Σοφία Στάικου: «Οραματίστηκα ένα δίκτυο μουσείων στην περιφέρεια. Η Κέρκυρα, που αποτελεί το δέκατο μουσείο, δεν έχει προχωρήσει. Αλλά δεν το βάζω κάτω».
δίκτυο μουσείων
26 Φεβρουαρίου 2018
/ 12:00
ΑΘΗΝΑ. Δυναμική γυναίκα καριέρας, η Σοφία Στάικου-Σάλλα έχει εδώ και δέκα έξι χρόνια στήσει και αναλάβει «να τρέχει» το Πολιτιστικό Ιδρυμα του Ομίλου Πειραιώς, ρίχνοντας το βάρος της στο Δίκτυο Μουσείων.
Σε ένα από αυτά, στο Μουσείο Ελιάς και Ελληνικού Λαδιού στην Σπάρτη, εγκαινιάστηκε πριν από μια εβδομάδα η έκθεση «Οι αμέτρητες όψεις του Ωραίου», από τον πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας.
Πρόκειται για μια έκθεση που επιδιώκει να καταγράψει τη διαρκή προσπάθεια του ανθρώπου για το Ωραίο. Η Σπάρτη είναι ο πρώτος σταθμός αυτής της περιοδεύουσας έκθεσης του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου (τα εγκαίναι στην Αθήνα θα γίνουν τον Μάιο), που στη συνέχεια θα μεταφερθεί στα Ιωάννινα (στο Μουσείο Αργυροτεχνίας και στην Τήνο (στο Μουσείο Μαρμαροτεχνίας).
- Κυρία Στάικου, πώς ξεκίνησε η ιδέα για το Δίκτυο Μουσείων;
«Η ιδέα ξεκίνησε από τα αρχεία της ΕΤΒΑ και από έναν μικρό πυρήνα ανθρώπων της τράπεζας. Τότε είχε γίνει η δωρεά ενός ακινήτου στο Σουφλί και είχαμε σκεφτεί, λόγω του μεταξιού, να κάνουν ένα μικρό μουσείο εκεί. Πράγματι το ξεκίνησαν, τιμώντας παράλληλα και την οικονομική ιστορία της περιοχής. Το παρέδωσαν στον δήμο, αλλά ο δήμος δεν μπόρεσε να το στηρίξει. Μετά έγινε μια προσπάθεια στη Δημητσάνα, με κάποιους μπαρουτόμυλους, ώστε να αναδειχθεί ένας πυρήνας που σχετιζόταν με τη βιομηχανία. Ούτε αυτό προχώρησε».
- Κάπου εκεί μπαίνετε εσείς στην ιστορία....
«Τότε, πριν από δέκα έξι χρόνια, σκέφτηκα, οραματίστηκα ότι μπορούμε να αναπτύξουμε κάτι που λέγεται δίκτυο μουσείων. Κι έβαλα στο μυαλό μου τον αριθμό δέκα. Να φτιάξουμε δέκα μουσεία, όλα στην περιφέρεια, τα οποία θα αναδείκνυαν την οικονομική ανάπτυξη κάθε περιοχής. Το λάδι ας πούμε, μεταξύ Σπάρτης και Καλαμάτας, έγινε στη Σπάρτη. Η Καλαμάτα είχε επιδείξει λιγότερο ενδιαφέρον. Η Κέρκυρα, που αποτελεί το δέκατο μουσείο, δεν έχει προχωρήσει. Αλλά δεν το βάζω κάτω».
- Οπότε μιλάμε για ένα δίκτυο 9 μουσείων, ως τώρα...
«Αντί για την Κέρκυρα, θεώρησα ως δέκατο, τη δημιουργία του ιστορικού αρχείου στον Ταύρο, σε έναν εξαιρετικό χώρο που έχει περιέλθει στην Τράπεζα. Είναι ένα παλιό εργοστάσιο με καμινάδα στην αυλή, που φιλοξενεί τα αρχεία. Ο χώρος είναι επισκέψιμος και γίνονται δράσεις εκεί.
