Τρίτη 17.06.2025 ΚΕΡΚΥΡΑ

Ώρα να ξανακοιτάξουμε τη γη μας: Η ανάγκη ανάπτυξης της γεωργικής παραγωγής στην Κέρκυρα - Αριστείδης Τσιριμιάγγος

ΓΕΩΡΓΙΚΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗ
13 Ιουνίου 2025 / 16:48

Το άρθρο αναδεικνύει την ανάγκη επαναπροσδιορισμού της γεωργικής παραγωγής στην Κέρκυρα, επισημαίνοντας τις ιστορικές και ψυχολογικές αιτίες της παραμέλησής της.

Τονίζεται η μονοκαλλιέργεια της ελιάς, η απαξίωση της αγροτικής γης και οι κίνδυνοι από την αποκλειστική εξάρτηση από τον τουρισμό. Το κείμενο καταλήγει στην ανάγκη για ένα νέο παραγωγικό μοντέλο, που θα συνδυάζει τον σεβασμό στην παράδοση με σύγχρονα εργαλεία και βιώσιμη ανάπτυξη.

Η Κέρκυρα, ένα νησί που ταυτίζεται στο μυαλό πολλών με τη φυσική ομορφιά, την ιστορία και τον τουρισμό, διαθέτει μια πλούσια γεωργική παράδοση που τα τελευταία χρόνια έχει ατονήσει. Η ενασχόληση με τη γεωργία φθίνει σταθερά, με αποτέλεσμα μεγάλες εκτάσεις καλλιεργήσιμης γης να μένουν ανεκμετάλλευτες και παρατημένες.

Κι όμως, η γεωργική παραγωγή μπορεί –και πρέπει– να αναδειχθεί σε πυλώνα βιώσιμης ανάπτυξης του τόπου μας. Η ανάγκη για αγροτική ανασυγκρότηση στην Κέρκυρα δεν είναι μόνο οικονομική· είναι κοινωνική, περιβαλλοντική και πολιτισμική.

Η γεωργία και η πολιτισμική μνήμη της φτώχειας:

Ένα βασικό εμπόδιο είναι το γεγονός ότι για πολλούς Κερκυραίους –ιδίως για τη νεολαία– η γεωργία παραμένει συνδεδεμένη με μνήμες φτώχειας και στέρησης. Οι εικόνες των παππούδων και των γιαγιάδων να παλεύουν στα χωράφια για έναν μικρό τενεκέ λάδι έχουν δημιουργήσει μια ψυχολογική απόσταση από τη γη. Η γεωργία βιώνεται όχι ως ευκαιρία, αλλά ως σύμβολο καθυστέρησης και κοινωνικής υποβάθμισης.

Αυτό το στερεότυπο πρέπει να ανατραπεί. Η σύγχρονη γεωργία μπορεί να είναι τεχνολογικά προηγμένη, βιώσιμη και οικονομικά αποδοτική. Δεν μιλάμε για επιστροφή στο παρελθόν, αλλά για επαναπροσδιορισμό της σχέσης μας με τη γη, με όρους γνώσης και προοπτικής.

Αποικιακή μονοκαλλιέργεια και παραγωγική στασιμότητα:

Η γεωργική ταυτότητα της Κέρκυρας ταυτίστηκε σχεδόν απόλυτα με την ελαιοκαλλιέργεια. Δεν είναι τυχαίο: τα εκατομμύρια ελαιόδεντρα φυτεύτηκαν την εποχή της Βενετοκρατίας, στο πλαίσιο ενός αποικιοκρατικού σχεδιασμού που εξυπηρετούσε τις ανάγκες των εμπόρων και όχι των ντόπιων. Η παραδοσιακή μέθοδος ελαιοκαλλιέργειας –με γιγαντιαία δέντρα, ελάχιστο κλάδεμα, έλλειψη ποτίσματος και δυσκολία στη συγκομιδή– καθιστά σήμερα την παραγωγή αντιοικονομική και μη ελκυστική για τους νέους.

Πολλά από αυτά τα κτήματα είναι πλέον εγκαταλελειμμένα. Κι όμως, εκεί που βλέπουμε εγκατάλειψη, θα μπορούσε να υπάρξει αναγέννηση. Με σχέδιο, γνώση και επενδύσεις, θα μπορούσαν να καλλιεργηθούν νέα είδη –αρωματικά φυτά, λαχανικά, οπωροφόρα, ακόμα και βιομηχανικά φυτά ή προϊόντα υψηλής προστιθέμενης αξίας. Η γη πρέπει να ξαναμπεί στο τραπέζι των αναπτυξιακών συζητήσεων.

Απαξίωση της γεωργικής ιδιοκτησίας – και ποιο μέλλον για αυτήν;

Ένα άλλο, λιγότερο συζητημένο, αλλά πολύ ανησυχητικό φαινόμενο είναι η σταδιακή απαξίωση της γεωργικής ιδιοκτησίας. Σύμφωνα με μαρτυρίες, σε περιοχές όπως το Λιβάδι του Ρόπα –και φαντάζομαι και αλλού– δεν δηλώθηκαν στο Κτηματολόγιο μεγάλες εκτάσεις. Ο κόσμος είτε δεν ενδιαφέρεται είτε δεν βλέπει καμία προοπτική αξιοποίησης.

