Στις συμπληγάδες του τραύματος και της μνήμης: Σρεμπρένιτσα (11 Ιουλίου 1995), 30 χρόνια μετά

Οι προσπάθειες ορισμένων Σέρβων μελετητών να ιστορικοποιήσουν τη δεκαετία του ’90 και να έρθουν αντιμέτωποι με επίμαχες πτυχές του πρόσφατου παρελθόντος όσο και η καθιέρωση ακαδημαϊκών θεσμών με διεθνή απήχηση, συνιστούν αισιόδοξα δείγματα γραφής.

Da se ne zaboravi (Να μην ξεχαστεί): αυτή τη φράση που προτάσσει το ιερό καθήκον της μνήμης είχε την ευκαιρία η γράφουσα να δει σε πολλά σημεία της πόλης του Σαράγεβο τον Ιούλιο του 2010, πριν ακριβώς 15 χρόνια...Αναφέρεται κυρίως στα γεγονότα της Σφαγής στη Σρεμπρένιτσα, η οποία συμπυκνώνει-ουσιαστικά και συμβολικά- την τραυματική μνήμη και μεταμνήμη των γιουγκοσλαβικών πολέμων και ειδικότερα του Πολέμου της Βοσνίας (1992-1995), ο οποίος άφησε πίσω του εκατοντάδες χιλιάδες νεκρούς, πάνω από ένα εκατομμύριο εκτοπισμένους, δεκάδες χιλιάδες βιασμένες γυναίκες και ανεπούλωτα μέχρι σήμερα τραύματα...Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι τα εγκλήματα πολέμου της περιόδου 1992-1995 καθώς και η μεταπολεμική διαχείρισή τους αποτελούν σημείο καμπής στον τρόπο θέασης και ερμηνείας της σύγχρονης βαλκανικής και ευρωπαϊκής ιστορίας από την επιστημονική κοινότητα και όχι μόνο.
Η Σρεμπρένιτσα, πόλη που βρίσκεται εντός της Σερβικής Δημοκρατίας και πολύ κοντά στα σύνορα της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης με τη Σερβία, είχε ανακηρυχθεί κατά τη διάρκεια του πολέμου μαζί άλλες τέσσερις περιοχές «ασφαλής ζώνη» από τον ΟΗΕ και ήταν υπό την προστασία των Ολλανδών κυανόκρανων. Οι κυανόκρανοι δεν μπόρεσαν, ωστόσο, να αποτρέψουν την εισβολή στην πόλη των σερβοβοσνιακών δυνάμεων υπό τη διοίκηση του στρατηγού Ράτκο Μλάντιτς στις 11 Ιουλίου 1995 και τη σφαγή πάνω από 8.000 Βόσνιων Μουσουλμάνων, ανδρών κάθε ηλικίας. Η σφαγή αυτή καταγράφτηκε ως το μεγαλύτερο έγκλημα σε ευρωπαϊκό έδαφος μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Στις δύο πολιτικές οντότητες- την Ομοσπονδία της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης, όπου διαβιούν κυρίως Βόσνιοι Μουσουλμάνοι και Κροάτες και τη Σερβική Δημοκρατία, στην οποία διαβιούν ως επί το πλείστον Σερβοβόσνιοι-οι οποίες απαρτίζουν τη μεταπολεμική Βοσνία-Ερζεγοβίνη βάσει της Συμφωνίας του Ντέιτον (14 Δεκεμβρίου 1995), οι μνημονικές εκδοχές και ιστορικές ερμηνείες αυτών των γεγονότων είναι απολύτως αλληλοσυγκρουόμενες: Έτσι, στην Ομοσπονδία της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης από τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια μέχρι σήμερα οι ατομικές τραυματικές εμπειρίες μετουσιώθηκαν σε συλλογικό πένθος και μέσα από την καθιέρωση συγκεκριμένων μνημονικών αφηγήσεων, πρακτικών και επιτελέσεων η Σρεμπρένιτσα μετατράπηκε σε μαρτυρικό τόπο της βοσνιομουσουλμανικής