Δευτέρα 25.11.2024 ΚΕΡΚΥΡΑ

Μαθήματα μακεδονικής άνευ διδασκάλου

editorial
24 Ιανουαρίου 2019 / 09:29

Η ιδέα των Ελλήνων για τον εαυτό τους αποκρυσταλλώθηκε περί την έκτη δεκαετία του 19ου αιώνα, και ήτανε «Μεγάλη».

Με το εθνικό ζήτημα πρώτο στην ιστορική ατζέντα, σ' ολόκληρη την Ευρώπη, κυριάρχησε στην χερσόνησο του Αίμου και εδώ, η τάση που αποκλήθηκε ρομαντικός εθνικισμός, και στην περίπτωσή μας αναλύεται σε τρεις άξονες: Τον ελληνισμό, που αφηγούταν την σχέση των Νεοελλήνων με τους αρχαίους προγόνους τους. Τον πνευματικό πυρήνα της Ορθοδοξίας και το ρωμαίικο στοιχείο, που αναφερόταν στη βυζαντινή κληρονομιά με όσες εδαφικές προεκτάσεις μπορούσε να περιλάβει η αφήγηση της εθνικής αποκατάστασης έκτοτε. Η ταυτοτική αφήγηση του νέου ελληνισμού αποτυπώνεται στο ιστορικό έργο του Παπαρηγόπουλου ενώ σφραγίστηκε στα 1870 από τη μεταφορά των λειψάνων του Πατριάρχη Γρηγορίου του Ε΄στην Αθήνα ως συμβόλου της ελληνοχριστιανικής, εθνικής αφήγησης, τραγική φιγούρα της ιστορίας εφόσον αυτός που μαρτύρησε κατά τη διάρκεια ανθελληνικών διωγμών στην Κωνσταντινούπολη είχε αφορίσει όλους όσοι συμμετείχαν στην εξέγερση της παλιγγενεσίας! Αυτή είναι και η μήτρα της πεποίθησης ότι η Μακεδονία είναι μία και είναι ελληνική, που επανεμφανίζεται ως ελληνική εκδοχή της τάσης επανεθνικοποίησης των πολιτικών υπό τον τρόμο που προκάλεσε η εκδήλωση της κρίσης υπερσυσσώρευσης στην παγκοσμιοποιημένη Οικουμένη, υπονομεύοντας έτσι τον κοσμοπολιτισμό της. Παρακάμπτοντας τις κομματικές επιδιώξεις, που αποδίδουν στρατηγικό χαρακτήρα στις τακτικές τους επιλογές, αναβιώνει η προβολή της ανάγκης των εθνοτικών ταυτοτήτων να ανακαλούν το παρελθόν ώστε να προσδίδουν σ' αυτές γενεαλογία και νομιμοποίηση των ισχυρισμών περί κοινής καταγωγής. Η επιδίωξη συχνά εδράζεται στην πεποίθηση περί φυλετικής προέλευσης της σύγχρονης εθνικής ταυτότητας, που προσκρούει αλίμονο στην έγχρωμη ως επί το πλείστον σύνθεση της εθνικής ποδοσφαιρικής ομάδας της Γαλλίας, που πρόσφατα σήκωσε το... τιμημένο, παγκόσμιο κύπελλο. Κάτι που φαίνεται να υποτιμούν εκείνοι που αντιστρατεύονται την ύστερη, (βορειο)μακεδονική εθνογένεση, επιμένοντας ότι αυτοί είναι Σλάβοι και Αλβανοί, σα να λένε κάτι καινούργιο και πρωτότυπο. Βεβαίως εκεί που στραβώνει το πράγμα είναι η ταύτιση της επιδίωξης αποδοχής του αυτοπροσδιορισμού του γειτονικού λαού, που τσαλαβούτησε στις ιστορικές δέλτους ώστε να ιδιοποιηθεί ξένα ιστορικά σύμβολα και αναφορές, με την ένταξη της Χώρας του στο ΝΑΤΟ, γεγονός που προκαλεί τα αντανακλαστικά όσων βρίσκονται απέναντι στο Βορειοατλαντικό Σύμφωνο και την αναθεωρητική γεωπολιτική επιδίωξη που πρεσβεύει. Αν αυτό το σκέλος της υπόθεσης έλειπε τότε το ΚΚΕ και οι άλλες κομμουνιστικές Οργανώσεις δεν θα περιδινίζονταν στην σοβούσα κρίση. Οι όροι που ενεπλάκησαν πάντως αποκαλύπτουν για μια ακόμα φορά και τη δική τους στρατηγική αμηχανία που είναι ανάλογη, όσο και διαφορετική βεβαίως, όλων των άλλων κομματικών σχηματισμών στην εποχή μας. Γι' αυτό άλλωστε και οι πολιτικές διαφορές, κατά κανόνα, προσωποποιούνται, στοχοποιώντας συμπεριφορές και γούστα.