Μοντέρνες (προπολεμικές ) μαστοριές

Έχουν λιγοστέψει δραματικά τα στοιχεία του μεσοπολέμου στην πόλη μας.

Η αρχαιολογική ευαισθησία είναι υπερβολική για κάποια ασήμαντα ερείπια ή για δόμηση κοντά σε άθλιες εκκλησιές, αλλά άφησε και κατεδαφίστηκαν τα πιο σημαντικά κτίρια του προπολεμικού και μεταπολεμικού μοντερνισμού στο νησί. (Αλήθεια, έχει αναρωτηθεί ποτέ κανένας γιατί έχουμε τις πιο απαίσιες μικρομεγαλίστικες «βλαχοντίσκο» νεότευκτες εκκλησιές στην Ευρώπη;)
Μόνο τα μπαλκόνια του γωνιακού κτιρίου στην οδό Δημάρχου Κόλλα και της πλατείας Άγγελου Ψωρούλα προκαλούν δέος.
Το «εναέριο» στηθαίο είναι πιασμένο με σιδερογωνιά κι έχει σκυροδετηθεί μετά τον πρόβολο σε ένα πανάλαφρο καλούπι που δεν πρέπει να ’ναι παχύτερο από πέντε εκατοστά.
Ο αρμός με κενό αέρος είναι χαρακτηριστικό των πρωτοποριακών κατασκευών της σχολής Μπαουχάουζ.
Το καλούπι σπάει στις γωνιές για να αλλάξει με τη στρογγυλεμένη εξαίσια σιδεριά - ζαρντινιέρα.
Ο «πάτος» του προβόλου, για να «κόψει» τη μονότονη επιφάνεια, διαμορφώνεται σε τρεις οδοντωτές επιφάνειες, πάλι από μπετόν (γιατί ο σοβάς δεν θ’ άντεχε σε τόσο μεγάλη επιφάνεια με δόντια του 1,5 εκατοστού).
Θέλει μαστοριά, μυαλό και υπομονή για να φτιάξεις έναν ανάλαφρο πρόβολο με το στηθαίο να «πετάει» ξεκολλημένο από την πλάκα.
Από τις δουλειές που σήμερα δεν πληρώνονται, όπως λένε οι μαστόροι. Ή τις δουλειές για βουρλισμένους, όπως λένε οι φυγόπονοι, μιας και για να σηκωθεί ολοκληρωμένο τούτο το στηθαίο χρειάζονται τρία στάδια κατασκευής και συντονισμένη εργασία από καλουπατζή, μπετοσιδερά, σιδερά, σοβατζή.
Ειδικά ο ταμπλαδωτός πάτος χρησιμοποιήθηκε σε κεντρικά κτίρια της προπολεμικής Αθήνας, όπως και οι στρογγυλεμένες γωνιές αντί απομιμήσεως «ερτών» (παραστάδων).
Οι ακμές των όγκων στρογγυλεύουν σε εσοχή με άλλο χρώμα και προσδίδουν πλαστικότητα και ευελιξία στην ογκοπλαστική σύνθεση, καταργώντας τη συνηθισμένη δικτατορία της μίας και μοναδικής ευθείας που ορίζει αυστηρά το πλαίσιο της όψεως. Ο στενός πρόβολος - έρκερ στερεώνει έναν όγκο σε σχήμα ανάποδο ταυ (Τ), του οποίου το μέγεθος μειώνεται έξυπνα από δυο παράλληλες ζώνες κάτω από τη φέρουσα δοκό ή τα πρέκια που διατρέχουν τις πλευρές.
Αξίζει ενδελεχής έρευνα όλο το κτίριο, που είναι από τα κοσμήματα του κέντρου της πόλης, και του οποίου αγνοώ την πραγματική ηλικία και τους συντελεστές κατασκευής.
Μικρός απέφευγα να το παρατηρήσω, γιατί πήγαινα στο διπλανό σχολειό, το Δεύτερο Δημοτικό.
Και το σχολειό δεν μου άρεσε – έμοιαζε με φυλακή. (Όπως σχεδόν όλα τα ελληνικά σχολεία άλλωστε).
Όμως με μαγνήτιζε το γωνιακό μαγαζί του Μιχαλόπουλου, του ηλεκτρολόγου, που βρισκόταν στο ισόγειο του εν λόγω κτιρίου με τα εκατοντάδες καλούδια και μυστηριακά πράγματα.
Του «Αναίσθητου», όπως είχε αυτοβαφτιστεί κι αποκαλούσε όλο τον κόσμο με το παρατσούκλι του ο βραχύσωμος χιουμορίστας μάστορας με τη συρτή, βραχνή, μάγκικη φωνή.
Είχε στήσει με 2-3 άτομα ένα από τα πρώτα συγκροτημένα συνεργεία ηλεκτρολογικών εγκαταστάσεων στην Κέρκυρα· υπήρχαν ακόμη οι Σπίγγος - Μούτσος, ο Τυχερός κι αργότερα ο Βαλσαμής.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΛΕΒΕΝΤΗΣ