Πρώτες σκέψεις για το σχέδιο Τραμπ και την αντίδραση της Χαμάς

‘Όταν γράφονταν αυτές οι γραμμές, πολλά καίρια σημεία παρέμεναν ανοιχτά και ο δρόμος προς την ειρήνευση διαγράφονταν αβέβαιος και ναρκοθετημένος.
Παράθυρο ελπίδας για τον τερματισμό της εξελισσόμενης τραγωδίας στη Γάζα άνοιξαν οι θεαματικές εξελίξεις του τελευταίου διήμερου. Αργά το βράδυ της Παρασκευής η Χαμάς αποδέχθηκε με ανακοίνωσή της σημαντικά στοιχεία του ειρηνευτικού σχεδίου Τραμπ: την άμεση απελευθέρωση των τελευταίων 48 Ισραηλινών ομήρων (από τους οποίους εκτιμάται ότι 20 είναι παραμένουν εν ζωή) με αντάλλαγμα την απελευθέρωση περίπου 2000 Παλαιστινίων κρατουμένων, συμπεριλαμβανομένων 250 μαχητών καταδικασμένων σε ισόβια κάθειρξη· και την παράδοση της εξουσίας σε μια επιτροπή ανεξάρτητων Παλαιστινίων τεχνοκρατών.
Αν και η οργάνωση τόνισε ότι άλλα, ουσιώδη στοιχεία του σχεδίου Τραμπ δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτά και χρήζουν επαναδιαπραγμάτευσης, ο Αμερικανός πρόεδρος έσπευσε, με ανάρτησή του στο Truth Social, να χαιρετίσει την τοποθέτησή της, εκτιμώντας ότι δείχνει τη θέλησή της για διαρκή ειρήνη και διέταξε το Ισραήλ να σταματήσει αμέσως τις στρατιωτικές του επιχειρήσεις. Εκών άκων, ο Μπέντζαμιν Νετανιάχου εμφανίστηκε, με ανακοίνωση του πρωθυπουργικού γραφείου, έτοιμος για την υλοποίηση της πρώτης φάσης του ειρηνευτικού σχεδίου, ενώ ο αρχηγός του ισραηλινού στρατού διέταξε τα στρατεύματά του να περιοριστούν σε αμυντικό ρόλο.
‘Όταν γράφονταν αυτές οι γραμμές, πολλά καίρια παρέμεναν ανοιχτά και ο δρόμος προς την ειρήνευση διαγράφονταν αβέβαιος και ναρκοθετημένος. Με συνέντευξή του στο Al Jazeera, ο Μούσα Αμπού Μαρζούκ, μέλος του Πολιτικού Γραφείου της Χαμάς, ξεκαθάρισε ότι η οργάνωσή του δεν θα αποδεχθεί τον αφοπλισμό της μέχρις ότου τερματιστεί η ισραηλινή κατοχή και δημιουργηθεί παλαιστινιακό κράτος. Ανοιχτό παραμένει ωστόσο το ενδεχόμενο να «αδρανοποιήσει» η Χαμάς το οπλοστάσιό της και να το θέσει υπό τον έλεγχο της Παλαιστινιακής Αρχής. Τόνισε επίσης ότι η ένοπλη δύναμη που θα εγκατασταθεί στη Γάζα πρέπει να είναι παλαιστινιακή, με ενδεχόμενη βοήθεια από αραβικά κράτη και ότι «κανένας μη Παλαιστίνιος δεν θα μπορεί να ελέγχει και να διοικεί τους Παλαιστίνιους»- απορρίπτοντας κατηγορηματικά το σχέδιο για μια διεθνή διοικούσα επιτροπή υπό τον Ντόναλντ Τραμπ και τον πρώην πρωθυπουργό της Βρετανίας Τόνι Μπλερ.
Το σχέδιο Τραμπ είχε εξ αρχής θετικά στοιχεία όπως η δέσμευση ότι οι Παλαιστίνιοι θα μείνουν στη Γάζα ως κύριοι της γης τους και ότι δεν θα επιτραπεί η προσάρτηση ή ο εποικισμός της Λωρίδας από το Ισραήλ. Μια θεαματική στροφή από τις διακηρυγμένες φαντασιώσεις Τραμπ και Νετανιάχου για μετατροπή της Γάζας σε αμερικανοϊσραηλινή «Ριβιέρα της Μέσης Ανατολής», με εκτόπιση του παλαιστινιακού πληθυσμού.
Καθοριστικό ρόλο σε αυτή τη στροφή έπαιξε το διογκούμενο πολιτικό κόστος για το Ισραήλ, αλλά και για τις ΗΠΑ, από μια θηριώδη στρατιωτική εκστρατεία χωρίς ξεκάθαρο στόχο και ημερομηνία λήξης. Το Ισραήλ έχει μετατραπεί σε κράτος-παρία, όπως έδειξε η ταπεινωτική εικόνα ενός Νετανιάχου να μιλάει σε μια σχεδόν άδεια Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, αφού προηγουμένως εκπρόσωποι πολλών χωρών αποχώρησαν επιδεικτικά με επιφωνήματα αποδοκιμασίας. Πάνω από τα τέσσερα πέμπτα των κρατών ανά την υφήλιο –μεταξύ των οποίων στενότατοι σύμμαχοι των ΗΠΑ, όπως Βρετανία, Γαλλία, Αυστραλία και Καναδάς– αναγνωρίζουν πλέον παλαιστινιακό κράτος. Τα Εμιράτα απείλησαν ότι θα αναστείλουν τις Συμφωνίες του Αβραάμ αν το Ισραήλ προσαρτήσει τη Δυτική Οχθη.
