Αυστηρό μήνυμα προς την Τουρκία έστειλε από την Κέρκυρα ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας (video-photos)
Πρόεδρος της Δημοκρατίας
06 Σεπτεμβρίου 2018
/ 08:56
Κατά την κήρυξη των εργασιών του Πρώτου Συνεδρίου Αποδήμων Επτανησίων.
ΚΕΡΚΥΡΑ. Εκτενή αναφορά στα εθνικά θέματα, τις τουρκικές προκλήσεις στο Αιγαίο, το Κυπριακό αλλά και το ονοματολογικό της ΠΓΔΜ, έκανε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Προκόπης Παυλόπουλος κατά την τελετή έναρξης του Συνεδρίου Αποδήμων Επτανησίων.
Στην ομιλία του, ο κ. Παυλόπουλος υπογράμμισε ότι η Ελλάδα είναι χώρα που υπερασπίζεται την ειρηνική συνύπαρξη και ταυτόχρονα αναπόσπαστο μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Για το θέμα των τουρκικών προκλήσεων στο Αιγαίο, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας έστειλε αυστηρό μήνυμα προς τον Τούρκο Πρόεδρο, λέγοντας ότι τα ελληνικά θαλάσσια σύνορα είναι ταυτόχρονα και τα σύνορα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και επιβάλλεται σεβασμός του ευρωπαϊκου και διεθνούς δικαίου. «Η θάλασσά μας είναι μια θάλασσα ειρηνική, αλλά μόνον όταν πνέουν οι ούριοι άνεμοι της νομιμότητας και όχι όταν υπάρχει η αναρχία και η τρικυμία της προσπάθειας επικράτησης του δήθεν ισχυρού, το τονίζω αυτό, του "δήθεν ισχυρού"», είπε ο κ. Παυλόπουλος.
Το ονοματολογικό
Στην ομιλία του αναφέρθηκε μεταξύ άλλων και στο στο ζήτημα του ονοματολογικού της ΠΓΔΜ. «Έίμαστε από αυτούς που υποστηρίζουμε ότι στα Βαλκάνια πρέπει να υπάρξει διεύρυνση και προς το ΝΑΤΟ και προς την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αλλά και εδώ υπάρχει ανάγκη τήρησης του Διεθνούς Δικαίου και της διεθνούς νομιμότητας». Κατέστησε σαφές ότι η γειτονική χώρα θα πρέπει να προχωρήσει σε Συνταγματική αλλαγή σύμφωνα και με τις προδιαγραφές της συνθήκης των Πρεσπών που υπεγράφη πρόσφατα, και μόνον τότε μπορούν να ξεκινήσουν οι διαπραγματεύσεις για ένταξη στο ΝΑΤΟ και στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Τιμή στον Αρχιεπίσκοπο Αναστάσιο
Κηρύσσοντας την έναρξη των εργασιών του Συνεδρίου, ο Πρόεδρος έκανε ιδιαίτερη αναφορά στο τιμώμενο πρόσωπο, τον Αρχιεπίσκοπο Αλβανίας Αναστάσιο, εξαίροντας την ακαδημαϊκή του προσφορά στον τομέα της θρησκειολογίας και χαρακτηρίζοντάς τον «άξιο συνεχιστή των μεγάλων διδασκάλων του Έθνους». Ειδική αναφορά έκανε μάλιστα στο έργο του Αρχιεπισκόπου Αναστασίου για το Ισλάμ, υποστηρίζοντας ότι αν κάποιοι ηγέτες του πλανήτη το είχαν διαβάσει, πιθανότατα δεν θα είχαν καταλήξει σε πολλές αποφάσεις που πήραν.
Το Επτανησιακό στοιχείο
Αναφερόμενος στο Επτανησιακό στοιχείο, το οποίο έχει και τον πρωταγωνιστικό ρόλο στο Συνέδριο, έδωσε έμφαση στην αγάπη για τα ταξίδια και τον κοσμοπολιτισμό που διακρίνει τους Επτανήσιους. Αναφέρθηκε μάλιστα στη ρήση του Αϊνστάιν «δεν έχω ιδιαίτερες ικανότητες, απλώς είμαι περίεργος». «Αυτήν την περιέργεια την έχουν οι Επτανήσιοι εκ φύσεως και εξ ορισμού, είναι στο DNA τους. Και αυτό τους κάνει να είναι δημιουργικοί όπου κι αν βρίσκονται. Αυτή είναι και η δύναμη της Ελλάδας, που δεν έχει σύνορα» είπε χαρακτηριστικά.
