Τ΄ Αγιού!
Δημήτρης Μακρίδης
12 Δεκεμβρίου 2022
/ 16:29
Είναι παραμονή του Άη Σπυρίδωνα-ωρέ μάτια- και αποφασίζεις να κάνεις το ξεχασμένο για χρόνια τελετουργικό. Να πας για λουκουμάδες και ύστερα να προσκυνήσεις στον Άγιο.
Τί και αν δεν είσαι πλέον στο νησί, εσύ θα φτιάξεις το νησί γύρω σου. Η ξαστεριά βοηθάει και παίρνεις τα ποδάρια σου και ξεκινάς. Πιάνεις ρυθμό με τα τραγούδια του τόπου που σπούδαζες. « Όλα σου είναι Παραδείσια, Κάτω στον Άι Γιώργη, Με Κερκυραϊκή στολή » και άλλα αγαπημένα ακούγονται διαδοχικά στην λίστα από το κινητό. Πρώτη στάση, οι τηγανίτες του Αγίου.
Το πιάτο έρχεται και αποφασίζεις ξαφνικά να κάνεις τον ινφλουένσερ. Στέλνεις μέλια και ζυμάρια σε φίλες και φίλους από τα φοιτητικά χρόνια, τότε που η καρδιά ήταν ανοιχτή σε ερεθίσματα. Αλλά και ευχές που ακούγατε στο νησί και είναι πλέον είναι και δικές σας.
«Πίπη μου Χρόνια σου Πολλά, να χαίρεσαι και τον Σπυράκο σου!», « Χρόνους Πολλούς Σπυριδούλα μου! Βοήθειά μας ο Άγιος!». Αυτοί χαίρονται και ανταποδίδουν με το ίδιο κέφι. Συνομιλείτε σαν μέλη παλιάς συντεχνίας με ιδιωματισμούς από την dialetto corcirese. Την κερκυραϊκή διάλεκτο, ένα μείγμα από βενετικές λέξεις με ελληνικό συντακτικό που ελάχιστοι πλέον συντηρούν.
Νιώθεις από την οικειότητα των συνομιλιών πως είναι σαν να ήσασταν μαζί χτες. Τι και αν έχετε να ιδωθείτε « από τον καιρό τση Κριμαίας». Ο χρόνος των αναμνήσεων είναι εσωτερικός. Πάντα χθεσινός!
Έτσι παίρνεις δύναμη να συνεχίσεις για τον Άγιο. Είναι η ώρα να βάλεις για ακρόαση το «Πάσχα Ρωμέικο» του Παπαδιαμάντη. Το διήγημα με τον Κερκυραίο-κυρ Πίπη φυσικά- που μένει στην Αθήνα και που το έχει τάμα να κατεβαίνει στον Άη Σπυρίδωνα στον Πειραιά για να κάνει Ανάσταση και να νιώσει δίπλα στην θάλασσα το νησί του. Νιώθεις άλλωστε έτσι και εσύ.
Σκέφτεσαι πως δεν είναι Πασχαλιάτικο το διήγημα αλλά εστιάζει στην επτανησιακή ιδιοσυγκρασία. Αυτό το κράμα εθνικών και πολιτισμικών ταυτοτήτων που αντιλαμβάνεται ο κυρ-Αλέξανδρος και αποτυπώνεται γλαφυρά στον πρωταγωνιστή του. « Έλληνας εκ γενετής, καταγόμενος από τη Ζάκυνθο, νομικά βενετός και υπήκοος της Αγγλίας» όπως το συνοψίζει ο Φώσκολος για τον εαυτό του.
Η εκκλησία είναι στις παρυφές της πόλης και προλαβαίνεις να το ακούσεις όλο. Έχει σχολάσει και δεν έχει τόσο κόσμο. Παίρνεις μία μεγάλη λαμπάδα και την ανάβεις. Φεύγεις και σειρά έχουν άλλα τραγούδια του νησιού. Το περπάτημα σου δίνει τη γεύση μίας άνετης αναπνοής και φρεσκάδας σαν να είσαι νεότερος και να αρεντεύεις στην πόλη και στα χωριά. Γίνεσαι για λίγο ένας Μουζακίτης από τους Αυλιώτες, μία Γραμμένου από τους Σιναράδες και ένας Κάντας από την Λευκίμμη.
