Κοινή επιστολή ΕΛΜΕ - ΣΕΠΕ προς τους γονείς για τον ελληνικό διαγωνισμό PISA
ΕΛΜΕ
16 Μαΐου 2022
/ 10:28
ΕΛΕΝΗ ΚΟΡΩΝΑΚΗ
Είμαστε η μοναδική χώρα παγκόσμια που «κατεβάζει» τον διαγωνισμό αυτό σε τόσο μικρούς μαθητές, στην Στ΄ Τάξη του Δημοτικού.
ΚΕΡΚΥΡΑ. Κοινή επιστολή εξέδωσαν ΕΛΜΕ – ΣΕΠΕ προς τους γονείς σχετικά με τον ελληνική διαγωνισμό PISA στον οποίο 18 Μαΐου, θα εξεταστούν 6.000 παιδιά Στ΄ Δημοτικού και Γ΄ Γυμνασίου στα μαθήματα της Γλώσσας και των Μαθηματικών. Αναλυτικά:
«Αγαπητοί γονείς,
Όπως ίσως έχετε ενημερωθεί ήδη από το σχολείο σας, στις 18 Μάη 6.000 παιδιά Στ΄ Δημοτικού και Γ΄ Γυμνασίου θα εξεταστούν στον «ελληνικό διαγωνισμό PISA» στα μαθήματα της Γλώσσας και των Μαθηματικών. Η διεξαγωγή του διαγωνισμού αυτού γίνεται με βάση το νόμο που ψηφίστηκε το καλοκαίρι για την εκπαίδευση. Φέτος θα γίνει δοκιμαστικά σε 300 δημοτικά και 300 γυμνάσια σε όλη τη χώρα.
Ο διαγωνισμός αυτός δεν είναι κάτι νέο. Γίνεται εδώ και πολλά χρόνια σε διεθνές επίπεδο, για να συγκρίνει τα εκπαιδευτικά συστήματα από πολλές χώρες και να «παρθούν μέτρα» για αλλαγές. Ίσως να έχετε διαβάσει ότι κάθε φορά που ανακοινώνονται τα αποτελέσματά του «η Ελλάδα βρίσκεται στις τελευταίες θέσεις». Τι σημαίνει όμως στην πραγματικότητα αυτό; Σε τι έχει βελτιώσει το εκπαιδευτικό μας σύστημα, την εκπαίδευση των παιδιών σας;
Η απάντησή μας είναι καθαρή: όχι μόνο δεν το έχει βελτιώσει αλλά το έχει χειροτερεύσει. Ο ΟΟΣΑ (ο διεθνής οργανισμός που διεξάγει τον διαγωνισμό) και οι κυβερνήσεις λένε ότι φταίει το δημόσιο σχολείο για τις «χαμηλές επιδόσεις», άρα πρέπει να «πάρουμε μέτρα» που θα αλλάζει εντελώς το χαρακτήρα του: περισσότερες εξετάσεις, περισσότερη και δυσκολότερη ύλη που δεν ανταποκρίνεται στις δυνατότητες και στις ανάγκες των παιδιών της κάθε ηλικίας, λιγότερη ουσιαστική γνώση και περισσότερα προγράμματα και κατάρτιση «μιας χρήσης», λιγότερη χρηματοδότηση έτσι ώστε τα σχολεία να κυνηγούν χορηγούς.
Το Υπουργείο Παιδείας αποφάσισε να «μεταφέρει» αυτό τον διαγωνισμό μεταξύ των σχολείων της χώρας μας. Από την πρώτη στιγμή οι εκπαιδευτικοί είπαμε όχι στη διεξαγωγή του.
Το Υπουργείο θα προσπαθήσει να σας πείσει ότι είναι για το «καλό των παιδιών σας», ότι «με βάση τα αποτελέσματά του θα βελτιώσουμε την εκπαίδευση», ότι είναι διαγωνισμός «ανώνυμος και αντικειμενικός» άρα δεν έχετε τίποτε να φοβηθείτε. Χωρίς να παίρνει καν υπόψη ότι τα παιδιά μας έχουν βγει από μια δύσκολη, μακρόχρονη διαδικασία κλειστών σχολείων και τηλε- «εκπαίδευσης» λόγω της πανδημίας, και που όλοι αναγνωρίζουν τα κενά στη μάθηση που αυτή η κατάσταση έχει δημιουργήσει. Μια διαδικασία που συνεχίστηκε και τη φετινή σχολική χρονιά, με πολλές και συχνές απουσίες μαθητών και εκπαιδευτικών , αποτέλεσμα των ανύπαρκτων μέτρων για την αντιμετώπιση της πανδημίας.
