Τρίτη 12.08.2025 ΚΕΡΚΥΡΑ

«Μπελλαντόνες στο Λιθάρι»: Παρουσίαση του νέου βιβλίου της Βούλας Τζιλιάνου

ΜΠΕΛΛΑΝΤΟΝΕΣ
05 Αυγούστου 2025 / 17:14
ΗΛΙΑΣ ΑΛΕΞΟΠΟΥΛΟΣ

Η παρουσίαση του βιβλίου θα γίνει στις 17/8 στην αίθουσα της Φιλαρμονικής Γαστουρίου "Ομόνοια" στις 7:00 μ.μ.-Μια μοναδική συλλογή ιστοριών ανθρώπων της κερκυραϊκής υπαίθρου

ΠΑΝΤΑ της άρεσαν οι ιστορίες. Παιδί, να τις ακούει˙ αφηγήσεις των γιαγιάδων. Κατοπινά, να τις ζυμώνει. Με το δοξάρι του μυαλού. Κι έπειτα, δειλά, να τις χαράσσει.

Πατώντας το μελάνι πάνω σε πρόχειρες χαρτοπετσέτες, πακέτα από τσιγάρα ή αδέσποτα

κομμάτια από χαρτί... Παράδεισος, οι μνήμες της. Η μαρτυρία. Το βίωμα. Πρωτογενές, αυθεντικό, βγαλμένο απ’ τα σπλάχνα της κερκυραϊκής υπαίθρου.

Ιστορίες των ανθρώπων, ιδίως ‘κείνες, οι ζωσμένες με παιδέματα, με ζόρι, μ’ αμφισβήτηση. Και μικρές, υπόγειες φωτιές. Πέρα από τακτοποιημένες ζήσεις σ’ ευθεία, ατάραχη γραμμή. Κι αν είν’ και... γένους θηλυκού; Ε, ακόμη τους καλύτερες...

Μέσα Αυγούστου, η «δική μας», ΒΟΥΛΑ ΤΖΙΛΙΑΝΟΥ, έρχεται να μας συστήσει τις «ΜΠΕΛΛΑΝΤΟΝΕΣ ΣΤΟ ΛΙΘΑΡΙ», απ’ τις εκδ. «Άλλωστε» (Χρ. Σαββανή) – πού αλλού; Στ’ αγαπημένο της Γαστούρι (πρώτη παρουσίαση, αίθουσα Φιλαρμονικής «Ομόνοια»). Σε ακριβή μέρα και ώρα, που θα «κλειδώσουν» προσεχώς...

ΒΕLLA DONNA. Η όμορφη γυναίκα, ιταλιστί. «Αλλά και οι ρόζοι, οι κρίνοι, που στολίζουν τις εκκλησίες το φθινόπωρο», εξηγεί η ίδια στο «ΕΝ». «Να, δες...»˙ η επιλεγμένη εικόνα του εξώφυλλου. Μετάφραση διπλή. Με λόγο κι αιτία - αλλά γι’ αυτό, γράφει η ίδια

στη συνέχεια.  Ή, αλλιώς, εν περιλήψει, «μια συλλογή από ιστορίες γυναικών της άλλοτε κερκυραϊκής κοινωνίας της υπαίθρου συν κάποιες ιστορίες με απλά θηλυκό “πρόσημο”: η έλευση, η σκορδαλιά, η Λαμπριά... Α, και η ιστορία μιας κότας (γελάει)! Mα, μη ζητήσεις λεπτομέρειες». Στην ανάγνωση...

