Επαναλαμβάνεται το αφιέρωμα στον Μ. Σουγιούλ, από την Χορωδία Ευρωπούλων.
Την Παρασκευή 26/1, στο Δημοτικό Θέατρο.
ΚΕΡΚΥΡΑ. Την παράσταση - αφιέρωμα βασισμένη στη βιογραφία του αείμνηστου συνθέτη του ελαφρού τραγουδιού, Μιχάλη Σουγιούλ, επαναλαμβάνει και φέτος η Χορωδία Ευρωπούλων «Ιωάννης Καποδίστριας». Η εκδήλωση λαμβάνει χώρα την Παρασκευή 26 Ιανουαρίου (ώρα έναρξης: 20:30) στο Δημοτικό Θέατρο Κέρκυρας.
Στη μουσικοθεατρική αυτή παράσταση παρουσιάζεται με εύγλωττο τρόπο η ζωή και το έργο του συνθέτη, μέσα από τα κείμενα της Ευαγγελίας Τσονάκα. Τη μουσική διεύθυνση έχει η Έλλη Καρύδη.
Βασικοί ερμηνευτές θα είναι ο Άγγελος Χονδρογιάννης (ως Σιορ Σπυρέτος), η Δέσποινα Μουρατίδη και η Κρίνθη Ζήρα (ως Αδελφές Γκράντε), ο Βαγγέλης Παγιάτης (ως Δημητράκης) και ο Λεωνίδας Στουραϊτης (ως Γερασιμάκης). Αφηγητής θα είναι ο Σπύρος Βέργης.
Τους πλαισιώνουν επί σκηνής τα μέλη της Μικτής Χορωδίας Ευρωπούλων (διδασκαλία: Έλλη Καρύδη), συνοδεία μικρού ορχηστρικού συνόλου. Το απαρτίζουν οι μουσικοί Σπύρος Ρουβάς (πιάνο), Δημήτρης Αργυρός (κλαρινέτο), Γιώργος Πρίφτης (ακορντεόν), Διονύσης Μαρτίνης (τρομπέτα), Γιάννης Κουτάγιαρ (κοντραμπάσο), Ειρήνη Αρακλειώτη (βιολί), Απόστολος Βαλσαμάς (μπουζούκι), Νίκος Μερτύρης (κιθάρα) και Γιάννης Πατρίκιος (κρουστά). Την ενδυματολογική επιμέλεια έχει η Πηνελόπη Μάμαλου, ενώ τις ενορχηστρώσεις επιμελήθηκε ο Σπύρος Ρουβάς και τη σκηνοθεσία ο Άγγελος Χονδρογιάννης.
Υπενθυμίζεται ότι η μουσικοθεατρική αυτή παράσταση είχε πρωτοπαρουσιαστεί στις 9 Δεκεμβρίου 2022, επ' ευκαιρία τότε και της συμπλήρωσης 25 χρόνων από την ίδρυση της Χορωδίας Ευρωπούλων.
Ποιος ήταν ο Μ. Σουγιούλ
Ο Μιχάλης Σουγιούλ γεννήθηκε στο Αϊδίνιο της Μικράς Ασίας την 1η Αυγούστου 1906, όντας γόνος εύπορης οικογένειας που ασχολούταν με το εμπόριο δέρματος. Το πραγματικό του όνομα ήταν Μιχαήλ Σουγιουλτζόγλου.
Τα πρώτα του μουσικά βήματα τα έκανε ως αυτοδίδακτος πιανίστας, με τη καθοδήγηση της αδελφής του, σύμφωνα με κάποιες πηγές. Σύντομα ξεκίνησε μαθήματα μουσικής στην Σμύρνη, τα οποία όμως αναγκάστηκε να διακόψει όταν με την οικογένειά του μετοίκησε στην Αθήνα, λίγους μόλις μήνες πριν τη Μικρασιατική Καταστροφή. Στην Αθήνα παρακολούθησε κάποια μαθήματα θεωρητικών με τον Μάριο Βάρβογλη, ενώ αργότερα συνέχισε τις μουσικές του σπουδές στην Γαλλία και, συγκεκριμένα, στην Μασσαλία.
