Η ομιλία Μητσοτάκη στην Κέρκυρα: το δελτίο τύπου της Ν.Δ.
Κυριάκος Μητσοτάκης
21 Μαΐου 2018
/ 06:43
Ομιλία του Προέδρου της Νέας Δημοκρατίας στο Συνέδριο «Ιόνιες ημέρες ανάπτυξης» της ΝΟΔΕ Κέρκυρας
«Κυρίες και κύριοι, φίλες και φίλοι, σας ευχαριστώ γι’ αυτή τη πολύ θερμή υποδοχή σήμερα εδώ στη Κέρκυρα. Είναι πολύ μεγάλη η χαρά όταν επισκέπτομαι το όμορφο νησί σας το οποίο διαθέτει τόσες σημαντικές αναξιοποίητες αναπτυξιακές δυνατότητες. Θέλω ξεκινώντας να συγχαρώ τον Βασίλη Οικονόμου στον οποίο ανέθεσα με την ιδιότητα του Τομεάρχη Υγείας να αναλάβει τον συντονισμό και την εκπόνηση του Περιφερειακού Συνεδρίου για τα Ιόνια νησιά και να τον συγχαρώ γιατί πράγματι με πολύ μεγάλη επιμέλεια ασχολήθηκε με το αντικείμενο. Κάναμε τέσσερις συνδιασκέψεις όπως η σημερινή στα 4 μεγαλύτερα νησιά του Ιονίου. Ανοίξαμε τις πόρτες και τα παράθυρά της Νέας Δημοκρατίας σε νέο κόσμο. Μιλήσαμε με φορείς, με ειδικούς, είχα την ευκαιρία να παρακολουθήσω ένα μικρό μέρος της σημερινής συζήτησης και εντυπωσιάστηκα από το επίπεδο των παρεμβάσεων, έτσι ώστε να έχουμε στη διάθεση μας ένα εξαιρετικά πλούσιο υλικό το οποίο θα μας βοηθήσει -καθώς πηγαίνουμε προς τις εκλογές- να διαμορφώσουμε τις τελικές μας προτάσεις σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο. Με το εθνικό μας σχέδιο -το γνωρίζετε ήδη, έχει κατατεθεί επανειλημμένως- νομίζω ότι αυτό που σας ενδιαφέρει είναι να αντιληφθείτε με ποιον τρόπο η Νέα Δημοκρατία και εγώ προσωπικά αντιλαμβανόμαστε την περιφερειακή και τοπική ανάπτυξη.
Επισκέπτομαι, φίλες και φίλοι, την Κέρκυρα σε μια κρίσιμη συγκυρία. Είναι μια κρίσιμη συγκυρία και για τα εθνικά μας θέματα. Είναι μια κρίσιμη συγκυρία και για τα θέματα της οικονομίας. Για τα εθνικά θέματα θέλω να πω μια κουβέντα μόνο, για το ζήτημα του Σκοπιανού. Η Νέα Δημοκρατία από την πρώτη στιγμή χάραξε με υπευθυνότητα την εθνική γραμμή για το ζήτημα αυτό. Την εθνική γραμμή η οποία προσδιόρισε ότι οποιαδήποτε λύση για το ζήτημα των Σκοπίων έχει ως αδιαπραγμάτευτη προϋπόθεση την αλλαγή του Συντάγματος των Σκοπίων, ώστε να απαλειφθεί οποιαδήποτε αναφορά αλυτρωτισμού μπορεί να υπάρχει και να δημιουργεί εθνικά προβλήματα στη χώρα μας. Όπως βέβαια και αυτό το οποίο αποκαλούμε erga omnes μια ενιαία ονομασία για εσωτερική και για εξωτερική χρήση.
Ο κ. Τσίπρας από την πρώτη στιγμή στο ζήτημα αυτό επεδίωξε να διχάσει τους Έλληνες και να δημιουργήσει προβλήματα στην Αντιπολίτευση και να μην ενδιαφερθεί τόσο για τη λύση του προβλήματος. Αντιμετώπισε -θα έλεγα με εμπάθεια- όλους όσοι εξέφρασαν μια ιδιαίτερη εθνική ευαισθησία για το ζήτημα του Σκοπιανού. Τους αποκάλεσε ακροδεξιούς, γραφικούς, τους λοιδόρησε αποξενώνοντας με αυτόν τον τρόπο ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας το οποίο ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για το ζήτημα αυτό και επιδεικνύει μια ιδιαίτερη εθνική ευαισθησία. Και μάλιστα τις τελευταίες μέρες ακούσαμε -και με ενημέρωσε και εμένα προσωπικά- ότι συζητάει ως ονομασία για τα Σκόπια το όνομα της “Μακεδονίας του Ίλιντεν”. Να ξεκαθαρίσουμε λοιπόν εδώ ορισμένα ζητήματα για αυτούς οι οποίοι φαίνεται ότι δεν γνωρίζουν καλά την ιστορία μας. Η εξέγερση του Ίλιντεν και η ονομασία του Ίλιντεν είναι ταυτισμένη με τον Μακεδονικό αλυτρωτισμό. Είναι μια ονομασία η οποία ταυτίστηκε με μια εθνικιστική εξέγερση η οποία είχε τότε ως κεντρικό της σύνθημα η Μακεδονία στους Μακεδόνες και τη δημιουργία μιας μεγάλης Μακεδονίας με πρωτεύουσα τη Θεσσαλονίκη. Με άλλο λόγια το ίδιο το όνομα το οποίο συζητούσε και συζητάει ενδεχομένως ακόμα και σήμερα ο κ. Τσίπρας είναι η επιτομή του αλυτρωτισμού.