Δείτε το φωτορεπορτάζ εδώ
Βασικά σημεία της ομιλίας του
«Αισθάνομαι ιδιαίτερη χαρά αλλά και τιμή ευρισκόμενος σήμερα μαζί σας στην Κέρκυρα, για να κηρύξω την έναρξη των εργασιών του 1ου Διεθνούς Συνεδρίου των Αποδήμων Επτανησίων.
Συγχαίρω εκείνους, οι οποίοι πήραν την πρωτοβουλία της οργάνωσης του Συνεδρίου αυτού, το οποίο έχει ως στόχο την σύσφιξη των σχέσεων της Περιφέρειας Ιονίων Νήσων με τις κοινότητες των Αποδήμων Επτανησίων, όπου γης. Σας συγχαίρω δε και για έναν ακόμη, εξαιρετικά σημαντικό, λόγο: Συγκεκριμένα, διότι στο πλαίσιο του Συνεδρίου τούτου αποφασίσατε να τιμήσετε τον Αρχιεπίσκοπο Τιράνων, Δυρραχίου και Πάσης Αλβανίας κ. Αναστάσιο, για την ανεκτίμητη προσφορά του στον Ελληνισμό και στην Ορθοδοξία. Η ως άνω πρωτοβουλία σας είναι τόσο περισσότερο αξιέπαινη, όσον ο Αρχιεπίσκοπος Τιράνων, Δυρραχίου και Πάσης Αλβανίας κ. Αναστάσιος, αυτή η κορυφαία πνευματική φυσιογνωμία, έχει αναδειχθεί σ’ εμβληματικό Ιεράρχη, άξιο απόγονο των Μεγάλων Διδασκάλων του Γένους.
Απευθυνόμενος στην συνέχεια στους Απόδημους Επτανησίους, θέλω να σας διαβεβαιώσω, υπό την ιδιότητά μου ως Προέδρου της Δημοκρατίας, ότι είμαστε υπερήφανοι για εσάς. Υπερήφανοι για την εντυπωσιακή πρόοδό σας, για την όλη δημιουργική σας πορεία και, κατά συνέπεια, για το αδιαμφισβήτητο κύρος που έχετε αποκτήσει, εκεί όπου δραστηριοποιείσθε. Η Πατρίδα σας ευχαριστεί θερμώς. Και πιστεύω ότι είναι στοιχειώδες χρέος μας απέναντί σας καθώς και απέναντι σε κάθε Απόδημο Έλληνα -το οποίο, δυστυχώς, έχουμε καθυστερήσει πολύ να εκπληρώσουμε, παρά τις προσπάθειες που έγιναν κατά το παρελθόν, δίχως αποτέλεσμα τότε, το 2009, αφού το σχετικό σχέδιο νόμου δεν συγκέντρωσε τα δύο τρίτα του όλου αριθμού των Βουλευτών- να θεσμοθετήσουμε την ψήφο των Αποδήμων. Υπενθυμίζω, ότι η απόδοση ψήφου στους Αποδήμους είναι ο μόνος εκτελεστικός νόμος του Συντάγματος -άρθρο 51 παρ. 4 εδ. α΄ και β΄ -που δεν έχει ακόμη ψηφισθεί. Είμαι δε βέβαιος ότι όλες οι Δημοκρατικές Πολιτικές Δυνάμεις θα συνεργασθούν, προκειμένου να εκπληρώσουμε αυτό το χρέος έναντι των εκτός Επικρατείας Συμπατριωτών μας.
