Παρασκευή 15.08.2025 ΚΕΡΚΥΡΑ

«Σίδερο» (Isidoro) - Με αφορμή το φετινό (16/8) εορτασμό της Παγκόσμιας Ημέρας Φάρων. (photos)

EN THE MAGAZINE
14 Αυγούστου 2025 / 20:22
ΗΛΙΑΣ ΑΛΕΞΟΠΟΥΛΟΣ

Κερκυραϊκοί Φάροι

ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ ως αδήριτη ανάγκη… Κέρκυρα, Ιόνιο, θάλασσα, λιμάνι πολυσύχναστο, εμπορικοί (και μη) ταξιδεμοί, ακμαία διαμετακομιστική κίνηση, ναυτιλία, πολυ-στρατηγική σημαντικότητα˙ γιοφύρι δύσης και ανατολής. Αλλά πώς; Υπό ποιες συνθήκες ασφαλείας ως προς την προσέγγιση κι ελλιμενισμό των πλοίων;

ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΟ ζητούμενο, το φως. Ν’ αποτυπώνεται ο ορίζοντας ορθά στο μάτι των καπεταναίων, να τους καθοδηγεί σωστά. Πέρα απ’ τους κινδύνους που έκρυβε το σκότος, ειδικά σε έναν τόπο με την ιδιαίτερη γεωγραφία Κερκύρας και πελάγους (ύφαλοι, στενά περάσματα, ξέρες κ.λπ.).

ΕΤΣΙ, για αιώνες οι τρόποι ήταν δυο: είτε ταξίδευαν τη μέρα, είτε (μόνο) τις νύχτες με φεγγάρι. Μόνο που τούτο περιόριζε - ειδικά τη χειμωνιά. Χρόνος και χρήμα. Πράμ’ «ασυγχώρητο» για μια θαλασσοκράτειρα, όπως η Μ. Βρετανία. Των αποικιών, του περίφημου Μεσογειακού Στόλου, της commerce πρωτοκαθεδρίας. Και -το δι’ ημάς σημαντικό- της τότε (19ος αι.) σύνδεσής της με την ιόνια μοίρα.

ΚΑΠΩΣ έτσι, πρώιμα, αρχές της δεκαετίας του 1820, «φρέσκοι» ακόμη ως «προστάτες» (κι ενώ η Επανάσταση απέναντι, μάτωνε σημαίες) πήραν μολύβι, πυξίδα και διαβήτη και χάραξαν στο χάρτη πλάνο: δημιουργία ενός πλήρους σύστημα φαρικής σηματοδότησης σ’ όλο, σχεδόν, το επτανησιακό εύρος - παλαιά ανακάλυψη (συσκευές φωτοβολίας), που πλέον η ναυτική τεχνογνωσία, η επαρκής χαρτογράφηση και η τεχνολογική εξέλιξη, επέτρεπαν την εφαρμογή του σ’ εκτενές, σύγχρονο, δικτυακό πλαίσιο.

ΛΙΓΑ ΧΡΟΝΙΑ αργότερα, τούτο το δίκτυο θα κατέγραφε ένα εντυπωσιακό σύνολο 23 φάρων. Ο πρώτος; Κέρκυρα - όχι παράλογο, στρατηγική μητρόπολη. Ο ιστορικός φάρος «Σίδερο» (εκ του «Isidoro», χάρη στο δίπλα εκκλησάκι του Αγ. Ισιδώρου), στην ακρόπολη του γνωστού ως «Πύργου της Ξηράς» του Παλαιού Φρουρίου. Ο πρώτος (σύγχρονος) κτιστός Φάρος των ελληνικών θαλασσών. Σωτήριο έτος, 1822...

ΗΤΑΝ φάρος «σταθερού, λευκού φωτός» (δίχως δηλ. τις μετέπειτα διακοπτόμενες αναλαμπές), δια «κατοπτρικού μηχανισμού». Αξιοποιώντας την πλέον σύγχρονη ευρωπαϊκή τεχνική, του Fresmel, ο οποίος το 1819 είχε επινοήσει και παρουσιάσει το πρώτο καταδιοπτρικό μηχάνημα διάχυσης φωτός.