Η Νέα Δημοκρατία δεν πρόκειται ποτέ να δεχθεί αυτό το όνομα για τη γειτονική χώρα. Μου φαίνεται ότι κάθε φορά που ο κ. Τσίπρας διαπραγματεύεται, ειδικά όταν διαπραγματεύεται νύχτα και μόνος του, είναι επικίνδυνος για τα εθνικά συμφέροντα. Το όνομα αυτό δεν θα έπρεπε καν να μπει σε συζήτηση. Και ελπίζω πραγματικά -αν και δεν μας έχει ενημερώσει ακόμα ο κ. Τσίπρας- το όνομα αυτό να το έχει ήδη απορρίψει ως ένα όνομα απαράδεκτο το οποίο προσβάλει την Ιστορία της χώρας μας και το οποίο υπό οποιαδήποτε προϋπόθεση δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό. Δυστυχώς το Σκοπιανό είναι ένα ζήτημα το οποίο εξάπτει τα πάθη και τα συναισθήματα και μερικές φορές προκαλεί και έντονες αντιδράσεις από τη μια και από την άλλη μεριά. Και δυστυχώς αυτή είναι μια συζήτηση η οποία τροφοδοτεί έναν λόγο μισαλλόδοξο, αλλά συχνά και πράξεις βίας και μισαλλοδοξίας.
Θέλω να καταδικάσω με τον πιο απερίφραστο τρόπο την άνανδρη επίθεση την οποία δέχθηκε ο Δήμαρχος Θεσσαλονίκης ο κ. Μπουτάρης από διάφορα ακραία στοιχεία τα οποία τον προπηλάκισαν με τρόπο απαράδεκτο. Στις Δημοκρατίες τα προβλήματα δεν λύνονται με γροθιές και με κλωτσιές. Λύνονται με τον δημοκρατικό διάλογο και οι ακραίες εκφράσεις απ’ όπου και αν προέρχονται τα φαινόμενα βίας -είτε προέρχονται από την άκρα δεξιά είτε από την άκρα αριστερά- είναι εξίσου κατακριτέα και καταδικαστέα για τη Νέα Δημοκρατία. Δεν ανεχόμαστε καμία έκφραση βίας υπό καμία προϋπόθεση.
Αναρωτιέμαι όμως, ποιοι είναι αυτοί οι οποίοι στο δημόσιο διάλογο εξέτρεψαν τη βία και τη μισαλλοδοξία; Ποιοι ήταν αυτοί οι οποίοι μιλούσαν για κρεμάλες στο Σύνταγμα; Που κατηγορούσαν όλους όσοι διαφωνούσαν μαζί τους ως Γερμανοτσολιάδες, ως προδότες, ως πουλημένους; Ποιοι ήταν αυτοί που -για όσους θυμούνται στις εκλογές του 2012- έστελναν μηνύματα sms για το που βρίσκονται τα πολιτικά στελέχη, που τρώνε που κινούνται για να μπορούν να έρθουν κάποιοι να τα προπηλακίσουν; Το λέω αυτό γιατί δεν μπορεί η καταδίκη της βίας να είναι επιλεκτική. Δεν μπορεί να αφορά μόνο κάποιους και να εξαιρεί κάποιους άλλους. Εμείς, λοιπόν, καταδικάζουμε τη βία απερίφραστα απ’ όπου και αν αυτή προέρχεται. Είτε προέρχεται από την άκρα αριστερά, είτε προέρχεται από την άκρα δεξιά. Και θα ήθελα να μην υπάρχει επιλεκτική ευαισθησία για την καταδίκη της βίας ούτε από την άλλη πλευρά. Δεν υπάρχει καλή και κακή βία στη Δημοκρατία. Δεν μπορεί να καταδικάζουμε με τον πιο έντονο τρόπο -και πολύ καλά κάνουμε- όλοι μαζί την επίθεση την οποία δέχθηκε ο κ. Μπουτάρης -μπορεί να συμφωνούμε, να διαφωνούμε με τις απόψεις του δεν έχει καμία σημασία, στη Νέα Δημοκρατία ο καθένας έχει το δικαίωμα να εκφέρει τις απόψεις του δημόσια- απροκάλυπτα αυτές τις επιθέσεις, αλλά κάθε φορά που ο Ρουβίκωνας εισβάλλει σε κάποιο δημόσιο κτίριο ή στη Βουλή να μη λέμε κουβέντα. Γιατί φυσικά ο Ρουβίκωνας είναι αρεστός στη Κυβέρνηση, γιατί προέρχεται από την ίδια ιδεολογική μήτρα.
