Αξιολόγηση Ιονίου: Μια «αυτοψία» που άργησε...τρία χρόνια
Ιόνιο Πανεπιστήμιο
10 Ιουνίου 2016
/ 10:18
ΚΕΡΚΥΡΑ. Ολοκληρώνεται χωρίς απρόοπτα το έργο της 5μελούς επιτροπής εξωτερικής αξιολόγησης της ΑΔΙΠ (Αρχή Διασφάλισης και Πιστοποίησης Ποιότητας στην Ανώτατη Εκπαίδευση) στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο.
ΚΕΡΚΥΡΑ. Αποτελούμενη από Έλληνες καθηγητές (Θες/νίκη) και Έλληνες καθηγητές του εξωτερικού (Γαλλία, Ελβετία, Γερμανία) η επιτροπή ξεκίνησε τις εργασίες της την Δευτέρα 6/6.
Η διαδικασία αξιολόγησης
Σύμφωνα με τον αναπληρωτή πρόεδρο του Συμβουλίου του Ιονίου Νίκο Κανελλόπουλο, το πρώτο στάδιο της quality assurance, διαδικασίας διασφάλισης ποιότητας επί το ορθότερον, ήταν η αξιολόγηση των σχολών, η οποία ολοκληρώθηκε το 2013 (διαθέσιμη στο http://www.adip.gr/ ). Ωστόσο, εσωτερικές ανακατατάξεις, έλλειψη χρημάτων και πολιτικές αλλαγές δεν επέτρεψαν το επόμενο βήμα, δηλαδή την αξιολόγηση του ιδρύματος ως σύνολο. Τρία χρόνια αργότερα, και μετά την υποβολή της εσωτερικής αξιολόγησης του Ιονίου, η επιτροπή της ΑΔΙΠ είναι εδώ για…την αυτοψία, για να βεβαιώσει εν προκειμένω την ακρίβεια και αντικειμενικότητα όσων κατατέθηκαν. Στη συνέχεια, θα συνταχθεί έκθεση, την οποία θα λάβει το ίδρυμα και θα έχει το δικαίωμα να απαντήσει με διευκρινίσεις μέσα σε λιγότερο από ένα μήνα. Η τελική έκθεση θα περιλαμβάνει προτάσεις βελτίωσης και παρατηρήσεις, τις οποίες το ίδρυμα καλείται να υιοθετήσει. Τα αποτελέσματα της έκθεσης αναρτώνται στο διαδίκτυο και διατίθενται σε ιδιωτικούς και δημόσιους φορείς κατάταξης πανεπιστημίων του εξωτερικού.
Πώς μας προέκυψε η ΑΔΙΠ
Πρόκειται για ένα αυτόνομο διοικητικά σώμα το οποίο εποπτεύεται από το Υπουργείο Παιδείας και αποτελεί απόρροια των συναντήσεων των υπουργών παιδείας της ΕΕ στη Μπολόνια (Διακήρυξη της Μπολόνια, 1999) και στο Βερολίνο (2003). Σκοπός εκείνων των αποφάσεων ήταν η δημιουργία ενός ενιαίου ευρωπαϊκού χώρου Ανώτατης Εκπαίδευσης για τη διευκόλυνση της κινητικότητας των φοιτητών. Παράλληλος στόχος ήταν να ξεπεραστεί το εμπόδιο της ανομοιογένειας των ιδρυμάτων ως προς τη διοίκηση, τη λειτουργία αλλά και την ακαδημαϊκή ιεραρχία. Ένας από τους κρίκους εκείνης της αλυσίδας αποφάσεων ήταν και η αξιολόγηση των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων. Έτσι λοιπόν, με κάποια καθυστέρηση, το 2011 αναλαμβάνει δράση η ΑΔΙΠ, αρμοδιότητα της οποίας είναι η διαμόρφωση των κριτηρίων και των δεικτών αξιολόγησης αλλά και της μεθοδολογίας και της διαδικασίας πιστοποίησης.
Ο Αντίλογος
Αντίθετη στη Διακήρυξη της Μπολόνια και των αποτελεσμάτων της είναι η ομάδα Coimbra που αποτελείται από ιστορικά πανεπιστήμια της Ευρώπης (Οξφόρδη, Κέμπριτζ, Γρανάδα, Εδιμβούργο, Μονπελιέ, Γενεύη, Ουπσάλα κ.α). Η Coimbra έχει εκφράσει ανησυχίες για τα μακροπρόθεσμα αποτελέσματα του κοινού συστήματος αξιολόγησης σπουδών και πτυχίων, γνωστό ως ECTS (European Credit Transfer System), το οποίο θα οδηγήσει, όπως λένε, τους επιστήμονες σε μία ταχύρρυθμη εκπαίδευση δεξιοτήτων και συλλογής «πόντων». Επίσης, εξαιτίας της διεθνούς οικονομικής κρίσης, η όποια οικονομική ενίσχυση (ιδιωτική ή δημόσια) της ανώτατης εκπαίδευσης προσανατολίζεται κυρίως σε τομείς που μπορούν να προωθήσουν άμεσα την οικονομική πρόοδο, και εδώ μιλάμε σαφώς για την εφαρμοσμένη έρευνα. Πρακτικά, αυτό σημαίνει ότι κατά την αξιολόγηση αντίστοιχες σχολές έχουν συνήθως να επιδείξουν μεγαλύτερο ερευνητικό έργο, γεγονός που δύναται να λειτουργήσει σε βάρος των ανθρωπιστικών επιστημών.
