Πέμπτη 07.11.2024 ΚΕΡΚΥΡΑ

Ο θρησκευτικός και πολιτισμικός πόλεμος των Τούρκων

Γιώργος Καρύδης
05 Nov 2020 / 17:59

Έχουμε εδώ και τουλάχιστον πέντε χρόνια επισημάνει ότι η Τουρκία συστηματικά και οργανωμένα μεθοδεύει την ανασύσταση της οθωμανικής αυτοκρατορίας.

Για όσους ακόμη δεν το έχουν συνειδητοποιήσει ο Ερντογάν πρόσφατα δήλωσε ξεκάθαρα: ‘’Θα επεμβαίνουμε, όπου πάτησαν το πόδι τους οι πρόγονοί μας!’’. Στο πλαίσιο αυτό έλαβαν χώρα οι επιτυχείς πολεμικές του επιχειρήσεις στη Συρία, ακυρώνοντας την ίδρυση κουρδικού κράτους, παρενέβη στο λυβικό εμφύλιο υφαρπάζοντας το τουρκολυβικό μνημόνιο, που αφαιρεί την υφαλοκρηπίδα από ελληνικά νησιά και ενεπλάκη στα εσωτερικά του Λιβάνου. Πρόσφατα στράφηκε προς τον Καύκασο, στον πόλεμο του Ναγκόρνο-Καραμπάχ, στηρίζοντας στρατιωτικά το Αζερμπαϊτζάν για ν’ αφανίσει ακόμη μια φορά τους Αρμένιους. Μεσοπρόθεσμος στόχος των τούρκων είναι η επικράτηση στην ανατολική Μεσόγειο. Το επονομαζόμενο σχέδιο ‘’Γαλάζια Πατρίδα’’. Στην υλοποίησή του περιλαμβάνεται η συρρίκνωση της ελληνικής εδαφικής κυριαρχίας, η αλλαγή των συνόρων σε βάρος της Ελλάδας και η προσάρτηση της βόρειας Κύπρου στην Τουρκία. Μακροπρόθεσμος στόχος η αποικιοποίηση της ελληνικής επικράτειας.
Αυτό που ακόμη δεν έχει γίνει κατανοητό στην ΕΕ αλλά και στις ΗΠΑ είναι, ότι η Τουρκία, ανεξάρτητα από την οποιαδήποτε πολιτική της ηγεσία, είναι μια μουσουλμανική και αντιδυτική χώρα. Οι Ρώσοι το γνωρίζουν και επιδιώκουν να το εκμεταλλευτούν. Ας προσέξουν όμως, γιατί την τουρκική μπαμπεσιά με τους S-400 μπορεί να την πληρώσουν από κει που δεν το περιμένουν. 
Οι Γερμανοί με το γνωστό κυνισμό τους, τα απωθημένα που έχουν από τις ήττες των δύο παγκοσμίων πολέμων και υπολογίζοντας τα στενά οικονομικά τους συμφέροντα, στηρίζουν υπογείως μεν αποτελεσματικά δε τους τούρκους. Αν όμως η πολιτιστική μουσουλμανική επέκταση και ο ακραίος ισλαμικός φανατισμός διεισδύσουν στην ΕΕ, όπως μεθοδεύουν οι τούρκοι, ίσως να είναι αργά και γι αυτούς. 
Η μετατροπή του κορυφαίου παγκόσμιου μνημείου πολιτιστικής κληρονομιάς της Άγιας Σοφιάς, σε τζαμί, όπως και της Μονής της Χώρας αποτελούν σαφή δείγματα γραφής του θρησκευτικού μένους που καλλιεργεί ο Ερντογάν.
 Η Τουρκία για να πετύχει τους γεωπολιτικούς στόχους της, διεκδικεί την πρωτοκαθεδρία στον ισλαμικό κόσμο, ώστε ν΄ αυξήσει τη διεθνή επιρροή της, να φοβίσει τους αντιπάλους της και να καταστεί ισότιμος συνομιλητής των μεγάλων δυνάμεων.
Ο Ερντογάν καλλιεργεί το θρησκευτικό μίσος τροφοδοτώντας τον ακραίο ισλαμισμό- τζιχάντ (ιερός πόλεμος). 
Ανέφερε χαρακτηριστικά στην κοινοβουλευτική του ομάδα με αφορμή τα σκίτσα του γαλλικού περιοδικού Charlie Hebdo με τον Μωάμεθ αλλά και τον ίδιο: ’’ Βρισκόμαστε ενώπιον μιας νέας Σταυροφορίας’’! ‘’Οι Ευρωπαίοι είναι βάρβαροι, δολοφόνοι’’! 



Το αποτέλεσμα ήταν άμεσο. Πρόκληση τρομοκρατικών ενεργειών, όπως οι τελευταίες δολοφονικές επιθέσεις των ακραίων ισλαμιστών στη Γαλλία και στην Αυστρία. Κι έπεται συνέχεια, γιατί στην Ευρώπη υπάρχουν χιλιάδες φονταμενταλιστές μουσουλμάνοι. 
Έτσι μέσω της αξιοποίησης του θρησκευτικού φανατισμού ο Ερντογάν επιδιώκει και το αξιακό πλήγμα του ευρωπαϊκού πολιτισμού σε καθιερωμένες αρχές, όπως ο φιλελευθερισμός, τα ανθρώπινα δικαιώματα, οι δημοκρατικές ελευθερίες, ο σεβασμός της ελευθερίας έκφρασης και διατύπωσης της διαφορετικής άποψης. 
Αποσκοπεί ν΄ αναγορευτεί ως ηγέτης του Ισλάμ χρησιμοποιώντας ένα μεγάλο κομμάτι του ισλαμικού κόσμου -κυρίως σουνίτες- ως εργαλείο για την ανασύσταση της, όπως ονειρεύεται, της νέο-Οθωμανικής αυτοκρατορίας. 
Οι υποκριτικές φιλοφρονήσεις περί δήθεν αλληλοβοήθειας εξαιτίας των σεισμών στη Σάμο και στη Σμύρνη, ενώ την επόμενη στιγμή απειλεί με εξόντωση όσους διαφωνούν μαζί του, αποτελούν ένα ακόμη δείγμα, πως ο Ερντογάν κοροϊδεύει τους πάντες.
Τα μηνύματα είναι κραυγαλέα και σαφή. Οι στιγμές είναι ιστορικές. Οι πολιτικές ηγεσίες όχι μόνο του μη μουσουλμανικού κόσμου, αλλά και των μετριοπαθών μουσουλμάνων ας συνειδητοποιήσουν την απειλή κι ας υψώσουν τις ασπίδες προστασίας, που απαιτούνται. 
Οι πρώτες απ΄ αυτές θεωρούμε πως είναι η έγκυρη πληροφόρηση, η ιστορική ενημέρωση και η ευαισθητοποίηση των πολιτών για το σεβασμό των αρχών της ελευθερίας, της Δημοκρατίας και του δικαιώματος διατύπωσης της αντίθετης άποψης.