Ξέρετε πριν από δέκα μέρες έγινε ένα επεισόδιο στη Τήνο. Ένα νησί το οποίο γνωρίζω καλά διότι περνάω εκεί τις λίγες διακοπές τις οποίες έχω. Στη Τήνο λοιπόν ένας Δήμαρχος με μια αστυνομική δύναμη οχτώ ατόμων και σε συνεργασία με τον Λιμενάρχη συνέλαβε τα μέλη του Ρουβίκωνα. Γιατί; Γιατί ο ίδιος είχε απλά τη πολιτική θέληση και την πολιτική βούληση να κάνει το σωστό. Στην Αθήνα η οποία είναι γεμάτη διμοιρίες Μ.Α.Τ. ο Ρουβίκωνας παρελαύνει. Εισβάλλει ανενόχλητος σε δημόσιες υπηρεσίες και αποχωρεί εξίσου ανενόχλητος με την προκλητική ανοχή της πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη και φυσικά της ίδιας της Κυβέρνησης.
Ας είμαστε λοιπόν προσεκτικοί όταν μιλάμε για βία και ας ξέρουμε ότι ο ακραίος και διχαστικός λόγος τον οποίο μπορεί να υιοθετούμε έχει αντανάκλαση τελικά στη συμπεριφορά των πολιτών. Καθώς πορευόμαστε -με τον έναν ή με τον άλλο τρόπο- προς εθνικές εκλογές παροτρύνω τον κ. Τσίπρα να αποφύγει αυτού του είδους τη διχαστική ρητορική. Ξέρει καλά και ο ίδιος ότι θα χάσει τις επόμενες εκλογές, αλλά δεν έχει κανέναν λόγο να οδηγήσει το δημόσιο διάλογο σε μια ακραία πόλωση και τη κοινωνία σε έναν ακραίο διχασμό μόνο και μόνο για να συσπειρώσει λίγο περισσότερο τις δικές του δυνάμεις. Ας φερθεί λίγο υπεύθυνα και σοβαρά στο ζήτημα αυτό και ας αποφύγουμε όλοι τις ακραίες εκφράσεις είτε είναι εκφράσεις, στο καφενείο, είτε είναι εκφράσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Φίλες και φίλοι οι επόμενοι μήνες θα είναι κρίσιμοι μήνες για τη χώρα διότι εκτός από τις εξελίξεις στα εθνικά θέματα θα οδηγηθούμε και στα τέλη Αυγούστου στο τέλος του τρίτου προγράμματος, του τρίτου Μνημονίου, το οποίο υπέγραψαν οι κύριοι Τσίπρας και Καμμένος τον Αύγουστο του 2015, όταν έκαναν την περιβόητη κωλοτούμπα τους αφού είχαν οδηγήσει τη χώρα στο χείλος του γκρεμού. Ένα αχρείαστο Μνημόνιο το οποίο μας φόρτωσε με 14 δις πρόσθετα μέτρα τα οποία οι συμπολίτες μας θα εξακολουθούν να πληρώνουν για πολλά χρόνια ακόμα. Και βλέπω ότι καλλιεργείται από τους Κυβερνώντες ένα νέο ψέμα, ένα νέο μεγάλο βρώμικο ψέμα και αυτό είναι το ψέμα της δήθεν καθαρής εξόδου από τα Μνημόνια.
Κοιτάξτε καθαρή έξοδος από τα Μνημόνια δεν υπάρχει. Και δεν υπάρχει καθαρή έξοδος από τα Μνημόνια για έναν απλό λόγο, διότι ο κ. Τσίπρας μαζί με τον κ. Καμμένο, έχει ήδη συνυπογράψει και νομοθετήσει, πρόσθετα δημοσιονομικά μέτρα ύψους 5,2 δις για το 2019 και το 2020. Οι συντάξεις θα κοπούν από 1/1/2019 με υπογραφή του κ. Τσίπρα και του κ. Καμμένου και το αφορολόγητο θα μειωθεί από 1/1/2020 με υπογραφή του κ. Τσίπρα και του κ. Καμμένου. Αυτά είναι τα απόνερα, είναι τα αποτελέσματα, της τραγικής διαπραγμάτευσης την οποία έκανε ο κ. Τσίπρας και ο κ. Βαρουφάκης -με τα πουκάμισα έξω- το πρώτο εξάμηνο του 2015.
Όταν έλεγα τότε ότι θα πληρώνουμε για πολλά χρόνια τον ακριβό λογαριασμό από τις πολιτικές του κ. Τσίπρα και του κ. Καμμένου αυτό ακριβώς εννοούσα. Συγκρίνετε λίγο το τι θα γίνει στην Ελλάδα με το τι γίνεται και το τι έγινε σε άλλες χώρες οι οποίες βγήκαν από τα προγράμματα, τι έγινε στην Πορτογαλία, τι έγινε στη Κύπρο. Πουθενά δεν υπήρχε ένα τέτοιο αυστηρό πλαίσιο μεταμνημονιακής εποπτείας. Πουθενά δεν είχαν ψηφιστεί μέτρα εκ των προτέρων τα οποία θα ίσχυαν στη συνέχεια και φυσικά πουθενά δεν πρόκειται να υπάρχει αυτό το οποίο θα γίνει στην Ελλάδα μετά τον Αύγουστο του 2018. Δηλαδή οι επισκέψεις από τους θεσμούς 4 φορές το χρόνο για να σιγουρευτούν όλοι ότι οι μεταρρυθμίσεις θα συνεχίζονται. Άρα, η εποπτεία πάνω στην Ελληνική οικονομία θα εξακολουθεί να είναι εποπτεία αυξημένου βαθμού.