• Και το λιθάρι; «Υπάρχει ένα λιθάρι στο χωριό μου, που εκεί κάθονταν όλες οι γυναίκες και κάνανε... κους - κους, επί παντός του επιστητού. Κουτσομπολιό, δηλαδή. Από αυτήν την εικόνα εμπνεύστηκα τον τίτλο, αν και η αλήθεια είναι πως η αναζήτησή του υπήρξε μια διαδικασία, που με παίδεψε αρκετά. “Mπελαντόνες”;

Κάτι σαν “...τι έχουν τον άνεμο μέσα τους” - μια έκφραση, που λέγανε οι παλιοί γι’ αυτούς/-ές, που έκαναν του κεφαλιού τους;»

ΤΟ ΔΕΔΟΜΕΝΟ, ένα: «Αυτό που ήθελα στα σίγουρα, ήταν ένας τίτλος, που να δηλώνει τη μοναχική πορεία των γυναικών, οι οποίες, με κάποιον τρόπο, δε συμβιβάστηκαν στις νόρμες και τα στερεοτυπικά δεδομένα της εποχής τους. Αυτές, άλλωστε, είναι οι ιστορίες των ανθρώπων, που έχουν, θεωρώ, το μεγαλύτερο ενδιαφέρον και αγαπώ να γράφω, γενικά. Tων παιδεμένων απ’ τη ζωή...».

ΑΝΘΡΩΠΟΙ που γνώρισε. Αντάμωσε. Της σύστησαν.  Ή άκουσε για δαύτους. Ψηφίδες ενός προσωπικού εμπειρικού φορτίου, με διακριτικά στοιχεία αυτοαναφορικότητας, που, όταν ξεμυτίζουν, πάντα επαναφέρουν το ίδιο, αδυσώπητο ερώτημα...

• Πόσο δύσκολο -ή λυτρωτικό- είναι να σκάβεις, χρόνια μετά, μέσα σου και να μεταφέρεις στο χαρτί κομμάτια της ίδιας σου της ζωής;

«Ένα τραύμα μπορεί να γίνει, με πολλή δουλειά, δημιουργία. Έτσι κατόρθωσα κι εγώ, ύστερα από χρόνια θητείας στα... ντιβάνια (γελάει), να μετουσιώσω το δικό μου

παιδικό τραύμα. Τι εννοώ... Ένα οικογενειακό δράμα τιμής, μαζί με άλλες συγκυρίες, έκαναν τον πατέρα μου να μας σηκώσει σύσκαρους (σ.σ. όλους μαζί) για την Αθήνα. Σπουδαίος πατέρας, άρχισε στα 50 νέα ζωή και από αγρότης έγινε εργάτης στην “ΙΖΟΛΑ”. Είχε άλλα τρία κορίτσια, βλέπεις - η μάνα ακολουθούσε. Kάπως έτσι, καλοκαίρι του ’67,

εν μέσω Χούντας, άφησα τη μοσκοβόλια του ξερού χόρτου και της μυρτιάς και κλείστηκα σ’ ένα τριάρι».

• Πίκρα... «Άστα, μεγάλη! Παράλληλα, είχα πολλά απωθημένα. Και πρώτα - πρώτα, πως δεν έμαθα να παίζω μουσική. Το “διόρθωσα”, κάνοντας ορθοφωνία και τραγούδι με μια Kερκυραία δασκάλα μουσικής, σε Ωδείο της Αθήνας. Το μόνο που έμεινε, είναι το πώς θα “πατήσω” την αίθουσα της Φιλαρμονικής του χωριού μου (“Ομόνοια”). Ε, αφού δεν έγινα... σπουδαία τραγουδίστρια (γελάει),

θα το πετύχω παρουσιάζοντας εκεί το βιβλίο μου. Έτσι, από... ποντίλιο (σ.σ. πείσμα) - συμφωνεί, βεβαίως, κι ο Πρόεδρος της Φιλαρμονικής, με μεγάλη χαρά».

ΜΟΛΥΒΙ. Και χαρτί. Από παιδί, το είχε το... κουσούρι η Τζιλιάνου, αν κι, επί μακρόν, αθόρυβα˙ «πάντα κάτι έγραφα», λέει. «Ημερολόγια, γράμματα με ή δίχως παραλήπτη, σημειώσεις, σκέψεις, στίχους σε χαρτοπετσέτες, στα περιθώρια των βιβλίων που διάβαζα, στο πακέτο των τσιγάρων...». Ώσπου κόπιασε εκείνη η στιγμή. Η άγρια. Και άγια. Με το μούτρο κολλημένο στο τζάμι κάποιου θεόρατου ουρανοξύστη, πέρα απ’ τη μεγάλη θάλασσα...