Επιτρέψατέ μου, καταλήγοντας, να σας κάνω κοινωνούς ορισμένων σκέψεων και, επέκεινα, να σας ενημερώσω ως προς ένα μείζον ζήτημα, για το οποίο έχουμε ανάγκη της συνεχούς στήριξής σας. Την οποία, αποδεδειγμένα, μας έχετε προσφέρει διαχρονικώς. Πρόκειται για τα Εθνικά μας Θέματα. Θα τονίσω δε, για μιαν ακόμη φορά, πως δεν ξεχνάμε ότι η Ελλάδα αποτελεί – και αυτό είναι πια οριστικό και αμετάκλητο – μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του σκληρού πυρήνα της, της Ευρωζώνης. Επίσης, είναι ένας συνεπής σύμμαχος στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ. Άρα τα Εθνικά μας Θέματα τα υπερασπιζόμαστε μέσα στο πλαίσιο του Διεθνούς και του Ευρωπαϊκού Δικαίου, με την έννοια ότι τα υπερασπιζόμαστε με βάση τους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου και του Ευρωπαϊκού Δικαίου. Άρα υπερασπιζόμενοι, τα Εθνικά Θέματα, υπερασπιζόμαστε, ταυτοχρόνως, και το Διεθνές Δίκαιο και το Ευρωπαϊκό Δίκαιο. Θ’ αναφερθώ στα τρία βασικά Εθνικά μας Θέματα:
Α. Κυπριακό: Ως προς το Κυπριακό -και με την αυτονόητη βεβαίως διευκρίνιση ότι αυτό αποτελεί διεθνές και, κυρίως, ευρωπαϊκό ζήτημα- επιδιώκουμε, το συντομότερο δυνατό, την δίκαιη και βιώσιμη λύση του. Όμως η Κυπριακή Δημοκρατία, ως πλήρες μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν είναι νοητή με περιορισμένη κυριαρχία, την οποία θα προκαλούσαν στρατεύματα κατοχής και αναχρονιστικές εγγυήσεις τρίτων. Τούτο είναι αντίθετο προς κάθε έννοια Διεθνούς και Ευρωπαϊκού Δικαίου, ιδίως δε αντίθετο προς τις διατάξεις του άρθρου 4 παρ. 2 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επιπλέον δε, θα δημιουργούσε ένα επικίνδυνο ως και καταστροφικό προηγούμενο για την κυριαρχία κάθε κράτους-μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Β. Eλληνοτουρκικές σχέσεις: Επαναλαμβάνω, για πολλοστή φορά, ότι επιδιώκουμε σχέσεις φιλίας και καλής γειτονίας και ευνοούμε την ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας. Τούτο, όμως, προϋποθέτει εκ μέρους της Τουρκίας ειλικρινή σεβασμό του Ευρωπαϊκού Κεκτημένου -αναπόσπαστο μέρος του οποίου είναι και το πρόγραμμα «NATURA 2000»- και του συνόλου του Διεθνούς Δικαίου. Άρα και οι διατάξεις της Συνθήκης της Λωζάνης και της Συνθήκης των Παρισίων του 1947-οι οποίες είναι απολύτως σαφείς και πλήρεις και δεν αφήνουν κανένα περιθώριο για γκρίζες ζώνες-πρέπει να γίνονται απ’ όλους πλήρως σεβαστές. Πολλώ μάλλον όταν η αμφισβήτησή τους οδηγεί σε αμφισβήτηση των συνόρων όχι μόνο της Ελλάδας αλλά και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επιπλέον, ιδίως ως προς την ΑΟΖ, η Τουρκία οφείλει να σέβεται το Δίκαιο της Θάλασσας, όπως ισχύει με βάση την Συνθήκη του MontegoBay του 1982. Το οποίο την δεσμεύει, μολονότι δεν έχει προσχωρήσει σ’ αυτό, διότι, κατά τη νομολογία του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης, παράγει πλέον γενικώς παραδεδεγμένους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου.
