Κέρκυρα: Μεγάλωσαν σαν δικά τους μωρά τα νεογέννητα γατιά που βρήκαν πεταμένα σε σακούλα! (video)
Γατάκια
25 Ιουλίου 2021
/ 23:23
Η δική τους ιστορία ζωής θα μπορούσε να έχει τίτλο «My family and other animals»
Συνέντευξη: Χριστίνα Γκερέκου
ΚΕΡΚΥΡΑ. Το κλάμα έγινε ανυπομονησία, μετά εμπιστοσύνη, μετά γουργούρισμα. Έτσι κύλισε ο πρώτος μήνας της ζωής των νεογέννητων γατιών, που είχαν ελάχιστες πιθανότητες να επιβιώσουν την ημέρα που τα πήραν στη γέννα, τα έκλεισαν μέσα σε μια πλαστική σακούλα και τα πέταξαν από το αυτοκίνητο σε ένα χαντάκι του δρόμου. Ναι, υπάρχουν και τέτοιοι …φιλόζωοι.
Και υπάρχουν και οι άλλοι. Σαν τον Τάκη και την Έλενα. Γι αυτούς η εναλλαγή των συναισθημάτων ήταν διαφορετική. Πρώτα εξοργίστηκαν, μετά ένιωσαν απόγνωση και τέλος ήρθε και κουλουριάστηκε επάνω τους μια απέραντη, χνουδωτή τρυφερότητα.
Το ζευγάρι δικηγόρων από την Αθήνα, με κερκυραϊκές ρίζες, βρήκε τη σφιχτοδεμένη σακούλα κοντά στο φράχτη του μικρού τους εξοχικού. Από τη στιγμή που άνοιξαν τη σακούλα και είδαν τα τέσσερα νεογέννητα, με το λώρο ακόμα, η συνέχεια είχε περίπου γραφτεί. Δεν κατάφεραν να βρουν γατομαμά για να τα θηλάσει, βρήκαν όμως στο εμπόριο μητρικό γάλα σε σκόνη, αγόρασαν και ένα μικροσκοπικό μπιμπερό και ξεκίνησαν την επιχείρηση διάσωσης. Γνωρίζοντας εκ των προτέρων ότι δεν θα μπορέσουν να υιοθετήσουν κανένα από αυτά.
Κάπως έτσι οι καλοκαιρινές διακοπές τους μπήκαν πλέον στο πρόγραμμα των μωρών. Φτιάχνουν το γάλα με τον δοσομετρητή, ρυθμίζουν τη θερμοκρασία στους 37 βαθμούς και ταΐζουν τα ψιψίνια κάθε τρεις ώρες. Και το βράδυ βάζουν ξυπνητήρι για να τα ξαναταΐσουν, να τα καθαρίσουν, να αλλάξουν την πάνα. Όταν χρειαστεί να βγουν, δεν απομακρύνονται κι αν πλησιάζει το τρίωρο, κάθονται σε ...αναμμένα κάρβουνα.
Μήπως όλα αυτά είναι υπερβολή; τους ρώτησε ένας φίλος. Ο Τάκης, ο συνεπέστερος γατομπαμπάς του πλανήτη, μειδιά. Καταλαβαίνει ότι δεν μπορούν όλοι να κατανοήσουν την αφοσίωσή τους. «Είμαστε φτιαγμένοι έτσι, τι να κάνουμε;» Αγαπούν τα ζώα όσο και τους ανθρώπους και είναι σαν το σύμπαν να συνωμοτεί για να διασταυρώνονται οι δρόμοι τους. Δεν έχει γίνει και λίγες φορές άλλωστε.
Ξεκίνησαν να θυμούνται παρόμοιες περιπτώσεις ζώων που έχουν σώσει. Σκαλίζοντας τη μνήμη τους, άρχισαν να έρχονται στην επιφάνεια ένα σωρό ανάλογες ιστορίες. «Θυμάσαι Τάκη τότε που…» κι ύστερα «Το άλλο το ξέχασες;». Χάσαμε το μέτρημα τελικά.
