Παρασκευή 15.08.2025 ΚΕΡΚΥΡΑ

Μεγαλώνοντας στην Κέρκυρα των 80s (photos)

EN THE MAGAZINE
14 Αυγούστου 2025 / 19:37
ΗΛΙΑΣ ΑΛΕΞΟΠΟΥΛΟΣ

Spiros on the beach - The Summer myth

Dj στο θρυλικό night club του αείμνηστου, Σπύρου Πουλή, μεταξύ 1981 και ’86, ο Chris Hayward αναβιώνει, σε πρώτο ΕΝ_ικό, τα καλοκαίρια, που οι Άγγλοι δεν έλεγαν «πάω Κέρκυρα», αλλά... Μπενίτσες!

ΑΓΓΕΛΙΑ ΣΤΟ «RECORD MIRROR» ǀ «Άνοιξη του 1981, στα 19 μου και φοιτητής στο Πανεπιστήμιο, έβαλα μια αγγελία στο περιοδικό “Record Mirror” (σ.σ. βρετανικό, μουσικό / 1954 -1991) για δουλειά, ενόψει σεζόν. Δεν ξέρω πώς, το... έμαθαν, πάντως, στις Μπενίτσες. Ιούνιο, λοιπόν, φθάνοντας στο αεροδρόμιο (Κέρκυρα), με περίμενε ένας... τεράστιος τύπος με μαύρα γένια και μουστάκι: ο Σπύρος Πουλής! Κάναμε μια μεγάλη κουβέντα, με πήγε σ’ ένα ωραίο δωμάτιο και κάπως έτσι, άρχισαν όλα. Για την ακρίβεια, λίγο αργότερα, καθώς το μαγαζί δεν ήταν ακόμη έτοιμο ν’ ανοίξει. Οπότε για 4-5 μέρες είχα την ευκαιρία να επισκεφθώ άλλα bar των Μπενιτσών, να γνωρίσω ντόπιους, το ίδιο το χωριό...».

ΟΙ ΜΠΕΝΙΤΣΕΣ ΤΩΝ 80s ǀ «Ήταν μικρό χωριό, μάλλον ήσυχο τη μέρα, αλλά το βράδυ... έκρηξη! Αν και η παραλία δεν ήταν τεράστια (κάπου μισό μίλι), σ’ όλο το μήκος της, έβλεπες δεκάδες μικρά bars. Μουσική και... party - αυτό ήθελε ο κόσμος, αυτό δίναμε, εξ ου και η δημοφιλία της περιοχής˙ μια εναλλακτική της Ισπανίας. Μια άλλη “εικόνα” που θυμάμαι; Τις δεκαετίες’70 και του ’80, επειδή το χωριό είχε ήδη οικοδομηθεί και δεν υπήρχαν μέρη φτιαγμένα ειδικώς για τουριστικά καταλύματα, το ρόλο έπαιζαν τα “μπροστινά” δωμάτια σπιτιών, που οι ντόπιοι τα νοίκιαζαν το καλοκαίρι. Ήταν, λοιπόν, αστείο, όταν κάποιοι πήγαιναν να φέρουν ένα κορίτσι, να τους περιμένει απ’ έξω ένας Έλληνες (σ.σ. ιδιοκτήτης), λέγοντας ότι δεν επιτρέπεται άλλος στο δωμάτιο!»

ΨΑΘΕΣ ΚΑΙ... ΡΟΜΑΝΤΣΟ ǀ «Το “Spiros on the beach” θύμιζε παλιά, ψάθινη καλύβα. Μια κατασκευή από ψάθα ή μπαμπού, με μια ξύλινη πίστα (σ.σ. με, κάποια στιγμή, red and white τέντα), οροφή σε σχήμα λυγαριάς και το ένα άκρο ανοικτό προς τη θάλασσα. Στοιχειώδεις ήταν και οι υποδομές: φθηνά ηχεία και φώτα, πλαστικές καρέκλες και τραπέζια. Κι όμως, αν και τόσο απλό, στοιχειοθετούσε μια μαγική εμπειρία. Ήταν, άλλωστε, το μοναδικό nightclub στα... χείλη της παραλίας, οπότε, το κομμάτι που “άγγιζε” τη θάλασσα, εξασφάλιζε το... ρομαντικό στοιχείο της υπόθεσης (σ.σ. εποχή, εξάλλου, που το περιβόητο “Greek kamaki” ήταν στις δόξες του). Το ενισχύαμε κι εμείς, σ’ έναν βαθμό. Καθώς το τελευταίο τέταρτο πριν κλείσουμε, παίζαμε πιο slow κομμάτια, ώστε οι singles να χορεύουν μεταξύ τους ή να “ενισχύσουμε” κάποιο holiday romance, που είχε αναπτυχθεί. Και αναπτύχθηκαν πολλά. Ορισμένα κράτησαν κιόλας! Προσωπικά, έχω πάντα δύο φίλους, που τους σύστησα τότε, στο “Spiros”, στην παραλία και είναι ακόμη παντρεμένοι˙ στην Αυστραλία ζουν. Cool, ωραίες καταστάσεις, τελείως διαφορετικές απ’ ό,τι έβλεπες στη Μ. Βρετανία...».

