Πίσω από τη βιτρίνα των βάσεων
Γιώργος Καββαδίας
25 Αυγούστου 2016
/ 14:07
Η ανακοίνωση των βάσεων εισαγωγής τροφοδοτεί τις συζητήσεις για τις Εξετάσεις και το ρόλο του Σχολείου. Και φέτος, όπως και τα προηγούμενα χρόνια, η είσοδος στην τριτοβάθμια εκπαίδευση συνδέθηκε με τη δυνατότητα πληρωμής διδάκτρων σε φροντιστήρια και ιδιαίτερα μαθήματα,
με αποτέλεσμα να ροκανίζεται το πενιχρό εισόδημα χιλιάδων λαϊκών οικογενειών. Η κυρίαρχη πολιτική μετατρέπει τη γνώση από κοινωνικό αγαθό και δικαίωμα σε εμπόρευμα και ατομική δυνατότητα, σ' ένα σχολείο επιλεκτικό για «λίγους και εκλεκτούς»
Έξω από τη συζήτηση περί εξετάσεων μένουν τα σοβαρότερα προβλήματα της εκπαίδευσης. Τα χιλιάδες παιδιά ενός κατώτερου θεού που εγκαταλείπουν το σχολείο, οι απαράδεκτα χαμηλές δαπάνες και οι τραγικές ελλείψεις σε κτίρια και υλικοτεχνική υποδομή, το «σχολείο των δυσαρεστημένων» και ψυχικά επιβαρυμένων μαθητών που δε βρίσκουν νόημα στα θρανία της ακριβοπληρωμένης αμάθειας και βλέπουν τα όνειρα της επαγγελματικής αποκατάστασης να λαμπαδιάζουν και να μετατρέπονται σε εφιάλτη της ανεργίας και της ετεροαπασχόλησης.
Οι εξετάσεις αποτελούν τον ορατό μηχανισμό της επιλεκτικής- απορριπτικής λειτουργίας του σχολείου. Τα στατιστικά στοιχεία των εξετάσεων εστιάζουν μόνο στους υποψηφίους και όχι στο σύνολο του μαθητικού δυναμικού που ξεκινά από την Α' Δημοτικού. Έτσι μέχρι την αφετηρία των εξετάσεων έχει αποκλειστεί περίπου ο μισός μαθητικός πληθυσμός, κυρίως από τις ασθενέστερες τάξεις και στρώματα και τις απομακρυσμένες περιοχές της χώρας.
Πέρα από τον μαζικό αποκλεισμό των υποψηφίων, οι εξετάσεις επιβάλλουν έναν ολοκληρωτικό έλεγχο στην εκπαιδευτική διαδικασία από το Δημοτικό μέχρι το πανεπιστήμιο. Ειδικότερα ως «καλό» Λύκειο αναγορεύεται αυτό που μιμείται το φροντιστήριο. Αυτό δηλαδή που καλουπώνει και παραδίδει αποσπασματικές γνώσεις χρήσιμες για τις εξετάσεις. Το εξεταστικό σύστημα θέλει «καλά προετοιμασμένους υποψηφίους» που δεν είναι παρά ένα είδος «προσοντούχων αγραμμάτων» .
Με άλλα λόγια η εξετασιομανία που διαπερνά το εκπαιδευτικό σύστημα αποτελεί τη νεκρολογία της επαφής των μαθητών με την ουσία της γνώσης. Οι εξετάσεις γίνονται εργαλεία που μετατρέπουν τη διαδικασία της μόρφωσης σε εξάσκηση για το κυνήγι «χρήσιμων γνώσεων» που αποφέρουν βαθμούς Σημασία έχει η παροχή «συνταγών επιτυχίας» για τη συλλογή μορίων. Οι μαθητές «μαθαίνουν» τις σχολικές γνώσεις, αρκετοί περνούν με επιτυχία τις εξετάσεις, αλλά δεν τις κατανοούν. Δεν μπορούν να συνδέσουν τις επιμέρους γνώσεις από τα διάφορα μαθήματα προκειμένου να ερμηνεύσουν τον κόσμο στον οποίο ζουν.
Αξίζει, επίσης, να τονιστεί ότι τα στατιστικά στοιχεία αποτυπώνουν έναν ιδιόμορφο διπολισμό. Αποτυπώνουν το ταξικό χάσμα. Για δεκάδες χιλιάδες παιδιά από τις φτωχότερες τάξεις και τις πιο απομακρυσμένες περιοχές της χώρας τα πτυχία δεν αποτελούν πια το εφαλτήριο της κοινωνικής ανόδου, όπως το έβλεπαν οι γενιές των γονιών τους. Τα πτυχία έχουν απαξιωθεί στην αγορά εργασίας. Σε συνθήκες οικονομικής κρίσης που τα βάρη φορτώνονται μονόπλευρα στους εργαζόμενους αποτελούν εισιτήρια ανεργίας και ανασφάλειας.
Το πρόβλημα του μεγάλου ποσοστού γραπτών που βαθμολογούνται «κάτω από τη βάση» στις πανελλήνιες εξετάσεις είναι, κυρίως, πρόβλημα του εκπαιδευτικού συστήματος. Ενός συστήματος που οδηγεί στο μαζικό αποκλεισμό των περίπου μισών μαθητών από την τριτοβάθμια εκπαίδευση, αν συνυπολογίσουμε και αυτούς που πρόωρα αποκλείονται χωρίς να προλάβουν να δώσουν εξετάσεις.
Για την κυρίαρχη πολιτική ζητούμενο σήμερα είναι το «λίφτινγκ» του εξεταστικού συστήματος. Όμως σήμερα περισσότερο από ποτέ άλλοτε έχουμε ανάγκη από ένα σχολείο που να αγκαλιάζει όλα τα παιδιά χωρίς αποκλεισμούς και διακρίσεις, όπου πρωταρχική σημασία έχει ο πνευματικός εξοπλισμός των μαθητών, η καλλιέργεια «ελεύθερων και δημοκρατικών πολιτών», έτσι ώστε να μπορούν να αντιμετωπίσουν κριτικά την κοινωνία με την ενεργή συμμετοχή τους και παρέμβαση σ ΄ όλα τα επίπεδα της κοινωνικής δραστηριότητας.
*Ο Γιώργος Κ. Καββαδίας είναι φιλόλογος, μέλος της ΣΕ του περιοδικού «Αντιτετράδια της Εκπαίδευσης», αρθρογράφος στο «ΕΘΝΟΣ» και μέλος του ΔΣ της ΕΛΜΕ Πειραιά