Παρασκευή 22.11.2024 ΚΕΡΚΥΡΑ

Αυτοψία στο εργαστήρι που φτιάχνει τα κράνη των Φιλαρμονικών της Κέρκυρας

Φιλαρμονικές
21 Απριλίου 2022 / 10:04

Το οικογενειακό εργαστήρι Δημήτρη και Μίλτου Πουλημένου, δεκαετίες τώρα, κατασκευάζει τα κράνη των Φιλαρμονικών

ΣΤΟ ΜΑΤΙ δίνει το ερέθισμα. Μα, το επιφώνημα το βγάζει η ψυχή. Το παίρνει, το επεξεργάζεται κι αφού του φυσήξει πνοή μέσα στο στόμα, τ’ αφήνει στον αέρα: «Ωωω...». Όχι το κοφτό, το κερκυραϊκό˙ το «ω» του «άι παράτα μας». Μακρόσυρτο. Ηχηρό. Διασταύρωση έκστασης και δέους... Μεγαλοβδόμαδο. Στην κάθοδο των Φιλαρμονικών από τ’ Ανάκτορα, είναι η πρώτη εικόνα, που επιβάλλεται στου νου: τα κράνη τους. «Χρυσά» ή «ασημένια». Με τα χρωματιστά λοφία και το κατανυκτικό στραφτάλισμα˙ φλας και «μαχαίρι» στο πένθος της Παρασκευής, λάμψη και φως στον ήλιο του Σαββάτου...

Και τα λοφία εσείς τα φτιάχνετε;

«Πλην των Φιλαρμονικών (“Μάντζαρος”, “Kαποδίστριας”, Κορακιάνα), που έχουν με φτερά - αυτά τα φέρνουνε απ’ έξω, νομίζω Ιταλία. Των άλλων, οι ψάθινοι θύσανοι*, φτιάχνονται από ένα ειδικό χόρτο επεξεργασμένο, το οποίο εισάγουμε απ’ το εξωτερικό και βάφουμε με το χέρι στα χρώματα κάθε Φιλαρμονικής...»


      Δημήτρης Πουλημένος

        Μίλτος Πουλημένος

Ο ΜΙΛΤΟΣ ΠΟΥΛΗΜΕΝΟΣ αποτελεί την τρίτη γενιά της οικογένειας, που «τρέχει» την παράδοση κατασκευής των «περικεφαλαίων» των Φιλαρμονικών της Κέρκυρας. «Πάντα ‘δώ πέρα, στου Βρυώνη. Παλαιότερα,  ο παππούς είχε κι ένα δεύτερο εργαστήριο, λίγο πιο κάτω. Πλέον, όμως, είναι κλειστό...».

ΟΠΟΥ «παππούς», ο Μιλτιάδης Πουλημένος, ο πρεσβύτερος - πέρσι «έφυγε», Ιούλιο, πλήρης ημερών (94). Η αρχή της ιστορίας, «τουλάχιστον απ’ τη δεκαετία του ’50, σε συνεργασία, αρχικά, με τις δυο τότε Φιλαρμονικές της πόλης. Ώσπου την επόμενη δεκαετία, προστέθηκαν εκείνες των χωριών. Απ’ την αρχή της λειτουργίας τους. Άλλωστε, οι περισσότερες Φιλαρμονικές της υπαίθρου τότε ιδρύθηκαν. Απ’ τη δεκαετία του ’60 κι εξής...».


   Μιλτιάδης Πουλημένος - Photo credits ΣΠΥΡΟΣ ΣΚΟΡΔΙΛΗΣ
 

ΟΙ ΜΝΗΜΕΣ του Μίλτου απ’ τον μάστορα - παππού του, παραμένουν αναλλοίωτες. Νωπές. «Είχαμε μια παράδοση», λέει, «απ’ όταν ήμουν 3-4 ετών. Σαν τάμα, που το κρατήσαμε μέχρι τα βαθιά του γεράματα: κάθε Κυριακή των Βαϊων, τότε που βγαίνουν όλες οι μουσικές της Κέρκυρας, με έπαιρνε, βλέπαμε μαζί τη λιτανεία και μου εξηγούσε: “Αυτή είναι η Φιλαρμονική της Κορακιάνας, αυτή των Λιαπάδων, αυτή του Αγ. Ματθαίου...” Στα δικά μου μάτια, ήταν κάτι εντυπωσιακό - περισσότερο, μη σου πω, κι απ’ της Μ. Παρασκευής. Φυσικά, έμαθα απ’ έξω όλες τις μουσικές από μικρός. Πράγμα, που ισχυροποίησε το “δέσιμό” μου μαζί τους, πέρα απ’ τη ζωή στο εργαστήρι. Γιατί, ουσιαστικά, εκεί μεγάλωσα. Με τον παππού και τον πατέρα μου. Α, να τος...» - «Καλημέρα σου...»