Ας δούμε λοιπόν μερικές βασικές πλευρές αυτού του διαγωνισμού:
Όσο για την «Τράπεζα θεμάτων» , η εμπειρία δείχνει ότι έχει σκοπό να δυσκολέψει και να ματαιώσει τους μαθητές μας. Είναι εκτός της καθημερινής, σχολικής πραγματικότητας. Τα θέματα αυτά δεν παίρνουν υπόψη τις ξεχωριστές ανάγκες ή δυσκολίες που έχει το κάθε σχολείο και το κάθε παιδί. «Ξεχνά» ότι υπάρχουν πολλοί παράγοντες που καθορίζουν τις σχολικές επιδόσεις.
Είναι φτιαγμένα έτσι λες και θέλουν να αποδείξουν ότι τα παιδιά σας «δεν τα παίρνουν τα γράμματα» και ότι εμείς οι εκπαιδευτικοί είμαστε «ανίκανοι» να τα διδάξουμε. Μια ματιά στις τράπεζες θεμάτων στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση που θα εφαρμοστεί φέτος στις Α’ και Β’ τάξεις του Λυκείου το αποδεικνύει. Δεν υπάρχουν λοιπόν «μετρήσιμα, αξιόπιστα και αντιπροσωπευτικά» αποτελέσματαόπως ισχυρίζεται το Υπουργείο Παιδείας. Εκπαιδευτικοί και γονείς γνωρίζουμε πολύ καλά ότι στο σχολείο δεν μπορούν όλα να μετρηθούν. Ούτε και πρέπει.
Τι πρέπει λοιπόν να κάνουμε;
Το Υπουργείο θα σας πει ότι η συμμετοχή των παιδιών σας είναι «υποχρεωτική». Το λέει για να σας πιέσει. Το λέει γιατί ξέρει ότι υπάρχουν αντιδράσεις. Σας το λέμε καθαρά: δεν υπάρχει καμία συνέπεια για τα παιδιά σας αν δεν συμμετέχουν στο διαγωνισμό.
Εμείς από τη δική μας πλευρά, μέσα από τα εκπαιδευτικά μας σωματεία και εσείς από τη δική σας, με τη δυνατότητα που έχετε να μην συμφωνήσετε στη συμμετοχή των παιδιών σας, πρέπει να ματαιώσουμε τη διεξαγωγή του. Γιατί αν πραγματοποιηθεί φέτος, από του χρόνου θα αφορά όλους τους μαθητές της Στ΄ Τάξης του Δημοτικού και της Γ΄ τάξης του Γυμνασίου και αργότερα και άλλες τάξεις και άλλα μαθήματα, κάτι που προβλέπει ο νόμος. Γιατί αν ξεκινήσει τώρα, δυσκολότερα θα εμποδίσουμε να γίνουν τα σχολεία μας και με αυτόν τον τρόπο χώροι που παιδιά και εκπαιδευτικοί θα πρέπει να περνούν μεγάλο μέρος της σχολικής τους καθημερινότητας για την προετοιμασία εξετάσεων και διαγωνισμών.
Γιατί θέλουμε ένα σχολείο που θα μορφώνει ολόπλευρα και ουσιαστικά, που δεν «θα διδάσκει για το τεστ». Ένα σχολείο που θα μορφώνει και δε θα εξοντώνει! Γιατί δεν θέλουμε να γίνει και ο διαγωνισμός PISA άλλος ένας τρόπος που θα χωρίζει σε κατηγορίες μαθητές και σχολεία, που θα ανοίγει το δρόμο για ακόμα περισσότερες αντιεκπαιδευτικές πολιτικές."
