Πειραματισμοί και εθισμοί
Αλέξανδρος Αλεξάκης
16 Απριλίου 2021
/ 13:30
Γράφει ο Αλέξανδρος Αλεξάκης
Το Κέντρο Θεραπείας Εξαρτημένων Ατόμων (ΚΕΘΕΑ), ιδρύθηκε το 1983 και λειτουργεί ως νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, οι αποφάσεις του οποίου λαμβάνονται από το Διοικητικό Συμβούλιο και την Γενική Συνέλευση, στην οποία μετέχουν εργαζόμενοι, ωφελούμενοι, οικογένειες ωφελουμένων ατόμων και άλλα πρόσωπα. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός πως στην πολυετή λειτουργία του Κέντρου, έχουν διατελέσει ως μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου, σπουδαίες προσωπικότητες της χώρας όπως ο Χρόνης Μίσσιος, ο Μάριος Πλωρίτης, ο Παντελής Βούλγαρης, ο Νίκος Κούνδουρος, η Άλκη Ζέη, η Αμαλία Μεγαπάνου και πολλοί άλλοι, γεγονός που καταδεικνύει την εμβέλεια και απήχηση του κοινωνικού έργου που επιτελεί το ΚΕΘΕΑ, προσελκύοντας το ενδιαφέρον και την συμμετοχική διάθεση πλήθους ανθρώπων.
Είναι προφανές ότι στο επίκεντρο της λειτουργίας βρίσκονται οι άνθρωποι που κατά καιρούς αναζητούν στήριξη για την έξοδο τους από τον λαβύρινθο των κάθε μορφής εξαρτήσεων και την προσπάθεια της κοινωνικής τους επανένταξης, με τρόπο υγιή και βιώσιμο. Η πιο τρανή απόδειξη για το μέγιστο λειτούργημα του ΚΕΘΕΑ και των εργαζομένων του, είναι οι προσωπικές ιστορίες όσων, μέσα από τιτάνια προσπάθεια, κατάφεραν να ξαναβγούν στο φώς και να απαλλαγούν από τον εφιάλτη των εξαρτήσεων, που πολλούς τους οδηγούσε σε βέβαιο θάνατο. Και φυσικά το όφελος πολλαπλασιάζεται, αν αναλογιστεί κανείς τις οικογένειες των ανθρώπων αυτών, οι οποίες μοιράζονται την ίδια αγωνία και το ψυχολογικό βάρος που επιφέρει μια τέτοια προσπάθεια.
Το ζήτημα της αναδιάρθρωσης, όπως φέρεται να επιχειρείται τις τελευταίες μέρες, είναι ιδιαίτερα ευαίσθητο, αλλά και πολύπλευρο, αν αναλύσει κανείς τα τεχνικά χαρακτηριστικά της παρέμβασης που βρίσκεται σε εξέλιξη και πώς επηρεάζουν τελικά την υφιστάμενη κατάσταση και τον τρόπο λειτουργίας του ΚΕΘΕΑ. Κυρίως όμως αν και κατά πόσο θίγουν το έργο του Κέντρου, αφήνοντας μετέωρους και απροστάτευτους τους ωφελούμενους, οι οποίοι βιώνουν αυτή την στιγμή πρόσθετη αγωνία για το μέλλον της θεραπευτικής τους πορείας.
Τόσο ο σημερινός πρόεδρος του ΔΣ, ο ψυχίατρος Χρήστος Λιάπης, ο οποίος διορίστηκε έπειτα από την εφαρμογή της Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου, με την οποία καταργήθηκε το εκλεγμένο ΔΣ το 2019, όσο και ορισμένοι άλλοι ειδικοί, υποστηρίζουν ότι δεν αλλάζει τίποτα στο εργασιακό καθεστώς των 426 σήμερα απασχολουμένων, αλλά ούτε και στο θεραπευτικό μοντέλο, η αποτελεσματικότητα και αρτιότητα του οποίου αποδεικνύεται από το πλήθος των ανθρώπων που σώθηκαν κυριολεκτικά και έχτισαν ξανά την ζωή τους με κόπο και ψυχικό σθένος.
