Φτιάχνοντας ηλεκτρικές κιθάρες από… κεραυνοβολημένη καστανιά
Ελευθερία Λάρισας
25 Ιουνίου 2019
/ 13:49
ΛΑΡΙΣΑ. Από καιρό είχα ακούσει για τον Θεόφιλο Μπακιρτζίδη. Για τον Σαλονικιό που άφησε τη Θεσσαλονίκη και ζει πια με την οικογένειά του
ψηλά στον Κίσσαβο, στο Μεγαλόβρυσο της Αγιάς. Δε θα μου έκανε καθόλου εντύπωση το γεγονός – πολλοί ήρθαν τα τελευταία χρόνια άλλωστε στον τόπο μας ελέω οικονομικής κρίσης ή αναζητώντας έναν οικολογικό τρόπο ζωής, μακριά από τη βαβούρα της πόλης – μα με παραξένεψε όταν μου είπαν πως ο συγκεκριμένος έχει στήσει ένα εργαστήριο όπου κατασκευάζει χειροποίητες ηλεκτρικές κιθάρες από ξύλο… κεραυνοβολημένης καστανιάς.
«Πρέπει να μιλήσουμε» του είπα σε μια τυχαία συνάντησή μας. «Όποτε θες» μου απάντησε και το ραντεβού δεν άργησε να κλειστεί. Ανηφόρησα για τη Νιβόλιανη και μέσα από τα στενά δρομάκια της έφτασα στον χώρο του, σ’ ένα απλό, αλλά καταπληκτικό σπίτι, αναπαλαιωμένο με γούστο, με θέα απίστευτη το εύφορο «Δώτιο Πεδίο» και το καταγάλανο Αιγαίο Πέλαγος, δίπλα ακριβώς στο στούντιο ηχογράφησης του Θανάση Παπακωνσταντίνου, όπου ο γνωστός τραγουδοποιός προετοιμάζει αυτά που μετέπειτα τραγουδά όλη η Ελλάδα.
Αφού με ξενάγησε στους δύο ορόφους του κτιρίου, βρεθήκαμε γρήγορα και στην αίθουσα – εργαστήρι. Από τη μια πλευρά ακατέργαστη ξυλεία, από την άλλη, στον τοίχο, κρεμασμένες κιθάρες. Όχι πολλές, τρεις – τέσσερις ήταν, μα πανέμορφες, σωστά έργα τέχνης που η πρώτη σκέψη που σου δημιουργούσαν ήταν «αχ, να ‘παιρνα μία, όχι για παίξιμο, να την είχα μόνο για να στολίσω το σαλόνι μου».
«Μουσικός ή μάστορας;» τον ρωτάω και η απάντηση έρχεται αβίαστα. «Κι από τα δύο» μου λέει κι αρχίζει να μου εξιστορεί το πώς έφτασε και τι γυρεύει στο Μεγαλόβρυσο. «Γεννήθηκα στη Θεσσαλονίκη το 1971. Την πρώτη μου κιθάρα μού την έκανε δώρο η γιαγιά μου κι έτσι άρχισα να ασχολούμαι με τη μουσική. Παράλληλα, δούλευα στο χυτήριο του πατέρα μου κι έτσι ασχολιόμουν και με το μέταλλο και με τα καλούπια που ήταν ξύλινα. Ακολουθώντας τ’ όνειρό μου, να γίνω παραγωγός μουσικών οργάνων, αποφάσισα να εγκαταλείψω την πόλη κι επέλεξα να εγκατασταθώ εδώ στον Κίσσαβο και να χρησιμοποιήσω τις γνώσεις μου πάνω στη μεταλλουργία και στο ξύλο δημιουργώντας ηλεκτρικές κιθάρες και ηλεκτρικά μπάσα».