Τα γατάκια επέζησαν και όπου να΄ναι θα ξεκινήσουν να τρώνε. «Νιώθω πολύ υπερήφανη!» λέει η Έλενα και λάμπει. Αμέσως μετά σκοτεινιάζει. Τώρα ποιος θα τα υιοθετήσει; Εμείς πρέπει να γυρίσουμε στην Αθήνα, έχουμε τρία ζώα στο διαμέρισμα...
Το γράμμα των γατιών (όπως το υπαγόρευσαν στον Τάκη)
Ήταν 2 Ιουλίου 2021 το πρωί που γεννήθηκα εγώ και τα τρια μου αδέλφια. Την μητέρα μου δεν πρόλαβα να τη δω. Ο αφεντικός του σπιτιού που γεννήθηκα θεώρησε καλύτερο για μένα να μην την γνωρίσω, ούτε αυτήν ούτε την ΖΩΗ. Ήταν πολύ καλός «άνθρωπος». ΑΛΗΤΗ νομίζω τον έλεγαν, όχι… ΚΤΗΝΟΣ, όχι... κάτι άλλο από Μ που δεν θυμάμαι τώρα, όοοο δεν έχει και πολλή σημασία. Και νομίζω ότι έκανε το καλύτερο για μένα. Θα πρέπει να με αγαπούσε πολύ! Ωραίος «άνθρωπος» και με αισθήματα.
Με «φρόντισε» πολύ, με έβαλε μαζί με τα αδέλφια μου, με μεγάλη προσοχή είναι αλήθεια, μαζί με τα αίματα και τον ομφάλιο λώρο της γέννας μας, σε μία ωραία πλαστική σακούλα του supermarket (δεν θυμάμαι ποιού), την έδεσε καλά για να μην κρυώνουμε (είχε μόλις 40 βαθμούς έξω) και σε μια στροφή του δρόμου μας έκανε το πρώτο μάθημα αεροπτερισμού, ή όπως το λένε οι αλλιώς οι «άνθρωποι» «πετάματος». Προσγειωθήκαμε σε κάτι χόρτα κάτω από μια ελιά. Δίπλα είχε φίδια, πόντικες και κάτι ζουζούνια. Χαρήκαμε γιατί λέγαμε ότι θα είχαμε και «παρέα» στην παιδική χαρά που μας πήγε αυτός ο άγιος «άνθρωπος». Και δεν λάθεψε.
Τα αδέλφια μου που δεν είχαν καταλάβει ακόμη την τύχη μας άρχισαν σαν χαζά να φωνάζουν, να βγάζουν την γλώσσα έξω και να προσπαθούν να πάρουν παραπάνω αέρα από αυτόν που μας αναλογούσε. Και τότε ήρθε ο «ηλίθιος» και μας τάραξε την ησυχία μας λίγο πριν αυτή γίνει παντοτινή και ησυχάσουμε όλοι. Αν δεν φωνάζαμε με τα αδέλφια μου από την χαρά μας δεν θα μας είχε ακούσει και θα είχαμε γλυτώσει. Ο χαζός έσκισε αυτήν την ωραία σακούλα μας και μάς πήρε μαζί του σπίτι του. Δεν ήξερα τους σκοπούς του και ήμουν επιφυλακτικό.
Δεν είχε καταλάβει ο βλάκας ότι μας είχαν πετάξει για το καλό μας και ήθελε σώνει και καλά να μας «σώσει» όπως έλεγε. Και έβαλε και την γυναίκα του μαζί και ορκίστηκαν να μας ταλαιπωρήσουν. Πήγαν πήραν κάποιο γάλα που έμοιαζε με της Μαμάς και βάλθηκαν να μας ταϊζουν με το στανιό. Κάτσαμε… τι να κάνουμε; Ο τύπος είναι σκέτη ταλαιπωρία. Ερχόταν και μας ξύπναγε κάθε 2-3 ώρες και μας τάιζε με το ζόρι. Έ, τι να κάνουμε κι΄εμείς, τρώγαμε αναγκαστικά. Αυτή η δουλειά πάει τώρα 20 ημέρες και αυτός συνεχίζει το ίδιο βιολί και εμείς την ίδια ταλαιπωρία. Τρώμε, τρώμε, τρώμε… Νομίζω ότι έχω παχύνει αρκετά, δεν θα μπορώ να βγώ στην παραλία. Ποιος θα με κοιτάξει αν γίνω χοντρό;
Και άρχισαν να μας ακουμπάνε παντού, σε όλο μας το σώμα. «Χάδι» δήθεν μου το λέγανε. Δεν ξέρω γιατί μας το κάνουν αυτό αλλά είναι ωραίο, χαλαρωτικό και μας αρέσει. Νομίζω θα τους επιτρέψω να το συνεχίσουν. Αλλά δεν έφτανε μόνο αυτό, η γυναίκα του ανόητου μας έβγαλε και κάτι σαχλά ονόματα: «Ασπραυτιάς», «Μαυραυτιάς», «Ασπρομούρα» και «Γκριζάκι». Πού τα σκέφτηκαν άραγε; Τάχα μου λέει …προσωρινά για να μας ξεχωρίζουν στο φαγητό. Να δω τι άλλο θα μας κάνουν.