Στις 11 Απριλίου έληξε η διαβούλευση για την σύσταση Κανονισμού Εσωτερικής Λειτουργίας και Οργάνωσης του ΚΕΘΕΑ και ουσιαστικά αυτό είναι που προκάλεσε αντιδράσεις και από τον σύλλογο εργαζομένων του κέντρου, οι οποίοι υποστηρίζουν ότι υποβαθμίζεται η λειτουργία του, αφήνοντας αιχμές για την μετατροπή των θέσεων του Προέδρου και Αντιπροέδρου του ΔΣ από άμισθες σε έμμισθες. Το 2002 με σχετική απόφαση του ΔΣ ψηφίστηκε και εφαρμόζεται το Οργανόγραμμα του κέντρου, στο οποίο αποτυπώνονται οι επιμέρους δομές και επιτελικές υπηρεσίες που λειτουργούν σε όλη την χώρα.
Όμως μπορεί ένα νομικό πρόσωπο τέτοιου μεγέθους, με πολυπληθή Γενική Συνέλευση, να λειτουργεί απρόσκοπτα και αποτελεσματικά, βασιζόμενο ουσιαστικά μόνο σε ένα Οργανόγραμμα, στο οποίο αποτυπώνεται απλώς η ιεραρχική δομή, χωρίς επεξήγηση αρμοδιοτήτων, ελάχιστη απαιτούμενη στελέχωση των μονάδων και άλλα ζητήματα εσωτερικής λειτουργίας; Αξίζει μάλιστα να αναφερθεί στο σημείο αυτό, ότι το ΚΕΘΕΑ λαμβάνει ετήσια επιχορήγηση ύψους 20 εκ. ευρώ από το Υπουργείο Υγείας.
Και ίσως εδώ το ζήτημα να περιπλέκεται, καθώς γίνεται σαφές ότι η τωρινή ηγεσία του υπουργείου και της κυβέρνησης βεβαίως είναι η κατάργηση τελικά του αυτοδιοίκητου του Κέντρου, ακριβώς επειδή διαχειρίζεται δημόσιο χρήμα, χωρίς να έχει πρακτικά την υποχρέωση να λογοδοτεί για τον τρόπο με τον οποίο το πράττει και για τις επιλογές του. Επομένως μέσω του διορισμού έμμισθων διοικητικών στελεχών, η κυβέρνηση επιχειρεί να επιβάλλει έναν ελεγκτικό μηχανισμό που προσιδιάζει βέβαια στο μοντέλο του δημοσίου με ότι αυτό συνεπάγεται.
Και εδώ τα πράγματα περιπλέκονται ακόμη περισσότερο.
Εάν για παράδειγμα αποφασιστεί η οικονομική λειτουργία του Κέντρου, στα πρότυπα του δημοσίου λογιστικού, προκειμένου να γίνεται έλεγχος και περιστολή δαπανών, τότε είναι πολύ πιθανό το ΚΕΘΕΑ να μετατραπεί σε άλλο ένα αποτυχημένο εγχείρημα δημόσιας διαχείρισης και να γίνει ένα νομικό μόρφωμα, ατελούς διοίκησης. Τότε θα επέλθει τέλμα με ολέθριες συνέπειες για χιλιάδες συνανθρώπους μας, που αγωνίζονται για την σωτηρία της ψυχής τους.
Εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι το Υπουργείο Υγείας, επιλέγει την δεδομένη χρονική στιγμή για την συγκεκριμένη μεταρρύθμιση, γνωρίζοντας ότι θα ξεσηκώσει κύμα αντιδράσεων, ότι θέτει σε κίνδυνο την ομαλή διεξαγωγή των θεραπευτικών προγραμμάτων και της εύθραυστης κατάστασης των ωφελουμένων, την στιγμή που ολόκληρη η χώρα βιώνει μια από τις χειρότερες φάσεις της πανδημίας, με το μέλλον σε οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο, να μοιάζει πιο αβέβαιο από ποτέ.