Δεν προλαβαίνω να τον ρωτήσω «γιατί στον Κίσσαβο» και η αιτιολογία δόθηκε αμέσως. «Είναι ένα από τα ωραιότερα βουνά της πατρίδας μας και η ποικιλία σε δέντρα είναι απίστευτη» μου λέει και συνεχίζει «Σφενδάμια, σκλήθρα, ελιές, μαύρες μουριές, καστανιές. Όλα ξύλα που χρησιμοποιούνται στα όργανα, μα το αγαπημένο μου είναι η καστανιά και μάλιστα η κεραυνοβολημένη». «Είναι ιδιαίτερο ξύλο» μου εξηγεί. «Δεν μοιάζει με την υγιή. Έχει πολύ πιο ανοιχτό ήχο και πολύ καλή ακουστικότητα. Το κάψιμο του κεραυνού αλλάζει τη μοριακή του δομή και με την κατάλληλη χρονοβόρα επεξεργασία που ακολουθεί δίνει το επιθυμητό ακουστικό τέλειο αποτέλεσμα».
«Πρέπει να μιλήσουμε» του είπα σε μια τυχαία συνάντησή μας. «Όποτε θες» μου απάντησε και το ραντεβού δεν άργησε να κλειστεί. Ανηφόρησα για τη Νιβόλιανη και μέσα από τα στενά δρομάκια της έφτασα στον χώρο του, σ’ ένα απλό, αλλά καταπληκτικό σπίτι, αναπαλαιωμένο με γούστο, με θέα απίστευτη το εύφορο «Δώτιο Πεδίο» και το καταγάλανο Αιγαίο Πέλαγος, δίπλα ακριβώς στο στούντιο ηχογράφησης του Θανάση Παπακωνσταντίνου, όπου ο γνωστός τραγουδοποιός προετοιμάζει αυτά που μετέπειτα τραγουδά όλη η Ελλάδα.
Αφού με ξενάγησε στους δύο ορόφους του κτιρίου, βρεθήκαμε γρήγορα και στην αίθουσα – εργαστήρι. Από τη μια πλευρά ακατέργαστη ξυλεία, από την άλλη, στον τοίχο, κρεμασμένες κιθάρες. Όχι πολλές, τρεις – τέσσερις ήταν, μα πανέμορφες, σωστά έργα τέχνης που η πρώτη σκέψη που σου δημιουργούσαν ήταν «αχ, να ‘παιρνα μία, όχι για παίξιμο, να την είχα μόνο για να στολίσω το σαλόνι μου».
«Μουσικός ή μάστορας;» τον ρωτάω και η απάντηση έρχεται αβίαστα. «Κι από τα δύο» μου λέει κι αρχίζει να μου εξιστορεί το πώς έφτασε και τι γυρεύει στο Μεγαλόβρυσο. «Γεννήθηκα στη Θεσσαλονίκη το 1971. Την πρώτη μου κιθάρα μού την έκανε δώρο η γιαγιά μου κι έτσι άρχισα να ασχολούμαι με τη μουσική. Παράλληλα, δούλευα στο χυτήριο του πατέρα μου κι έτσι ασχολιόμουν και με το μέταλλο και με τα καλούπια που ήταν ξύλινα. Ακολουθώντας τ’ όνειρό μου, να γίνω παραγωγός μουσικών οργάνων, αποφάσισα να εγκαταλείψω την πόλη κι επέλεξα να εγκατασταθώ εδώ στον Κίσσαβο και να χρησιμοποιήσω τις γνώσεις μου πάνω στη μεταλλουργία και στο ξύλο δημιουργώντας ηλεκτρικές κιθάρες και ηλεκτρικά μπάσα».
Δεν προλαβαίνω να τον ρωτήσω «γιατί στον Κίσσαβο» και η αιτιολογία δόθηκε αμέσως. «Είναι ένα από τα ωραιότερα βουνά της πατρίδας μας και η ποικιλία σε δέντρα είναι απίστευτη» μου λέει και συνεχίζει «Σφενδάμια, σκλήθρα, ελιές, μαύρες μουριές, καστανιές. Όλα ξύλα που χρησιμοποιούνται στα όργανα, μα το αγαπημένο μου είναι η καστανιά και μάλιστα η κεραυνοβολημένη». «Είναι ιδιαίτερο ξύλο» μου εξηγεί. «Δεν μοιάζει με την υγιή. Έχει πολύ πιο ανοιχτό ήχο και πολύ καλή ακουστικότητα. Το κάψιμο του κεραυνού αλλάζει τη μοριακή του δομή και με την κατάλληλη χρονοβόρα επεξεργασία που ακολουθεί δίνει το επιθυμητό ακουστικό τέλειο αποτέλεσμα».