Κυριακή 12.10.2025 ΚΕΡΚΥΡΑ

Από την Ζυθοποιία Guinness στο Νόμπελ Φυσικής

William Sealy Gosset
10 Οκτωβρίου 2025 / 14:07

Όταν η ιδιωτική στήριξη δίνει δύναμη στην επιστήμη. Η περιέργεια και η ελευθερία του ερευνητή χρειάζονται εμπιστοσύνη και στήριξη για να καρποφορήσουν.

Η ιστορία της επιστήμης δεν είναι μια πορεία μόνο θεωρητικών ιδεών και ακαδημαϊκών ανακαλύψεων. Είναι μια ιστορία ανθρώπων που, με πνεύμα δημιουργικό και πρακτικό, αναζητούσαν λύσεις σε πραγματικά προβλήματα. Αυτό ήταν το πνεύμα των Βικτωριανών εφευρετών του 19ου και 20ου αιώνα: μηχανικών, τεχνιτών και επιστημόνων που, χωρίς να περιμένουν κρατικές επιδοτήσεις ή μεγάλες ερευνητικές δομές, πειραματίζονταν, απετύγχαναν και ξαναδοκίμαζαν, πιστεύοντας πως κάθε πρόβλημα μπορούσε να λυθεί με τη δύναμη της παρατήρησης και της λογικής. Από τον Brunel και τον Stephenson μέχρι τον Edison, τον Graham Bell και τον Morse, η επιστήμη συναντούσε τη βιομηχανία, η τεχνολογία γεννούσε νέες ιδέες και η πρακτική εφευρετικότητα μετουσιωνόταν σε κοινωνική πρόοδο.

Μια τέτοια περίπτωση είναι και ο νεαρός χημικός William Sealy Gosset (1876 – 1937). Εργαζόμενος για τη Guinness, ήθελε να βρει τρόπο να μετρήσει πώς μικρές διαφορές στις πρώτες ύλες και στις διαδικασίες ζύμωσης επηρέαζαν τη γεύση και την ποιότητα του προϊόντος. Επειδή διέθετε μικρά δείγματα παρατηρήσεων, ανέπτυξε μια μέθοδο που του επέτρεπε να εξάγει συμπεράσματα ακόμη και από περιορισμένα δεδομένα. Η μέθοδός του είναι γνωστή σήμερα ως Student’s t-test. Αφού η Guiness απαγόρευε την δημοσίευση επιστημονικών εργασιών λόγω πνευματικής ιδιοκτησίας, o Gosset την δημοσίευσε με το ψευδώνυμο Student (μαθητής).

Χάρη στη δουλειά του Gosset, η επιστήμη απέκτησε έναν τρόπο να διακρίνει το τυχαίο από το ουσιαστικό. Με το t-test μπορούμε να ελέγξουμε αν μια διαφορά (π.χ του μέσου όρου ενός μεγέθους) μεταξύ δύο ομάδων είναι πραγματική ή προϊόν τύχης. Από τις κλινικές δοκιμές μέχρι τις ψηφιακές πλατφόρμες και την αξιολόγηση αλγορίθμων μηχανικής μάθησης, η μέθοδος αυτή αποτελεί σήμερα θεμέλιο της λογικής του πειραματισμού και της τεκμηριωμένης λήψης αποφάσεων. Με έναν τρόπο, η Guinness μέσω του Gosset βοήθησε να δημιουργηθεί αυτό που σήμερα αποκαλούμε επιστήμη δεδομένων (data science): τη χρήση δεδομένων για τη λήψη τεκμηριωμένων επιλογών.

Πέρα όμως από την επιστημονική ευφυΐα του Gosset, εκείνο που αξίζει να θυμόμαστε είναι ότι η Guinness επένδυσε στην έρευνα χωρίς να το θεωρεί “κόστος”. Δημιούργησε ένα περιβάλλον όπου η επιστήμη μπορούσε να ανθίσει, ακόμη κι αν ο στόχος της ήταν πρακτικός. Αυτή η νοοτροπία — της εμπιστοσύνης στην επιστημονική σκέψη, ακόμη και μέσα σε ένα εμπορικό πλαίσιο — είναι που κάνει τη διαφορά ανάμεσα στην απλή παραγωγή και στην καινοτομία. Περισσότερο από έναν αιώνα αργότερα, η ίδια φιλοσοφία αναδύεται σε ένα εντελώς διαφορετικό πεδίο: στην κβαντική φυσική. Το Νόμπελ Φυσικής 2025 απονεμήθηκε στους John Clarke, Michel Devoret και John Martinis για την παρατήρηση του μακροσκοπικού κβαντικού τούνελινγκ και της ενεργειακής κβάντωσης σε ηλεκτρικά κυκλώματα.

