Δήλωση της βουλευτή Κέρκυρας του ΣΥΡΙΖΑ Φ. Βάκη για τα δημόσια ακίνητα
Φωτεινή Βάκη
09 Nov 2018
/ 12:40
«Όσοι παραπληροφορούν υποκριτικά για τα αρχαιολογικά ακίνητα οφείλουν πρώτα να αναλογιστούν τι έπραξαν οι δικές τους παρατάξεις για την προστασία τους»
ΚΕΡΚΥΡΑ. Σχετικά με τη διαδικασία μεταφοράς ακινήτων στην Ελληνική Εταιρεία Συμμετοχών και Περιουσίας (ΕΕΣΥΠ), η βουλευτής Κέρκυρας του ΣΥΡΙΖΑ Φωτεινή Βάκη έκανε την ακόλουθη δήλωση:
«Επειδή ορισμένοι συνεχίζουν να αναπαράγουν αντιπολιτευτικό θόρυβο σε σχέση με την υποτιθέμενη μεταβίβαση αρχαιολογικών χώρων στο Υπερταμείο, θα ήταν χρήσιμο να τονιστούν τα ακόλουθα:
Το υφιστάμενο νομοθετικό πλαίσιο προστατεύει απόλυτα όλους τους χώρους πολιτιστικού και ευρύτερου κοινωνικού ενδιαφέροντος. Συγκεκριμένα, όσοι δημοσιολογούν καλό θα είναι να διαβάσουν το άρθρο 196, παρ. 4, του νόμου 4389/2016, στο οποίο αναφέρεται χαρακτηριστικά ότι «η κυριότητα και νομή όλων των ακίνητων περιουσιακών στοιχείων τα οποία ανήκουν στο Ελληνικό Δημόσιο και τα διαχειρίζεται η ΕΤΑΔ (Εταιρεία Ακινήτων Δημοσίου) σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, μεταβιβάζονται αυτομάτως στην ΕΤΑΔ χωρίς αντάλλαγμα, με τις κατωτέρω εξαιρέσεις: α) Αιγιαλοί, παραλίες και παρόχθιες εκτάσεις, υδρότοποι, β) περιοχές Ramsar, γ) περιοχές Natura, δ.) αρχαιολογικοί χώροι, ε) αμιγώς δασικές εκτάσεις, και λοιπά πράγματα εκτός συναλλαγής». Επίσης, σύμφωνα με το άρθρο 966 του Αστικού Κώδικα, «πράγματα εκτός συναλλαγής είναι τα κοινά σε όλους, τα κοινόχρηστα και τα προορισμένα για την εξυπηρέτηση δημόσιων, δημοτικών, κοινοτικών ή θρησκευτικών σκοπών».
Πέρα,όμως, από τις νομοτεχνικές δικλείδες προστασίας των ακινήτων πολιτιστικού ή ευρύτερου κοινωνικού ενδιαφέροντος, θα ήταν χρήσιμο να τονιστεί ότι η Ελλάδα ποτέ δεν κατάφερε να φτιάξει αρχαιολογικό κτηματολόγιο. Η απουσία αυτή είχε ως αποτέλεσμα την υποβάθμιση πολλών αρχαιολογικών χώρων, την αδιαφορία για άλλους αλλά και την καταπάτηση αρκετών. Ταυτόχρονα, το ελληνικό δημόσιο αντιμετώπιζε εδώ και δεκαετίες μία κατάσταση χάους, όπου κανείς δεν μπορούσε με βεβαιότητα να οριοθετήσει την δημόσια ακίνητη περιουσία.