Γ. Τέλος, ως προς το ζήτημα που αφορά τις σχέσεις μας με την γειτονική μας χώρα, την ΠΓΔΜ: Και εδώ είμαστε απολύτως σαφείς και απολύτως ειλικρινείς. Επιδιώκουμε σχέσεις φιλίας, καλής γειτονίας και εμπράκτως αποδεικνύουμε ότι ευνοούμε την προοπτική της στο ΝΑΤΟ και στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ως προς αυτό, όμως, υπάρχει μια σημαντική προϋπόθεση: Η επίλυση του ζητήματος του ονόματος σύμφωνα με την Ιστορία και με το Διεθνές Δίκαιο. Για να γίνει αυτό – όπως καταστήσαμε σαφές και είναι θέση αποδεκτή και από την Ευρωπαϊκή Ένωση και από το ΝΑΤΟ και από τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών – πρέπει η γειτονική μας χώρα να επιφέρει τις αναγκαίες αλλαγές στην έννομη τάξη της, και πρωτίστως στο σύνταγμά της. Γιατί το σύνταγμά της, ως έχει σήμερα, δεν ανταποκρίνεται σε αυτές τις προϋποθέσεις. Και πράγματι, ανέλαβαν αυτή, την υποχρέωση. Κατόπιν τούτου, περιμένουμε την εκπλήρωσή της. Μόνον όταν τελειώσει οριστικά – δεν πρόκειται σ΄ αυτό να υπάρξουν εκπτώσεις – όλη αυτή η διαδικασία και αφού διαπιστωθεί ότι η συνταγματική αναθεώρηση εμπεριέχει όλες τις εγγυήσεις, για τις οποίες μίλησα προηγουμένως, τότε είναι δυνατό να υπάρξει πρόσκληση για ένταξη στο ΝΑΤΟ καθώς και ουσιαστική έναρξη συζητήσεων, σε ό,τι αφορά την ενταξιακή πορεία της ΠΓΔΜ προς την Ευρωπαϊκή Ένωση. Τότε, και μόνο τότε, είναι δυνατό να οριστικοποιηθεί και το περιεχόμενο της Συμφωνίας μεταξύ Ελλάδας και ΠΓΔΜ και να έρθει προς κύρωση στην Βουλή των Ελλήνων. Σπεύδω δε, με απόλυτη ειλικρίνεια, να επισημάνω ότι δηλώσεις κορυφαίων αξιωματούχων της ΠΓΔΜ που ερμηνεύουν αυθαιρέτως και κατά το δοκούν την Συμφωνία των Πρεσπών δεν συμβάλλουν προς αυτή την κατεύθυνση. Αυτό πρέπει να το λάβουν σοβαρά υπόψη τους.
Να είσθε βέβαιοι ότι σε αυτά τα θέματα, ανεξάρτητα από τις επιμέρους διαφορές που μπορεί να υπάρχουν και που είναι θεμιτές σε μια πραγματική Δημοκρατία, όλες οι Δημοκρατικές Πολιτικές Δυνάμεις θα μείνουν ως το τέλος ενωμένες. Γιατί εμείς, οι Έλληνες, ξέρουμε πως ό,τι σημαντικό δημιουργήσαμε το πετύχαμε ενωμένοι. Ξέρουμε το κόστος του διχασμού, ξέρουμε ότι μας στοίχισε ακόμη και κομμάτια του Εθνικού μας Κορμού. Και δεν είμαστε διατεθειμένοι, σας διαβεβαιώ, να επαναλάβουμε λάθη του παρελθόντος. Και πάλι σας ευχαριστώ για την πρόσκληση που μου απευθύνατε και εύχομαι κάθε επιτυχία στις εργασίες του Συνεδρίου σας».
Στην ομιλία του, ο κ. Παυλόπουλος υπογράμμισε ότι η Ελλάδα είναι χώρα που υπερασπίζεται την ειρηνική συνύπαρξη και ταυτόχρονα αναπόσπαστο μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Για το θέμα των τουρκικών προκλήσεων στο Αιγαίο, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας έστειλε αυστηρό μήνυμα προς τον Τούρκο Πρόεδρο, λέγοντας ότι τα ελληνικά θαλάσσια σύνορα είναι ταυτόχρονα και τα σύνορα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και επιβάλλεται σεβασμός του ευρωπαϊκου και διεθνούς δικαίου. «Η θάλασσά μας είναι μια θάλασσα ειρηνική, αλλά μόνον όταν πνέουν οι ούριοι άνεμοι της νομιμότητας και όχι όταν υπάρχει η αναρχία και η τρικυμία της προσπάθειας επικράτησης του δήθεν ισχυρού, το τονίζω αυτό, του "δήθεν ισχυρού"», είπε ο κ. Παυλόπουλος.