«ΒΡΕΘΗΚΑ στη Νέα Υόρκη. Στα νοσοκομεία, μ’ ένα αγαπημένο μου πρόσωπο, για σοβαρό πρόβλημα υγείας. Εκεί ήρθε και η ματαίωση, η προδοσία, αλλά και η ενηλικίωση˙ κάπως αργά, είν’ η αλήθεια (γελάει). Ήμασταν, θυμάμαι, στον ίδιο χώρο, στον 30ό όροφο, καθένας με τον υπολογιστή του και καταλήξαμε κάποια στιγμή να μιλάμε με mail, ενώ οι θεραπείες του γινόταν όλο και πιο επώδυνες. Ήταν η πρώτη φορά, που έγραψα ένα κείμενο, το οποίο δήλωνε τη μοναξιά που ένιωθα σε αυτήν την μοναδική πόλη, που δεν κοιμάται ποτέ...».

ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ σαφώς το θυμάται, «πώς θα μπορούσα αλλιώς;». Μεστό πολλών απ’ τα στοιχεία που δόμησαν (θεματικά, υφολογικά, λεξικολογικά ή ως κυτταρικό κίνητρο) τη φυσιογνωμία των εφεξής δημοσιεύσεών της. «Ήταν μια ιστορία απ’ τα παιδικά μου χρόνια

στην Κέρκυρα - εκεί βρήκα, μέσα σ’ όλη αυτήν την κατάσταση, καταφυγή:

στα παιδικά, αθώα χρόνια μου. Και μάλιστα, γραμμένη στο ιδίωμά μας. Την

ιστορία αυτήν την ανάρτησα στο f/b κι έτσι άρχισαν όλα». Μεγάλη -και θερμή-  ανταπόκριση, πλήθος διαδικτυακοί φίλοι («φίλοι που αγάπησαν τις ιστορίες μου και τα κερκυραϊκά μου»), μια συνθήκη «που μ’ άρεσε πολύ». Ό,τι άλλο, υπήρξε η συνέχεια. Ίσαμε το τωρινό της έργο. Το βιβλίο. Βιβλίο «κερκυραϊκό», σε κάθε επίπεδο, συνέχεια μιας παραγωγικής συνθήκης, που, τα τελευταία χρόνια, επέστρεψε δριμέως στα εκδοτικά μας πράγματα...

• Ποιες ιδιαιτερότητες εμφανίζουν οι «Μπελλαντόνες» σου, σε σχέση με τα υπόλοιπα «κερκυραϊκά» βιβλία ιστοριών, που έχουν κυκλοφορήσει τελευταία; Τι «άλλο» δίνουν;

«Δεν είμαι ούτε λαογράφος, ούτε ιστορικός. Το νησί μας αγαπώ και γράφω γι’ αυτά που άκουγα κρουφά από τις συζητήσεις των μεγάλων γυναικών κυρίως, στα καντούνια ή περιμένοντας να γιομίσουνε νερό τις λάτες τους, αυτά που έπαιρνε τ’ αυτί μου, πριν πει η μάνα μου “δεν κάνει να τ’ ακούς αυτά, πήγαινε να παίξεις”. Κράτησα όλα αυτά τα μισόλογα, τα απαγορευμένα, στην άκρη του μυαλού μου και αφού έζησα και ‘γώ, με τη σειρά μου, μια πλούσια, πολυταξιδεμένη ζωή, σε όλες της τις εκφάνσεις, διηγούμαι αυτά τα λειψά μισόλογα με ιστορίες, που αφορούν όμως και δικούς μου πόνους.

Και κάποιες σκέψεις που πέρασαν κρουφά ή φανερά κι από το δικό μου μυαλό...».

ΑΠΛΑ. Αβίαστα. Αυθεντικά. Με στόχο, λέει, «να θυμίσω στους παλιούς τα παλαιά και συγχρόνως, να τα γνωρίσω στους νέους. Γιατί κάποιος πρέπει να τα γράψει, να μην λησμονηθούν - ονόματα, συνήθειες, έθιμα και τοπωνύμια.

