Τετάρτη 15.01.2025 ΚΕΡΚΥΡΑ

Τότε, που τα παυλόσυκα (τα φραγκόσυκα των... άλλων) αποτελούσαν για τους Κερκυραίους «το φρούτο του καλοκαιριού»...

ΠΑΥΛΟΣΥΚΑ
17 Αυγούστου 2024 / 19:31
ΗΛΙΑΣ ΑΛΕΞΟΠΟΥΛΟΣ

«Δέκα στο φράγκο, φρεσκαμέντα...»

ΦΡΑΓΚΟΣΥΚΑ. Έτσι τα λέν’ στην υπόλοιπη Ελλάδα. «Τα σύκα των Φράγκων».- μιας και, εικάζεται, από εκεί, τη δύση, άρχισε η διάδοσή τους στη Μεσόγειο. Για μας, εδώ, «παυλόσυκα». Το φρούτο, λέει, «του Παύλου». Έτσι μας τα ‘παν οι παλαιοί. Κι έτσι τα μάθαμε. «Παυλόσουκα» (ντοπιολαλιά) ή «φρεσκαμέντα». Και κάθε χρόνο, τέτοια εποχή, υπόσχονταν τερψιλαρύγγιες δόξες…

ΚΑΠΟΤΕ, τις έβρισκες παντού. Στη Βλαχέρνα, στη Γαρίτσα, στα Μαλτέζικα, σ’ όλη τη στράτα Καπουκίνοι – Ποταμός˙ πόσοι παλιοί περίπατοι δεν έκαμαν τη στάση τους σε μια παυλοσυκιά και πόσοι μορφονιοί δεν άφησαν για δυο λεπτά ιμπάντο τις ευγένειες –ένα «μη συφτάκεις», που δεν ειπώθηκε ποτέ- μπροστά την κόνξα κάποιου χαριτωμένα ακατάδεκτου «μα, έχει κουκουτσάκια...».

ΓΙΟΜΑΤΗ η Κέρκυρα, κατάφυτη απ’ το χαρακτηριστικό κακτοειδές πολύκλαδο, δίχως κορμό – μόνο σαρκώδη «φύλλα», ενωμένα, και περιμετρικά τους, άκρη, ο καρπός. Δύσκολος, αγκαθωτός, ακίδες και ξεγελαστικά γλωχίδια, άτιμο χνούδι. Γι’ αυτό και ήξεραν. Κι απέφευγαν το χέρι – πλην των μεγάλων βιρτουόζων, με το λεπίδι της προσεκτικής υπομονής. Κι επέλεγαν για συλλογή «τη χούφτα». Ένα μεταλλικό «κουτί» δύο οπών – π’ άλλου το έλεγαν «κουπί» κι αλλού «καρούπι».

ΤΕΛΗ Ιουλίου (κι ως Σεπτέμβρη) ωρίμαζαν. Τότε ήταν, λέει, «ο καιρός» - με κορυφή, τον Αύγουστο. Όταν το χρώμα του καρπού γινόταν ροδοκόκκινο. Τα έκοβαν, τα έβαναν στο σίσκλο, γιόμιζαν ως πάνω με νερό να μαλακώσουν, τα στριφογύριζαν, δυο – τρεις επαναλήψεις, με ξύλο, να «σπάσουνε» τ’ αγκάθια κι άρχιζε, κατόπι, το καθάρισμα. Μαστόρικα…

«Ο ΕΝΑΣ», περιγράφει ο Γιάννης Καλαϊτζόγλου για τον παλαιό τον τρόπο, «έβαζε στο χέρι του ένα φύλλο συκιάς και με τα δύο δάκτυλα σταθεροποιούσε κάπου το παυλόσυκο. Μετά, με τ’ άλλο χέρι, έκοβε μ’ ένα καλό μαχαίρι, πρώτα την μια τσίμα, κάθετα. Την πέταγε. Μετά, την άλλη τσίμα. Την πέταγε κι αυτήν. Μετά, έδινε μια οριζόντια κοψιά μέχρι στο βάθος που ‘φτανε το φύλλο του παυλόσυκου, έπιανε την εγκοπή, την άνοιγε και με το δάχτυλο έσπρωχνε από κάτω το παυλόσυκο να βγει προς τα πάνω. Τότε ο άλλος, το έπιανε με δύο δάχτυλα και το ‘βαζε στο πιάτο…».