Η προσπάθεια καταγραφής όλων των ακινήτων του δημοσίου αποτελεί προοδευτικό μεταρρυθμιστικό έργο. Εκείνοι που σήμερα παραπληροφορούν και φωνάζουν είναι οι ίδιοι, που επί χρόνια εξέθρεψαν το διοικητικό χάος, το οποίο κατέστησε τη χώρα έναν παράδεισο αυθαιρέτων. Άρα, καμία περίπτωση “ξεπουλήματος” δεν υπάρχει. Αυτό που συμβαίνει είναι μία τεράστια προσπάθεια καταγραφής της δημόσιας περιουσίας, τμήμα της οποίας είναι και το αρχαιολογικό κτηματολόγιο, το οποίο προχωράει παράλληλα».
«Επειδή ορισμένοι συνεχίζουν να αναπαράγουν αντιπολιτευτικό θόρυβο σε σχέση με την υποτιθέμενη μεταβίβαση αρχαιολογικών χώρων στο Υπερταμείο, θα ήταν χρήσιμο να τονιστούν τα ακόλουθα:
Το υφιστάμενο νομοθετικό πλαίσιο προστατεύει απόλυτα όλους τους χώρους πολιτιστικού και ευρύτερου κοινωνικού ενδιαφέροντος. Συγκεκριμένα, όσοι δημοσιολογούν καλό θα είναι να διαβάσουν το άρθρο 196, παρ. 4, του νόμου 4389/2016, στο οποίο αναφέρεται χαρακτηριστικά ότι «η κυριότητα και νομή όλων των ακίνητων περιουσιακών στοιχείων τα οποία ανήκουν στο Ελληνικό Δημόσιο και τα διαχειρίζεται η ΕΤΑΔ (Εταιρεία Ακινήτων Δημοσίου) σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, μεταβιβάζονται αυτομάτως στην ΕΤΑΔ χωρίς αντάλλαγμα, με τις κατωτέρω εξαιρέσεις: α) Αιγιαλοί, παραλίες και παρόχθιες εκτάσεις, υδρότοποι, β) περιοχές Ramsar, γ) περιοχές Natura, δ.) αρχαιολογικοί χώροι, ε) αμιγώς δασικές εκτάσεις, και λοιπά πράγματα εκτός συναλλαγής». Επίσης, σύμφωνα με το άρθρο 966 του Αστικού Κώδικα, «πράγματα εκτός συναλλαγής είναι τα κοινά σε όλους, τα κοινόχρηστα και τα προορισμένα για την εξυπηρέτηση δημόσιων, δημοτικών, κοινοτικών ή θρησκευτικών σκοπών».
Πέρα,όμως, από τις νομοτεχνικές δικλείδες προστασίας των ακινήτων πολιτιστικού ή ευρύτερου κοινωνικού ενδιαφέροντος, θα ήταν χρήσιμο να τονιστεί ότι η Ελλάδα ποτέ δεν κατάφερε να φτιάξει αρχαιολογικό κτηματολόγιο. Η απουσία αυτή είχε ως αποτέλεσμα την υποβάθμιση πολλών αρχαιολογικών χώρων, την αδιαφορία για άλλους αλλά και την καταπάτηση αρκετών. Ταυτόχρονα, το ελληνικό δημόσιο αντιμετώπιζε εδώ και δεκαετίες μία κατάσταση χάους, όπου κανείς δεν μπορούσε με βεβαιότητα να οριοθετήσει την δημόσια ακίνητη περιουσία.
Η προσπάθεια καταγραφής όλων των ακινήτων του δημοσίου αποτελεί προοδευτικό μεταρρυθμιστικό έργο. Εκείνοι που σήμερα παραπληροφορούν και φωνάζουν είναι οι ίδιοι, που επί χρόνια εξέθρεψαν το διοικητικό χάος, το οποίο κατέστησε τη χώρα έναν παράδεισο αυθαιρέτων. Άρα, καμία περίπτωση “ξεπουλήματος” δεν υπάρχει. Αυτό που συμβαίνει είναι μία τεράστια προσπάθεια καταγραφής της δημόσιας περιουσίας, τμήμα της οποίας είναι και το αρχαιολογικό κτηματολόγιο, το οποίο προχωράει παράλληλα».