Τώρα, όπως ξέρεις, αλλάζουν όλα, εκμοντερνίζονται». Συν έναν δεύτερο, δικό της. Eσωτερικό. Για γιατρειά «πληγής» μικρής, που, όσο κι αν την επούλωσαν τα χρόνια, βαστά μια ανεπαίσθητη ουλή για να θυμίζει: «Στην τελική, θέλω να ζήσω τις ζωές των ηρωίδων μου, αφού δεν μπόρεσα να ζήσω καμία ζωή ως νέα γυναίκα στα κυπαρίσσια και στα πεζούλια του χωριού μου...».

ΜΠΕΛΛΑΝΤΟΝΑ, ΜΕ ΔΥΟ «Λ» (γιατί οι όμορφες γυναίκες χορεύουν όμορφα στο χρόνο, τη ζωή...)

Η παρουσίαση του βιβλίου θα γίνει στις 17 Αυγούστου στην αίθουσα της  Φιλαρμονικής Γαστουρίου "Ομόνοια" στις 7:00 μ.μ.

ΗΛΙΑΣ ΑΛΕΞΟΠΟΥΛΟΣ

 

 

Της ΒΟΥΛΑΣ ΤΖΙΛΙΑΝΟΥ

ΜΕΣΑ στην κάψα του θέρους, ονειρεύομαι, χωρίς να βιάζομαι, τις δροσερές μέρες του φθινόπωρου, κάτι σαν τον νηστικό που καρβέλια ονειρεύεται.

ΣΚΕΠΤΟΜΑΙ -τι άλλο;- το φθινόπωρο στην Κέρκυρα, με τα πρωτοβρόχια, τις μικρότερες δροσερές μέρες και εκείνη την πρώτη υγρασία, που διαχέεται στην ύπαιθρό της. ΕΚΕΙ καταλαβαίνω ότι τελείωσε το καλοκαίρι, όταν σε κάποιες οχτιές (όχθες), αρχές του Σεπτέμβρη, εμφανίζονται τα κοτσάνια, βλαστάρια, από τους ρόζους κρίνους μας.

ΕΝΑ κοκκινωπό κοτσάνι που σκεπάζεται με ένα διάφανο φύλλο, λες και ντρέπεται, γιατί είναι γυμνό από φύλλα.

ΜΕΣΑ σε λίγες μέρες το κοτσάνι ορθώνεται περήφανο και μοναχικό, φτάνει στο μισό μέτρο κι ανθίζει μια συνομοταξία πανέμορφων ροζ κρίνων.

ΑΡΓΟΤΕΡΑ, έμαθα ότι είναι σόι των αμαρυλλίδων και λέγονται Μπελλαντόνες και Γυμνές Κυρίες. Ήρθαν από την μακρινή Νότια Αφρική, ίσως από ναυτικούς ή ποιος ξέρει με ποιον τρόπο, τους άρεσε εδώ, το χώμα μας, το κλίμα μας κι εγκαταστάθηκαν στην ύπαιθρό μας.

ΑΠΟ ΤΟΤΕΣ, ημιάγριες πλέον, γιομίζουν τις εξοχές και τα τζαρδίνια (παρτέρια) των σπιτιών, χωρίς φροντίδα από ανθρώπους, μόνες τους - και ευτυχώς, πολλαπλασιάζονται.

Η ΜΑΝΑ μου τους έλεγε «ρόζους κρίνους» και πηγαίναμε ένα μποκέ στην εικόνα της Αγίας Σοφίας, στο Πέραμα, μιας και γιόρταζε τη μέρα αυτή. Σοφία, τη λέγανε.

ΣΤΟΛΙΖΟΥΜΕ τις εκκλησιές, τα μνήματα αγαπημένων, κρυστάλλινα βάζα στα αρχοντικά, τα παλαιά ανθοδοχεία τση νόνας μπροστά σε μια κορνίζα, τα φτωχικά τραπέζια με τα λευκά τραπεζομάντηλα από τα προικιά της μάνας.

ΚΑΘΕ χρόνο, της Αγίας Σοφίας, μας τα χάριζε ο συγχωρεμένος ο Γιώργης ο Κοντύλης, ιδιοκτήτης του περίφημου εστιατορίου «Bella Vista».