Πίσω στην Αθήνα, άρχισε να παίζει πιάνο και, κυρίως, ακορντεόν σε ορχήστρες γνωστών κοσμικών νυχτερινών μαγαζιών, ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1930. Με αυτές τις επιρροές άρχισε να γράφει και τα δικά του ελαφρά τραγούδια, που γρήγορα κίνησαν το ενδιαφέρον των διασημότερων Ελλήνων τραγουδιστών της εποχής, με τους οποίους και συνεργάστηκε. Μεταξύ αυτών, η Σοφία Βέμπο, η Μάγια Μελάγια, ο Τώνης Μαρούδας, ο Νίκος Γούναρης, οι αδελφές Καλουτά κ.ά. Μαζί τους περιόδευσε σε Ελλάδα και εξωτερικό, ενώ το ξεκίνημά του στη δισκογραφία σημειώθηκε το 1943, εν μέσω Κατοχής. Ακολούθησε μια μεγάλη δισκογραφική πορεία, με τραγούδια του να ηχογραφούνται σε πρωτότυπη μορφή ακόμη και μετά τον θάνατό του (έως και τη δεκαετία του ’90).
Ανάμεσα στα πιο γνωστά κι αγαπημένα τραγούδια του Μιχάλη Σουγιούλ, συγκαταλέγονται τα Ασ’ τα μαλάκια σου, Για ‘μας κελαηδούν τα πουλιά, Ας ερχόσουν για λίγο, Λίγες καρδιές αγαπούνε, Το κορίτσι θέλει θάλασσα, Το τραμ το τελευταίο, Αθήνα και πάλι Αθήνα, Μπέμπα, Ο μήνας έχει εννιά κ.ά. Από δικό του τραγούδι (Ζεχρά) προήλθε και η μουσική του εμβληματικού Παιδιά, της Ελλάδος παιδιά που τραγούδησε η Βέμπο, με νέους στίχους του Μίμη Τραϊφόρου. Γενικότερα, τα γεγονότα του Αλβανικού Μετώπου ενέπνευσαν τον Σουγιούλ να γράψει αρκετά τραγούδια πατριωτικού περιεχομένου. Μεταπολεμικά, συνεργάστηκε με τον Αλέκο Σακελλάριο και τον Στέλιο Περπινιάδη και σε τραγούδια που κατατάσσονται στο λεγόμενο «αρχοντορεμπέτικο», αλλά δεν έπαψε ποτέ να διευθύνει και να παίζει σε ορχήστρες ελαφράς μουσικής.
Εκτός από τα πολλές δεκάδες τραγούδια, συνέθεσε χορευτική μουσική (βαλς, τανγκό κλπ.), μουσική για πάνω από 45 θεατρικά έργα και επιθεωρήσεις, αλλά και για 10 κινηματογραφικές ταινίες.
Πολλοί νεότεροί του συνθέτες, όπως ο Μίκης Θεοδωράκης, δήλωναν αισθητικά «μαθητές του Σουγιούλ».
Διατέλεσε, διευθυντής Ακρόασης του Εθνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας (Ε.Ι.Ρ.), καθώς και των δισκογραφικών εταιρειών Cοlumbia και Parlophone. Επίσης, ήταν μέλος της Εταιρείας Θεατρικών Συγγραφέων και Μουσουργών.
Έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 52 ετών, στην Αθήνα, στις 16 Οκτωβρίου 1958.
Ως πολυγραφότατος συνθέτης, άφησε πίσω του ευάριθμο έργο, το μεγαλύτερο μέρος του οποίου ευτυχώς διασώζεται δισκογραφημένο ή και σε εκδοθείσες παρτιτούρες.
Τέλος, αξίζει να αναφερθεί ότι το πιάνο του Σουγιούλ, μαζί με άλλα αντικείμενα από παραστάσεις, σώζεται και εκτίθεται στο καλαίσθητο και εξαιρετικά προσεγμένο μικρό μουσείο που στεγάζεται στο φουαγιέ του Δημοτικού Θεάτρου «Απόλλων» στην Ερμούπολη της Σύρου (κάθε σύγκριση με το δικό μας υπό πλήρη παρακμή Δημοτικό Θέατρο, είναι απλώς καταθλιπτική…).