«Αγαπητοί γονείς,
Όπως ίσως έχετε ενημερωθεί ήδη από το σχολείο σας, στις 18 Μάη 6.000 παιδιά Στ΄ Δημοτικού και Γ΄ Γυμνασίου θα εξεταστούν στον «ελληνικό διαγωνισμό PISA» στα μαθήματα της Γλώσσας και των Μαθηματικών. Η διεξαγωγή του διαγωνισμού αυτού γίνεται με βάση το νόμο που ψηφίστηκε το καλοκαίρι για την εκπαίδευση. Φέτος θα γίνει δοκιμαστικά σε 300 δημοτικά και 300 γυμνάσια σε όλη τη χώρα.
Ο διαγωνισμός αυτός δεν είναι κάτι νέο. Γίνεται εδώ και πολλά χρόνια σε διεθνές επίπεδο, για να συγκρίνει τα εκπαιδευτικά συστήματα από πολλές χώρες και να «παρθούν μέτρα» για αλλαγές. Ίσως να έχετε διαβάσει ότι κάθε φορά που ανακοινώνονται τα αποτελέσματά του «η Ελλάδα βρίσκεται στις τελευταίες θέσεις». Τι σημαίνει όμως στην πραγματικότητα αυτό; Σε τι έχει βελτιώσει το εκπαιδευτικό μας σύστημα, την εκπαίδευση των παιδιών σας;
Η απάντησή μας είναι καθαρή: όχι μόνο δεν το έχει βελτιώσει αλλά το έχει χειροτερεύσει. Ο ΟΟΣΑ (ο διεθνής οργανισμός που διεξάγει τον διαγωνισμό) και οι κυβερνήσεις λένε ότι φταίει το δημόσιο σχολείο για τις «χαμηλές επιδόσεις», άρα πρέπει να «πάρουμε μέτρα» που θα αλλάζει εντελώς το χαρακτήρα του: περισσότερες εξετάσεις, περισσότερη και δυσκολότερη ύλη που δεν ανταποκρίνεται στις δυνατότητες και στις ανάγκες των παιδιών της κάθε ηλικίας, λιγότερη ουσιαστική γνώση και περισσότερα προγράμματα και κατάρτιση «μιας χρήσης», λιγότερη χρηματοδότηση έτσι ώστε τα σχολεία να κυνηγούν χορηγούς.
Το Υπουργείο Παιδείας αποφάσισε να «μεταφέρει» αυτό τον διαγωνισμό μεταξύ των σχολείων της χώρας μας. Από την πρώτη στιγμή οι εκπαιδευτικοί είπαμε όχι στη διεξαγωγή του.
Το Υπουργείο θα προσπαθήσει να σας πείσει ότι είναι για το «καλό των παιδιών σας», ότι «με βάση τα αποτελέσματά του θα βελτιώσουμε την εκπαίδευση», ότι είναι διαγωνισμός «ανώνυμος και αντικειμενικός» άρα δεν έχετε τίποτε να φοβηθείτε. Χωρίς να παίρνει καν υπόψη ότι τα παιδιά μας έχουν βγει από μια δύσκολη, μακρόχρονη διαδικασία κλειστών σχολείων και τηλε- «εκπαίδευσης» λόγω της πανδημίας, και που όλοι αναγνωρίζουν τα κενά στη μάθηση που αυτή η κατάσταση έχει δημιουργήσει. Μια διαδικασία που συνεχίστηκε και τη φετινή σχολική χρονιά, με πολλές και συχνές απουσίες μαθητών και εκπαιδευτικών , αποτέλεσμα των ανύπαρκτων μέτρων για την αντιμετώπιση της πανδημίας.
Ας δούμε λοιπόν μερικές βασικές πλευρές αυτού του διαγωνισμού:
- Είμαστε η μοναδική χώρα παγκόσμια που «κατεβάζει» τον διαγωνισμό αυτό σε τόσο μικρούς μαθητές, στην Στ΄ Τάξη του Δημοτικού.