ΑΡΧΙΚΑ, λειτουργούσε με έλαιο / πετρέλαιο (το λεγόμενο «φωτιστικό»). Λιθόκτιστος, πέτρινος, με αρχικό, ορθογωνικό, κτίριο, που αποτελούνταν από προθάλαμο, τρία συνεχή δωμάτια, τον 8,5 μ. ύψους πύργο (κωνικο - κυλινδρινού σχήματος, στα ανατολικά) και δίπλα του, ακριβώς, το λεγόμενο «φαρόσπιτο».

ΟΙ ΕΞΤΡΑ χώροι (διαμονής + βοηθητικός) δε δημιουργήθηκαν τυχαία: βάσει του τότε (και για πολλές δεκαετίες έπειτα), ουχί αυτόματου / ηλεκτρικού τρόπου λειτουργίας του φάρου, ήταν απαραίτητη η σταθερή παρουσία προσωπικού (φαροφύλακες). Σήμερα, αυτά που επιβίωσαν και βλέπει ο επισκέπτης, είναι ο πύργος και μέρη των συνοδευτικών εγκαταστάσεων. Είτε των αρχικών, είτε όσων προστέθηκαν κατόπιν.

ΜΙΛΑΜΕ για μια, τρόπον τινά, «β’ οικοδομική φάση», η οποία εκτιμάται τους χρόνους του Μεσοπολέμου. Και περιλάμβανε την προσθήκη δωματίου στο δυτικό άκρο του φαρικού κτίσματος, τη μετατροπή της μικρής αποθήκης σε WC, τη δημιουργία επιπλέον θύρας στο αρχικό, δυτικό δωμάτιο, (ώστε να επικοινωνεί το φαρόσπιτο με την τουαλέτα και το νέο δωμάτιο), την επέκταση του προθάλαμου, την κατασκευή δεξαμενής συλλογής ομβρύων για την ύδρευση του Φάρου. Πριν από μια γ’ φάση, στα χρόνια της Κατοχής (το ’41 οι Ιταλο-Γερμανοί έσβησαν τον Φάρο, δίδοντάς του το ρόλο παρατηρητηρίου): τέσσερα νέα δωμάτια στα δυτικά (εκατέρωθεν του κεντρικού διαδρόμου) κ.λπ.

ΤΟΥΤΗ η «ιταλο-γερμανική» πτέρυγα χρησιμοποιήθηκε κι απ’ τον ελληνικό Στρατό. Δεν είναι, ωστόσο, μεταξύ των τμημάτων που διεσώθησαν στο χρόνο…

ΦΥΣΙΚΑ, πλην των κτιριακών προσθηκών - μετατροπών, στο κύλισμα των δεκαετιών υπήρξαν και εκσυγχρονιστικές διαφοροποιήσεις σε ευρύτερα λειτουργικά facts. Τα σημαντικότερα (μετά την ενσωμάτωση των Ιονίων και την ένταξή του στο ελληνικό φαρικό δίκτυο)…

▪ 1887:  Ο φωτιστικός μηχανισμός αντικαθίσταται απ’ το καταδιοπτρικό «Fresnel» (Δ’ τάξεως), κατασκευής της παρισινής εταιρείας, «Sautter – Lemonier» (σταθερού λευκού φωτός και φωτοβολίας 15 ναυτικών μιλίων). Πιθανόν με προσαρμοστικές οικοδομικές μετατροπές του κλωβού του πύργου.

▪ 1926: Ο φωτιστικός μηχανισμός πετρελαίου αντικαθίσταται από αυτόματο πυρσό ασετιλίνης, τύπου «Dallen - Aga», με φωτοβολία 18 μιλίων.

