Καταστολή της βίας ή της ελευθερίας;
Επτανησιακή Πρωτοβουλία
03 Φεβρουαρίου 2021
/ 17:23
ΚΕΡΚΥΡΑ (ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ ΕΠΤΑΝΗΣΙΑΚΗΣ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑΣ). Τα ακραία περιστατικά που λαμβάνουν χώρα στα Πανεπιστημιακά μας Ιδρύματα
εδώ και δεκαετίες, έχουν δημιουργήσει σε πολλούς την στρεβλή εντύπωση ότι τα Πανεπιστήμια είναι έννοια σύμφυτη με τον τρόμο και την ανομία.
Η παρουσία της αστυνομίας όμως, με κανέναν τρόπο δε διασφαλίζει την εύρυθμη λειτουργία και προστασία των Ανώτατων Ιδρυμάτων και δεν συνάδει με την έννοια του Πανεπιστημιακού Ασύλου. Αντιθέτως υπάρχει σοβαρός κίνδυνος να ενταθεί το πρόβλημα της παραβατικότητας, καθώς η μόνιμη παρουσία ομάδων καταστολής μπορεί να πυροδοτήσει έκτροπα και ακραίες συμπεριφορές, ενώ ταυτόχρονα οδηγεί στην ταυτοποίηση των Πανεπιστημίων ως ορμητηρίων ταραχοποιών στοιχείων.
Το πρόβλημα δεν αντιμετωπίζεται με βεβιασμένες λύσεις που υπολείπονται σχεδιασμού και ασφαλούς εφαρμογής. Προφανώς απαιτείται ενδελεχής έρευνα και ανάλυση των φαινομένων βίας και καταστροφών δημόσιας περιουσίας, τα οποία δεν σχετίζονται ευρύτερα με την φοιτητική κοινότητα.
Τα Πανεπιστήμια είναι εξ’ ορισμού χώροι δημιουργίας, μέσα στους οποίους γεννιέται η Ελευθερία της έκφρασης και προετοιμάζουν τους νέους ανθρώπους για την ένταξη τους στον επαγγελματικό στίβο, συμβάλλουν στην πολιτικοποίηση τους, μέσα από κοινωνικές, πνευματικές και ηθικές ζυμώσεις. Οι υγιείς κοινωνίες πρέπει να αξιώνουν τα Πανεπιστημιακά Ιδρύματα ως χώρους ελεύθερης διακίνησης ιδεών και όχι ως “αγορά” παράνομης διακίνησης ουσιών.
Ακόμη και η ίδια η αστυνομία, μέσω του συνδικαλιστικού της οργάνου, έχει ταχθεί απέναντι στην πρόταση του συγκεκριμένου νομοσχεδίου, συνεπώς η εμμονή της κυβέρνησης προκαλεί δεύτερες σκέψεις και ερωτήματα. Κανένας δεν μπορεί να εγγυηθεί την τήρηση των ορίων και την εκτέλεση καθήκοντος χωρίς προκλητικές υπερβάσεις και κατάχρηση αξιώματος.
Σε αυτήν τη χώρα πρέπει επιτέλους να μάθουμε να θεραπεύουμε το πρόβλημα, αντί να επιλέγουμε μεθόδους ακρωτηριασμού και παροπλισμού των παραγωγικών, δημιουργικών και ελπιδοφόρων κυττάρων της κοινωνίας μας.
Η παρουσία της αστυνομίας όμως, με κανέναν τρόπο δε διασφαλίζει την εύρυθμη λειτουργία και προστασία των Ανώτατων Ιδρυμάτων και δεν συνάδει με την έννοια του Πανεπιστημιακού Ασύλου. Αντιθέτως υπάρχει σοβαρός κίνδυνος να ενταθεί το πρόβλημα της παραβατικότητας, καθώς η μόνιμη παρουσία ομάδων καταστολής μπορεί να πυροδοτήσει έκτροπα και ακραίες συμπεριφορές, ενώ ταυτόχρονα οδηγεί στην ταυτοποίηση των Πανεπιστημίων ως ορμητηρίων ταραχοποιών στοιχείων.
Το πρόβλημα δεν αντιμετωπίζεται με βεβιασμένες λύσεις που υπολείπονται σχεδιασμού και ασφαλούς εφαρμογής. Προφανώς απαιτείται ενδελεχής έρευνα και ανάλυση των φαινομένων βίας και καταστροφών δημόσιας περιουσίας, τα οποία δεν σχετίζονται ευρύτερα με την φοιτητική κοινότητα.
Τα Πανεπιστήμια είναι εξ’ ορισμού χώροι δημιουργίας, μέσα στους οποίους γεννιέται η Ελευθερία της έκφρασης και προετοιμάζουν τους νέους ανθρώπους για την ένταξη τους στον επαγγελματικό στίβο, συμβάλλουν στην πολιτικοποίηση τους, μέσα από κοινωνικές, πνευματικές και ηθικές ζυμώσεις. Οι υγιείς κοινωνίες πρέπει να αξιώνουν τα Πανεπιστημιακά Ιδρύματα ως χώρους ελεύθερης διακίνησης ιδεών και όχι ως “αγορά” παράνομης διακίνησης ουσιών.
Ακόμη και η ίδια η αστυνομία, μέσω του συνδικαλιστικού της οργάνου, έχει ταχθεί απέναντι στην πρόταση του συγκεκριμένου νομοσχεδίου, συνεπώς η εμμονή της κυβέρνησης προκαλεί δεύτερες σκέψεις και ερωτήματα. Κανένας δεν μπορεί να εγγυηθεί την τήρηση των ορίων και την εκτέλεση καθήκοντος χωρίς προκλητικές υπερβάσεις και κατάχρηση αξιώματος.
Σε αυτήν τη χώρα πρέπει επιτέλους να μάθουμε να θεραπεύουμε το πρόβλημα, αντί να επιλέγουμε μεθόδους ακρωτηριασμού και παροπλισμού των παραγωγικών, δημιουργικών και ελπιδοφόρων κυττάρων της κοινωνίας μας.