Η ΡΟΤΟΝΤΑ της, η βεράντα της, παναπεί, όπου σερβίρεται το φαγητό, αιωρείται μέσα στο τοπίο και σου επιτρέπει να χαρείς τη θέα στο Αχίλλειο και το δάσος του, το Κανόνι, το αεροδρόμιο και το παλαιό Φρούριο της Χώρας.

ΜΕΤΑΞΥ ουρανού και θάλασσας ο αεροδιάδρομος, όπου ταξιδεύουν τα αεροπλάνα, που έφερναν τους διάσημους του ‘60 και ‘70, τότε που η Κέρκυρα ήταν μοναδική, κοσμοπολίτισσα.

ΚΑΙ ΤΩΡΑ φέρνουν κόσμο, αλλά...

ΕΚΕΙ, κάτω απ’ την ροτόντα, εφύτρωναν και φυτρώνουν ακόμα κατά εκατοντάδες οι μπελλαντόνες, αναδίδοντας μια πικρή μοσκοβόλια, τη μοσκοβόλια της χαρμολύπης.

ΜΠΕΛΛΑΝΤΟΝΕΣ, λοιπόν, όμορφες γυναίκες και όχι ωραίες. Κι εξηγούμαι...

Η ΛΕΞΗ «ωραία» περιέχει την ώρα, δηλαδή τώρα είναι κάτι ωραίο, αργότερα μπορεί και να μην είναι.

ΑΠΟ την άλλη, η λέξη «όμορφη» περιέχει τη λέξη μορφή. Μια ερμηνεία της λέξης «μορφή» δηλώνει, εκτός απ’ το ωραία και την προσωπικότητα, δηλαδή το σύνολο της ομορφιάς του ατόμου - στο προκείμενο, μιας γυναίκας.

ΠΩΣ μιλάει, κοιτάζει, εκφράζεται, πονάει, αγαπάει, θυμώνει, κλαίει, τσακώνεται, γενικά τη στάση ζωής. Το πώς παρουσιάζεται στους άλλους, πώς τη βλέπουν οι άλλοι στις εκφάνσεις της.

ΜΠΕΛΛΑΝΤΟΝΕΣ λοιπόν, με δύο «λ», γιατί οι όμορφες γυναίκες χορεύουν όμορφα στο χρόνο, τη ζωή... Ακόμη - ακόμη και στο θάνατο.

Η παρουσίαση του βιβλίου θα γίνει στις 17 Αυγούστου στην αίθουσα της Φιλαρμονικής Γαστουρίου

EN THE MAGAZINE Ιούλιος 2025

ΗΛΙΑΣ ΑΛΕΞΟΠΟΥΛΟΣ

Γεννήθηκε στην Κέρκυρα το 1978. Πτυχιούχος Φιλολογίας (Φιλοσοφική Σχ. Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, 2001) και δημοσιογραφίας (New York College, 2002), θήτευσε επί 12ετία στην Αθήνα, με κύριες αναφορές τις εφημερίδες Αθλητική Ηχώ (2001-’08) και Εξέδρα / Δ.Ο.Λ. (2008-‘11) συν σειρά συνεργασιών με ιστοσελίδες και περιοδικά. Επιστρέφοντας Κέρκυρα, διετέλεσε υπεύθυνος Γραφείου Τύπου στις ΠΑΕ ΑΟ Κέρκυρα και ΑΟ Κασσιώπης (Super League). Συνδημιουργός και αρχισυντάκτης των ιστοσελίδων Corfusports (2011) και Corfustories (2020), της εφημερίδας Corfupress / Corfusports (2016) και των free press mag. Corfu Magazine (2017) και Corfu Stories (2018), μετά τη συνεργασία του με την Καθημερινή Ενημέρωση (2019-’20), επέστρεψε στον όμιλο Ενημέρωση το ’21, λόγω… ΕΝ-The Magazine. Eίναι μέλος της ΕΣΗΕΑ και του ΠΣΑΤ (βραβείο «Χρ. Σβολόπουλος», 2010).