Το ονοματολογικό
Στην ομιλία του αναφέρθηκε μεταξύ άλλων και στο στο ζήτημα του ονοματολογικού της ΠΓΔΜ. «Έίμαστε από αυτούς που υποστηρίζουμε ότι στα Βαλκάνια πρέπει να υπάρξει διεύρυνση και προς το ΝΑΤΟ και προς την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αλλά και εδώ υπάρχει ανάγκη τήρησης του Διεθνούς Δικαίου και της διεθνούς νομιμότητας». Κατέστησε σαφές ότι η γειτονική χώρα θα πρέπει να προχωρήσει σε Συνταγματική αλλαγή σύμφωνα και με τις προδιαγραφές της συνθήκης των Πρεσπών που υπεγράφη πρόσφατα, και μόνον τότε μπορούν να ξεκινήσουν οι διαπραγματεύσεις για ένταξη στο ΝΑΤΟ και στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Τιμή στον Αρχιεπίσκοπο Αναστάσιο
Κηρύσσοντας την έναρξη των εργασιών του Συνεδρίου, ο Πρόεδρος έκανε ιδιαίτερη αναφορά στο τιμώμενο πρόσωπο, τον Αρχιεπίσκοπο Αλβανίας Αναστάσιο, εξαίροντας την ακαδημαϊκή του προσφορά στον τομέα της θρησκειολογίας και χαρακτηρίζοντάς τον «άξιο συνεχιστή των μεγάλων διδασκάλων του Έθνους». Ειδική αναφορά έκανε μάλιστα στο έργο του Αρχιεπισκόπου Αναστασίου για το Ισλάμ, υποστηρίζοντας ότι αν κάποιοι ηγέτες του πλανήτη το είχαν διαβάσει, πιθανότατα δεν θα είχαν καταλήξει σε πολλές αποφάσεις που πήραν.
Το Επτανησιακό στοιχείο
Αναφερόμενος στο Επτανησιακό στοιχείο, το οποίο έχει και τον πρωταγωνιστικό ρόλο στο Συνέδριο, έδωσε έμφαση στην αγάπη για τα ταξίδια και τον κοσμοπολιτισμό που διακρίνει τους Επτανήσιους. Αναφέρθηκε μάλιστα στη ρήση του Αϊνστάιν «δεν έχω ιδιαίτερες ικανότητες, απλώς είμαι περίεργος». «Αυτήν την περιέργεια την έχουν οι Επτανήσιοι εκ φύσεως και εξ ορισμού, είναι στο DNA τους. Και αυτό τους κάνει να είναι δημιουργικοί όπου κι αν βρίσκονται. Αυτή είναι και η δύναμη της Ελλάδας, που δεν έχει σύνορα» είπε χαρακτηριστικά.
Δείτε το φωτορεπορτάζ εδώ
Βασικά σημεία της ομιλίας του
«Αισθάνομαι ιδιαίτερη χαρά αλλά και τιμή ευρισκόμενος σήμερα μαζί σας στην Κέρκυρα, για να κηρύξω την έναρξη των εργασιών του 1ου Διεθνούς Συνεδρίου των Αποδήμων Επτανησίων.
Συγχαίρω εκείνους, οι οποίοι πήραν την πρωτοβουλία της οργάνωσης του Συνεδρίου αυτού, το οποίο έχει ως στόχο την σύσφιξη των σχέσεων της Περιφέρειας Ιονίων Νήσων με τις κοινότητες των Αποδήμων Επτανησίων, όπου γης. Σας συγχαίρω δε και για έναν ακόμη, εξαιρετικά σημαντικό, λόγο: Συγκεκριμένα, διότι στο πλαίσιο του Συνεδρίου τούτου αποφασίσατε να τιμήσετε τον Αρχιεπίσκοπο Τιράνων, Δυρραχίου και Πάσης Αλβανίας κ. Αναστάσιο, για την ανεκτίμητη προσφορά του στον Ελληνισμό και στην Ορθοδοξία. Η ως άνω πρωτοβουλία σας είναι τόσο περισσότερο αξιέπαινη, όσον ο Αρχιεπίσκοπος Τιράνων, Δυρραχίου και Πάσης Αλβανίας κ. Αναστάσιος, αυτή η κορυφαία πνευματική φυσιογνωμία, έχει αναδειχθεί σ’ εμβληματικό Ιεράρχη, άξιο απόγονο των Μεγάλων Διδασκάλων του Γένους.