Ο Martinis (Δαλματός στην καταγωγή…) αφιέρωσε δεκαετίες στην έρευνα πάνω στα υπεραγώγιμα κβαντικά κυκλώματα, τα οποία αποτελούν τη βάση των κβαντικών υπολογιστών. Αυτοί οι υπολογιστές, αξιοποιώντας τις αρχές της κβαντικής μηχανικής, μπορούν θεωρητικά να επιλύουν προβλήματα που είναι αδύνατα για τα συμβατικά μηχανήματα. Το πιο εντυπωσιακό είναι ότι το έργο του Martinis και των υπολοίπων δεν απεδείχθη στο πανεπιστήμιο (βασική προϋπόθεση για το Nobel ένα επιστημονικό επίτευγμα να έχει αποδειχθεί πειραματικά και να έχει επιβεβαιωθεί με σαφή τρόπο), αλλά εξελίχθηκε μέσα στην Google, όπου ο ίδιος ηγήθηκε της ομάδας που το 2019 ανακοίνωσε την πρώτη απόδειξη “κβαντικής ανωτερότητας” — τη στιγμή δηλαδή κατά την οποία ένας κβαντικός υπολογιστής εκτέλεσε έναν υπολογισμό σε 20 δευτερόλεπτα ενώ ο συμβατικός θα ήθελε 20.000 χρόνια.

Το ταξίδι από το εργαστήριο του πανεπιστημίου στο ερευνητικό κέντρο μιας εταιρείας τεχνολογίας δείχνει ακριβώς αυτό που εξελίχθηκε και στην Guiness έναν αιώνα πριν: ότι η ιδιωτική στήριξη της επιστήμης μπορεί να επιταχύνει την ανακάλυψη. Οι μεγάλες καινοτομίες συχνά προκύπτουν όταν οι επιχειρήσεις δεν φοβούνται να επενδύσουν στην έρευνα, ακόμη κι αν τα αποτελέσματα δεν είναι άμεσα εμπορικά. Η Google, όπως παλαιότερα η Guinness, δημιούργησε ένα περιβάλλον όπου οι επιστήμονες μπορούσαν να πειραματιστούν, να αποτύχουν και να δοκιμάσουν ξανά — χωρίς να περιορίζονται από την άμεση πίεση της αγοράς. Ίσως και με ρίσκο, αφού στην Google γεννήθηκε και η αρχιτεκτονική των “μετασχηματιστών” (transformers) στην τεχνητή νοημοσύνη — μια εφεύρεση που δεν αξιοποιήθηκε από την ίδια εξαρχής, αλλά άλλαξε τον κόσμο.

Η σύγκριση των δύο ιστοριών δεν είναι τυχαία. Από το t-test του Gosset μέχρι την απόδειξη της κβαντικής ανωτερότητας του Martinis και της ομάδας του στη Google, η πρόοδος της επιστήμης έχει ένα κοινό μοτίβο: η περιέργεια και η ελευθερία του ερευνητή χρειάζονται εμπιστοσύνη και στήριξη για να καρποφορήσουν. Η δημόσια χρηματοδότηση είναι αναγκαία για τη θεμελιώδη γνώση, αλλά η ιδιωτική συμμετοχή προσθέτει ευελιξία, τόλμη και εφαρμοσιμότητα. Εκεί που οι δύο συναντιούνται, γεννιέται η πραγματική καινοτομία. 

Και σε αυτή τη συνάντηση, ρόλο έχει και η τοπική κοινωνία. Τα πανεπιστήμια δεν είναι απομονωμένοι πύργοι γνώσης. Είναι ζωντανοί οργανισμοί που αντλούν δύναμη από το περιβάλλον τους. Η στήριξη της έρευνας δεν σημαίνει μόνο κρατικές επιδοτήσεις ή διεθνή προγράμματα, αλλά και τοπική συμμετοχή, εμπιστοσύνη και συνεργασία. Όταν η κοινωνία, οι επιχειρήσεις, οι θεσμοί και οι πολίτες στηρίζουν το έργο των πανεπιστημίων — είτε με υποτροφίες, είτε με κοινά προγράμματα, είτε απλώς με ενδιαφέρον και διάλογο — τότε η επιστήμη αποκτά ρίζες στον τόπο της. 

ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΚΟΡΦΙΑΤΗΣ

* O Νικόλαος Κορφιάτης, είναι καθηγητής διαχείρισης Δεδομένων, Ιόνιο Πανεπιστήμιο.