»Οσο για την Κέρκυρα, έχουν ήδη γίνει μελέτες, έχουν πληρωθεί, έχουν δοθεί οι άδειες αλλά ο τότε δήμαρχος δεν δέχθηκε να προχωρήσει το έργο. Κι έτσι τα λεφτά έφυγαν από το νησί. Τώρα που είναι άλλος ο δήμαρχος, το ζήτημα ανακινήθηκε».
- Αποκλειστικός χρηματοδότης του Ιδρύματος είναι η Τράπεζα Πειραιώς; Συμμετέχει το κράτος ή ιδιώτες;
«Χρηματοδοτείται αποκλειστικά από την Τράπεζα Πειραιώς. Η κατασκευή των Μουσείων ωστόσο έχει ενταχθεί σε κοινοτικά προγράμματα. Το κράτος δεν συμμετέχει καθόλου οικονομικά. Αλλά τα Μουσεία δεν ανήκουν στην Πειραιώς. Εχει για πενήντα χρόνια, τη συντήρηση και τη διαχείρισή του, και εν συνεχεία περνάνε στους δήμους και στο υπουργείο Πολιτισμού, γιατί σε κάποιες περιπτώσεις έχουν παραχωρηθεί από το ΥΠΠΟ».
- Φαντάζομαι ότι όταν ξεκινήσατε δεν θα ήταν εύκολο να πείσετε για τους στόχους σας...
«Πράγματι. Δεν ήταν εύκολο να πείσεις τον δήμαρχο κάθε περιοχής για το τι θέλεις να κάνεις ακριβώς. Βέβαια, κάποιοι το στήριξαν από την αρχή _όπως ο κοινοτάρχης στο χωριό Αγία Παρασκευή της Λέσβου, τότε που φτιάχναμετο Μουσείο Βιομηχανικής Ελαιουργίας. Ηταν ένας άνθρωπος απλός, παλαιάς κοπής, που είχε όμως συλλάβει το νόημα και μας βοήθησε πολύ σε σχέση με το υπουργείο... Μετά τα πρώτα μουσεία, δεν τους είχαμε τουλάχιστον απέναντί μας. Χρειάστηκε να ολοκληρωθεί το δίκτυο και να αρχίσει το Ιδρυμα να έχει μια εξωστρέφεια ώστε να καταλάβουν πραγματικά τι είναι αυτό που έχει γίνει στην περιοχή τους. Υπήρξε και ένας νεκρός χρόνος».
- Δουλεύατε πάντα πολύ;
«Κοιτάξτε, με το Ιδρυμα ήρθε η αναγνωρισιμότητα του έργου. Πάντα δούλευα πολύ, πολλές ώρες. Στην Πειραιώς, πριν, είχα τη διεύθυνση προσωπικού και την εκπαίδευση, το μάρκετινγκ, σε κάποια φάση τις δημόσιες σχέσεις. Εχω δουλέψει σε διαφημιστική, σε υπουργείο, και οι ώρες δουλειάς ήταν πάντα πολλές».
- Επιλέξατε να είστε μια γυναίκα καριέρας...
«Ναι. Ηταν για μένα επιλογή και κάτι πολύ προσωπικό η επαγγελματική καριέρα. Ο παράγων τύχη είναι βέβαια πολύ σημαντικός, η συγκυρία ή καλύτερα το timing, δηλαδή μια επιλογή την κατάλληλη στιγμή. Και παράλληλα να μπορείς να λαμβάνεις τα μηνύματα των καιρών.
»Οραματίστηκα πολύ έγκαιρα αυτό που ονομάζεται εταιρική υπευθυνότητα, όπως οραματίστηκα και την πράσινη τράπεζα, που έγινε στη συνέχεια η Πειραιώς. Οταν το πρωτοείπα ακουγότα πολύ περίεργο και ιδιόρρυθμο. Ναι, ήταν επιλογή».
- Είχατε αντίστοιχα πρότυπα στην οικογένειά σας;
«Η μητέρα μου ήταν μια γυναίκα με ισχυρή προσωπικότητα και σίγουρα έπαιξε ρόλο. Ωστόσο δεν ξέρω αν ήθελα να τη μιμηθώ στο κομμάτι που λέγεται “κάνω παιδί”. Είχε τελειώσει πανεπιστήμιο, εργαζόταν, μιλούσε τρεις γλώσσες, κάτι που δεν ήταν συνηθισμένο για την εποχή της. Οταν έκανε δεύτερο παιδί, εμένα, αποφάσισε να εγκαταλείψει τη δουλειά της. Ναι, είχα το μοντέλο της μητέρας μου. Με έσπρωχνε να κάνω πράγματα, να παίρνω πρωοτοβουλίες. Στο δικό της κάδρο υπήρχε ο γάμος και τα παιδιά αλλά εγώ δεν την ακολούθησα στο θέμα παιδιά».
- Τι σας έμαθε; Τι κρατάτε από εκείνην;
«Μου πέρασε την έννοια της ανεξαρτησίας σε σχέση με τον άνδρα. Μου είπε να φροντίσω στη ζωή μου να μην έχεω ανάγκη κανέναν και, το πιο τρελό, ήταν κατά της ιδιοκτησίας, σε μια εποχή που όλοι αναζητούσαν ένα κεραμίδι πάνω από το κεφάλι τους».
- Ποια είναι η καταγωγή σας;
«Ο πατέρας μου ήταν από την ορεινή Ναυπακτία. Η καταγωγή της μητέρας μου ήταν από τη Σμύρνη και τα Βουρλά της Σμύρνης. Εκεί νοιώθω τις ρίζες μου».
- Ως γυναίκα, αντιμετωπίσατε δυσκολίες, δυσπιστία;
«Οχι, δεν αντιμετώπισα καθόλου κι ας δούλεψα σε ανδροκρατούμενους χώρους. Δεν αισθάνθηκα ποτέ κάτι τέτοιο. Με αντιμετώπιζαν πάντα σαν άνδρα».
- Αρα ό,τι εκπέμπεις, λαμβάνεις;
«Ναι, το πιστεύω. Χωρίς να χρειάζεται να γίνεις άνδρας, καθόλου. Αν και δεν έκανα παιδιά, συμβουλεύω τους νέους ανθρώπους, τα παιδιά των φίλων μου, λέω στα κορίτσια κυρίως, ότι δεν απεμπολούμε ποτέ τη γυναικεία μας φύση ούτε τη χρησιμοποιούμε.
»Φυσικά και το είδα να συμβαίνει γύρω μου _να το χρησιμοποιούν οι γυναίκες και να το χρησιμοποιούν και οι άνδρες. Είναι θέμα χαρακτήρα, ανθρώπου αλλά και πολιτιστικού επιπέδου».
»Είμαι τυχερή γιατί παντρεύτηκα και ζω με έναν άνδρα (σ.σ. τον Μιχάλη Σάλλα) που πιστεύει στις γυναίκες κι ακόμα παραπάνω. Πιστεύει περισσότερο στις γυναίκες. Είμαστε μαζί είκοσι περίπου χρόνια _γνωριζόμασταν από πριν στη δουλειά. Πιστεύει ότι μια άξια γυναίκα αξίζει περισσότερο από έναν άνδρα. Και πάντοτε τον θυμάμαι να ψάχνει γυναίκες για το συμβούλιο, να ψάχνει διευθύνουσα σύμβουλο.... Προώθησε άλλωστε δυναμικές γυναίκες στην Πειραιώς».
- Χρειάζονται δυναμικές γυναίκες, δίπλα στους δυναμικούς άνδρες;
«Οτι χρειάζονται, χρειάζονται. Το θέμα είναι κατά πόσο οι άνδρες μπορούν να τις αποδεχτούν. Συνήθως οι άνδρες δεν αντέχουν τις δυναμικές γυναίκες. Ζω την απόλυτη εξαίρεση. Το κάδρο είναι ένας ισχυρός και δίπλα μια ωραία παρουσία _με κάποια διαβάθμιση, να μπορεί να σταθεί κοινωνικά».
πηγή: iefimerida
Πρόκειται για μια έκθεση που επιδιώκει να καταγράψει τη διαρκή προσπάθεια του ανθρώπου για το Ωραίο. Η Σπάρτη είναι ο πρώτος σταθμός αυτής της περιοδεύουσας έκθεσης του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου (τα εγκαίναι στην Αθήνα θα γίνουν τον Μάιο), που στη συνέχεια θα μεταφερθεί στα Ιωάννινα (στο Μουσείο Αργυροτεχνίας και στην Τήνο (στο Μουσείο Μαρμαροτεχνίας).
- Κυρία Στάικου, πώς ξεκίνησε η ιδέα για το Δίκτυο Μουσείων;
«Η ιδέα ξεκίνησε από τα αρχεία της ΕΤΒΑ και από έναν μικρό πυρήνα ανθρώπων της τράπεζας. Τότε είχε γίνει η δωρεά ενός ακινήτου στο Σουφλί και είχαμε σκεφτεί, λόγω του μεταξιού, να κάνουν ένα μικρό μουσείο εκεί. Πράγματι το ξεκίνησαν, τιμώντας παράλληλα και την οικονομική ιστορία της περιοχής. Το παρέδωσαν στον δήμο, αλλά ο δήμος δεν μπόρεσε να το στηρίξει. Μετά έγινε μια προσπάθεια στη Δημητσάνα, με κάποιους μπαρουτόμυλους, ώστε να αναδειχθεί ένας πυρήνας που σχετιζόταν με τη βιομηχανία. Ούτε αυτό προχώρησε».
- Κάπου εκεί μπαίνετε εσείς στην ιστορία....
«Τότε, πριν από δέκα έξι χρόνια, σκέφτηκα, οραματίστηκα ότι μπορούμε να αναπτύξουμε κάτι που λέγεται δίκτυο μουσείων. Κι έβαλα στο μυαλό μου τον αριθμό δέκα. Να φτιάξουμε δέκα μουσεία, όλα στην περιφέρεια, τα οποία θα αναδείκνυαν την οικονομική ανάπτυξη κάθε περιοχής. Το λάδι ας πούμε, μεταξύ Σπάρτης και Καλαμάτας, έγινε στη Σπάρτη. Η Καλαμάτα είχε επιδείξει λιγότερο ενδιαφέρον. Η Κέρκυρα, που αποτελεί το δέκατο μουσείο, δεν έχει προχωρήσει. Αλλά δεν το βάζω κάτω».
- Οπότε μιλάμε για ένα δίκτυο 9 μουσείων, ως τώρα...
«Αντί για την Κέρκυρα, θεώρησα ως δέκατο, τη δημιουργία του ιστορικού αρχείου στον Ταύρο, σε έναν εξαιρετικό χώρο που έχει περιέλθει στην Τράπεζα. Είναι ένα παλιό εργοστάσιο με καμινάδα στην αυλή, που φιλοξενεί τα αρχεία. Ο χώρος είναι επισκέψιμος και γίνονται δράσεις εκεί.
»Οσο για την Κέρκυρα, έχουν ήδη γίνει μελέτες, έχουν πληρωθεί, έχουν δοθεί οι άδειες αλλά ο τότε δήμαρχος δεν δέχθηκε να προχωρήσει το έργο. Κι έτσι τα λεφτά έφυγαν από το νησί. Τώρα που είναι άλλος ο δήμαρχος, το ζήτημα ανακινήθηκε».