Αυτό το ερώτημα πρέπει να μας απασχολήσει σοβαρά, τώρα – πριν να είναι αργά. Ποιο θα είναι το μέλλον αυτών των εκτάσεων; Θα καταλήξουν να θεωρούνται «άχρηστες», παρατημένες και χωρίς αξία, ανοίγοντας έτσι τον δρόμο για ξεπούλημα σε μεγάλες εταιρείες του εξωτερικού ή τη μετατροπή τους σε φωτοβολταϊκά πάρκα με ελάχιστο ή καθόλου όφελος για την τοπική κοινωνία; Ή θα έχουμε το θάρρος και τη διορατικότητα να τις εντάξουμε ξανά στον παραγωγικό και κοινωνικό ιστό του νησιού, δίνοντας ζωή εκεί που σήμερα υπάρχει εγκατάλειψη;

Η μονοκαλλιέργεια του τουρισμού: Ευλογία ή παγίδα;

Δεν μπορούμε να αγνοήσουμε το γεγονός ότι η τουριστική ανάπτυξη ανέβασε το βιοτικό επίπεδο του νησιού. Ο τουρισμός δημιούργησε θέσεις εργασίας, έφερε έσοδα, έδωσε ώθηση σε πολλούς τομείς. Όμως όταν μια τοπική οικονομία βασίζεται σχεδόν αποκλειστικά σε έναν τομέα –και μάλιστα τόσο ευάλωτο σε εξωτερικούς παράγοντες– τότε γίνεται επικίνδυνα εύθραυστη.

Η πανδημία μάς το έδειξε με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο. Μέσα σε λίγους μήνες, χιλιάδες οικογένειες έμειναν χωρίς εισόδημα. Μπορεί ένα νησί –ή μια χώρα– να στηρίζεται αποκλειστικά σε κάτι τόσο ασταθές; Η απάντηση είναι προφανής: όχι. Η διαφοροποίηση της οικονομίας, η στήριξη και άλλων τομέων –όπως η αγροτική παραγωγή και η μεταποίηση τοπικών προϊόντων– είναι μονόδρομος.

Προς ένα νέο παραγωγικό μοντέλο:

Η Κέρκυρα έχει όλα τα εφόδια: εύφορη γη, πλούσια παράδοση, μοναδικά προϊόντα και ανθρώπους που αγαπούν τον τόπο τους. Αυτό που λείπει είναι ο συντονισμός, η τεχνογνωσία, τα κίνητρα και κυρίως η πολιτική βούληση.

Η επιστροφή στη γη δεν είναι αναχρονισμός. Είναι αναγκαία προσαρμογή σε ένα μέλλον που απαιτεί αυτάρκεια, ανθεκτικότητα και ισορροπία. Όχι μόνο για λόγους οικονομίας, αλλά και για λόγους ταυτότητας, αξιοπρέπειας και βιωσιμότητας.

Η γεωργία σε σύνδεση με τον τουρισμό:

Η γεωργική παραγωγή δεν είναι αναγκαστικά ανταγωνιστική προς τον τουρισμό· μπορεί να λειτουργήσει συμπληρωματικά και ενισχυτικά. Ήδη υπάρχουν παραδείγματα επιτυχημένης σύνδεσης των δύο τομέων, όπως η καλλιέργεια του κουμ κουάτ και η παραγωγή ποιοτικού ελαιολάδου, η παραδοσιακή σαπωνοποιεία. Η καλλιέργεια, μεταποίηση και τοπική διάθεση τέτοιων ποιοτικών προϊόντων στους επισκέπτες του νησιού δημιουργεί υπεραξία και ενισχύει τη μοναδικότητα της Κέρκυρας ως προορισμού.

Η διείσδυση των τοπικών προϊόντων στον εφοδιασμό ξενοδοχείων και εστιατορίων του νησιού θα μπορούσε να αποτελέσει κρίσιμο μοχλό ενίσχυσης της τοπικής οικονομίας και απασχόλησης, προσφέροντας φρέσκα και αυθεντικά προϊόντα, με έμφαση στην ποιότητα και την τοπική ταυτότητα.

Η λησμονημένη μεταποίηση: Ένα χαμένο κεφάλαιο:

Ας μην ξεχνάμε πως κάποτε υπήρχε στην Κέρκυρα και ανεπτυγμένη βιομηχανική δραστηριότητα σχετική με τη γεωργία. Να θυμίσουμε την βιομηχανία  ΑΕΒΕΚ στο Μαντούκι αλλά και στο Βιρό με τα μοναδικά και πρωτοπόρα γαλακτοκομικά προϊόντα όπως γραβιέρα και βούτυρο. Το εργοστάσιο Δεσσύλα αξιοποιούσε τη βιομηχανική κάνναβη. Όλες αυτές οι δραστηριότητες χάθηκαν, αφήνοντας πίσω τους κενά και ανεκμετάλλευτες δυνατότητες.

Η αναβίωση μορφών τοπικής μεταποίησης, σε μικρότερη ή συνεταιριστική κλίμακα, μπορεί να συμβάλει καθοριστικά στην ενίσχυση του αγροδιατροφικού τομέα του νησιού.

Ας ξαναστρέψουμε το βλέμμα μας στη γη – όχι ως κατάρα του παρελθόντος, αλλά ως επένδυση για ένα ισχυρότερο, πιο ισορροπημένο και πιο ανεξάρτητο αύριο.

Αριστείδης Τσιριμιάγγος