Κοιτάξτε, για να βγούμε φίλες και φίλοι από αυτό το αδιέξοδο στο οποίο έχουμε περιέλθει η χώρα χρειάζεται σήμερα -περισσότερο παρά ποτέ- μια μεγάλη πολιτική αλλαγή. Μόνο η Νέα Δημοκρατία μπορεί να εγγυηθεί την επιστροφή στην ανάπτυξη και την οριστική έξοδο από την κρίση. Και μπορούμε να το πετύχουμε εμείς για τον απλούστατο λόγο: Έχουμε σχέδιο για την επόμενη ημέρα της χώρας. Ξέρουμε πως θα δρομολογήσουμε την ανάπτυξη, ξέρουμε πως θα προσελκύσουμε επενδύσεις, ξέρουμε πως θα δημιουργήσουμε δουλειές, ξέρουμε πως θα βάλουμε σε τάξη το Δημόσιο, ξέρουμε πως θα μπορέσουμε να βελτιώσουμε τη Παιδεία, την Υγεία τη Δημόσια Διοίκηση. Είμαστε σήμερα η μόνη πολιτική δύναμη η οποία έχει ένα συγκροτημένο σχέδιο για την επόμενη ημέρα της Ελλάδας μετά το τέλος του τρίτου προγράμματος. Είναι ένα σχέδιο το οποίο φυσικά πάνω απ’ όλα δίνει έμφαση στην οικονομία. Ένα σχέδιο το οποίο στον πυρήνα του έχει μια διαφορετική δημοσιονομική πολιτική η οποία ξεκινά με τη βασική παραδοχή ότι αυτά τα οποία έγιναν στην Ελλάδα τα τελευταία τρία χρόνια ήταν και λανθασμένα και αχρείαστα. Η πολιτική της υπερβολικής φορολόγησης της Ελληνικής παραγωγής και της μεσαίας τάξης οδήγησε τελικά την οικονομία σε ένα τραγικό αδιέξοδο. Η πολιτική των υπερπλεονασμάτων -να παίρνω περισσότερα από τους πολίτες από αυτά που μας ζητούν για να τα επιστρέψω σε επιδόματα σε αυτούς που θέλω να έχω ως πελάτες- οδήγησε τελικά την οικονομία στην ύφεση ή στην καλύτερη περίπτωση σε μια αναιμική ανάπτυξη. Πανηγυρίζει ο κ. Τσίπρας γιατί λέει πέτυχε υπερπλεόνασμα. Μα οι αναπτυξιακοί μας ρυθμοί, φίλες και φίλοι, είναι οι χαμηλότεροι στην Ευρωζώνη. Να το ξαναπούμε; Το 2014, λίγο πριν φύγει η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας από την εξουσία, είχαμε τους υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης στην Ευρωζώνη, σήμερα έχουμε τους χαμηλότερους. Αυτά είναι τα αποτελέσματα της πολιτικής του κ. Τσίπρα.
Δεν πάμε πουθενά έτσι. Εμείς θα μειώσουμε τους φόρους, θα μειώσουμε τον ΕΝΦΙΑ, θα μειώσουμε το φόρο στις επιχειρήσεις, θα μειώσουμε τις εργοδοτικές εισφορές και θα ισοσκελίσουμε αυτή τη μείωση από εξορθολογισμένες και κοστολογημένες μειώσεις στις δημόσιες δαπάνες. Με αυτό το τρόπο θα μπορέσουμε και επενδύσεις να προσελκύσουμε και το διαθέσιμο εισόδημα των πολιτών να βελτιώσουμε. Ώστε να ξαναπάρει μπροστά η μηχανή της ανάπτυξης και να απελευθερωθεί η δημιουργικότητα του Έλληνα η οποία σήμερα ταλανίζεται και κρατιέται πίσω από μια Κυβερνητική πολιτική η οποία εχθρεύεται την υγιή επιχειρηματικότητα, τις επενδύσεις και όποιον θέλει να δημιουργήσει σε αυτή τη χώρα. Και Βέβαια αυτή είναι μια πολιτική φίλες και φίλοι οποία είναι οριζόντια, αφορά όλη τη χώρα έχει όμως και συγκεκριμένες περιφερειακές και κλαδικές εκφάνσεις».
Σχετικά με την περιοδεία του Κυριάκου Μητσοτάκη στην Κέρκυρα, το δελτίο τύπου της Νέας Δημοκρατίας αναφέρει:
«Διήμερη περιοδεία στην Κέρκυρα πραγματοποιεί από το πρωί ο Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας κ. Κυριάκος Μητσοτάκης, προκειμένου, μεταξύ άλλων, να παραστεί στο συνέδριο «Ιόνιες ημέρες ανάπτυξης» που διοργανώνει η ΝΟΔΕ του νησιού.
Ο κ. Μητσοτάκης ξεκίνησε την περιοδεία του από την πλατεία Σπιανάδας όπου χαιρέτησε και συνομίλησε με τον κόσμο και στη συνέχεια βρέθηκε στην Φιλαρμονική Εταιρεία Κέρκυρας (Παλαιά), στην Φιλαρμονική Εταιρεία Κέρκυρας «Μάντζαρος» και στην Αναγνωστική Εταιρεία Κέρκυρας.
Στη διάρκεια της βόλτας του στην παλιά πόλη συνομίλησε με δεκάδες εμπόρους και τους ευχήθηκε να έχουν μια καλή τουριστική σεζόν, ενώ επισκέφθηκε και τη γνωστή εκκλησία του πολιούχου Αγίου Σπυρίδωνα και της Φανερωμένης.