▪ 1954: Ο Φάρος επαναλειτουργεί μετά την παύση του ’41, ως αυτόματος πυρσός ασετιλίνης.

▪ 1986 (κατ’ άλλες πηγές, το 1992): Απομακρύνονται τα μηχανήματα ασετιλίνης κι έκτοτε, λειτουργεί ως αυτόματος ηλεκτρικός, δίχως φαροφύλακες (δύο αναλαμπές / έξι δευτερόλεπτα).

ΣΗΜΕΡΑ, τη διαχείριση, συντήρηση κι εποπτεία του έχει η Εφορεία Αρχαιοτήτων, μετά από σχετική έγκριση του ΓΕΝ / Υπηρεσία Φάρων Πολεμικού Ναυτικού (μετ’ εκπόνησης μελέτης αποκατάστασης του διατηρητέου κτιρίου). Δεδομένης, δε, της ιστορικής, αρχιτεκτονικής και μνημειακής του αξίας (κι όντας εντός του Παλαιού Φρουρίου / Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς Unesco), τελεί υπό την προστασία των διατάξεων του Ν.3028/02 «Για την προστασία των Αρχαιοτήτων και εν γένει της Πολιτιστικής Κληρονομιάς».

Mε πληροφορίες από... Yπηρεσία Φάρων (yf.hellenicnavy.gr) • faroi.com • Ντ. Κονταρίνης, «Οι φάροι στα Εφτάνησα», σε eftanhsa.blogspot.com (24/11/2012) • Ανωνύμου, «Οι αλλιώτικοι φάροι της Κέρκυρας», σε lifo.gr (13/10/2018).

Info

Η σημερινή του τεχνική περιγραφή: αναλάμπων λευκός (2 αναλαμπές / 6 δεύτερα), εστιακού βάθους 78 μ., ονομαστική φωτοβολία 13 ναυτικών μιλίων, ορατός από 112°30′ έως 45°. Βρίσκεται σε γεωγραφικό μήκος φ=39ο 37,5’ και γεωγραφικό πλάτος λ=19ο 55,8’.

 

OI AΛΛΟΙ 4+1 ΚΕΡΚΥΡΑΪΚΟΙ ΦΑΡΟΙ

ΠΕΡΙΣΤΕΡΕΣ: Ή «Τινιόσο» ή «Τιγνόσο» ή «Καπαρέλι». Επί της ομώνυμης βραχονησίδας (Περιστερές) από λευκοκίτρινο σχιστόλιθο (αρχαία «Πυθαία»), κοντά στο ακρωτήρι Βάρβαρο, Β.Α. της Κέρκυρας, στο τελευταίο θαλάσσιο όριο μεταξύ Ελλάδας κι Αλβανίας. Χτίστηκε το 1823 (ή 1826) και λειτούργησε απ’ το 1828, με ελαιόλαδο (μετά, πετρέλαιο). Ύψους 17 μ. ή 23,5 απ’ την επιφάνεια της θάλασσας (η επικοινωνία θάλασσας - κτιρίου γινόταν με σιδερένια σκάλα 15 μ. / δε σώζεται) κι εστιακού βάθους 32 μ., απ’ το 1887 εξέπεμπε λευκό, σταθερό φως (μία ερυθρή αναλαμπή / λεπτό), σε μεγαλύτερη απόσταση. Επί Β’ Π.Π. «σιώπησε». Κι επαναλειτούργησε το 1945 ως αυτόματος πυρσός ασετιλίνης κι απ’ το 1982 ως αυτόματος (μια ερυθρή αναλαμπή ανά 5”, φωτοβολία 5 ναυτικών μιλίων). Είναι ο μόνος φάρος του ελληνικού δικτύου με μόνιμους πίθους για αποθήκευση νερού, ενώ διακρίνονται ακόμη τα λείψανα των δωματίων φιλοξενίας των παλαιών φαροφυλάκων.