- Μα, μπορεί να ρωτήσει κάποιος, αφού το εκπαιδευτικό μας σύστημα στηρίζεται στις εξετάσεις, δεν είναι καλό να μπορούν τα παιδιά από μικρά να εξοικειώνονται με αυτές;
- Τα τεστ όμως θα είναι ανώνυμα και τα θέματα δεν θα τα βάζουν οι εκπαιδευτικοί των σχολείων, θα είναι από «Τράπεζα Θεμάτων», άρα θα είναι αντικειμενικά. Αυτό δεν είναι καλό;
Όσο για την «Τράπεζα θεμάτων» , η εμπειρία δείχνει ότι έχει σκοπό να δυσκολέψει και να ματαιώσει τους μαθητές μας. Είναι εκτός της καθημερινής, σχολικής πραγματικότητας. Τα θέματα αυτά δεν παίρνουν υπόψη τις ξεχωριστές ανάγκες ή δυσκολίες που έχει το κάθε σχολείο και το κάθε παιδί. «Ξεχνά» ότι υπάρχουν πολλοί παράγοντες που καθορίζουν τις σχολικές επιδόσεις.
Είναι φτιαγμένα έτσι λες και θέλουν να αποδείξουν ότι τα παιδιά σας «δεν τα παίρνουν τα γράμματα» και ότι εμείς οι εκπαιδευτικοί είμαστε «ανίκανοι» να τα διδάξουμε. Μια ματιά στις τράπεζες θεμάτων στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση που θα εφαρμοστεί φέτος στις Α’ και Β’ τάξεις του Λυκείου το αποδεικνύει. Δεν υπάρχουν λοιπόν «μετρήσιμα, αξιόπιστα και αντιπροσωπευτικά» αποτελέσματαόπως ισχυρίζεται το Υπουργείο Παιδείας. Εκπαιδευτικοί και γονείς γνωρίζουμε πολύ καλά ότι στο σχολείο δεν μπορούν όλα να μετρηθούν. Ούτε και πρέπει.
- Μα δεν είναι σωστό αυτό που λέει το Υπουργείο ότι «Κανένα σύστημα δεν μπορεί να βελτιωθεί αν δεν αξιολογηθεί»;
- Τελικά αυτό που λείπει από το εκπαιδευτικό σύστημα είναι περισσότερες εξετάσεις;
Τι πρέπει λοιπόν να κάνουμε;
Το Υπουργείο θα σας πει ότι η συμμετοχή των παιδιών σας είναι «υποχρεωτική». Το λέει για να σας πιέσει. Το λέει γιατί ξέρει ότι υπάρχουν αντιδράσεις. Σας το λέμε καθαρά: δεν υπάρχει καμία συνέπεια για τα παιδιά σας αν δεν συμμετέχουν στο διαγωνισμό.
Εμείς από τη δική μας πλευρά, μέσα από τα εκπαιδευτικά μας σωματεία και εσείς από τη δική σας, με τη δυνατότητα που έχετε να μην συμφωνήσετε στη συμμετοχή των παιδιών σας, πρέπει να ματαιώσουμε τη διεξαγωγή του. Γιατί αν πραγματοποιηθεί φέτος, από του χρόνου θα αφορά όλους τους μαθητές της Στ΄ Τάξης του Δημοτικού και της Γ΄ τάξης του Γυμνασίου και αργότερα και άλλες τάξεις και άλλα μαθήματα, κάτι που προβλέπει ο νόμος. Γιατί αν ξεκινήσει τώρα, δυσκολότερα θα εμποδίσουμε να γίνουν τα σχολεία μας και με αυτόν τον τρόπο χώροι που παιδιά και εκπαιδευτικοί θα πρέπει να περνούν μεγάλο μέρος της σχολικής τους καθημερινότητας για την προετοιμασία εξετάσεων και διαγωνισμών.
Γιατί θέλουμε ένα σχολείο που θα μορφώνει ολόπλευρα και ουσιαστικά, που δεν «θα διδάσκει για το τεστ». Ένα σχολείο που θα μορφώνει και δε θα εξοντώνει! Γιατί δεν θέλουμε να γίνει και ο διαγωνισμός PISA άλλος ένας τρόπος που θα χωρίζει σε κατηγορίες μαθητές και σχολεία, που θα ανοίγει το δρόμο για ακόμα περισσότερες αντιεκπαιδευτικές πολιτικές."
ΕΛΕΝΗ ΚΟΡΩΝΑΚΗ
Εργάζεται στις Εκδόσεις Ενημέρωση από το 1990 σε θέσεις υψηλής ευθύνης. Ειδικεύεται στις δημόσιες σχέσεις, το ελεύθερο και το καλλιτεχνικό ρεπορτάζ.