Επισημαίνεται ότι όλοι οι κάτοικοι του έθεσαν επιτακτικά το πρόβλημα που υπάρχει με τα σκουπίδια στην Κέρκυρα λόγω της άρνησης του ΣΥΡΙΖΑ και του τοπικού δημάρχου να λειτουργήσει το εργοστάσιο ΧΥΤΥ της Λευκίμης, το οποίο έκαψαν προσφάτως οι κάτοικοι της περιοχής. Ο Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας τάχθηκε υπέρ της άμεσης αποκατάστασής του και της επιτακτικής ανάγκης να τεθεί σε λειτουργία. Πόσο μάλλον όταν δημιουργήθηκε με συγχρηματοδότηση της Ε.Ε. και πληρώντας όλους τους περιβαλλοντικούς όρους και η χώρα μας έχει εκτεθεί για μια ακόμη φορά έναντι των Βρυξελλών.
Ο κ. Μητσοτάκης επισκέφθηκε και το Σταθμό του Πολεμικού Ναυτικού (ΝΑΣΚΕ) που βρίσκεται μέσα στο κάστρο και συνομίλησε με τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων».
Επισκέπτομαι, φίλες και φίλοι, την Κέρκυρα σε μια κρίσιμη συγκυρία. Είναι μια κρίσιμη συγκυρία και για τα εθνικά μας θέματα. Είναι μια κρίσιμη συγκυρία και για τα θέματα της οικονομίας. Για τα εθνικά θέματα θέλω να πω μια κουβέντα μόνο, για το ζήτημα του Σκοπιανού. Η Νέα Δημοκρατία από την πρώτη στιγμή χάραξε με υπευθυνότητα την εθνική γραμμή για το ζήτημα αυτό. Την εθνική γραμμή η οποία προσδιόρισε ότι οποιαδήποτε λύση για το ζήτημα των Σκοπίων έχει ως αδιαπραγμάτευτη προϋπόθεση την αλλαγή του Συντάγματος των Σκοπίων, ώστε να απαλειφθεί οποιαδήποτε αναφορά αλυτρωτισμού μπορεί να υπάρχει και να δημιουργεί εθνικά προβλήματα στη χώρα μας. Όπως βέβαια και αυτό το οποίο αποκαλούμε erga omnes μια ενιαία ονομασία για εσωτερική και για εξωτερική χρήση.
Ο κ. Τσίπρας από την πρώτη στιγμή στο ζήτημα αυτό επεδίωξε να διχάσει τους Έλληνες και να δημιουργήσει προβλήματα στην Αντιπολίτευση και να μην ενδιαφερθεί τόσο για τη λύση του προβλήματος. Αντιμετώπισε -θα έλεγα με εμπάθεια- όλους όσοι εξέφρασαν μια ιδιαίτερη εθνική ευαισθησία για το ζήτημα του Σκοπιανού. Τους αποκάλεσε ακροδεξιούς, γραφικούς, τους λοιδόρησε αποξενώνοντας με αυτόν τον τρόπο ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας το οποίο ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για το ζήτημα αυτό και επιδεικνύει μια ιδιαίτερη εθνική ευαισθησία. Και μάλιστα τις τελευταίες μέρες ακούσαμε -και με ενημέρωσε και εμένα προσωπικά- ότι συζητάει ως ονομασία για τα Σκόπια το όνομα της “Μακεδονίας του Ίλιντεν”. Να ξεκαθαρίσουμε λοιπόν εδώ ορισμένα ζητήματα για αυτούς οι οποίοι φαίνεται ότι δεν γνωρίζουν καλά την ιστορία μας. Η εξέγερση του Ίλιντεν και η ονομασία του Ίλιντεν είναι ταυτισμένη με τον Μακεδονικό αλυτρωτισμό. Είναι μια ονομασία η οποία ταυτίστηκε με μια εθνικιστική εξέγερση η οποία είχε τότε ως κεντρικό της σύνθημα η Μακεδονία στους Μακεδόνες και τη δημιουργία μιας μεγάλης Μακεδονίας με πρωτεύουσα τη Θεσσαλονίκη. Με άλλο λόγια το ίδιο το όνομα το οποίο συζητούσε και συζητάει ενδεχομένως ακόμα και σήμερα ο κ. Τσίπρας είναι η επιτομή του αλυτρωτισμού.
Η Νέα Δημοκρατία δεν πρόκειται ποτέ να δεχθεί αυτό το όνομα για τη γειτονική χώρα. Μου φαίνεται ότι κάθε φορά που ο κ. Τσίπρας διαπραγματεύεται, ειδικά όταν διαπραγματεύεται νύχτα και μόνος του, είναι επικίνδυνος για τα εθνικά συμφέροντα. Το όνομα αυτό δεν θα έπρεπε καν να μπει σε συζήτηση. Και ελπίζω πραγματικά -αν και δεν μας έχει ενημερώσει ακόμα ο κ. Τσίπρας- το όνομα αυτό να το έχει ήδη απορρίψει ως ένα όνομα απαράδεκτο το οποίο προσβάλει την Ιστορία της χώρας μας και το οποίο υπό οποιαδήποτε προϋπόθεση δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό. Δυστυχώς το Σκοπιανό είναι ένα ζήτημα το οποίο εξάπτει τα πάθη και τα συναισθήματα και μερικές φορές προκαλεί και έντονες αντιδράσεις από τη μια και από την άλλη μεριά. Και δυστυχώς αυτή είναι μια συζήτηση η οποία τροφοδοτεί έναν λόγο μισαλλόδοξο, αλλά συχνά και πράξεις βίας και μισαλλοδοξίας.
