Παλιές και νέες συμμαχίες στο συριακό μέτωπο
Μιχάλης Σαρλής
28 Δεκεμβρίου 2016
/ 12:40
Γράφει ο Μιχάλης Σαρλής
Ο συριακός πόλεμος, με επίκεντρο τους τελευταίους μήνες το Χαλέπι στη βόρεια Συρία, δεν έχει αποτελέσει μόνο πεδίο αντιπαράθεσης, αλλά και σύγκλισης ή προσέγγισης ορισμένων εκ των δυνάμεων της ευρύτερης περιοχής. Η προ ημερών κοινή ανακοίνωση των υπουργών Εξωτερικών Ρωσίας, Ιράν και Τουρκίας αναφορικά με την επόμενη ημέρα στη Συρία αποτελεί την πλέον χαρακτηριστική περίπτωση.
Μεταξύ των τριών, Ιράν και Ρωσία παρουσιάζουν τη μεγαλύτερη σύγκλιση θέσεων. Τόσο η Τεχεράνη, όσο και η Μόσχα, στηρίζουν την παραμονή του προέδρου Μπασάρ αλ Άσαντ στη Συρία. Το Ιράν αποτελεί, από το 1979, τον πλέον στενό στρατηγικό εταίρο του καθεστώτος Άσαντ και από την αρχή του συριακού πολέμου παρείχε συνεχή και κλιμακούμενη βοήθεια προς τη Δαμασκό. Από το 2006, το Ιράν έχει αυξήσει κατακόρυφα την επιρροή του στο αραβικό κέντρο του συστήματος, με επίκεντρα τη Βαγδάτη, τη Δαμασκό και τη Βηρυτό.
Μετά την εμπλοκή των σουνιτικών κρατών στον συριακό πόλεμο και κυρίως της Σαουδικής Αραβίας και της Τουρκίας, το ενδεχόμενο ανατροπής του καθεστώτος Άσαντ θα αποτελούσε στρατηγικό πλήγμα στην περιφερειακή αρχιτεκτονική του σιιτικού Ιράν. Υπό αυτό το πρίσμα, η παραμονή του Μπασάρ αλ Άσαντ στη Δαμασκό αποτελεί βασική θέση του Ιράν. Όπως και η δημιουργία μιας ζώνης ελέγχου κατά μήκος της δυτικής Συρίας, η οποία θα παρέχει στο Ιράν τη δυνατότητα να διατηρήσει την επιρροή του ακόμη και σε μια αργότερη αποχώρηση του Μπασάρ αλ Άσαντ από την προεδρία της Συρίας.
Από την πλευρά της, η Ρωσία, με την άμεση στρατιωτική εμπλοκή της στον συριακό πόλεμο τον Σεπτέμβριο του 2015, επιδίωξε την παραμονή του Μπασάρ αλ Άσαντ, την αύξηση της επιρροής της σε μια χώρα που είχε αποτελέσει παραδοσιακή σύμμαχο της Σοβιετικής Ένωσης και την ολική επαναφορά της ισχύος της στην περιοχή της Μέσης Ανατολής. Αυτομάτως, η ρωσική εμπλοκή στη Συρία ευθυγράμμισε τη Μόσχα με την Τεχεράνη και έδωσε ώθηση στη σταδιακή συγκρότηση μιας νέας ρωσο-ιρανικής στρατηγικής σχέσης στη Μέση Ανατολή. Ταυτοχρόνως, η στρατηγική σύγκλιση με το Ιράν, και συνεπώς με τη λιβανική Χεζμπολά και τις υπόλοιπες σιιτικές πολιτοφυλακές που δρουν στη Συρία, έφερε τη Ρωσία απέναντι στις σουνιτικές δυνάμεις της περιοχής και ειδικότερα απέναντι στην Τουρκία.
Πράγματι, μέχρι πριν μερικούς μήνες, η Τουρκία βρισκόταν σε έντονη περιφερειακή αντιπαράθεση με τη Ρωσία και το Ιράν γύρω από το Συριακό. Οι στόχοι της Τουρκίας στη Συρία ήταν η ανατροπή του καθεστώτος Άσαντ, η αύξηση της επιρροής της στην περιοχή και η ακύρωση των αυτονομιστικών τάσεων των Κούρδων της Συρίας. Η συριακή πολιτική του Ρ. Τ. Ερντογάν οδηγήθηκε σε αλλεπάλληλα αδιέξοδα, με αποτέλεσμα την επέκταση της αστάθειας στο εσωτερικό της Τουρκίας και στην ανάδυση, μεταξύ άλλων, του κουρδικού ζητήματος. Μπροστά στην περιφερειακή ενδυνάμωση του Ιράν, την αύξηση της ρωσικής επιρροής στη Συρία και την επέκταση του ελέγχου του Άσαντ στα περισσότερα αστικά κέντρα της δυτικής Συρίας και το Χαλέπι, η Άγκυρα υποχρεώθηκε σε υποχωρήσεις και συμβιβασμούς, με αποκορύφωμα την πρόσφατη κοινή ανακοίνωση με τους έως πρότινος ανταγωνιστές της, το Ιράν και τη Ρωσία.
Ωστόσο, παρά τη διαφαινόμενη προσέγγιση, οι βασικές περιφερειακές διαφορές της Άγκυρας με την Τεχεράνη και τη Μόσχα δεν έχουν εξαλειφθεί πλήρως, με πιθανό το ενδεχόμενο να ενταθούν εκ νέου τόσο στη βόρεια Συρία, όπου εκκρεμεί, μεταξύ άλλων και το ζήτημα των Κούρδων, όσο και στο βόρειο Ιράκ, όπου συνεχίζεται ο πόλεμος για τον έλεγχο της Μοσούλης. Επιπλέον, η αναδυόμενη στρατηγική σχέση Ρωσίας-Ιράν ενδέχεται να έχει καθοριστική σημασία όσον αφορά την πρόθεση της νέας αμερικανικής διακυβέρνησης για εξομάλυνση των σχέσεών της με τη Μόσχα, αλλά και τη δοκιμασία αυτής της πρόθεσης μέσα στο πολύπλοκο τοπίο της νέας Μέσης Ανατολής.