Απευθυνόμενος στην συνέχεια στους Απόδημους Επτανησίους, θέλω να σας διαβεβαιώσω, υπό την ιδιότητά μου ως Προέδρου της Δημοκρατίας, ότι είμαστε υπερήφανοι για εσάς. Υπερήφανοι για την εντυπωσιακή πρόοδό σας, για την όλη δημιουργική σας πορεία και, κατά συνέπεια, για το αδιαμφισβήτητο κύρος που έχετε αποκτήσει, εκεί όπου δραστηριοποιείσθε. Η Πατρίδα σας ευχαριστεί θερμώς. Και πιστεύω ότι είναι στοιχειώδες χρέος μας απέναντί σας καθώς και απέναντι σε κάθε Απόδημο Έλληνα -το οποίο, δυστυχώς, έχουμε καθυστερήσει πολύ να εκπληρώσουμε, παρά τις προσπάθειες που έγιναν κατά το παρελθόν, δίχως αποτέλεσμα τότε, το 2009, αφού το σχετικό σχέδιο νόμου δεν συγκέντρωσε τα δύο τρίτα του όλου αριθμού των Βουλευτών- να θεσμοθετήσουμε την ψήφο των Αποδήμων. Υπενθυμίζω, ότι η απόδοση ψήφου στους Αποδήμους είναι ο μόνος εκτελεστικός νόμος του Συντάγματος -άρθρο 51 παρ. 4 εδ. α΄ και β΄ -που δεν έχει ακόμη ψηφισθεί. Είμαι δε βέβαιος ότι όλες οι Δημοκρατικές Πολιτικές Δυνάμεις θα συνεργασθούν, προκειμένου να εκπληρώσουμε αυτό το χρέος έναντι των εκτός Επικρατείας Συμπατριωτών μας.
Επιτρέψατέ μου, καταλήγοντας, να σας κάνω κοινωνούς ορισμένων σκέψεων και, επέκεινα, να σας ενημερώσω ως προς ένα μείζον ζήτημα, για το οποίο έχουμε ανάγκη της συνεχούς στήριξής σας. Την οποία, αποδεδειγμένα, μας έχετε προσφέρει διαχρονικώς. Πρόκειται για τα Εθνικά μας Θέματα. Θα τονίσω δε, για μιαν ακόμη φορά, πως δεν ξεχνάμε ότι η Ελλάδα αποτελεί – και αυτό είναι πια οριστικό και αμετάκλητο – μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του σκληρού πυρήνα της, της Ευρωζώνης. Επίσης, είναι ένας συνεπής σύμμαχος στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ. Άρα τα Εθνικά μας Θέματα τα υπερασπιζόμαστε μέσα στο πλαίσιο του Διεθνούς και του Ευρωπαϊκού Δικαίου, με την έννοια ότι τα υπερασπιζόμαστε με βάση τους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου και του Ευρωπαϊκού Δικαίου. Άρα υπερασπιζόμενοι, τα Εθνικά Θέματα, υπερασπιζόμαστε, ταυτοχρόνως, και το Διεθνές Δίκαιο και το Ευρωπαϊκό Δίκαιο. Θ’ αναφερθώ στα τρία βασικά Εθνικά μας Θέματα:
Α. Κυπριακό: Ως προς το Κυπριακό -και με την αυτονόητη βεβαίως διευκρίνιση ότι αυτό αποτελεί διεθνές και, κυρίως, ευρωπαϊκό ζήτημα- επιδιώκουμε, το συντομότερο δυνατό, την δίκαιη και βιώσιμη λύση του. Όμως η Κυπριακή Δημοκρατία, ως πλήρες μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν είναι νοητή με περιορισμένη κυριαρχία, την οποία θα προκαλούσαν στρατεύματα κατοχής και αναχρονιστικές εγγυήσεις τρίτων. Τούτο είναι αντίθετο προς κάθε έννοια Διεθνούς και Ευρωπαϊκού Δικαίου, ιδίως δε αντίθετο προς τις διατάξεις του άρθρου 4 παρ. 2 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επιπλέον δε, θα δημιουργούσε ένα επικίνδυνο ως και καταστροφικό προηγούμενο για την κυριαρχία κάθε κράτους-μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Β. Eλληνοτουρκικές σχέσεις: Επαναλαμβάνω, για πολλοστή φορά, ότι επιδιώκουμε σχέσεις φιλίας και καλής γειτονίας και ευνοούμε την ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας. Τούτο, όμως, προϋποθέτει εκ μέρους της Τουρκίας ειλικρινή σεβασμό του Ευρωπαϊκού Κεκτημένου -αναπόσπαστο μέρος του οποίου είναι και το πρόγραμμα «NATURA 2000»- και του συνόλου του Διεθνούς Δικαίου. Άρα και οι διατάξεις της Συνθήκης της Λωζάνης και της Συνθήκης των Παρισίων του 1947-οι οποίες είναι απολύτως σαφείς και πλήρεις και δεν αφήνουν κανένα περιθώριο για γκρίζες ζώνες-πρέπει να γίνονται απ’ όλους πλήρως σεβαστές. Πολλώ μάλλον όταν η αμφισβήτησή τους οδηγεί σε αμφισβήτηση των συνόρων όχι μόνο της Ελλάδας αλλά και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επιπλέον, ιδίως ως προς την ΑΟΖ, η Τουρκία οφείλει να σέβεται το Δίκαιο της Θάλασσας, όπως ισχύει με βάση την Συνθήκη του MontegoBay του 1982. Το οποίο την δεσμεύει, μολονότι δεν έχει προσχωρήσει σ’ αυτό, διότι, κατά τη νομολογία του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης, παράγει πλέον γενικώς παραδεδεγμένους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου.