- Αποκλειστικός χρηματοδότης του Ιδρύματος είναι η Τράπεζα Πειραιώς; Συμμετέχει το κράτος ή ιδιώτες;
«Χρηματοδοτείται αποκλειστικά από την Τράπεζα Πειραιώς. Η κατασκευή των Μουσείων ωστόσο έχει ενταχθεί σε κοινοτικά προγράμματα. Το κράτος δεν συμμετέχει καθόλου οικονομικά. Αλλά τα Μουσεία δεν ανήκουν στην Πειραιώς. Εχει για πενήντα χρόνια, τη συντήρηση και τη διαχείρισή του, και εν συνεχεία περνάνε στους δήμους και στο υπουργείο Πολιτισμού, γιατί σε κάποιες περιπτώσεις έχουν παραχωρηθεί από το ΥΠΠΟ».
- Φαντάζομαι ότι όταν ξεκινήσατε δεν θα ήταν εύκολο να πείσετε για τους στόχους σας...
«Πράγματι. Δεν ήταν εύκολο να πείσεις τον δήμαρχο κάθε περιοχής για το τι θέλεις να κάνεις ακριβώς. Βέβαια, κάποιοι το στήριξαν από την αρχή _όπως ο κοινοτάρχης στο χωριό Αγία Παρασκευή της Λέσβου, τότε που φτιάχναμετο Μουσείο Βιομηχανικής Ελαιουργίας. Ηταν ένας άνθρωπος απλός, παλαιάς κοπής, που είχε όμως συλλάβει το νόημα και μας βοήθησε πολύ σε σχέση με το υπουργείο... Μετά τα πρώτα μουσεία, δεν τους είχαμε τουλάχιστον απέναντί μας. Χρειάστηκε να ολοκληρωθεί το δίκτυο και να αρχίσει το Ιδρυμα να έχει μια εξωστρέφεια ώστε να καταλάβουν πραγματικά τι είναι αυτό που έχει γίνει στην περιοχή τους. Υπήρξε και ένας νεκρός χρόνος».
- Δουλεύατε πάντα πολύ;
«Κοιτάξτε, με το Ιδρυμα ήρθε η αναγνωρισιμότητα του έργου. Πάντα δούλευα πολύ, πολλές ώρες. Στην Πειραιώς, πριν, είχα τη διεύθυνση προσωπικού και την εκπαίδευση, το μάρκετινγκ, σε κάποια φάση τις δημόσιες σχέσεις. Εχω δουλέψει σε διαφημιστική, σε υπουργείο, και οι ώρες δουλειάς ήταν πάντα πολλές».
- Επιλέξατε να είστε μια γυναίκα καριέρας...
«Ναι. Ηταν για μένα επιλογή και κάτι πολύ προσωπικό η επαγγελματική καριέρα. Ο παράγων τύχη είναι βέβαια πολύ σημαντικός, η συγκυρία ή καλύτερα το timing, δηλαδή μια επιλογή την κατάλληλη στιγμή. Και παράλληλα να μπορείς να λαμβάνεις τα μηνύματα των καιρών.
»Οραματίστηκα πολύ έγκαιρα αυτό που ονομάζεται εταιρική υπευθυνότητα, όπως οραματίστηκα και την πράσινη τράπεζα, που έγινε στη συνέχεια η Πειραιώς. Οταν το πρωτοείπα ακουγότα πολύ περίεργο και ιδιόρρυθμο. Ναι, ήταν επιλογή».