Θέλω να καταδικάσω με τον πιο απερίφραστο τρόπο την άνανδρη επίθεση την οποία δέχθηκε ο Δήμαρχος Θεσσαλονίκης ο κ. Μπουτάρης από διάφορα ακραία στοιχεία τα οποία τον προπηλάκισαν με τρόπο απαράδεκτο. Στις Δημοκρατίες τα προβλήματα δεν λύνονται με γροθιές και με κλωτσιές. Λύνονται με τον δημοκρατικό διάλογο και οι ακραίες εκφράσεις απ’ όπου και αν προέρχονται τα φαινόμενα βίας -είτε προέρχονται από την άκρα δεξιά είτε από την άκρα αριστερά- είναι εξίσου κατακριτέα και καταδικαστέα για τη Νέα Δημοκρατία. Δεν ανεχόμαστε καμία έκφραση βίας υπό καμία προϋπόθεση.
Αναρωτιέμαι όμως, ποιοι είναι αυτοί οι οποίοι στο δημόσιο διάλογο εξέτρεψαν τη βία και τη μισαλλοδοξία; Ποιοι ήταν αυτοί οι οποίοι μιλούσαν για κρεμάλες στο Σύνταγμα; Που κατηγορούσαν όλους όσοι διαφωνούσαν μαζί τους ως Γερμανοτσολιάδες, ως προδότες, ως πουλημένους; Ποιοι ήταν αυτοί που -για όσους θυμούνται στις εκλογές του 2012- έστελναν μηνύματα sms για το που βρίσκονται τα πολιτικά στελέχη, που τρώνε που κινούνται για να μπορούν να έρθουν κάποιοι να τα προπηλακίσουν; Το λέω αυτό γιατί δεν μπορεί η καταδίκη της βίας να είναι επιλεκτική. Δεν μπορεί να αφορά μόνο κάποιους και να εξαιρεί κάποιους άλλους. Εμείς, λοιπόν, καταδικάζουμε τη βία απερίφραστα απ’ όπου και αν αυτή προέρχεται. Είτε προέρχεται από την άκρα αριστερά, είτε προέρχεται από την άκρα δεξιά. Και θα ήθελα να μην υπάρχει επιλεκτική ευαισθησία για την καταδίκη της βίας ούτε από την άλλη πλευρά. Δεν υπάρχει καλή και κακή βία στη Δημοκρατία. Δεν μπορεί να καταδικάζουμε με τον πιο έντονο τρόπο -και πολύ καλά κάνουμε- όλοι μαζί την επίθεση την οποία δέχθηκε ο κ. Μπουτάρης -μπορεί να συμφωνούμε, να διαφωνούμε με τις απόψεις του δεν έχει καμία σημασία, στη Νέα Δημοκρατία ο καθένας έχει το δικαίωμα να εκφέρει τις απόψεις του δημόσια- απροκάλυπτα αυτές τις επιθέσεις, αλλά κάθε φορά που ο Ρουβίκωνας εισβάλλει σε κάποιο δημόσιο κτίριο ή στη Βουλή να μη λέμε κουβέντα. Γιατί φυσικά ο Ρουβίκωνας είναι αρεστός στη Κυβέρνηση, γιατί προέρχεται από την ίδια ιδεολογική μήτρα.
Ξέρετε πριν από δέκα μέρες έγινε ένα επεισόδιο στη Τήνο. Ένα νησί το οποίο γνωρίζω καλά διότι περνάω εκεί τις λίγες διακοπές τις οποίες έχω. Στη Τήνο λοιπόν ένας Δήμαρχος με μια αστυνομική δύναμη οχτώ ατόμων και σε συνεργασία με τον Λιμενάρχη συνέλαβε τα μέλη του Ρουβίκωνα. Γιατί; Γιατί ο ίδιος είχε απλά τη πολιτική θέληση και την πολιτική βούληση να κάνει το σωστό. Στην Αθήνα η οποία είναι γεμάτη διμοιρίες Μ.Α.Τ. ο Ρουβίκωνας παρελαύνει. Εισβάλλει ανενόχλητος σε δημόσιες υπηρεσίες και αποχωρεί εξίσου ανενόχλητος με την προκλητική ανοχή της πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη και φυσικά της ίδιας της Κυβέρνησης.