ΑΝ Ο Μιλτιάδης υπήρξε η αρχή της φάμπρικας, γύρω στα 30 του και ο Μίλτος, σκάρτα 40, αποτελεί την εγγύηση συνέχειας, ο Δημήτρης Πουλημένος πέρασε, στην κυριολεξία, μια ζωή, ανάμεσα στα σίδερα και τους τροχούς. «Και συνεχίζω˙ δεν θα μπορούσα αλλιώς. Αυτό έμαθα από παιδί, αυτό αγάπησα...». ΚΑΠΟΤΕ, όπως εξηγεί, υπήρχαν κι άλλοι κατασκευαστές. «Όπως ο παπα-Σαγιαδινός». Εμβληματικός. «Σταδιακά, μείναμε εμείς. Αν υπάρχει το άγχος της συνέχειας; Πάντα υπήρχε. Δύσκολη δουλειά, τόσο από τεχνικής άποψης, όσο και κούρασης - συν τον ανταγωνισμό των έτοιμων, που ναι μεν, ποιοτικά δε συγκρίνονται, αλλά είναι σαφώς πιο οικονομικά απ’ το χειροποίητο. Ο,τιδήποτε φτιάχνουμε εδώ είναι στο χέρι...»



• Να μείνουμε λίγο σ’ αυτό, την υπεροχή του χειροποίητου κερκυραϊκού κράνους;

«Υπάρχουν μεγάλες διαφορές σε σχέση με του εμπορίου ή της Αθήνας. Κι αυτό κάνει εξαιρετικά ελκυστική και μοναδική τη δουλειά μας. Ότι, δηλαδή, συνεχίζεται κάτι ξεχωριστό, που έχει η Κέρκυρα - γιατί, όταν κάποιος βλέπει ένα κράνος Φιλαρμονικής, σκέφτεται “Κέρκυρα”. Κατ’ αρχήν, στην αισθητική. Να, δες τα “γυρίσματα” - εκεί είναι όλη η ομορφιά. Τα “ρίτσα”, πάλι, είναι δύσκολο να τα προσαρμόσεις σωστά. Μετά, είναι το υλικό. Έξω, χρησιμοποιούν το αλουμίνιο. Εμείς τον μπρούτζο. Δε συγκρίνονται σε θέμα αντοχής, γι’ αυτό και περικεφαλαίες δικές μας, απ’ το ’50 ή το ’60, ακόμη χρησιμοποιούνται. Πολλοί προσπάθησαν να “μιμηθούν” το κερκυραϊκό κράνος. Δεν είναι, όμως, κάτι που βλέπεις και αντιγράφεις. Φαίνεται η διαφορά του χειροποίητου σε σχέση μ’ ό,τι βγαίνει απ’ την πρέσα ή το χυτό. Αν δεν το ‘χεις δουλέψει στο χέρι, με το μεράκι και τον αυθεντικό, παραδοσιακό τρόπο που κληρονομήσαμε...»

• Οι τοπικές, πάντως, Φιλαρμονικές στηρίζουν αυτήν την αυθεντικότητα...

«Πολύ...»

ΠΡΙΝ ΚΑΝ να σώσει την κουβέντα του, το δημοσιογραφικό αντανακλαστικό είχε σπεύσει να κρατήσει μία λέξη, άγνωστη: τα «ρίτσα». Δηλαδή; «Τα τέσσερα “τόξα”, που “αγκαλιάζουν”, σχεδόν κάθετα, το κέλυφος του κράνους...» H επόμενη πράξη στη συζήτηση, είχε μόλις οριστεί...



ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΖΟΝΤΑΣ ΕΝΑ ΚΡΑΝΟΣ ΦΙΛΑΡΜΟΝΙΚΗΣ

«Όλα αρχίζουν απ’ την κοπή του απαιτούμενου κομματιού φύλλου μπρούτζου και το τόρνεμα του επιχρυσωμένου κελύφους. Όλη η κατασκευή του κυρίως μέρους, συμπεριλαμβανομένου και του γείσου, γίνεται μονοκόμματα - να, μια μεγάλη διαφορά σε σχέση με την παλαιότερη τεχνική, όπου τα κράνη δουλεύονταν κομμένα στη μέση και τα γείσα ξεχωριστά. Τόσο το γείσο, όσο και κάθε “γύρισμα”, θέλουν ιδιαίτερη δεξιοτεχνία κι εμπειρία - μιλάμε για ένα ψιλό υλικό. Ξεχωριστά, στην “κορδονιέρα”, φτιάχνονται τα “ρίτσα” και ο κύλινδρος υποδοχής του λοφίου - επικόλληση με καλάι, επίσης ένα δύσκολο σημείο. Όπως ξεχωριστά, στην “κορδονιέρα”, φτιάχνουμε το νικελένιο “αστέρι” (στο μπροστινό, μετωπικό σημείο του κράνους), καθώς και το σήμα της Φιλαρμονικής, που τοποθετείται από πάνω. Το τελευταίο στάδιο είναι η προσαρμογή των δερμάτινων στοιχείων στο εσωτερικό, ώστε το κράνος να μη “χτυπάει” το κεφάλι των μουσικών και να στέκεται σταθερό...»