- Είχατε αντίστοιχα πρότυπα στην οικογένειά σας;
«Η μητέρα μου ήταν μια γυναίκα με ισχυρή προσωπικότητα και σίγουρα έπαιξε ρόλο. Ωστόσο δεν ξέρω αν ήθελα να τη μιμηθώ στο κομμάτι που λέγεται “κάνω παιδί”. Είχε τελειώσει πανεπιστήμιο, εργαζόταν, μιλούσε τρεις γλώσσες, κάτι που δεν ήταν συνηθισμένο για την εποχή της. Οταν έκανε δεύτερο παιδί, εμένα, αποφάσισε να εγκαταλείψει τη δουλειά της. Ναι, είχα το μοντέλο της μητέρας μου. Με έσπρωχνε να κάνω πράγματα, να παίρνω πρωοτοβουλίες. Στο δικό της κάδρο υπήρχε ο γάμος και τα παιδιά αλλά εγώ δεν την ακολούθησα στο θέμα παιδιά».
- Τι σας έμαθε; Τι κρατάτε από εκείνην;
«Μου πέρασε την έννοια της ανεξαρτησίας σε σχέση με τον άνδρα. Μου είπε να φροντίσω στη ζωή μου να μην έχεω ανάγκη κανέναν και, το πιο τρελό, ήταν κατά της ιδιοκτησίας, σε μια εποχή που όλοι αναζητούσαν ένα κεραμίδι πάνω από το κεφάλι τους».
- Ποια είναι η καταγωγή σας;
«Ο πατέρας μου ήταν από την ορεινή Ναυπακτία. Η καταγωγή της μητέρας μου ήταν από τη Σμύρνη και τα Βουρλά της Σμύρνης. Εκεί νοιώθω τις ρίζες μου».
- Ως γυναίκα, αντιμετωπίσατε δυσκολίες, δυσπιστία;
«Οχι, δεν αντιμετώπισα καθόλου κι ας δούλεψα σε ανδροκρατούμενους χώρους. Δεν αισθάνθηκα ποτέ κάτι τέτοιο. Με αντιμετώπιζαν πάντα σαν άνδρα».
- Αρα ό,τι εκπέμπεις, λαμβάνεις;
«Ναι, το πιστεύω. Χωρίς να χρειάζεται να γίνεις άνδρας, καθόλου. Αν και δεν έκανα παιδιά, συμβουλεύω τους νέους ανθρώπους, τα παιδιά των φίλων μου, λέω στα κορίτσια κυρίως, ότι δεν απεμπολούμε ποτέ τη γυναικεία μας φύση ούτε τη χρησιμοποιούμε.
»Φυσικά και το είδα να συμβαίνει γύρω μου _να το χρησιμοποιούν οι γυναίκες και να το χρησιμοποιούν και οι άνδρες. Είναι θέμα χαρακτήρα, ανθρώπου αλλά και πολιτιστικού επιπέδου».
»Είμαι τυχερή γιατί παντρεύτηκα και ζω με έναν άνδρα (σ.σ. τον Μιχάλη Σάλλα) που πιστεύει στις γυναίκες κι ακόμα παραπάνω. Πιστεύει περισσότερο στις γυναίκες. Είμαστε μαζί είκοσι περίπου χρόνια _γνωριζόμασταν από πριν στη δουλειά. Πιστεύει ότι μια άξια γυναίκα αξίζει περισσότερο από έναν άνδρα. Και πάντοτε τον θυμάμαι να ψάχνει γυναίκες για το συμβούλιο, να ψάχνει διευθύνουσα σύμβουλο.... Προώθησε άλλωστε δυναμικές γυναίκες στην Πειραιώς».
- Χρειάζονται δυναμικές γυναίκες, δίπλα στους δυναμικούς άνδρες;
«Οτι χρειάζονται, χρειάζονται. Το θέμα είναι κατά πόσο οι άνδρες μπορούν να τις αποδεχτούν. Συνήθως οι άνδρες δεν αντέχουν τις δυναμικές γυναίκες. Ζω την απόλυτη εξαίρεση. Το κάδρο είναι ένας ισχυρός και δίπλα μια ωραία παρουσία _με κάποια διαβάθμιση, να μπορεί να σταθεί κοινωνικά».
πηγή: iefimerida