Ακόμη κι αν όσα επιχειρούνται είναι προς την σωστή κατεύθυνση, πράγμα το οποίο ελέγχεται, η χρονική επιλογή και μόνο υπονομεύει το όλο εγχείρημα με ανεξέλεγκτα αποτελέσματα.
Οι δυνάμεις του Υπουργείου Υγείας, πρέπει να διοχετεύονται στην διασφάλιση της δημόσιας υγείας αντί να προωθούν αμφιλεγόμενες πρακτικές που διχάζουν και προβληματίζουν.
Η κοινωνία έχει επιδείξει υποδειγματική ωριμότητα και η στάση των πολιτών είναι υπέρ το δέον συγκρατημένη και αξιοπρεπής.
Δεν υπάρχουν άλλα ψυχικά αποθέματα για πειραματισμούς.
Είναι προφανές ότι στο επίκεντρο της λειτουργίας βρίσκονται οι άνθρωποι που κατά καιρούς αναζητούν στήριξη για την έξοδο τους από τον λαβύρινθο των κάθε μορφής εξαρτήσεων και την προσπάθεια της κοινωνικής τους επανένταξης, με τρόπο υγιή και βιώσιμο. Η πιο τρανή απόδειξη για το μέγιστο λειτούργημα του ΚΕΘΕΑ και των εργαζομένων του, είναι οι προσωπικές ιστορίες όσων, μέσα από τιτάνια προσπάθεια, κατάφεραν να ξαναβγούν στο φώς και να απαλλαγούν από τον εφιάλτη των εξαρτήσεων, που πολλούς τους οδηγούσε σε βέβαιο θάνατο. Και φυσικά το όφελος πολλαπλασιάζεται, αν αναλογιστεί κανείς τις οικογένειες των ανθρώπων αυτών, οι οποίες μοιράζονται την ίδια αγωνία και το ψυχολογικό βάρος που επιφέρει μια τέτοια προσπάθεια.
Το ζήτημα της αναδιάρθρωσης, όπως φέρεται να επιχειρείται τις τελευταίες μέρες, είναι ιδιαίτερα ευαίσθητο, αλλά και πολύπλευρο, αν αναλύσει κανείς τα τεχνικά χαρακτηριστικά της παρέμβασης που βρίσκεται σε εξέλιξη και πώς επηρεάζουν τελικά την υφιστάμενη κατάσταση και τον τρόπο λειτουργίας του ΚΕΘΕΑ. Κυρίως όμως αν και κατά πόσο θίγουν το έργο του Κέντρου, αφήνοντας μετέωρους και απροστάτευτους τους ωφελούμενους, οι οποίοι βιώνουν αυτή την στιγμή πρόσθετη αγωνία για το μέλλον της θεραπευτικής τους πορείας.
Τόσο ο σημερινός πρόεδρος του ΔΣ, ο ψυχίατρος Χρήστος Λιάπης, ο οποίος διορίστηκε έπειτα από την εφαρμογή της Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου, με την οποία καταργήθηκε το εκλεγμένο ΔΣ το 2019, όσο και ορισμένοι άλλοι ειδικοί, υποστηρίζουν ότι δεν αλλάζει τίποτα στο εργασιακό καθεστώς των 426 σήμερα απασχολουμένων, αλλά ούτε και στο θεραπευτικό μοντέλο, η αποτελεσματικότητα και αρτιότητα του οποίου αποδεικνύεται από το πλήθος των ανθρώπων που σώθηκαν κυριολεκτικά και έχτισαν ξανά την ζωή τους με κόπο και ψυχικό σθένος.
Στις 11 Απριλίου έληξε η διαβούλευση για την σύσταση Κανονισμού Εσωτερικής Λειτουργίας και Οργάνωσης του ΚΕΘΕΑ και ουσιαστικά αυτό είναι που προκάλεσε αντιδράσεις και από τον σύλλογο εργαζομένων του κέντρου, οι οποίοι υποστηρίζουν ότι υποβαθμίζεται η λειτουργία του, αφήνοντας αιχμές για την μετατροπή των θέσεων του Προέδρου και Αντιπροέδρου του ΔΣ από άμισθες σε έμμισθες. Το 2002 με σχετική απόφαση του ΔΣ ψηφίστηκε και εφαρμόζεται το Οργανόγραμμα του κέντρου, στο οποίο αποτυπώνονται οι επιμέρους δομές και επιτελικές υπηρεσίες που λειτουργούν σε όλη την χώρα.