Η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι ήταν η αεροπορική επιδρομή του Ισραήλ στην Ντόχα του Κατάρ, όπου επρόκειτο να συναντηθούν οι διαπραγματευτές της Χαμάς, στις 9 Σεπτεμβρίου. Οι Αμερικανοί εκτέθηκαν διεθνώς ως ανίκανοι να προστατεύσουν έναν βασικό σύμμαχό τους, που φιλοξενεί τη μεγαλύτερη στρατιωτική βάση τους στη Μέση Ανατολή. Η τιμωρία υπήρξε σκληρή. Ο Τραμπ υποχρέωσε τον Νετανιάχου να ζητήσει δημοσίως συγγνώμη από τον εμίρη του Κατάρενώ λίγο αργότερα υπέγραψε προεδρικό διάταγμα βάσει του οποίου κάθε μελλοντική επίθεση εναντίον του Κατάρ θα κρίνεται ως απειλή εθνικής ασφαλείας για τις ΗΠΑ και θα επιφέρει οικονομικά, πολιτικά ή και στρατιωτικά αντίποινα.
Παρ' όλα αυτά, το σχέδιο Τραμπ παραμένει κομμένο και ραμμένο στα μέτρα του Ισραήλ. Οι γενικές κατευθύνσεις του συμφωνήθηκαν στη σύσκεψη της 27ης Αυγούστου στον Λευκό Οίκο από τον Βρετανό πρώην πρωθυπουργό Τόνι Μπλερ και δύο Αμερικανοεβραίους επιχειρηματίες του real estate –τον γαμπρό του Αμερικανού προέδρου Τζάρεντ Κούσνερ και τον ειδικό απεσταλμένο του Στιβ Γουίτκοφ– χωρίς καμία συμμετοχή της παλαιστινιακής πλευράς. Οχι μόνον η Χαμάς, αλλά όλες οι παλαιστινιακές οργανώσεις της Γάζας καλούνται να αφοπλιστούν αμέσως, ενώ ο ισραηλινός στρατός, ο οποίος σήμερα ελέγχει το 85% της Λωρίδας, θα παραμείνει επ' αόριστον σε μια «περίμετρο ασφαλείας».
Το πιο προκλητικό από τα 20 σημεία του σχεδίου προβλέπει μια «Προσωρινή Διεθνή Αρχή της Γάζας» (GITA), η οποία παραπέμπει στην εποχή του προτεκτοράτου και της Βρετανικής Εντολής (1923-1948) στην ιστορική Παλαιστίνη. Ολες οι ουσιαστικές αποφάσεις θα λαμβάνονται από μια διοικούσα επιτροπή, αρχικά με έδρα όχι μέσα στη Γάζα, αλλά στην αιγυπτιακή πόλη Ελ Αρίς, ενώ η «λάντζα» της τρέχουσας διαχείρισης θα ανατεθεί σε «πολιτικά ουδέτερους» Παλαιστίνιους τεχνοκράτες. Η δομή της διοικούσας επιτροπής, με πρόεδρο (τον Τραμπ), διευθύνοντα σύμβουλο (τον Μπλερ) και με τη συμμετοχή δισεκατομμυριούχων, παραπέμπει όχι σε πολιτική οντότητα, αλλά σε μετοχική εταιρεία.
Την περασμένη Δευτέρα, δημοσίευμα της ισραηλινής εφημερίδας Haaretz αποκάλυπτε τις προτάσεις Μπλερ για τη σύνθεση της επιτροπής. Μεταξύ άλλων προτείνονται ο Μάρκ Ρόουεν, Αμερικανοεβραίος διευθύνων σύμβουλος της επενδυτικής εταιρείας Apollo, ο Αιγύπτιος δισεκατομμυριούχος Ναγκίμπ Σαουίρις και ο Αμερικανοεβραίος επιχειρηματίας Αριεχ Λάιτστοουν, πρώην ραββίνος Νέας Υόρκης.
Οσο για τον Μπλερ, η φήμη του στον αραβικό κόσμο κηλιδώθηκε ήδη το 2003 λόγω της συνενοχής του στον πόλεμο του Μπους τζούνιορ κατά του Ιράκ. Βυθίστηκε όμως στα Τάρταρα τον περασμένο Ιούνιο, όταν οι Financial Times αποκάλυψαν ότι στελέχη του Ινστιτούτου του συμμετείχαν σε μελέτες για τη μετατροπή της Γάζας σε Ριβιέρα. Το Ινστιτούτο Μπλερ απογειώθηκε και έγινε πολυεθνική επιχείρηση, με παραρτήματα σε 45 χώρες, χάρη στα 294 εκατ. ευρώ που εισέπραξε την τελευταία τετραετία από την εταιρεία Oracle του Λάρι Ελισον, όπως αποκάλυψε το New Statesman. Το 2017, ο Ελισον δώρισε 16,6 εκατ. δολάρια στους «Φίλους του ισραηλινού στρατού».
Αίγυπτος, Κατάρ, Τουρκία και Πακιστάν εξέφρασαν τη δυσαρέσκειά τους για την αναθεώρηση του αρχικού σχεδίου Τραμπ στα μέτρα του Νετανιάχου και ζήτησαν αλλαγές, στηρίζοντας το αίτημα της Χαμάς για επαναδιαπραγμάτευση. Απομένει να αποδεχθεί αν υπάρχει έδαφος για συμβιβασμό ή αν θα οδηγηθούμε πάλι σε μια πρόσκαιρη εκεχειρία, όπως εκείνη του περασμένου Ιανουαρίου, την οποία θα ακολουθήσει η επανάληψη των στρατιωτικών επιχειρήσεων από έναν Νετανιάχου αποφασισμένο «να τελειώσει τη δουλειά», όπως διακηρύσσει.
Δημοσιεύτηκε στην Καθημερινή.