GREEK BARBEQUE & CLUB ǀ «Παλαιότερα, στα middle 70s, το μαγαζί άνοιγε στις 8.30 μ.μ. Με το περιβόητο “Greek Barbeque” (σ.σ. παραδοσιακές γεύσεις της ελληνικής κουζίνας / αρνάκι, τζατζίκι, ντολμάδες, χωριάτικη, κεφτέδες, ταραμοσαλάτα κ.λπ. και δωρεάν κρασί), πλαισιωμένο από ελληνικούς χορούς και acts, όπως το σπάσιμο των πιάτων (σ.σ. κι ακόμη, ζεϊμπέκικο με ποτήρι στο κούτελο ή ο... πατροπαράδοτος “αρσενικός”, μετά σηκώματος τραπεζιού με τα δόντια - εξπέρ ο ίδιος ο Πουλής). Αυτό σταμάτησε σταδιακά στα τέλη των 70s - αρχές 80s. Κι ερχόμενος το ’81, το “χτίσαμε” στη λογική του night club, με πολύ περισσότερο κόσμο. Οπότε, με 1000+ άτομα (σ.σ. ακόμη και 3.000, κατ’ άλλη εκδοχή) να πίνουν και να χορεύουν, πού... καιρός για Greek dances και σπασίματα;».

 

DISCO ΚΑΙ... ΦΩΤΙΕΣ-ΓΥΑΛΙΑ ǀ «Στο όλο κλίμα, η μουσική έπαιζε, βεβαίως, καίριο ρόλο. Όντας ήδη dj  στην Αγγλία κι έχοντας μια “δυνατή” συλλογή δίσκων, ήξερα, νομίζω, να κάνω τον κόσμο να διασκεδάζει, boost-άροντάς το με διάφορα... τρελά˙ κατάπινα φωτιές, περπατούσα ή κυλιόμουν σε γυαλιά, έκανα... ύπνωση! Μετά τις 10.30 που ο κόσμος τελείωνε το βραδινό του, δουλειά μου ήταν να τον “τραβάω” στο μαγαζί. Και το “Spiros” γέμιζε! Όλοι απ’ εκεί άρχιζαν (ή τελείωναν, μετά, π.χ., το «Ποταμάκι», το «Blue Sea» κ.λπ.) τη βραδινή τους έξοδο, με το... πανηγύρι να κρατά όλο το βράδυ, υπό τους ήχους της μουσικής της εποχής, που ήταν ό,τι έπρεπε για γλέντι και χορό. Ξέρεις, disco - pop˙ με κάποιες “επιστροφές” σε δίσκους των 60s - 70s».

ΜΟΥΣΙΚΟ «ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΟ» ǀ «Για τους νεαρούς Κερκυραίους ήταν κάπως δύσκολο, τότε, ειδικά στα 70s, να γίνουν djs - τουλάχιστον, “βασικοί”. Καθώς η “επαφή” με την ξένη δισκογραφία και τις εξελίξεις - τάσεις (σ.σ. συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας προμήθειας βινυλίων) δεν ήταν τόσο εύκολη όσο σήμερα (σ.σ. συμφωνούν πολλοί Κερκυραίοι, πως, υπ’ αυτό το πρίσμα, τα... ηχεία του “Spiros” συνέβαλαν ουσιαστικά στη διαμόρφωση της μουσικής κουλτούρας των νέων της εποχής). Ως εκ τούτου, περισσότερο είχαν ρόλο βοηθητικό. Αυτό, όμως, που άρεσε πολύ στους τουρίστες, ήταν πως τους έπιαναν (πιάναμε) συζήτηση. Απαιτούσε προσωπικότητα αυτό - “personality jocks”, το λέμε...»