Γι’ αυτό σας λέω. Θέλουμε να φύγουμε από αυτούς τους ανθρώπους. Θέλουμε ένα σπίτι καινούργιο, ξεχωριστά δωμάτια και δυο ανθρώπους της προκοπής, να μας αγαπάνε. Να μας δίνουν λίγο φαγητό, όχι πολύ και μας μπουκώνουν. Να μας δίνουν και απ΄ αυτό το «χάδι» που μας αρέσει. Πολύ από αυτό το «χάδι», δεν θα πούμε όχι.
Και μπορούμε να ανταποδώσουμε στο πολλαπλάσιο. Με έναν όρο όμως: Να μας βρείτε ένα όνομα της προκοπής γιατί με αυτά τα «προσωρινά» δεν θα κάνουμε ποτέ καριέρα. Μας θέλετε; Γιατί εμείς σας θέλουμε πολύ. Έστω και αν χάσαμε εκείνον τον καλό «άνθρωπο» που μας βοήθησε στα πρώτα μας βήματα εκείνο το πρωί στις 2 Ιουλίου 2021. Δεν έχω κινητό τηλέφωνο γι’ αυτό θα σας δώσω του ηλίθιου αν θέλετε να επικοινωνήσετε. Είναι: 6973040305 νομίζω Τάκη τον λένε. Και την γυναίκα του Έλενα.
ΚΕΡΚΥΡΑ. Το κλάμα έγινε ανυπομονησία, μετά εμπιστοσύνη, μετά γουργούρισμα. Έτσι κύλισε ο πρώτος μήνας της ζωής των νεογέννητων γατιών, που είχαν ελάχιστες πιθανότητες να επιβιώσουν την ημέρα που τα πήραν στη γέννα, τα έκλεισαν μέσα σε μια πλαστική σακούλα και τα πέταξαν από το αυτοκίνητο σε ένα χαντάκι του δρόμου. Ναι, υπάρχουν και τέτοιοι …φιλόζωοι.
Και υπάρχουν και οι άλλοι. Σαν τον Τάκη και την Έλενα. Γι αυτούς η εναλλαγή των συναισθημάτων ήταν διαφορετική. Πρώτα εξοργίστηκαν, μετά ένιωσαν απόγνωση και τέλος ήρθε και κουλουριάστηκε επάνω τους μια απέραντη, χνουδωτή τρυφερότητα.
Το ζευγάρι δικηγόρων από την Αθήνα, με κερκυραϊκές ρίζες, βρήκε τη σφιχτοδεμένη σακούλα κοντά στο φράχτη του μικρού τους εξοχικού. Από τη στιγμή που άνοιξαν τη σακούλα και είδαν τα τέσσερα νεογέννητα, με το λώρο ακόμα, η συνέχεια είχε περίπου γραφτεί. Δεν κατάφεραν να βρουν γατομαμά για να τα θηλάσει, βρήκαν όμως στο εμπόριο μητρικό γάλα σε σκόνη, αγόρασαν και ένα μικροσκοπικό μπιμπερό και ξεκίνησαν την επιχείρηση διάσωσης. Γνωρίζοντας εκ των προτέρων ότι δεν θα μπορέσουν να υιοθετήσουν κανένα από αυτά.
