Φ. Βάκη: Να σχεδιάσουμε την επόμενη μέρα με γνώμονα την κοινωνική δικαιοσύνη (video)
Φωτεινή Βάκη
03 Ιουλίου 2018
/ 14:36
ΑΘΗΝΑ. Σε αυτή τη συγκυρία που βρισκόμαστε στην έξοδο από την επιτροπεία θα πρέπει όλοι να πορευτούμε με ρεαλισμό
και επ’ ωφελεία των εθνικών συμφερόντων, τα οποία διασφαλίζονται από τη συμφωνία των Πρεσπών, σημείωσε μεταξύ άλλων η κοινοβουλευτική εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ Φωτεινή Βάκη, μιλώντας στην εκπομπή «Πρωινή Ανάγνωση» του τηλεοπτικού σταθμού της Βουλής, κληθείσα να σχολιάσει τις δηλώσεις του Π. Καμμένου στη σημερινή συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε. Όπως είπε, τώρα είναι η στιγμή για το σχεδιασμό της επόμενης ημέρας μετά την έξοδο από την επιτροπεία και τέτοιες κινήσεις δεν ωφελούν.
Η Φ. Βάκη εκτίμησε πως, παρόλο που οι ΑΝΕΛ δέχονται μεγάλη πίεση λόγω αποχωρήσεων στελεχών του, ο κ. Καμμένος και το κόμμα του θα πρέπει να σκεφτούν πως με τη συμφωνία των Πρεσπών «δεν δώσαμε, πήραμε» καθώς και ότι «τα εθνικά θέματα διαχειρίζονται με βάση το διεθνές δίκαιο, τις διεθνείς συνθήκες και τα εθνικά μας συμφέροντα, τα οποία προασπίζεται απολύτως η συμφωνία για την επίλυση του ονοματολογικού της γείτονος χώρας, γιατί δημιουργεί σχέσεις καλής γειτονίας, ειρήνης αλληλεγγύης και συνανάπτυξης». Όπως είπε, «διασφαλίστηκε και η σύνθετη ονομασία erga omnes και η συνταγματική αναθεώρηση καθώς και η αποποίηση εκ μέρους των γειτόνων μας της αρχαίας ελληνικής κληρονομιάς και της αρχαίας ελληνικής Μακεδονίας. Έπρεπε, άλλωστε, να κλείσει και ένα μέτωπο στα βόρεια της χώρας μας». Εξάλλου, πρόσθεσε, «θα πρέπει να σκεφτούμε ότι τόσα χρόνια από την Ενδιάμεση Συμφωνία και μετά, αφενός υπήρχε ο όρος ‘Μακεδονία’ στο προσωρινό όνομα, αφετέρου 140 χώρες είχαν αναγνωρίσει τους γείτονές μας με τη συνταγματική τους ονομασία. Επομένως, δεν καταλαβαίνω αυτή τη στάση».
Επισήμανε ότι «το μεγάλο στοίχημα μετά την έξοδο της χώρας από την επιτροπεία και τα μνημόνια είναι πλέον η επόμενη μέρα και ο σχεδιασμός μιας μεταμνημονιακής Ελλάδας, να αποσυμπιεστεί ο ελληνικός λαός από τα βάρη που επωμίστηκε οκτώ χρόνια τώρα λόγω της κρίσης. Επομένως, νομίζω ότι είναι μία συγκυρία στην οποία θα πρέπει να πορευτούμε μαζί και να κοιτάξουμε το μέλλον. Θεωρώ ότι τέτοιες κινήσεις δεν ωφελούν». Παράλληλα, ανέφερε πως ο κυβερνητικός εταίρος θα πρέπει να σκεφτεί πως με αυτή τη γραμμή που έχει χαράξει μπαίνει σε ανταγωνισμό με την γραμμή της ΝΔ.
Αναφορικά με την κυβερνητική συνεργασία του ΣΥΡΙΖΑ με τους ΑΝΕΛ, η Φ. Βάκη σημείωσε πως πρόκειται για μια έντιμη συνεργασία που δεν ξεκίνησε για ιδεολογικούς λόγος αλλά εδράζεται σε συγκεκριμένους στόχους, δηλαδή την έξοδο από την επιτροπεία και τη χάραξη εθνικής στρατηγικής για την πάταξη της διαφθοράς και της διαπλοκής.
Σχετικά με το νομοσχέδιο για την αδήλωτη εργασία που εισήχθη στη Βουλή, τόνισε πως πρόκειται για έναν από τους πρώτους στόχους της επόμενης ημέρας μετά την έξοδο από την επιτροπεία στο πλαίσιο της στρατηγικής της κυβέρνησης για δίκαιη ανάπτυξη, που εξειδικεύεται περαιτέρω με συγκεκριμένα μέτρα προστασίας των αδυνάμων, υπογραμμίζοντας πως «θα πρέπει να αντιμετωπισθεί και η αδήλωτη και η υποδηλωμένη εργασία».
