Τετάρτη 15.10.2025 ΚΕΡΚΥΡΑ

Σα ξένη...

ΣΤΟ ΑΧΙΛΛΕΙΟ
14 Οκτωβρίου 2025 / 13:49

Σκέφτομαι ότι το Αχίλλειο έχει "γίνει εχθρικό" για τους Γαστουριώτες

Ούτε όταν ήταν Καζίνο δεν ήταν τόσο εχθρικό για μας τα παιδιά, επειδή όλο και κάποιος χωριανός θα ήταν στο πορτόνι και εντριμώναμε μέσα. Συνήθως ήτανε ο Βιτσεντσίνος που επότιζε και κλάδευε τα σπάνια λουλούδια στα τζαρδίνια (παρτέρια).

Στο κάτω κάτω εκεί εμεγαλώσαμε, επαίξαμε.. 

Εδουλέψανε οι γονιοί μας.

Επλησίασα το λοιπόν σήμερα, την πόρτα πλάι από το κλουβί, γιατί κλουβί είναι,  με τα εισιτήρια. Τα εισιτήρια των 10 ευρώ για να δει κάποιος, και ο Γαστουριώτης παρακαλώ, τους απογυμνωμένους κήπους που καμία σχέση δεν έχουν με το παλιό μεγαλείο τους.

Επλησίασα λοιπόν, διακριτικά, αναζητώντας γνωστή κοπέλα από το Γαστούρι που δουλεύει εκεί. Να της δώσω το βιβλίο μου. Υπήρχε μια σχετική ουρά τουριστών και κανείς γνωστός στο πορτόνι. Όταν ξάφνου εμφανίστηκε μια κυρία φωνάζοντας get out και κλείνοντας μου την πόρτα στα μούτρα. -Σιγά ωρή κοπέλα, της λέω, Γαστουριώτισσα είμαι και αναζητάω την τάδε. - ποιά Λ. απάντησε έξαλλη, δεν γνωρίζω καμία Λ.

Παραδόξως δεν εγνώριζε την κοπέλα που ζητούσα. Δουλεύουν μαζί, εννοείται. 

Ντροπή σου της είπα, "κλέβοντας" με τα μάτια το περιεχόμενο του γραφείου, που γι'αυτό εφοβήθηκε;

Όντως ντράπηκε και ψέλισε κάτι να σου δώκω το τηλέφωνό της κλπ. 

Έφυγα... Βούρκωσα...

Από το πορτόνι το ναυτάκι που με είδε με θυμήθηκε με χαιρέτησε και δάκρυσε κι εκείνο. Με γνώρισε φυσικά. Τότες που παίζαμε κυνηγητό και κρυφτό έπαιζε κι εκείνο μαζί μας. Ένα παιδάκι απο την παρέα μας ήτανε κι αυτό. Ανεβαίναμε τρεχάκι τα σκαλιά. 

Και εσυναντούσαμε τσι 9 μούσες. Πιο μεγάλες αυτές δεν  επαίζανε μαζί μας, αλλά η μια μας έπαιζε μουσική, η άλλη μας έλεγε ποιήματα...

Πόσες φορές εσκέφτηκα να γλυτώσω το μικρό αγόρι με το δερφίνι μέσα στο συντριβάνι με τα νούφαρα. Εβάναμε τα παιδικά χεράκια στην αντιλιά στο τζάμι να ιδούμε  την μεγάλη ζωγραφιά και ακούγαμε τσι φωνές του Αχιλλέα που έσερνε στο άρμα του το νεκρό σώμα του Έκτορα, και τ' αγριεμένα άλογα να φρουμάζουνε.

Τα δύο αγόρια που ήτανε έτοιμα να τρέξουμε πάντα κι άλλη τση σκαλινάδας, μας εδείχνανε τα πουλάκια τους!

Όταν έβλεπα  τον Αχιλλέα με το βέλος στη φτέρνα, τον εσυμπονούσα σα ένα συγγενή,  με πονούσε και μένανε η φτέρνα μου που όλο και κάποιο αγκάθι είχε μπει στα ξυπόλητα ποδάρια μου. Το ίδιο ήτανε, ίδιος ο πόνος... 

Ύστερα η Φρύνη ξεβράκωτη όπως την εγέννησε η μάνα της.

Και ο Αχιλλέας ο υψηλός που γιάλιζε στον ήλιο, θεόρατος και νικητής.

Η χώρα, το Φρούριο, το αεροδρόμιο, η λίμνη, στο βάθος τση γαλανής θάλασσας.

Σκαλιά, σκαλινάδες και περίτεχνα μάρμαρα εκατεβαίνανε στο δάσος ίσιαμε το άγαρμα τση βασίλισσας με τα όμορφα μαλλιά και την μέση δαχτυλίδι, που ατένιζε σκεπτική, μελαγχολική, μεγαλοπρεπής, την θάλασσα.

Στο τέλος λαχανιασμένα εμπαίναμε στο παρεκκλήσι και κάναμε το σταυρό μας γλήγορα γλήγορα και με κάποια ενοχή γιατί η Παναγία τση βασίλισσας ήτανε καθολική και μπορεί να μας εμάλωνε ο παπαπέρδικας.

Έξω εβασίλευε η ησυχία των αυτοκρατόρων της Σίσσυ και του Γουλιέρμου. Δεν υπήρχαν κτίσματα μόνο δύο σειρές από ξυνονερατζιές, εστολίζανε τον δρόμο πάντα κι άλλη και πέτρινα πεζούλια.

Στα 200 μέτρα εξεκινούσανε τα πρώτα σπίτια του χωριού. Εβούρκωσα μωρέ και ένιωσα τόσο ξένη, στο ίδιο μου το "σπίτι", ξένη και στα παιδικά μου χρόνια ακόμη.

Σα κάποιος να προσπαθεί να μου τα κλέψει...

ΒΟΥΛΑ ΤΖΙΛΙΑΝΟΥ