Όμως μπορεί ένα νομικό πρόσωπο τέτοιου μεγέθους, με πολυπληθή Γενική Συνέλευση, να λειτουργεί απρόσκοπτα και αποτελεσματικά, βασιζόμενο ουσιαστικά μόνο σε ένα Οργανόγραμμα, στο οποίο αποτυπώνεται απλώς η ιεραρχική δομή, χωρίς επεξήγηση αρμοδιοτήτων, ελάχιστη απαιτούμενη στελέχωση των μονάδων και άλλα ζητήματα εσωτερικής λειτουργίας; Αξίζει μάλιστα να αναφερθεί στο σημείο αυτό, ότι το ΚΕΘΕΑ λαμβάνει ετήσια επιχορήγηση ύψους 20 εκ. ευρώ από το Υπουργείο Υγείας.
Και ίσως εδώ το ζήτημα να περιπλέκεται, καθώς γίνεται σαφές ότι η τωρινή ηγεσία του υπουργείου και της κυβέρνησης βεβαίως είναι η κατάργηση τελικά του αυτοδιοίκητου του Κέντρου, ακριβώς επειδή διαχειρίζεται δημόσιο χρήμα, χωρίς να έχει πρακτικά την υποχρέωση να λογοδοτεί για τον τρόπο με τον οποίο το πράττει και για τις επιλογές του. Επομένως μέσω του διορισμού έμμισθων διοικητικών στελεχών, η κυβέρνηση επιχειρεί να επιβάλλει έναν ελεγκτικό μηχανισμό που προσιδιάζει βέβαια στο μοντέλο του δημοσίου με ότι αυτό συνεπάγεται.
Και εδώ τα πράγματα περιπλέκονται ακόμη περισσότερο.
Εάν για παράδειγμα αποφασιστεί η οικονομική λειτουργία του Κέντρου, στα πρότυπα του δημοσίου λογιστικού, προκειμένου να γίνεται έλεγχος και περιστολή δαπανών, τότε είναι πολύ πιθανό το ΚΕΘΕΑ να μετατραπεί σε άλλο ένα αποτυχημένο εγχείρημα δημόσιας διαχείρισης και να γίνει ένα νομικό μόρφωμα, ατελούς διοίκησης. Τότε θα επέλθει τέλμα με ολέθριες συνέπειες για χιλιάδες συνανθρώπους μας, που αγωνίζονται για την σωτηρία της ψυχής τους.
Εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι το Υπουργείο Υγείας, επιλέγει την δεδομένη χρονική στιγμή για την συγκεκριμένη μεταρρύθμιση, γνωρίζοντας ότι θα ξεσηκώσει κύμα αντιδράσεων, ότι θέτει σε κίνδυνο την ομαλή διεξαγωγή των θεραπευτικών προγραμμάτων και της εύθραυστης κατάστασης των ωφελουμένων, την στιγμή που ολόκληρη η χώρα βιώνει μια από τις χειρότερες φάσεις της πανδημίας, με το μέλλον σε οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο, να μοιάζει πιο αβέβαιο από ποτέ.
Ακόμη κι αν όσα επιχειρούνται είναι προς την σωστή κατεύθυνση, πράγμα το οποίο ελέγχεται, η χρονική επιλογή και μόνο υπονομεύει το όλο εγχείρημα με ανεξέλεγκτα αποτελέσματα.
Οι δυνάμεις του Υπουργείου Υγείας, πρέπει να διοχετεύονται στην διασφάλιση της δημόσιας υγείας αντί να προωθούν αμφιλεγόμενες πρακτικές που διχάζουν και προβληματίζουν.
Η κοινωνία έχει επιδείξει υποδειγματική ωριμότητα και η στάση των πολιτών είναι υπέρ το δέον συγκρατημένη και αξιοπρεπής.
Δεν υπάρχουν άλλα ψυχικά αποθέματα για πειραματισμούς.