΠΕΡΔΙΠΛΑΣΙΟΣ ! από το ανώτατο προβλεπόμενο επιτρεπτό όριο. Δύο μέτρα και δύο σταθμά, λοιπόν, που επιβεβαιώνουν την σαφή και ευθεία πολιτική βούληση και παρέμβαση, προκειμένου να παραβιαστούν ευθέως τα δικαιώματα ενός πολίτη, του Δ. Κουφοντίνα εν προκειμένω. Προσοχή, τα δικαιώματα αυτού του τύπου ΔΕΝ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΕ ΑΘΩΟΥΣ Ή ΥΠΟΔΙΚΟΥΣ αλλά σε καταδικασθέντες – έγκλειστους, οι οποίοι έχουν κριθεί και καταδικαστεί γι' αυτά. Μόνον αυτοί τα δικαιούνται και ουδείς άλλος, διότι μόνον αυτοί, τελικά, τα έχουν ανάγκη.
Η εξέλιξη της υπόθεσης αυτής είναι σε όλους μας γνωστή: ο Κουφοντίνας έχει ξεκινήσει απεργία πείνας από τις 8 Ιανουαρίου, με αίτημα την εφαρμογή του Νόμου και τη μεταφορά του στις φυλακές Κορυδαλλού. Τα όσα και όποια ένδικα μέσα έχουν ασκήσει οι συνήγοροι υπεράσπισής του, έχουν πέσει στο κενό, η, δε, κυβέρνηση εμφανίζεται άτεγκτη στην υποστήριξη της θέσης περί μη μεταγωγής του. Μετά από μέρες απεργίας πείνας και δίψας, η κατάσταση της υγείας του Κουφοντίνα είναι άσχημη, με κίνδυνο να χάσει, ακόμα και την ζωή του. Το θέμα έχει προκαλέσει πολλές έντονες συζητήσεις, από επίσημα και ανεπίσημα χείλη, στα ΜΜΕ και στα ΜΚΔ, εντός και εκτός Ελλάδας. Σοβαροί θεσμικοί φορείς, όπως η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων, μια όαση ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης, καθώς τα μέλη και η ηγεσία της δεν διορίζονται από καμία κυβέρνηση, όπως συμβαίνει στην περίπτωση των Προέδρων των Ανωτάτων Δικαστηρίων, αλλά εκλέγονται, άμεσα εντόπισε τον κίνδυνο κατάργησης, επί της ουσίας, του Κράτους Δικαίου από την έκνομη στάση της Πολιτείας στη συγκεκριμένη περίπτωση και την ευθεία παραβίαση των δικαιωμάτων του έγκλειστου Κουφοντίνα. Το, δε, Παρατηρητήτιο Ποινικού Συστήματος και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Πανεπιστημίου της Βαρκελώνης, αποτελούμενο από ερευνητές και καθηγητές, τονίζει, ότι ενδεχόμενος θάνατος του Κουφοντίνα θα επιφέρει μη αναστρέψιμο πλήγμα στο Κράτος Δικαίου στην Ευρώπη.
Κραυγές αγωνίας ακούγονται, επίσης, από βουλευτές, κόμματα και επαγγελματίες του χώρου της Δικαιοσύνης, ως προς την τύχη της ζωής του ανθρώπου Δημήτρη Κουφοντίνα, αλλά και ως προς το τραύμα που ήδη προκαλείται στο Κράτος Δικαίου από τη μη τήρηση της νομιμότητας και την απαρέγκλιτη στάση και επιλογή της Κυβέρνησης, στην , κατ' αυτήν, “σύγκρουση” των δύο εννόμων αγαθών, της ζωής, από τη μία, και της τήρησης της “τυπικότητας – νομιμότητας” από την άλλη, να επιλέγει τη δεύτερη, λες και μιλάμε για ίδιας αξίας αγαθά, τη ζωή ενός ανθρώπου – πολίτη από τη μία και την τήρηση της νομιμότητας, όπως αυτή εκφράζεται στην περίπτωση της μεταγωγής του, από την άλλη. Διότι το θέμα δεν είναι μόνον τυπικό ή, αν θέλετε, η τυπική του πλευρά, το αν πρέπει να μεταχθεί ή όχι στις φυλακές Κορυδαλλού, είναι σαφώς υποδεέστερη της ουσιαστικής που δεν είναι άλλη από την ζωή και την υγεία του έγκλειστου Κουφοντίνα.