Ένας πινιάτορας που πιάνει τον διαχρονικό παλμό της πιάτσας, χαιρετώντας τον συγγραφέα Κωνσταντίνο Θεοτόκη σαν Ντίνο και περπατώντας απολύτως φυσιολογικά δίπλα στον Σάκη Ρουβά.
Χρόνους Πολλούς ωρέ!
Ο Δημήτρης Μακρίδης είναι γραφιάς και έχει σπουδάσει Ιστορία στο νησί. Θεωρεί την Κέρκυρα σπίτι του .
Το πιάτο έρχεται και αποφασίζεις ξαφνικά να κάνεις τον ινφλουένσερ. Στέλνεις μέλια και ζυμάρια σε φίλες και φίλους από τα φοιτητικά χρόνια, τότε που η καρδιά ήταν ανοιχτή σε ερεθίσματα. Αλλά και ευχές που ακούγατε στο νησί και είναι πλέον είναι και δικές σας.
«Πίπη μου Χρόνια σου Πολλά, να χαίρεσαι και τον Σπυράκο σου!», « Χρόνους Πολλούς Σπυριδούλα μου! Βοήθειά μας ο Άγιος!». Αυτοί χαίρονται και ανταποδίδουν με το ίδιο κέφι. Συνομιλείτε σαν μέλη παλιάς συντεχνίας με ιδιωματισμούς από την dialetto corcirese. Την κερκυραϊκή διάλεκτο, ένα μείγμα από βενετικές λέξεις με ελληνικό συντακτικό που ελάχιστοι πλέον συντηρούν.
Νιώθεις από την οικειότητα των συνομιλιών πως είναι σαν να ήσασταν μαζί χτες. Τι και αν έχετε να ιδωθείτε « από τον καιρό τση Κριμαίας». Ο χρόνος των αναμνήσεων είναι εσωτερικός. Πάντα χθεσινός!
Έτσι παίρνεις δύναμη να συνεχίσεις για τον Άγιο. Είναι η ώρα να βάλεις για ακρόαση το «Πάσχα Ρωμέικο» του Παπαδιαμάντη. Το διήγημα με τον Κερκυραίο-κυρ Πίπη φυσικά- που μένει στην Αθήνα και που το έχει τάμα να κατεβαίνει στον Άη Σπυρίδωνα στον Πειραιά για να κάνει Ανάσταση και να νιώσει δίπλα στην θάλασσα το νησί του. Νιώθεις άλλωστε έτσι και εσύ.
Σκέφτεσαι πως δεν είναι Πασχαλιάτικο το διήγημα αλλά εστιάζει στην επτανησιακή ιδιοσυγκρασία. Αυτό το κράμα εθνικών και πολιτισμικών ταυτοτήτων που αντιλαμβάνεται ο κυρ-Αλέξανδρος και αποτυπώνεται γλαφυρά στον πρωταγωνιστή του. « Έλληνας εκ γενετής, καταγόμενος από τη Ζάκυνθο, νομικά βενετός και υπήκοος της Αγγλίας» όπως το συνοψίζει ο Φώσκολος για τον εαυτό του.
Η εκκλησία είναι στις παρυφές της πόλης και προλαβαίνεις να το ακούσεις όλο. Έχει σχολάσει και δεν έχει τόσο κόσμο. Παίρνεις μία μεγάλη λαμπάδα και την ανάβεις. Φεύγεις και σειρά έχουν άλλα τραγούδια του νησιού. Το περπάτημα σου δίνει τη γεύση μίας άνετης αναπνοής και φρεσκάδας σαν να είσαι νεότερος και να αρεντεύεις στην πόλη και στα χωριά. Γίνεσαι για λίγο ένας Μουζακίτης από τους Αυλιώτες, μία Γραμμένου από τους Σιναράδες και ένας Κάντας από την Λευκίμμη.
Ένας πινιάτορας που πιάνει τον διαχρονικό παλμό της πιάτσας, χαιρετώντας τον συγγραφέα Κωνσταντίνο Θεοτόκη σαν Ντίνο και περπατώντας απολύτως φυσιολογικά δίπλα στον Σάκη Ρουβά.
Χρόνους Πολλούς ωρέ!
Ο Δημήτρης Μακρίδης είναι γραφιάς και έχει σπουδάσει Ιστορία στο νησί. Θεωρεί την Κέρκυρα σπίτι του .