O «ΟΥΖΟΣ», Ο «ΓΚΡΟΠΑΣ» KAI OI AΛΛΟΙ ǀ «Και είχε, γενικά, πολλά παιδιά με προσωπικότητα το “Spiros” - από τα δυνατά σημεία του. Ένα μοναδικό προσωπικό πίσω απ’ το bar, με τον Αλέξη, τον Πέτρο, τον “Ούζο”, τον Μιχάλη και τον Σπύρο, τον “Γκρόπα”, να “τρέχει” όλα τα θέματα ως μάνατζερ. Πολύ καλός μου φίλος, αδελφός - έχει ακόμη ξενοδοχείο στις Μπενίτσες, αν και... μισο-συνταξιούχος, πια, καθώς τελευταία ανέλαβε η κόρη του. Ο “Ούζος” και ο Aλέξης, νομίζω, δεν υπάρχουν πια. Ο Μιχάλης ζει στην ηπειρωτική χώρα και ο Πέτρος στη νότια Κέρκυρα. Τους είδα και τους δύο πέρσι και χάρηκα πολύ...»

ΜΙΑ ΑΤΕΛΕΣΦΟΡΗ ΙΔΕΑ ǀ «Το 1985 και το ’86 δούλεψα σε Χονγκ-Κονγκ και Αμερική, ως dj και ηθοποιός και στο τέλος της σεζόν, επέστρεφα Μπενίτσες, για να βοηθάω τον Σπύρο. Ώσπου μετακόμισα Λονδίνο κι έπιασα δουλειά ως χρηματιστής, οπότε δεν είχα πια την πολυτέλεια να βρίσκομαι στην Κέρκυρα σεζόν. Κάποια στιγμή, έχοντας φύγει, ο Σπύρος μου είπε τηλεφωνικά ότι σκέφτεται να γκρεμίσει το “Spiros” και στη θέση του να φτιάξει ένα κλειστό club (υπήρχε ήδη ένα κλειστό, τότε, στις Μπενίτσες, αλλά όχι ανάλογα δημοφιλές), λόγω των προβλημάτων που είχε με το θόρυβο και του συνεχούς κινδύνου για “λουκέτο” απ’ την αστυνομία. Του είπα ότι, αν ήμουν στη θέση του [με είχε ακούσει πολλές φορές πριν, αν και, όταν του έλεγα “κάνε αυτό”, έκανε πως δεν του άρεσε η ιδέα, αλλά δύο εβδομάδες μετά την υλοποιούσε, λέγοντας πως είναι δική του (γελάει)], θα έκανα το εξής: αντί να τραβήξω κάτω την λυγαριά (οροφή), θα έφτιαχνα γύρω μια κατασκευή και στην πλευρά της παραλίας θα έβαζα γυάλινες, συρόμενες πόρτες. Έτσι, εσωτερικά το μαγαζί θα εξακολουθούσε να μοιάζει... ψάθινο, ενώ εξωτερικά θα δημιουργούνταν ένας “αυτόνομος”, ανεπηρέαστος χώρος, καθώς, οι συρόμενες, κλείνοντας, θα λειτουργούσαν ηχομονωτικά. Αργότερα, θα μπορούσαν να ανοίξουν και... να βγεις στην παραλία / θάλασσα κι όταν έφθανε η ώρα να σταματήσει η μουσική, θα έκλειναν. Έτσι, στην ουσία, θα δημιουργούσες μια κλειστή δομή, νιώθοντας, όμως, ότι βρίσκεσαι ακόμη σε εξωτερικό χώρο. Δυστυχώς, αυτή τη φορά ο Σπύρος δεν με άκουσε. Το γκρέμισε κι έγινε ένα night club σαν όλα τ’ άλλα...».