Αξίζει σε ένα ευνομούμενο Κράτος του 21ου αιώνα, ένας πολίτης να χάσει τη ζωή του για μια μεταγωγή; Κανένας εχέφρων άνθρωπος δεν θα απαντούσε θετικά. Γίνεται, επομένως, φανερό, ότι η χώρα μας, με τη διαχείριση της συγκεκριμένης υπόθεσης στηλιτεύεται και διολισθαίνει σε δικαιικές πρακτικές που όλος ο πολιτισμένος κόσμος θεωρεί ότι ανήκαν, ανεπιστρεπτί, στο παρελθόν.
Γιατί, όμως, η Πολιτεία τηρεί αυτήν την σκληρή στάση απέναντι στην περίπτωση Κουφοντίνα; Η απάντηση είναι προφανής. Η κυβέρνηση επιδιώκει να αφαιρέσει δικαιώματα από έναν πολίτη της, τον οποίο θεωρεί ακραίο πολιτικό της αντίπαλο, εξ ου και καλλιεργεί ένα κλίμα φανατισμού εναντίον του, με μια σαφή επιθυμία να ξαναδικαστεί ο έγκλειστος Κουφοντίνας και, αυτή τη φορά, να πεθάνει. Όταν εκφέρονται εκτενέστατα “Κατηγορώ” από επίσημα πολιτικά χείλη (έστω και αν μέλη της οικογενείας τους υπήρξαν θύματα του Κουφοντίνα) κατά παντός υπερασπιστή των δικαιωμάτων του πολίτη και ανθρώπου Κουφοντίνα, αυτό αποτελεί απόδειξη της πολιτικής επιλογής της κυβέρνησης να φανατίσει το κλίμα, φορτίζοντας συναισθηματικά τον όχλο, προκειμένου να ανεύρει, η ίδια, ηθικό έρεισμα για να παρακάμψει το νόμο, να μην αναγνωρίσει τα δικαιώματα του πολίτη – κρατουμένου και να εξοντώσει έναν ακραίο, κατ' αυτήν, πολιτικό της αντίπαλο.
Υπάρχει, όμως, και ένας πιο σοβαρός λόγος γι αυτήν την άτεγκτη στάση της πολιτείας στην υπόθεση Κουφοντίνα. Που δεν είναι άλλος από την πολιτική της εφαρμογή του δόγματος Νόμος και Τάξη πέρα από οποιοδήποτε όριο νομιμότητας, με αποκλειστική στόχευση την κατά το δυνατόν αμεσότερη υλοποίηση των πολιτικών της. Πράγματι, τα δείγματα γραφής των τελευταίων 18 μηνών δεν αφήνουν κανένα περιθώριο αμφιβολίας ως προς την επιλογή της συγκεκριμένης στρατηγικής, στρατηγικής που βρίθει αυθαιρεσίας, παρανομιών και αυταρχικότητας: από την δημιουργία αστυνομικών τμημάτων εντός των Πανεπιστημίων, καταργώντας το αυτοδιοίκητό τους, επί της ουσίας, μέχρι την απαγόρευση πορειών με απόφαση ανώτατου αξιωματικού της ΕΛ.ΑΣ., χωρίς έγκριση της βουλής, έως την ποινικοποίηση της διατύπωσης γνώμης – θέσης κατά της ύπαρξης του COVID-19 στα ΜΚΔ και τα αυξημένα περιστατικά αστυνομικής βίας, κατά 75% σύμφωνα με τον Συνήγορο του Πολίτη, αλλά και την κατά το δοκούν - φωτογραφική αλλαγή του νόμου εν μια νυκτί και την αφαίρεση αρμοδιοτήτων από το Δημοτικό Συμβούλιο για να διευκολυνθούν τα συμφέροντα ιδιωτικής εταιρείας και να προχωρήσει η τσιμεντοποίηση του Ερημίτη, εδώ στην Κέρκυρα, καθίσταται σαφέστατη η πολιτική βούληση χρησιμοποίησης όλων των δυνατών μέσων, νόμιμων ή μη, θεμιτών ή αθέμιτων, προκειμένου να υλοποιηθούν τάχιστα οι επιδιωκόμενες πολιτικές. Σε αυτά τα πλαίσια, λοιπόν, η παραβίαση της νομιμότητας και η αδιαλλαξία που επιδεικνύει η Πολιτεία στην περίπτωση του Δ. Κουφοντίνα έρχεται ως “άσκηση” αυταρχισμού και επιβολής, για να μας υπενθυμίσει ποιος και πώς κυβερνά και να μας προιδεάσει για το τι έρχεται.
Κέρκυρα 12-03-2021
Μάνος Ράπτης