Σάββατο 02.11.2024 ΚΕΡΚΥΡΑ

Αυλωνίτης: «Όλοι αναμένουν από τη δικαιοσύνη να σβήνει φωτιές»

Αυλωνίτης
23 Ιουλίου 2022 / 12:44

Η εισήγηση του, κατά τη συζήτηση του νομοσχεδίου ίδρυσης Δικαστικής Αστυνομίας

ΑΘΗΝΑ: Στην κατάσταση παρακμής της Δημοκρατίας μας αλλά και στην άσχημη εικόνα της Δικαιοσύνης αναφέρθηκε κατά τη συζήτηση του νομοσχεδίου για την ίδρυση της Δικαστικής Αστυνομίας, ο Εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. Αλέξανδρος Αυλωνίτης.

«Όλοι αναμένουν από τη δικαιοσύνη να σβήνει φωτιές, να εξομαλύνει την κοινωνική ανησυχία και προφανώς να μην επιτρέπει ούτε τη δυσφήμιση της, ούτε και τη διάψευση των κοινωνικών προσδοκιών». Με αφορμή την υπόθεση «Λιγνάδη» αναφέρθηκε στην Ένωση Εισαγγελέων ισχυριζόμενος πως οι θέσεις της δεν μπορούν να είναι υπερασπιστικές μονόπλευρα και μόνον προς όσους θεωρεί αρεστούς. Σημειώνοντας τη μεγάλη καθυστέρηση στην υιοθέτηση της κοινοτικής οδηγίας για τους προστατευόμενους μάρτυρες, υποστήριξε πως η θέσπιση της δικαστικής αστυνομίας πρέπει να στοχεύει στην βελτίωση της απονομής της Δικαιοσύνης και στις συνθήκες γρήγορης και αποτελεσματικής έκδοσης των αποφάσεων. Κατέκρινε την εμμονή της κυβέρνησης στο πρόσωπο των συνταξιούχων δικαστικών για την ηγεσία διαφόρων κρατικών οργάνων ή ανεξάρτητων αρχών, Τέλος υποστήριξε την αναγκαιότητα, η δικαστική αρχή να διευθύνει την υπηρεσία αυτή ως η μόνη αρμόδια και συμπλήρωσε πως δεν υπάρχει καμία πρόβλεψη δαπάνης για το προσωπικό, για υποδομές όπου χρειαστεί αν δεν βρεθούν χώροι στα δικαστικά μέγαρα κ.λπ., ερμηνεύοντας την έλλειψη προγραμματισμού και της συνοχής των νόμων


Ολόκληρο το δελτίο τύπου :

 Στην κατάσταση παρακμής της Δημοκρατίας μας αλλά και στην άσχημη εικόνα της Δικαιοσύνης μετά και τις τελευταίες αποφάσεις της που έχουν ξεσηκώσει ευρεία κοινωνική αντίδραση αναφέρθηκε κατά τη συζήτηση του νομοσχεδίου για την ίδρυση της Δικαστικής Αστυνομίας, ο Εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. Αλέξανδρος Αυλωνίτης στη Διαρκή Επιτροπή Δημόσιας Διοίκησης, Δημόσιας Τάξης και Δικαιοσύνης.

 Σχολιάζοντας τις επίπονες συνθήκες επιβίωσης για το λαό, επισήμανε πως «Όλοι αναμένουν από τη δικαιοσύνη να σβήνει φωτιές, να εξομαλύνει την κοινωνική ανησυχία και προφανώς να μην επιτρέπει ούτε τη δυσφήμιση της, ούτε και τη διάψευση των κοινωνικών προσδοκιών», υπογραμμίζοντας ταυτόχρονα πως υπάρχει μεγάλο πρόβλημα.

 Ο Εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. αναφέρθηκε με αφορμή την υπόθεση «Λιγνάδη» στην τοποθέτηση της Ένωσης των Εισαγγελέων προκειμένου να μην συνεχιστούν τα λαϊκά δικαστήρια των δικαστικών αποφάσεων, ισχυριζόμενος πως οι θέσεις του εν λόγω οργάνου δεν μπορούν να είναι υπερασπιστικές μονόπλευρα και μόνον προς όσους θεωρεί αρεστούς. Παράλληλα, υπερασπίστηκε τις αντιδράσεις των προσβεβλημένων πολιτών που σέβονται και δεν απαξιώνουν, όπως είπε τους θεσμούς του κράτους.

 Ο κ. Αυλωνίτης δεν παρέλειψε να θίξει το οξύμωρο της κυβερνητικής βιασύνης σε ορισμένα νομοσχέδια, αλλά και της σημαντικής καθυστέρησης σε άλλα όπως της κύρωσης της κοινοτικής οδηγίας υπέρ των προστατευμένων μαρτύρων.

 Μιλώντας για τις διατάξεις του νομοσχεδίου είπε πως αποτελεί διαχρονική ανάγκη η θέσπιση της δικαστικής αστυνομίας, ενώ αναφέρθηκε στις ενέργειες της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ και στην προϊστορία του νομικού πλαισίου.

 «Η ίδρυση της Δικαστικής Αστυνομίας, πρέπει να  στοχεύει στην βελτίωση της απονομής της Δικαιοσύνης, τόσο για τους πολίτες όσο και για τους λειτουργούς (δικαστές, εισαγγελείς και δικηγόρους) και τους δικαστικούς υπαλλήλους…Πρέπει να δημιουργήσει συνθήκες γρήγορης και αποτελεσματικής έκδοσης των αποφάσεων» είπε χαρακτηριστικά, ενώ έκανε ιδιαίτερη μνεία στη χρησιμότητα του έργου που προορίζεται για τον πολιτικό της κλάδο.

 Εν συνεχεία, ο κ. Αυλωνίτης κατέκρινε την εμμονή των επιλογών της κυβέρνησης στο πρόσωπο των συνταξιούχων δικαστικών για την ηγεσία διαφόρων κρατικών οργάνων ή ανεξάρτητων αρχών και ζήτησε πιο πειστικές απαντήσεις από τον αρμόδιο Υπουργό.

 Επιπλέον υποστήριξε πως η Δικαστική Αστυνομία θα πρέπει να διευθύνεται από δικαστικό λειτουργό, φέρνοντας ως παράδειγμα και την άποψη της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος για εποπτεία από εισαγγελικό λειτουργό με την παράλληλη λειτουργία της στην έδρα της οικείας Εισαγγελίας. 

 Κλείνοντας την τοποθέτησή του υποστήριξε την αναγκαιότητα η δικαστική αρχή να διευθύνει την υπηρεσία αυτή ως η μόνη αρμόδια, δίδοντας βαρύτητα στην άποψη των φορέων που θα κατατεθεί, ενώ συμπλήρωσε πως στο νομοσχέδιο δεν υπάρχει καμία πρόβλεψη  δαπάνης για το προσωπικό, για υποδομές όπου χρειαστεί αν δεν βρεθούν χώροι στα δικαστικά  μέγαρα  κ.λπ., ερμηνεύοντας την έλλειψη προγραμματισμού και της συνοχής των νόμων.