Ο ΣΠΥΡΟΣ ΠΟΥΛΗΣ ǀ «Τι ήταν ο Σπύρος; Ένας...  μεγάλος, φωνακλάς αρκούδος (cuddly bear), που, όπου κι αν ήμαστε, δημιουργούσε... θέματα (γελάει). Η αλήθεια είναι πως το... απολαμβάναμε, όταν έλειπε απ’ το μαγαζί, καθώς, όταν ήταν εκεί, άρχιζε τα “ανέβασε την ένταση”, “κατέβασε την ένταση” κ.λπ. Έλεγε στους πάντες τι να κάνουν - αυτό ήταν το ψεγάδι του. Πρακτικά, αποτελούσε για μας... πόνο στην πλάτη, το έκανε, όμως, απλά επειδή ήθελε να κάνει αισθητή την παρουσία του, όχι για κακό. Γι’ αυτό και τον αγαπούσαμε... Δυστυχώς, μετά το ’86, ώσπου “έφυγε” (σ.σ. πρώιμα, στα 50 του), δεν τον ξαναείδα από κοντά, αν και, όπως προείπα, μιλήσαμε πολλές φορές στο τηλέφωνο. Κάθε φορά, πάντως, που επιστρέφω, επισκέπτομαι το κοιμητήριο του χωριού, να δω τον ίδιο και τους άλλους παλιόφιλους - έχουν “φύγει”, πια, πολλοί. Ξέρεις, υπάρχει κάτι (το μόνο, δηλαδή) στα ελληνική κοιμητήρια, που μου αρέσει: έχουν φωτογραφία στα μνήματα. Οπότε είναι “ωραίο” να περπατάς βλέποντας το πρόσωπο παλιών σου γνώριμων. Έτσι και του Σπύρου. Νιώθω ότι, με κάποιον τρόπο, “συνομιλώ” μαζί του...».

ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΕΠΟΧΗΣ ǀ «Οι... Μπενίτσες by night “πέθαναν” αρχές δεκαετίας του ’90, καθώς πολλοί ντόπιοι, μεγαλύτεροι κυρίως, αναστατώνονταν από το θόρυβο, τη δυνατή μουσική, τους μεθυσμένους τουρίστες, τους τσακωμούς, τις φασαρίες (σ.σ. υλικές ζημιές, λύσιμο καϊκιών στο μώλο κ.λπ.). Υπάρχει, βεβαίως, κάτι οξύμωρο: πολλοί έβγαλαν, τότε, λεφτά. Καλά λεφτά. Τόσο εύκολα, που... ξέχασαν πώς τα έβγαλαν: απ’ τους τουρίστες, δηλαδή. Αυτούς (με τις... συνήθειές τους), που, τώρα, ενοχλούσαν. Στο όλο θέμα “ενεπλάκησαν” και οι τουριστικοί πράκτορες - παράπονα απ’ τους ντόπιους, παράπονα από μαγαζάτορες για το οικονομικό, παράπονα απ’ τους τουρίστες για την έλλειψη υποδομών (σου είπα πού έμεναν) ή για... το όλο κλίμα και τους σταδιακούς φραγμούς στη διασκέδαση. Έτσι, άρχισαν να στέλνουν κόσμο (και χρήμα) αλλού, πιο νότια και ειδικά στον Κάβο, όπου είχαν αρχίσει να κατασκευάζονται επί σκοπόν μπλοκ τουριστικών καταλυμάτων. Ήταν και η άμμος πιο ωραία, δεν άργησε, λοιπόν, η στιγμή, που οι Μπενίτσες, ως προς τη νυχτερινή διασκέδαση, μετετράπησαν σε... πόλη - φάντασμα».

ΤO REUNION ǀ «Πολλοί άνθρωποι που δούλευαν στα 90s στις Μπενίτσες, μου ζήτησαν να χρησιμοποιήσουν τη σελίδα μου (f/b), για να οργανώνουμε ένα... reunion. Φυσικά, είπα “ναι”. Και πλέον, έχουμε το... ετήσιο reunion μας, αν και, δυστυχώς, δίχως πολλούς Άγγλους εξ όσων δούλευαν τότε. Είναι, ωστόσο, υπέροχο κάθε φορά που συναντάω αυτούς τους ανθρώπους και κάθε χρόνο, μία εβδομάδα, περνάμε καταπληκτικά... Όπως καταλαβαίνεις, η σχέση μου με τις Μπενίτσες / Κέρκυρα παραμένει φανταστική. Είναι το μέρος που μεγάλωσα, ανδρώθηκα. Ήρθα παιδί, 19 χρονών και τώρα είμαι 61. Ναι, είχα ήδη πολλή αυτοπεποίθηση πριν έρθω, αλλά ο... dj εκείνων των χρόνων στο νησί, μου έδωσε ακόμη μεγαλύτερη. Γνώρισα πολύ όμορφους ανθρώπους και πολλούς φίλους, ζωής. Κάθε που είμαι εκεί, περπατάω πάνω - κάτω το δρόμο και συνεχώς με σταματούν, για ποτό ή φαγητό, συζητώντας, λες και δεν πέρασε μια μέρα (πόσο υπέροχο είναι αυτό...) πόσο ωραίες ήταν εκείνες οι μέρες - και πόσο δεν είναι οι σημερινές. Εκεί που θλίβομαι είναι όταν περνάω απ’ το χώρο που ήταν το “Spiros on the beach”. Γεμάτος, πίσω, με αδέσποτα και μια κατασκευή που ανήκει, νομίζω, στην τράπεζα - είναι λυπηρό που κανείς δεν κάνει τίποτα, αν σκεφτείς πόσες υπέροχες στιγμές πέρασε τόσος κόσμος εκεί. Και οι Μπενίτσες, φυσικά, έχουν αλλάξει - συνεχώς αλλάζουν τα πράγματα. Ένα, πια, ήσυχο, όμορφο ψαροχώρι, με μια υπέροχη μαρίνα, πολύ λίγα μπαρ, χωρίς, ουσιαστικά, νυχτερινή ζωή και υποδομές -εξαιρετικές υποδομές- μόνο για εστίαση (την ώρα που ο Κάβος εξελισσόταν απ’ τα 90s σ’ ένα... τρελό μέρος - και, υποθέτω, είναι ακόμα). Εντάξει, με δεδομένα όσα έζησα, μου φαίνεται... κάπως όλο αυτό. Αλλά, απ’ την άλλη, τώρα που μεγάλωσα, δεν το λες και... άσχημο (γελάει). Έστω κι αν στα παιδιά μου θα το πρότεινα μόνο για χαλάρωση...».