συλλογικής μνήμης και ταυτότητας. Το 2003, χάρη στις πιέσεις που άσκησαν οι συγγενείς των θυμάτων στη Βοσνιακή κυβέρνηση για την ανέγερση μνημείου στον τόπο της σφαγής και τις ενέργειες της Διεθνούς Κοινότητας, εγκαινιάστηκε το Μνημειακό Κέντρο Σρεμπρένιτσα- Ποτοτσάρι. Εκεί καταλήγουν και θάβονται τα οστά των θυμάτων, τα οποία συνεχώς ανακαλύπτονται σε ομαδικούς τάφους και ταυτοποιούνται μέσα από μια ιδιαίτερα επίπονη και μακάβρια διαδικασία. Γύρω από το μνημειακό κέντρο λαμβάνει χώρα κάθε χρόνο στις 11 Ιουλίου μαζική θρησκευτική τελετή στην οποία μετέχουν επιζώντες της σφαγής, οι συγγενείς των θυμάτων, τα μέλη της πολιτικής και θρησκευτικής ηγεσίας, καθώς και εκπρόσωποι κρατών και διεθνών οργανισμών. Το Διεθνές Δικαστήριο Χάγης αλλά και το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για την πρώην Γιουγκοσλαβία έχουν αποφανθεί ότι η σφαγή συνιστά γενοκτονία. Το 2024 η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ καθιέρωσε με-μη ομόφωνο- ψήφισμα την 11η Ιουλίου ως Διεθνή Ημέρα Στοχασμού και Μνήμης της Γενοκτονίας της Σρεμπρένιτσα το 1995.
Στη Σερβική Δημοκρατία, ωστόσο, ο όρος γενοκτονία δεν γίνεται αποδεκτός και τα γεγονότα στη Σρεμπρένιτσα παρουσιάζονται ως απελευθέρωση της πόλης, καθώς είχαν προηγηθεί επιθέσεις των Μουσουλμάνων σε σερβικά χωριά στην ευρύτερη περιοχή. Κάθε χρόνο μάλιστα τέτοια εποχή οι Σερβοβόσνιοι οργανώνουν χωριστές τελετές μνήμης, προκειμένου να τιμήσουν τους δικούς τους νεκρούς. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο σημερινός Πρόεδρος της Σερβικής Δημοκρατίας Milorad Dodik, ο οποίος βρίσκεται εδώ και καιρό σε τροχιά σύγκρουσης με τη Βοσνιακή κυβέρνηση και προωθεί νόμους που ισοδυναμούν με de facto απόσχιση, αλλά και η Σερβία καταδίκασαν απερίφραστα το ψήφισμα του ΟΗΕ για τη γενοκτονία, καθώς στιγμάτιζε τον σερβικό λαό ως «γενοκτονικό έθνος».
Πάντως, αν και για πολλά χρόνια το εκκρεμές μεταξύ της εργαλειοποίησης και της σχετικοποίησης/άρνησης της γενοκτονίας στη Σρεμπρένιτσα είχε υψώσει αδιαπέραστο τείχος απέναντι σε κάθε απόπειρα ιστορικής προσέγγισης και κριτικής αποτίμησης των γεγονότων και καθιστούσε αδύνατη ακόμη και τη συνύπαρξη μεταξύ ακαδημαϊκών, τον τελευταίο καιρό το κλίμα φαίνεται να αλλάζει. Τόσο οι προσπάθειες ορισμένων Σέρβων μελετητών να ιστορικοποιήσουν τη δεκαετία του ’90 και να έρθουν αντιμέτωποι με επίμαχες πτυχές του πρόσφατου παρελθόντος όσο και η καθιέρωση ακαδημαϊκών θεσμών με διεθνή απήχηση και η μετατροπή τους σε γόνιμα πεδία επιστημονικού προβληματισμού, όπως το ετήσιο Φεστιβάλ Ιστορίας στο Σαράγεβο, συνιστούν αισιόδοξα δείγματα γραφής. Μένει να δούμε αν θα υπερβούν τις κυρίαρχες και «αντίπαλες» μνημονικές αφηγήσεις.
Αγγελική Μουζακίτη,
Δρ. Βαλκανικής Ιστορίας,
Διδάσκουσα στο Τμήμα Ιστορίας του Ιονίου Πανεπιστημίου.