Ας είμαστε λοιπόν προσεκτικοί όταν μιλάμε για βία και ας ξέρουμε ότι ο ακραίος και διχαστικός λόγος τον οποίο μπορεί να υιοθετούμε έχει αντανάκλαση τελικά στη συμπεριφορά των πολιτών. Καθώς πορευόμαστε -με τον έναν ή με τον άλλο τρόπο- προς εθνικές εκλογές παροτρύνω τον κ. Τσίπρα να αποφύγει αυτού του είδους τη διχαστική ρητορική. Ξέρει καλά και ο ίδιος ότι θα χάσει τις επόμενες εκλογές, αλλά δεν έχει κανέναν λόγο να οδηγήσει το δημόσιο διάλογο σε μια ακραία πόλωση και τη κοινωνία σε έναν ακραίο διχασμό μόνο και μόνο για να συσπειρώσει λίγο περισσότερο τις δικές του δυνάμεις. Ας φερθεί λίγο υπεύθυνα και σοβαρά στο ζήτημα αυτό και ας αποφύγουμε όλοι τις ακραίες εκφράσεις είτε είναι εκφράσεις, στο καφενείο, είτε είναι εκφράσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Φίλες και φίλοι οι επόμενοι μήνες θα είναι κρίσιμοι μήνες για τη χώρα διότι εκτός από τις εξελίξεις στα εθνικά θέματα θα οδηγηθούμε και στα τέλη Αυγούστου στο τέλος του τρίτου προγράμματος, του τρίτου Μνημονίου, το οποίο υπέγραψαν οι κύριοι Τσίπρας και Καμμένος τον Αύγουστο του 2015, όταν έκαναν την περιβόητη κωλοτούμπα τους αφού είχαν οδηγήσει τη χώρα στο χείλος του γκρεμού. Ένα αχρείαστο Μνημόνιο το οποίο μας φόρτωσε με 14 δις πρόσθετα μέτρα τα οποία οι συμπολίτες μας θα εξακολουθούν να πληρώνουν για πολλά χρόνια ακόμα. Και βλέπω ότι καλλιεργείται από τους Κυβερνώντες ένα νέο ψέμα, ένα νέο μεγάλο βρώμικο ψέμα και αυτό είναι το ψέμα της δήθεν καθαρής εξόδου από τα Μνημόνια.
Κοιτάξτε καθαρή έξοδος από τα Μνημόνια δεν υπάρχει. Και δεν υπάρχει καθαρή έξοδος από τα Μνημόνια για έναν απλό λόγο, διότι ο κ. Τσίπρας μαζί με τον κ. Καμμένο, έχει ήδη συνυπογράψει και νομοθετήσει, πρόσθετα δημοσιονομικά μέτρα ύψους 5,2 δις για το 2019 και το 2020. Οι συντάξεις θα κοπούν από 1/1/2019 με υπογραφή του κ. Τσίπρα και του κ. Καμμένου και το αφορολόγητο θα μειωθεί από 1/1/2020 με υπογραφή του κ. Τσίπρα και του κ. Καμμένου. Αυτά είναι τα απόνερα, είναι τα αποτελέσματα, της τραγικής διαπραγμάτευσης την οποία έκανε ο κ. Τσίπρας και ο κ. Βαρουφάκης -με τα πουκάμισα έξω- το πρώτο εξάμηνο του 2015.
Όταν έλεγα τότε ότι θα πληρώνουμε για πολλά χρόνια τον ακριβό λογαριασμό από τις πολιτικές του κ. Τσίπρα και του κ. Καμμένου αυτό ακριβώς εννοούσα. Συγκρίνετε λίγο το τι θα γίνει στην Ελλάδα με το τι γίνεται και το τι έγινε σε άλλες χώρες οι οποίες βγήκαν από τα προγράμματα, τι έγινε στην Πορτογαλία, τι έγινε στη Κύπρο. Πουθενά δεν υπήρχε ένα τέτοιο αυστηρό πλαίσιο μεταμνημονιακής εποπτείας. Πουθενά δεν είχαν ψηφιστεί μέτρα εκ των προτέρων τα οποία θα ίσχυαν στη συνέχεια και φυσικά πουθενά δεν πρόκειται να υπάρχει αυτό το οποίο θα γίνει στην Ελλάδα μετά τον Αύγουστο του 2018. Δηλαδή οι επισκέψεις από τους θεσμούς 4 φορές το χρόνο για να σιγουρευτούν όλοι ότι οι μεταρρυθμίσεις θα συνεχίζονται. Άρα, η εποπτεία πάνω στην Ελληνική οικονομία θα εξακολουθεί να είναι εποπτεία αυξημένου βαθμού.