• Συμπληρωματικές πληροφορίες αντλήθηκαν από προσωπικές μαρτυρίες τρίτων  και τη σελίδα atcorfu.com («Μπενίτσες: Διάσημοι Τουρίστες του ’60 και το θρυλικό “Spiros on the beach”»).

Spiros’ top-10, by Chris H.

«Can you feel it», The Jacksons.

«Going back to my roots», Odessey

«September», Earth, Wind and Fie

«Just can't get enough», Depeche Mode

«Let's Groove», Earth, Wind and Fire

«Tainted love»,  Soft cell

«Don't you want me baby», Human League 

«Celebration», Cool and the gang

«Can you feel the force», Τhe real thing.

 

+

ΤΑ ΡΕΣΤΑ

Αστικός μύθος; Λέγεται, πάντως, πως στα ντουζένια του «Spiros» (με τα χιλιάρικα στην... κουβέρτα) τα ποτά έφευγαν χωρίς να επιστρέφονται ρέστα˙ ούτε χρόνος υπήρχε, ούτε… χώρος. Έτσι, καθένας πλήρωνε με όποιο χαρτονόμισμα έδινε (και γεια...), νιώθοντας και τυχερός, που απλά παρήγγειλε!

 

ΓΕΦΥΡΑ

Κλασικό after icon, η εικόνα δεκάδων νεαρών, τότε, Κερκυραίων να επιστρέφουν απ’ τις Μπενίτσες στην πόλη ή τα πέριξ «ποδαράτα», μέσω της μικρής πεζογέφυρας, που συνδέει το Κανόνι με το Πέραμα, «στη Βλαχέρνα».

Eπιμέλεια: HΛΙΑΣ ΑΛΕΞΟΠΟΥΛΟΣ

PHOTOS@ ΑΡΧΕΙΟ CHRIS HAYWARD (F/B)

ΗΛΙΑΣ ΑΛΕΞΟΠΟΥΛΟΣ

Γεννήθηκε στην Κέρκυρα το 1978. Πτυχιούχος Φιλολογίας (Φιλοσοφική Σχ. Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, 2001) και δημοσιογραφίας (New York College, 2002), θήτευσε επί 12ετία στην Αθήνα, με κύριες αναφορές τις εφημερίδες Αθλητική Ηχώ (2001-’08) και Εξέδρα / Δ.Ο.Λ. (2008-‘11) συν σειρά συνεργασιών με ιστοσελίδες και περιοδικά. Επιστρέφοντας Κέρκυρα, διετέλεσε υπεύθυνος Γραφείου Τύπου στις ΠΑΕ ΑΟ Κέρκυρα και ΑΟ Κασσιώπης (Super League). Συνδημιουργός και αρχισυντάκτης των ιστοσελίδων Corfusports (2011) και Corfustories (2020), της εφημερίδας Corfupress / Corfusports (2016) και των free press mag. Corfu Magazine (2017) και Corfu Stories (2018), μετά τη συνεργασία του με την Καθημερινή Ενημέρωση (2019-’20), επέστρεψε στον όμιλο Ενημέρωση το ’21, λόγω… ΕΝ-The Magazine. Eίναι μέλος της ΕΣΗΕΑ και του ΠΣΑΤ (βραβείο «Χρ. Σβολόπουλος», 2010).