Η αλυσίδα πάνω από το γείσο;

«Αυτή είναι αγοραστή. Απλά την προσαρμόζουμε. Όχι, όμως, σε όλα τα κράνη. Μόνο στα “χρυσά”. Τα νικελένια (“Mάντζαρος”, Λευκίμμη / η “πράσινη”) δεν έχουν».

Συνολικά, πόσες μέρες χρειάζονται για την ολοκλήρωση;

«Τρεις με τέσσερις...»

ΤΟ ΠΡΩΤΟ - πρώτο σχηματικό πρότυπο, δεν προσδιορίζεται με ακρίβεια: «Εμείς έτσι το παραλάβαμε, έτσι το συνεχίζουμε. Ίσως να είναι αγγλικό, δεδομένου ότι η “Παλαιά” που έφτιαξε πρώτη κράνη, τον 19ο αι., το έπραξε ενώ τα Επτάνησα ήταν ακόμη υπό βρετανική “Προστασία”; Είναι μια πιθανότητα...».

Info Σύμφωνα με τη Χαρά Μαρτζούκου («Ενημέρωση», 3/5/2016), η «Παλαιά» αντικατέστησε τα απλά πηλίκια με κράνη το 1854. Ενώ το 1907, με «πρώτη» τη Λιτανεία του Πρωτοκύριακου, ακολούθησε η «Μάντζαρος».

ΤΟ ΒΕΒΑΙΟ, πάλι, είναι ένα: πως τούτο το δουλεμένο κομμάτι από ορείχαλκο, έχτισε, δεκαετίες τώρα, το δικό του παραμύθι. Τόσο εντός της ταυτότητας του Κερκυραίου, που «μας παρήγγειλε ακόμη κι ένας Κερκυραίος της... Αυστραλίας, να το ‘χει σπίτι, να το βλέπει»... Τόσο άρρηκτα δεμένο με τους ίδιους του μουσικούς των Φιλαρμονικών, που «πολλοί έρχονται και παραγγέλνουν μόνοι τους, ιδιωτικά. Να, τις βλέπεις αυτές τις δύο; Για δύο της “Παλαιάς”»... Tόσο προσδιοριστικό της τοπικής κουλτούρας, που «έρχονται τουρίστες να τους φτιάξουμε, για να τα πάρουνε ενθύμια». Πολλοί, «ανώνυμοι» κι «επώνυμοι». Όπως ο γνωστός chef, Ηλίας Μαμαλάκης. «Τότε, που είχε βρεθεί στο νησί ως ο επίσημος μάγειρας των προσκεκλημένων της ελληνικής κυβέρνησης στην άτυπη σύνοδο του ΟΑΣΕ (υπουργοί Εξωτερικών και κάπου 400 στελεχών Ε.Ε. και διεθνών αποστολών). Το ’09 δεν ήταν;» Το ’09...

Η ΑΝΑΣΑ ΤΟΥ ‘12

Το ’12, το ΕΣΠΑ έδωσε πολύτιμη ανάσα «και σ’ εμάς και στις Φιλαρμονικές, που έσπευσαν να φτιάξουν κράνη (σ.σ. και στολές), εντός μιας ασφυκτικής περιόδου, στην όξυνση της οικονομικής κρίσης. Παιδευόμασταν ακόμη και... ώρες πριν από την Κυριακή των Βαϊων, για τους έχουμε όλους έτοιμους», θυμάται ο Μίλτος, με τον Δημήτρη να προσθέτει πως εκείνη η συνθήκη «μας έφερε ακόμη πιο κοντά με τις μουσικές μας». Σαν μικρο-sequel καλών, παλαιότερων εποχών, που το «φτιάξτε όσες περισσότερες μπορείτε», έβγαινε δίχως δεύτερη σκέψη, ενόψει Επιταφίων, απ’ τα τεφτέρι των Δ.Σ.: «Γιατί είναι οι “Αθηναίοι” μουσικοί, που έρχονται το Πάσχα, για να βγουν. Και τα κράνη ποτέ δεν είναι αρκετά...»

(*) θύσανος (βοτ.) > σύνολο μακριών τεχνητών ή φυσικών νημάτων , τα οποία είναι ενωμένα στο ένα τους άκρο, αφήνοντας το άλλο ελεύθερο˙ τούφα, φούντα • νηματοειδής ταξιανθία.


ΗΛΙΑΣ ΑΛΕΞΟΠΟΥΛΟΣ

Από την έντυπη έκδοση του EN-The Magazine Απριλίου 2022