ΚΑΙ ΤΟ πιάτο, τίγκα ως πάνω, στο ψυγείο. Κι όταν πάγωναν καλά, έφθανε η στιγμή της περιποίησης. Σκέτα, το πρωί – κατ’ εξοχήν τραταμέντο των παιδιών˙ πρίμο – σιγόντο με τ’ άγχος των μανάδων: «Μη φας πολλά, μωρέ, για θα στουμπώσεις». Οι μερακλήδες, πάλι, τσιμπούσαν μεσημέρι, με τ’ ουζάκι. Και οι νοικοκυρές –έστω, κάποιες- βάσταγαν στην άκρη μερικά, για μαρμελάδα ή λικέρ…

ΟΣΟΙ δεν μάζευαν, τ’ αγόραζαν. Γεμάτα τα καφάσια των οπωροπωλείων – στην Πίνια, τη Σπηλιά και τη Γαρίτσα. Οι καλαθούνες των υπαίθριων φρουταριόλων (τα καλοκαίρια, πάντα υπήρχε ένας «στου Ντούγκλα»), χάμω ή κατακέφαλα. Ακόμη και οι νταβάδες των ευκαιριακών μικροπωλητών. Στους δρόμους, τις πλαζ, στα πανηγύρια, στα θερινά τα σινεμά˙ κι άκουγες, «10 στο φράγκο, φρεσκαμέντα» ή, οι πιο καταφερτζήδες, «πέντε στο φράγκο τα μεγάλα ή όσα πάρεις τα μικρά», ανάμεσα στα σπαγγέτι γουέστερν πιστολίδια του «Ορφέα» και της «Όασης».

ΩΣΠΟΥ τα χρόνια πέρασαν. Φάγαμε εκσυγχρονισμό, γινήκαμε Ευρώπη, ο τυποποιημένος τουρισμός γέμισε τσέπες κι άνεση, ξύπνησε ο… αιώνιος κόντες μέσα μας – και σιγά που θα καθόταν, κοτζάμ… κόντες, να «φάει» τα χέρια και τα νιάτα του, σκαλίζοντας τη γη.

ΡΗΜΑΞΕ ο πρωτογενής. «Σιωπήσαν’» (και) οι παυλοσυκιές. Καρπός στο χώμα, αμάζευτος, αφρόντιστος. Φυτά – τσακίδια, ολοένα και λιγότερα και παντελώς ανεκμετάλλευτα – την ίδια ώρα, που Κινέζοι και Ιταλοί στρώνονταν στις καλλιέργειες, τη μαζική παραγωγή (> εξαγωγές). Το ίδιο και στη Μάνη. Και στην Κρήτη – όπου, επιπλέον, έφτιαξαν μ’ απόσταξη, σαν μ’ άλλη μπλε αγαύη, την «κρητική τεκίλα» τους. Άλλη μια ιδέα. Άλλη μια αξιοποίηση του πλούτου, που τους χάρισε η γης. Άλλη μια ευκαιρία για δουλειά κι εναλλακτική ενίσχυση της τοπικής οικονομίας τους. Εκεί. Εδώ...

Δημοσιεύτηκε στο «ΕΝ-The Magazine» # 12, Ioύλιος 2022

ΔΕΙΤΕ ΤΟ ΒΙΝΤΕΟ

Βίντεο - αφιέρωμα του βρετανικού «British Pathe» στην Κέρκυρα του 1962. Τα παυλόσυκα, παρόντα…

ΦΩΤΟ@ Συλλογή Γ. Κοσκινά

ΗΛΙΑΣ ΑΛΕΞΟΠΟΥΛΟΣ

Γεννήθηκε στην Κέρκυρα το 1978. Πτυχιούχος Φιλολογίας (Φιλοσοφική Σχ. Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, 2001) και δημοσιογραφίας (New York College, 2002), θήτευσε επί 12ετία στην Αθήνα, με κύριες αναφορές τις εφημερίδες Αθλητική Ηχώ (2001-’08) και Εξέδρα / Δ.Ο.Λ. (2008-‘11) συν σειρά συνεργασιών με ιστοσελίδες και περιοδικά. Επιστρέφοντας Κέρκυρα, διετέλεσε υπεύθυνος Γραφείου Τύπου στις ΠΑΕ ΑΟ Κέρκυρα και ΑΟ Κασσιώπης (Super League). Συνδημιουργός και αρχισυντάκτης των ιστοσελίδων Corfusports (2011) και Corfustories (2020), της εφημερίδας Corfupress / Corfusports (2016) και των free press mag. Corfu Magazine (2017) και Corfu Stories (2018), μετά τη συνεργασία του με την Καθημερινή Ενημέρωση (2019-’20), επέστρεψε στον όμιλο Ενημέρωση το ’21, λόγω… ΕΝ-The Magazine. Eίναι μέλος της ΕΣΗΕΑ και του ΠΣΑΤ (βραβείο «Χρ. Σβολόπουλος», 2010).