ΛΕΥΚΙΜΜΗΣ: Στο νότιο ακρωτήρι του νησιού, στην άκρη της επίπεδης, μακράς (2000 στρ.) χερσονήσου των Αλυκών, βόρεια της Λευκίμμης, στον καταπληκτικό υδροβιότοπο. Κατά παράδοση, πριν απ’ την κατασκευή του, το… ρόλο του έπαιζε αγκυροβολημένο καράβι, που το 1825 «έδεσε αρόδου», ανοικτά των Αλυκών, έχοντας εγκαταστήσει στο κατάστρωμα φανάρι ισχυρού φωτός, προς προστασία ναυτικών και διερχομένων πλοίων απ’ τα (επικίνδυνα) αβαθή νερά που εκτείνονται για πάνω από 1000 μ. απ’ τις ακτές. Η ιστορία του… πλωτού φάρου μαρτυρείται έως το 1890, όταν κι ολοκληρώθηκε η κατασκευή σταθερού, κτιστού, επί τετράγωνης βάσης. Αργότερα, λίγο πιο βόρεια, τοποθετήθηκε μεταλλικός φάρος, που άντεξε μέχρι (περίπου) το 2000. Κατόπιν, χρησιμοποιήθηκε εκ νέου ο κτιστός, παρουσιάζοντας, ωστόσο, έντονα σημάδια καταστροφής (έτσι, αν και χερσαίος, έμοιαζε να βρίσκεται μέσα στο νερό, λόγω της διάβρωσης του εδάφους).

ΠΑΝΑΓΙΑΣ: Ή «της Μαντόνας», στο ομώνυμο νησάκι με την ιστορική Μονή της Παναγίας των Βελλιανιτών (Παξοί). Για την ακρίβεια, Φάρος και κατοικία φαροφυλάκων, βρίσκονται εντός του περιβόλου της. Η κατασκευή του σημειώνεται το 1825, επί τετράγωνου, πέτρινου πύργου, με ύψος 8 μ. κι εστιακό βάθος 26 μ. Κοινώς, πρόκειται για τον τρίτο παλαιότερο του φαρικού δικτύου των Βρετανών, τρία χρόνια μετά τον παλαιότερο όλων («Σίδερο», Παλαιό Φρούριο Κέρκυρας). Κλασικά, λειτούργησε κατ’ αρχήν με λάδι, ενώ ο μηχανισμός του αντικαταστάθηκε το 1890 μ’ εκείνον (πετρελαίου) του Φάρου της Λάκκας (βλ. κάτω), εκπέμποντας σταθερό λευκό φως, μ’ έναν τομέα πράσινο και φωτοβολία 6 και 9 ναυτικά μίλια αντίστοιχα. Και η δική του «δράση» διεκόπη κατά τον Β’ Π.Π., ενώ το 1946 λειτούργησε και πάλι με πετρέλαιο ως επιτηρούμενος. Το 1982 η λειτουργία του αυτοματοποιήθηκε και μετετράπη σε ηλιακό, με χαρακτηριστικό μία αναλαμπή / 5” και φωτοβολία 10 ναυτικά μίλια.

ΛΑΚKΑΣ: Ο δεύτερος παξινός Φάρος... Πρωτοχτίστηκε το 1825, στη βόρεια ακτή του νησιού, με αρχική φωτοβολία 17 ν.μ. κι εστιακό ύψος 112 μ. (κατοπτρικός μηχανισμός σταθερών παραβολικών κατόπτρων, περιβαλλομένων από πελώριο θαλοστάσιο). Το 1887 το μηχάνημα αντικαταστάθηκε με κατοπτρικό ΣΤ’ τάξεως λευκού σταθερού φωτός (το παλαιό, δόθηκε στο Φάρο της Παναγιάς). Το 1913 (11/3), αίφνης, το έδαφος υποχώρησε κι ανοίχτηκε χαράδρα 20 μ. βάθος και 200 μ. πλάτος. Σώθηκε μόνο μια εικόνα του Αγ. Νικολάου! Έτσι, καθορίστηκε νέα, ασφαλής θέση (Κουέρο), όπου Φάρος (λιθόκτιστος, εξωτερικά τετράγωνος, ύψους 10,7 μ.), κτίριο (διάδρομος, τρεις αίθουσες, WC) και βοηθητικά, ανεγέρθησαν εκ νέου (1916), αν και λόγω του Α’ Π.Π., η τοποθέτηση του μηχανισμού και η επαναλειτουργία, ολοκληρώθηκε μόλις το ‘19 (όλο το συγκρότημα είναι περιφραγμένο με τοιχίο 2 μ.). «Σιώπησε» στον Β’ Β.Π., «επέστρεψε» (επιτηρούμενος) το 1951 και ηλεκτροδοτήθηκε το 1979.