Αναρωτήθηκε, επίσης, εάν η αξιωματική αντιπολίτευση, πέρα από την καταστροφολογία στην οποία επιδίδεται καθημερινά, θεωρεί ή όχι ότι το τοπίο της εργασίας χρειάζεται επαναρρύθμιση. Διότι, σημείωσε, «ο κ. Μητσοτάκης μας είπε ότι το οκτάωρο είναι ξεπερασμένο» και παράλληλα επέμενε «στην αναλογία πέντε προς μία αποχωρήσεις στο Δημόσιο, ενώ η κυβέρνηση κατάφερε να ισχύσει τελικά η αναλογία μία προς μία».
Η Φ. Βάκη εκτίμησε πως, παρόλο που οι ΑΝΕΛ δέχονται μεγάλη πίεση λόγω αποχωρήσεων στελεχών του, ο κ. Καμμένος και το κόμμα του θα πρέπει να σκεφτούν πως με τη συμφωνία των Πρεσπών «δεν δώσαμε, πήραμε» καθώς και ότι «τα εθνικά θέματα διαχειρίζονται με βάση το διεθνές δίκαιο, τις διεθνείς συνθήκες και τα εθνικά μας συμφέροντα, τα οποία προασπίζεται απολύτως η συμφωνία για την επίλυση του ονοματολογικού της γείτονος χώρας, γιατί δημιουργεί σχέσεις καλής γειτονίας, ειρήνης αλληλεγγύης και συνανάπτυξης». Όπως είπε, «διασφαλίστηκε και η σύνθετη ονομασία erga omnes και η συνταγματική αναθεώρηση καθώς και η αποποίηση εκ μέρους των γειτόνων μας της αρχαίας ελληνικής κληρονομιάς και της αρχαίας ελληνικής Μακεδονίας. Έπρεπε, άλλωστε, να κλείσει και ένα μέτωπο στα βόρεια της χώρας μας». Εξάλλου, πρόσθεσε, «θα πρέπει να σκεφτούμε ότι τόσα χρόνια από την Ενδιάμεση Συμφωνία και μετά, αφενός υπήρχε ο όρος ‘Μακεδονία’ στο προσωρινό όνομα, αφετέρου 140 χώρες είχαν αναγνωρίσει τους γείτονές μας με τη συνταγματική τους ονομασία. Επομένως, δεν καταλαβαίνω αυτή τη στάση».
Επισήμανε ότι «το μεγάλο στοίχημα μετά την έξοδο της χώρας από την επιτροπεία και τα μνημόνια είναι πλέον η επόμενη μέρα και ο σχεδιασμός μιας μεταμνημονιακής Ελλάδας, να αποσυμπιεστεί ο ελληνικός λαός από τα βάρη που επωμίστηκε οκτώ χρόνια τώρα λόγω της κρίσης. Επομένως, νομίζω ότι είναι μία συγκυρία στην οποία θα πρέπει να πορευτούμε μαζί και να κοιτάξουμε το μέλλον. Θεωρώ ότι τέτοιες κινήσεις δεν ωφελούν». Παράλληλα, ανέφερε πως ο κυβερνητικός εταίρος θα πρέπει να σκεφτεί πως με αυτή τη γραμμή που έχει χαράξει μπαίνει σε ανταγωνισμό με την γραμμή της ΝΔ.
Αναφορικά με την κυβερνητική συνεργασία του ΣΥΡΙΖΑ με τους ΑΝΕΛ, η Φ. Βάκη σημείωσε πως πρόκειται για μια έντιμη συνεργασία που δεν ξεκίνησε για ιδεολογικούς λόγος αλλά εδράζεται σε συγκεκριμένους στόχους, δηλαδή την έξοδο από την επιτροπεία και τη χάραξη εθνικής στρατηγικής για την πάταξη της διαφθοράς και της διαπλοκής.
Σχετικά με το νομοσχέδιο για την αδήλωτη εργασία που εισήχθη στη Βουλή, τόνισε πως πρόκειται για έναν από τους πρώτους στόχους της επόμενης ημέρας μετά την έξοδο από την επιτροπεία στο πλαίσιο της στρατηγικής της κυβέρνησης για δίκαιη ανάπτυξη, που εξειδικεύεται περαιτέρω με συγκεκριμένα μέτρα προστασίας των αδυνάμων, υπογραμμίζοντας πως «θα πρέπει να αντιμετωπισθεί και η αδήλωτη και η υποδηλωμένη εργασία».
Αναρωτήθηκε, επίσης, εάν η αξιωματική αντιπολίτευση, πέρα από την καταστροφολογία στην οποία επιδίδεται καθημερινά, θεωρεί ή όχι ότι το τοπίο της εργασίας χρειάζεται επαναρρύθμιση. Διότι, σημείωσε, «ο κ. Μητσοτάκης μας είπε ότι το οκτάωρο είναι ξεπερασμένο» και παράλληλα επέμενε «στην αναλογία πέντε προς μία αποχωρήσεις στο Δημόσιο, ενώ η κυβέρνηση κατάφερε να ισχύσει τελικά η αναλογία μία προς μία».