Γ. Τέλος, ως προς το ζήτημα που αφορά τις σχέσεις μας με την γειτονική μας χώρα, την ΠΓΔΜ: Και εδώ είμαστε απολύτως σαφείς και απολύτως ειλικρινείς. Επιδιώκουμε σχέσεις φιλίας, καλής γειτονίας και εμπράκτως αποδεικνύουμε ότι ευνοούμε την προοπτική της στο ΝΑΤΟ και στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ως προς αυτό, όμως, υπάρχει μια σημαντική προϋπόθεση: Η επίλυση του ζητήματος του ονόματος σύμφωνα με την Ιστορία και με το Διεθνές Δίκαιο. Για να γίνει αυτό – όπως καταστήσαμε σαφές και είναι θέση αποδεκτή και από την Ευρωπαϊκή Ένωση και από το ΝΑΤΟ και από τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών – πρέπει η γειτονική μας χώρα να επιφέρει τις αναγκαίες αλλαγές στην έννομη τάξη της, και πρωτίστως στο σύνταγμά της. Γιατί το σύνταγμά της, ως έχει σήμερα, δεν ανταποκρίνεται σε αυτές τις προϋποθέσεις. Και πράγματι, ανέλαβαν αυτή, την υποχρέωση. Κατόπιν τούτου, περιμένουμε την εκπλήρωσή της. Μόνον όταν τελειώσει οριστικά – δεν πρόκειται σ΄ αυτό να υπάρξουν εκπτώσεις – όλη αυτή η διαδικασία και αφού διαπιστωθεί ότι η συνταγματική αναθεώρηση εμπεριέχει όλες τις εγγυήσεις, για τις οποίες μίλησα προηγουμένως, τότε είναι δυνατό να υπάρξει πρόσκληση για ένταξη στο ΝΑΤΟ καθώς και ουσιαστική έναρξη συζητήσεων, σε ό,τι αφορά την ενταξιακή πορεία της ΠΓΔΜ προς την Ευρωπαϊκή Ένωση. Τότε, και μόνο τότε, είναι δυνατό να οριστικοποιηθεί και το περιεχόμενο της Συμφωνίας μεταξύ Ελλάδας και ΠΓΔΜ και να έρθει προς κύρωση στην Βουλή των Ελλήνων. Σπεύδω δε, με απόλυτη ειλικρίνεια, να επισημάνω ότι δηλώσεις κορυφαίων αξιωματούχων της ΠΓΔΜ που ερμηνεύουν αυθαιρέτως και κατά το δοκούν την Συμφωνία των Πρεσπών δεν συμβάλλουν προς αυτή την κατεύθυνση. Αυτό πρέπει να το λάβουν σοβαρά υπόψη τους.
Να είσθε βέβαιοι ότι σε αυτά τα θέματα, ανεξάρτητα από τις επιμέρους διαφορές που μπορεί να υπάρχουν και που είναι θεμιτές σε μια πραγματική Δημοκρατία, όλες οι Δημοκρατικές Πολιτικές Δυνάμεις θα μείνουν ως το τέλος ενωμένες. Γιατί εμείς, οι Έλληνες, ξέρουμε πως ό,τι σημαντικό δημιουργήσαμε το πετύχαμε ενωμένοι. Ξέρουμε το κόστος του διχασμού, ξέρουμε ότι μας στοίχισε ακόμη και κομμάτια του Εθνικού μας Κορμού. Και δεν είμαστε διατεθειμένοι, σας διαβεβαιώ, να επαναλάβουμε λάθη του παρελθόντος. Και πάλι σας ευχαριστώ για την πρόσκληση που μου απευθύνατε και εύχομαι κάθε επιτυχία στις εργασίες του Συνεδρίου σας».