Κάπως έτσι οι καλοκαιρινές διακοπές τους μπήκαν πλέον στο πρόγραμμα των μωρών. Φτιάχνουν το γάλα με τον δοσομετρητή, ρυθμίζουν τη θερμοκρασία στους 37 βαθμούς και ταΐζουν τα ψιψίνια κάθε τρεις ώρες. Και το βράδυ βάζουν ξυπνητήρι για να τα ξαναταΐσουν, να τα καθαρίσουν, να αλλάξουν την πάνα. Όταν χρειαστεί να βγουν, δεν απομακρύνονται κι αν πλησιάζει το τρίωρο, κάθονται σε ...αναμμένα κάρβουνα.
Μήπως όλα αυτά είναι υπερβολή; τους ρώτησε ένας φίλος. Ο Τάκης, ο συνεπέστερος γατομπαμπάς του πλανήτη, μειδιά. Καταλαβαίνει ότι δεν μπορούν όλοι να κατανοήσουν την αφοσίωσή τους. «Είμαστε φτιαγμένοι έτσι, τι να κάνουμε;» Αγαπούν τα ζώα όσο και τους ανθρώπους και είναι σαν το σύμπαν να συνωμοτεί για να διασταυρώνονται οι δρόμοι τους. Δεν έχει γίνει και λίγες φορές άλλωστε.
Ξεκίνησαν να θυμούνται παρόμοιες περιπτώσεις ζώων που έχουν σώσει. Σκαλίζοντας τη μνήμη τους, άρχισαν να έρχονται στην επιφάνεια ένα σωρό ανάλογες ιστορίες. «Θυμάσαι Τάκη τότε που…» κι ύστερα «Το άλλο το ξέχασες;». Χάσαμε το μέτρημα τελικά.
Τα γατάκια επέζησαν και όπου να΄ναι θα ξεκινήσουν να τρώνε. «Νιώθω πολύ υπερήφανη!» λέει η Έλενα και λάμπει. Αμέσως μετά σκοτεινιάζει. Τώρα ποιος θα τα υιοθετήσει; Εμείς πρέπει να γυρίσουμε στην Αθήνα, έχουμε τρία ζώα στο διαμέρισμα...
Το γράμμα των γατιών (όπως το υπαγόρευσαν στον Τάκη)
Ήταν 2 Ιουλίου 2021 το πρωί που γεννήθηκα εγώ και τα τρια μου αδέλφια. Την μητέρα μου δεν πρόλαβα να τη δω. Ο αφεντικός του σπιτιού που γεννήθηκα θεώρησε καλύτερο για μένα να μην την γνωρίσω, ούτε αυτήν ούτε την ΖΩΗ. Ήταν πολύ καλός «άνθρωπος». ΑΛΗΤΗ νομίζω τον έλεγαν, όχι… ΚΤΗΝΟΣ, όχι... κάτι άλλο από Μ που δεν θυμάμαι τώρα, όοοο δεν έχει και πολλή σημασία. Και νομίζω ότι έκανε το καλύτερο για μένα. Θα πρέπει να με αγαπούσε πολύ! Ωραίος «άνθρωπος» και με αισθήματα.
Με «φρόντισε» πολύ, με έβαλε μαζί με τα αδέλφια μου, με μεγάλη προσοχή είναι αλήθεια, μαζί με τα αίματα και τον ομφάλιο λώρο της γέννας μας, σε μία ωραία πλαστική σακούλα του supermarket (δεν θυμάμαι ποιού), την έδεσε καλά για να μην κρυώνουμε (είχε μόλις 40 βαθμούς έξω) και σε μια στροφή του δρόμου μας έκανε το πρώτο μάθημα αεροπτερισμού, ή όπως το λένε οι αλλιώς οι «άνθρωποι» «πετάματος». Προσγειωθήκαμε σε κάτι χόρτα κάτω από μια ελιά. Δίπλα είχε φίδια, πόντικες και κάτι ζουζούνια. Χαρήκαμε γιατί λέγαμε ότι θα είχαμε και «παρέα» στην παιδική χαρά που μας πήγε αυτός ο άγιος «άνθρωπος». Και δεν λάθεψε.