ΦΑΡΟΣ ΚΑΣΤΡΙΟΥ

Ή «των Οθωνών», στο Β.Α. άκρο του εκ των Διαποντίων. Ο πρώτος φάρος που συναντά κανείς, μπαίνοντας σε Ιόνιο - Ελλάδα από Β.Δ. Χάρη, δε, σ’ αυτόν, παλαιά συνήθιζαν ν’ αποκαλούν τους Οθωνούς «Φανός» ή «Φανώ». Επί λίθινου, κυλινδρικού πύργου ύψους 10 μ., με εστιακό βάθος 13,5 μ., λειτούργησε το 1872 με πετρέλαιο (λευκό, σταθερό φως, μία ερυθρά αναλαμπή / λεπτό και φωτοβολία 12 ναυτικών μιλίων). Το 1938 ο φωτιστικός μηχανισμός ανανεώθηκε, ενώ έμεινε σβηστός στη διάρκεια του Β’ Π.Π., όταν και υπέστη σοβαρότατες ζημιές (βομβαρδισμοί, λεηλασίες). Το 1945 έγινε αυτόματος (σύστημα dallen). Το 1954 κτίριο και πύργος επισκευάσθηκαν. Τοποθετήθηκαν νέα φωτιστικά μηχανήματα (πετρελαίου), πριν, το 1984, ηλεκτροδοτηθεί (τοποθέτηση αυτόματου, ηλεκτρικού - μία λευκή αναλαμπή / 10” και φωτοβολία 21 ν.μ.). Συνεχίζει, ανά διαστήματα, να επιτηρείται από φαροφύλακα (απ’ τις ελάχιστες περιπτώσεις στη χώρα).

ΗΛΙΑΣ ΑΛΕΞΟΠΟΥΛΟΣ

Γεννήθηκε στην Κέρκυρα το 1978. Πτυχιούχος Φιλολογίας (Φιλοσοφική Σχ. Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, 2001) και δημοσιογραφίας (New York College, 2002), θήτευσε επί 12ετία στην Αθήνα, με κύριες αναφορές τις εφημερίδες Αθλητική Ηχώ (2001-’08) και Εξέδρα / Δ.Ο.Λ. (2008-‘11) συν σειρά συνεργασιών με ιστοσελίδες και περιοδικά. Επιστρέφοντας Κέρκυρα, διετέλεσε υπεύθυνος Γραφείου Τύπου στις ΠΑΕ ΑΟ Κέρκυρα και ΑΟ Κασσιώπης (Super League). Συνδημιουργός και αρχισυντάκτης των ιστοσελίδων Corfusports (2011) και Corfustories (2020), της εφημερίδας Corfupress / Corfusports (2016) και των free press mag. Corfu Magazine (2017) και Corfu Stories (2018), μετά τη συνεργασία του με την Καθημερινή Ενημέρωση (2019-’20), επέστρεψε στον όμιλο Ενημέρωση το ’21, λόγω… ΕΝ-The Magazine. Eίναι μέλος της ΕΣΗΕΑ και του ΠΣΑΤ (βραβείο «Χρ. Σβολόπουλος», 2010).