Η διαδικασία αξιολόγησης
Σύμφωνα με τον αναπληρωτή πρόεδρο του Συμβουλίου του Ιονίου Νίκο Κανελλόπουλο, το πρώτο στάδιο της quality assurance, διαδικασίας διασφάλισης ποιότητας επί το ορθότερον, ήταν η αξιολόγηση των σχολών, η οποία ολοκληρώθηκε το 2013 (διαθέσιμη στο http://www.adip.gr/ ). Ωστόσο, εσωτερικές ανακατατάξεις, έλλειψη χρημάτων και πολιτικές αλλαγές δεν επέτρεψαν το επόμενο βήμα, δηλαδή την αξιολόγηση του ιδρύματος ως σύνολο. Τρία χρόνια αργότερα, και μετά την υποβολή της εσωτερικής αξιολόγησης του Ιονίου, η επιτροπή της ΑΔΙΠ είναι εδώ για…την αυτοψία, για να βεβαιώσει εν προκειμένω την ακρίβεια και αντικειμενικότητα όσων κατατέθηκαν. Στη συνέχεια, θα συνταχθεί έκθεση, την οποία θα λάβει το ίδρυμα και θα έχει το δικαίωμα να απαντήσει με διευκρινίσεις μέσα σε λιγότερο από ένα μήνα. Η τελική έκθεση θα περιλαμβάνει προτάσεις βελτίωσης και παρατηρήσεις, τις οποίες το ίδρυμα καλείται να υιοθετήσει. Τα αποτελέσματα της έκθεσης αναρτώνται στο διαδίκτυο και διατίθενται σε ιδιωτικούς και δημόσιους φορείς κατάταξης πανεπιστημίων του εξωτερικού.
Πώς μας προέκυψε η ΑΔΙΠ
Πρόκειται για ένα αυτόνομο διοικητικά σώμα το οποίο εποπτεύεται από το Υπουργείο Παιδείας και αποτελεί απόρροια των συναντήσεων των υπουργών παιδείας της ΕΕ στη Μπολόνια (Διακήρυξη της Μπολόνια, 1999) και στο Βερολίνο (2003). Σκοπός εκείνων των αποφάσεων ήταν η δημιουργία ενός ενιαίου ευρωπαϊκού χώρου Ανώτατης Εκπαίδευσης για τη διευκόλυνση της κινητικότητας των φοιτητών. Παράλληλος στόχος ήταν να ξεπεραστεί το εμπόδιο της ανομοιογένειας των ιδρυμάτων ως προς τη διοίκηση, τη λειτουργία αλλά και την ακαδημαϊκή ιεραρχία. Ένας από τους κρίκους εκείνης της αλυσίδας αποφάσεων ήταν και η αξιολόγηση των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων. Έτσι λοιπόν, με κάποια καθυστέρηση, το 2011 αναλαμβάνει δράση η ΑΔΙΠ, αρμοδιότητα της οποίας είναι η διαμόρφωση των κριτηρίων και των δεικτών αξιολόγησης αλλά και της μεθοδολογίας και της διαδικασίας πιστοποίησης.
Ο Αντίλογος
Αντίθετη στη Διακήρυξη της Μπολόνια και των αποτελεσμάτων της είναι η ομάδα Coimbra που αποτελείται από ιστορικά πανεπιστήμια της Ευρώπης (Οξφόρδη, Κέμπριτζ, Γρανάδα, Εδιμβούργο, Μονπελιέ, Γενεύη, Ουπσάλα κ.α). Η Coimbra έχει εκφράσει ανησυχίες για τα μακροπρόθεσμα αποτελέσματα του κοινού συστήματος αξιολόγησης σπουδών και πτυχίων, γνωστό ως ECTS (European Credit Transfer System), το οποίο θα οδηγήσει, όπως λένε, τους επιστήμονες σε μία ταχύρρυθμη εκπαίδευση δεξιοτήτων και συλλογής «πόντων». Επίσης, εξαιτίας της διεθνούς οικονομικής κρίσης, η όποια οικονομική ενίσχυση (ιδιωτική ή δημόσια) της ανώτατης εκπαίδευσης προσανατολίζεται κυρίως σε τομείς που μπορούν να προωθήσουν άμεσα την οικονομική πρόοδο, και εδώ μιλάμε σαφώς για την εφαρμοσμένη έρευνα. Πρακτικά, αυτό σημαίνει ότι κατά την αξιολόγηση αντίστοιχες σχολές έχουν συνήθως να επιδείξουν μεγαλύτερο ερευνητικό έργο, γεγονός που δύναται να λειτουργήσει σε βάρος των ανθρωπιστικών επιστημών.