Τα αδέλφια μου που δεν είχαν καταλάβει ακόμη την τύχη μας άρχισαν σαν χαζά να φωνάζουν, να βγάζουν την γλώσσα έξω και να προσπαθούν να πάρουν παραπάνω αέρα από αυτόν που μας αναλογούσε. Και τότε ήρθε ο «ηλίθιος» και μας τάραξε την ησυχία μας λίγο πριν αυτή γίνει παντοτινή και ησυχάσουμε όλοι. Αν δεν φωνάζαμε με τα αδέλφια μου από την χαρά μας δεν θα μας είχε ακούσει και θα είχαμε γλυτώσει. Ο χαζός έσκισε αυτήν την ωραία σακούλα μας και μάς πήρε μαζί του σπίτι του. Δεν ήξερα τους σκοπούς του και ήμουν επιφυλακτικό.
Δεν είχε καταλάβει ο βλάκας ότι μας είχαν πετάξει για το καλό μας και ήθελε σώνει και καλά να μας «σώσει» όπως έλεγε. Και έβαλε και την γυναίκα του μαζί και ορκίστηκαν να μας ταλαιπωρήσουν. Πήγαν πήραν κάποιο γάλα που έμοιαζε με της Μαμάς και βάλθηκαν να μας ταϊζουν με το στανιό. Κάτσαμε… τι να κάνουμε; Ο τύπος είναι σκέτη ταλαιπωρία. Ερχόταν και μας ξύπναγε κάθε 2-3 ώρες και μας τάιζε με το ζόρι. Έ, τι να κάνουμε κι΄εμείς, τρώγαμε αναγκαστικά. Αυτή η δουλειά πάει τώρα 20 ημέρες και αυτός συνεχίζει το ίδιο βιολί και εμείς την ίδια ταλαιπωρία. Τρώμε, τρώμε, τρώμε… Νομίζω ότι έχω παχύνει αρκετά, δεν θα μπορώ να βγώ στην παραλία. Ποιος θα με κοιτάξει αν γίνω χοντρό;
Και άρχισαν να μας ακουμπάνε παντού, σε όλο μας το σώμα. «Χάδι» δήθεν μου το λέγανε. Δεν ξέρω γιατί μας το κάνουν αυτό αλλά είναι ωραίο, χαλαρωτικό και μας αρέσει. Νομίζω θα τους επιτρέψω να το συνεχίσουν. Αλλά δεν έφτανε μόνο αυτό, η γυναίκα του ανόητου μας έβγαλε και κάτι σαχλά ονόματα: «Ασπραυτιάς», «Μαυραυτιάς», «Ασπρομούρα» και «Γκριζάκι». Πού τα σκέφτηκαν άραγε; Τάχα μου λέει …προσωρινά για να μας ξεχωρίζουν στο φαγητό. Να δω τι άλλο θα μας κάνουν.
Γι’ αυτό σας λέω. Θέλουμε να φύγουμε από αυτούς τους ανθρώπους. Θέλουμε ένα σπίτι καινούργιο, ξεχωριστά δωμάτια και δυο ανθρώπους της προκοπής, να μας αγαπάνε. Να μας δίνουν λίγο φαγητό, όχι πολύ και μας μπουκώνουν. Να μας δίνουν και απ΄ αυτό το «χάδι» που μας αρέσει. Πολύ από αυτό το «χάδι», δεν θα πούμε όχι.
Και μπορούμε να ανταποδώσουμε στο πολλαπλάσιο. Με έναν όρο όμως: Να μας βρείτε ένα όνομα της προκοπής γιατί με αυτά τα «προσωρινά» δεν θα κάνουμε ποτέ καριέρα. Μας θέλετε; Γιατί εμείς σας θέλουμε πολύ. Έστω και αν χάσαμε εκείνον τον καλό «άνθρωπο» που μας βοήθησε στα πρώτα μας βήματα εκείνο το πρωί στις 2 Ιουλίου 2021. Δεν έχω κινητό τηλέφωνο γι’ αυτό θα σας δώσω του ηλίθιου αν θέλετε να επικοινωνήσετε. Είναι: 6973040305 νομίζω Τάκη τον λένε. Και την γυναίκα του Έλενα.