Κοιτάξτε, για να βγούμε φίλες και φίλοι από αυτό το αδιέξοδο στο οποίο έχουμε περιέλθει η χώρα χρειάζεται σήμερα -περισσότερο παρά ποτέ- μια μεγάλη πολιτική αλλαγή. Μόνο η Νέα Δημοκρατία μπορεί να εγγυηθεί την επιστροφή στην ανάπτυξη και την οριστική έξοδο από την κρίση. Και μπορούμε να το πετύχουμε εμείς για τον απλούστατο λόγο: Έχουμε σχέδιο για την επόμενη ημέρα της χώρας. Ξέρουμε πως θα δρομολογήσουμε την ανάπτυξη, ξέρουμε πως θα προσελκύσουμε επενδύσεις, ξέρουμε πως θα δημιουργήσουμε δουλειές, ξέρουμε πως θα βάλουμε σε τάξη το Δημόσιο, ξέρουμε πως θα μπορέσουμε να βελτιώσουμε τη Παιδεία, την Υγεία τη Δημόσια Διοίκηση. Είμαστε σήμερα η μόνη πολιτική δύναμη η οποία έχει ένα συγκροτημένο σχέδιο για την επόμενη ημέρα της Ελλάδας μετά το τέλος του τρίτου προγράμματος. Είναι ένα σχέδιο το οποίο φυσικά πάνω απ’ όλα δίνει έμφαση στην οικονομία. Ένα σχέδιο το οποίο στον πυρήνα του έχει μια διαφορετική δημοσιονομική πολιτική η οποία ξεκινά με τη βασική παραδοχή ότι αυτά τα οποία έγιναν στην Ελλάδα τα τελευταία τρία χρόνια ήταν και λανθασμένα και αχρείαστα. Η πολιτική της υπερβολικής φορολόγησης της Ελληνικής παραγωγής και της μεσαίας τάξης οδήγησε τελικά την οικονομία σε ένα τραγικό αδιέξοδο. Η πολιτική των υπερπλεονασμάτων -να παίρνω περισσότερα από τους πολίτες από αυτά που μας ζητούν για να τα επιστρέψω σε επιδόματα σε αυτούς που θέλω να έχω ως πελάτες- οδήγησε τελικά την οικονομία στην ύφεση ή στην καλύτερη περίπτωση σε μια αναιμική ανάπτυξη. Πανηγυρίζει ο κ. Τσίπρας γιατί λέει πέτυχε υπερπλεόνασμα. Μα οι αναπτυξιακοί μας ρυθμοί, φίλες και φίλοι, είναι οι χαμηλότεροι στην Ευρωζώνη. Να το ξαναπούμε; Το 2014, λίγο πριν φύγει η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας από την εξουσία, είχαμε τους υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης στην Ευρωζώνη, σήμερα έχουμε τους χαμηλότερους. Αυτά είναι τα αποτελέσματα της πολιτικής του κ. Τσίπρα.
Δεν πάμε πουθενά έτσι. Εμείς θα μειώσουμε τους φόρους, θα μειώσουμε τον ΕΝΦΙΑ, θα μειώσουμε το φόρο στις επιχειρήσεις, θα μειώσουμε τις εργοδοτικές εισφορές και θα ισοσκελίσουμε αυτή τη μείωση από εξορθολογισμένες και κοστολογημένες μειώσεις στις δημόσιες δαπάνες. Με αυτό το τρόπο θα μπορέσουμε και επενδύσεις να προσελκύσουμε και το διαθέσιμο εισόδημα των πολιτών να βελτιώσουμε. Ώστε να ξαναπάρει μπροστά η μηχανή της ανάπτυξης και να απελευθερωθεί η δημιουργικότητα του Έλληνα η οποία σήμερα ταλανίζεται και κρατιέται πίσω από μια Κυβερνητική πολιτική η οποία εχθρεύεται την υγιή επιχειρηματικότητα, τις επενδύσεις και όποιον θέλει να δημιουργήσει σε αυτή τη χώρα. Και Βέβαια αυτή είναι μια πολιτική φίλες και φίλοι οποία είναι οριζόντια, αφορά όλη τη χώρα έχει όμως και συγκεκριμένες περιφερειακές και κλαδικές εκφάνσεις».
Σχετικά με την περιοδεία του Κυριάκου Μητσοτάκη στην Κέρκυρα, το δελτίο τύπου της Νέας Δημοκρατίας αναφέρει:
«Διήμερη περιοδεία στην Κέρκυρα πραγματοποιεί από το πρωί ο Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας κ. Κυριάκος Μητσοτάκης, προκειμένου, μεταξύ άλλων, να παραστεί στο συνέδριο «Ιόνιες ημέρες ανάπτυξης» που διοργανώνει η ΝΟΔΕ του νησιού.
Ο κ. Μητσοτάκης ξεκίνησε την περιοδεία του από την πλατεία Σπιανάδας όπου χαιρέτησε και συνομίλησε με τον κόσμο και στη συνέχεια βρέθηκε στην Φιλαρμονική Εταιρεία Κέρκυρας (Παλαιά), στην Φιλαρμονική Εταιρεία Κέρκυρας «Μάντζαρος» και στην Αναγνωστική Εταιρεία Κέρκυρας.
Στη διάρκεια της βόλτας του στην παλιά πόλη συνομίλησε με δεκάδες εμπόρους και τους ευχήθηκε να έχουν μια καλή τουριστική σεζόν, ενώ επισκέφθηκε και τη γνωστή εκκλησία του πολιούχου Αγίου Σπυρίδωνα και της Φανερωμένης.
Επισημαίνεται ότι όλοι οι κάτοικοι του έθεσαν επιτακτικά το πρόβλημα που υπάρχει με τα σκουπίδια στην Κέρκυρα λόγω της άρνησης του ΣΥΡΙΖΑ και του τοπικού δημάρχου να λειτουργήσει το εργοστάσιο ΧΥΤΥ της Λευκίμης, το οποίο έκαψαν προσφάτως οι κάτοικοι της περιοχής. Ο Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας τάχθηκε υπέρ της άμεσης αποκατάστασής του και της επιτακτικής ανάγκης να τεθεί σε λειτουργία. Πόσο μάλλον όταν δημιουργήθηκε με συγχρηματοδότηση της Ε.Ε. και πληρώντας όλους τους περιβαλλοντικούς όρους και η χώρα μας έχει εκτεθεί για μια ακόμη φορά έναντι των Βρυξελλών.
Ο κ. Μητσοτάκης επισκέφθηκε και το Σταθμό του Πολεμικού Ναυτικού (ΝΑΣΚΕ) που βρίσκεται μέσα στο κάστρο και συνομίλησε με τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων».