5ο ετήσιο Συνέδριο-Σεμινάριο φιλαρμονικών
Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο Κύπρου
22 Ιουνίου 2020
/ 12:29
ΚΕΡΚΥΡΑ. Το Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο Κύπρου και η Ελληνική Φιλαρμονική Εταιρεία, διοργανώνουν 17-19 Ιουλίου 2020 το 5ο ετήσιο Συνέδριο-Σεμινάριο φιλαρμονικών ορχηστρών
με τίτλο “Οι φιλαρμονικές ορχήστρες αντιμέτωπες με νέες προκλήσεις”. Το συνέδριο- σεμινάριο αυτή τη χρονιά θα πραγματοποιηθεί διαδικτυακά συμβάλλοντας στην προσπάθεια καταπολέμησης του COVID-19.
Στην ελλαδική γεωπολιτιστική ενότητα, η μουσική και οι μουσικοί των πνευστών μουσικών οργάνων εμπνέουν τους τεχνίτες- καλλιτέχνες της σμίλης του χρωστήρα, της αγγειοπλαστικής από τα αρχαιότατα χρόνια (π.χ. ο “Αυλητής της Κέρου”, ~ 2.700 π.Χ.), φανερώνοντας με τον τρόπο αυτό, το διακριτό ρόλο των πνευστών, στις κοινωνίες που αποτέλεσαν τη σπερματική αρχή του ευρωπαϊκού πολιτισμού.
Σαφέστατες αναφορές σε συντεταγμένες ορχήστρες πνευστών γίνονται στο Θουκυδίδη (Ιστορίαι Ε’ 70): «Μετά τούτο, οι δύο στρατοί εκινήθησαν εναντίον αλλήλων. Και οι μεν Αργείοι και οι σύμμαχοι των προήλαυναν με αποφασιστικότητα και ορμήν ασυγκράτητον, ενώ οι Λακεδαιμόνιοι επροχώρουν βραδέως, κανονίζοντες το βήμα των προς τον ρυθμόν της μουσικής πολλών αυλητών, οι οποίοι κατά τα έθιμά των είχαν ιδίαν θέσιν εντός της παρατάξεως. Η μουσική αύτη δεν είχε χαρακτήρα θρησκευτικόν, αλλ’ απέβλεπεν εις το [να] βαδίζη ο στρατός μετά κανονικού και ρυθμικού βήματος και [να ] προλαμβάνεται ούτως η διάσπασις της παρατάξεως, η οποία επέρχεται συνήθως κατά τας προελάσεις μεγάλων στρατιωτικών μονάδων», και στον Πλούταρχο (Βίοι Παράλληλοι – Λυκούργος 22): «[…] και έδιδε (ο βασιλιάς πριν την μάχη) διαταγή σε όλους να φορέσουν τα στεφάνια και τους αυλητές τους διέταξε να παίξουν την Καστόρεια μουσική. Συνάμα έδιδε την εντολή να αρχίσει ο εμβατήριος παιάνας, έτσι που η εικόνα τους ήταν σοβαρή και φοβερή, καθώς βάδιζαν συντονισμένοι με το ρυθμό των αυλών και ούτε διασπούσαν τη φάλαγγα κι ούτε αισθάνονταν φόβο στις ψυχές τους, αλλά με τη μουσική οδηγούνταν προς τον κίνδυνο, πράοι και χαρούμενοι. Γιατί είναι φυσικό κάτω από τέτοιες συνθήκες να μην εκδηλώνεται ούτε υπερβολικός φόβος ούτε υπερβολική οργή, αλλά σταθερό φρόνημα με ελπίδα και θάρρος, λες και παραβρίσκεται μαζί και ο Θεός».
Ο δε Παυσανίας καταθέτει στα Κορινθιακά ΙΙ, ΧΧΙ 3, πως οι Αργείοι Ηγέλεως και Μήλας, γιοί του Τυρρηνού, εισήγαγαν τη σάλπιγγα στις πολεμικές επιχειρήσεις:
«… Σαλπίγγων είδη έξ φασί, ών πρώτην εύρεν η [θεά] Αθηνά, διό και “Σάλπιγξ Αθηνά” παρά Αργείοις τιμάται…». Για τον λόγο αυτό, έκτισαν ναό στο Άργος τιμώντας την “Σάλπιγγα Αθηνά”.
Έκτοτε και στο ευρύτερο πλαίσιο της ευρωπαϊκής γεωπολιτιστικής ενότητας, οι επιβιώσεις της ορχήστρας πνευστών μετασχηματίστηκαν καλύπτοντας τις ανάγκες της κοινωνίας γενικότερα και του πάτρωνά τους ειδικότερα, είτε αυτός ήταν ο ρωμαϊκός, ο χριστιανικός ή ο μουσουλμανικός στρατός, είτε οι εκκλησιαστικοί και κοσμικοί άρχοντες, οι συντεχνίες και τέλος οι πόλεις και οι σύλλογοι- σωματεία.
Το αναδυόμενο μέσα από τους κοινωνικούς μετασχηματισμούς εθνικό κράτος, αποτέλεσε τον καταλύτη για την τελευταία μετάλλαξη της ορχήστρας πνευστών σε αυτό που ορίζουμε σήμερα ως “Φιλαρμονική”. Για να συμβάλει στη διαμόρφωση της συλλογικής εθνικής ταυτότητας μέσα από τελετές ιστορικής μνήμης και τα πατριωτικά εμβατήρια, τα εθνικά κράτη με πρωτοπόρο τη Γαλλία με την “Orchestre d’harmonie de la Garde Republicaine”, ιδρύθηκε πληθώρα φιλαρμονικών, όχι μόνον στις πολιτιστικές μητροπόλεις αλλά σε όλη την επικράτεια.
Οι πρώτες φιλαρμονικές ορχήστρες στην Ελλάδα και την Κύπρο, ιδρύθηκαν σε συγκεκριμένες συνθήκες πολιτειακής μετάβασης. Το 1816, είκοσι επτά μόλις χρόνια μετά την ορχήστρα της Garde Republicaine, στα Επτάνησα, στη Ζάκυνθο ιδρύθηκε το 1816 η πρώτη φιλαρμονική ένα χρόνο μετά την ίδρυση του Ηνωμένου Κράτους των Ιονίων Νήσων το 1815. Στην “Πρώτη Ελληνική Δημοκρατία”, όπως είχε ονομαστεί το απελευθερωμένο τμήμα της χώρας πριν ακόμα αναγνωριστεί η ανεξαρτησία της στη Διάσκεψη του Λονδίνου (1830), η πρώτη φιλαρμονική συγκροτήθηκε στο Ναύπλιο το 1824 από την “Προσωρινή Διοίκηση της Ελλάδος”. Στην Κύπρο αντίστοιχα, φιλαρμονικές ιδρύθηκαν μετά τη “Συνθήκη της Κωνσταντινούπολης” (1878), στη Λάρνακα (~1885), στη Λευκωσία (1897), στη Λεμεσό (1908) κ.ο.κ.
Έκτοτε, σε κάθε μεγάλο ή μικρό μέρος, οι φιλαρμονικές ακολουθούν, αφουγκράζονται και καθρεπτίζουν όχι μόνον την πολιτική ιστορία, αλλά και τις νοοτροπίες και το φαντασιακό του τόπου που τις γέννησε και τις ανατρέφει.
Τα δεδομένα, όχι μόνο σε Ελλάδα και Κύπρο αλλά σε όλον τον κόσμο, μετασχηματίζονται ραγδαία. Θεμελιώδη, θεσμοποιημένα και μη, σημεία αναφοράς όπως είναι το κράτος, το έθνος, η νομοθεσία, η παιδεία, η εργασία, η κοινωνική ασφάλιση, η κοινωνική διαστρωμάτωση, ο δημόσιος χώρος αλλά και η τέχνη, η οικογένεια, ο γάμος, η ηθική, ο ελεύθερος χρόνος, αλλάζουν πιο γρήγορα από όσο χρειάζονται οι συλλογικές νοοτροπίες να αναδιαμορφωθούν.
Ο πολυδιάστατος εκπαιδευτικός, κοινωνικός και μουσικός ρόλος των ελληνικών φιλαρμονικών ορχηστρών ανασημασιοδοτείται. Αφενός, μέσα από την εξέλιξη της κοινωνίας της οποίας αποτελούν οργανικό στοιχείο. Αφετέρου από τη υπέρβαση του θεσμικού πλαισίου που τους έχει επιβληθεί, η οποία αποτελεί συνειδητή επιλογή των ίδιων των μουσικών και αρχιμουσικών τους και συνίσταται στην ανάδειξή τους πέρα από μουσικά αγήματα παρελάσεων και λιτανειών, σε ποιοτικά μουσικά σύνολα. Η υπέρβαση αυτή αποτελεί ενέργημα της διαδικασίας που ο βρετανός ιστορικός και φιλόσοφος Άρνολντ Τόυνμπη ορίζει ως “Challenge and Responce”, ως “πρόκληση και απάντηση στην πρόκληση”. “Είναι ανάγκη η Φύση [ή η Κοινωνία], να εμφανίζεται στον Άνθρωπο με τη μορφή μιάς δυσκολίας, την οποία αυτός πρέπει να υπερνικήσει. Αν ο Άνθρωπος αποδεχτεί την πρόκληση, τότε η απάντησή του θέτει τα θεμέλια του πολιτισμού”. Μπροστά στα νέα δεδομένα που ιστορικοί και κοινωνιολόγοι ορίζουν ως μετανεωτερικότητα, ή μετα-μετανεωτερικότητα ή ως ρευστή νεωτερικότητα, καλούμαστε -στο βαθμό του εφικτού πάντοτε- να σκιαγραφήσουμε έστω και αδρομερώς, το κατά πόσον και προς ποια κατεύθυνση ο ρόλος των ελληνικών φιλαρμονικών ορχηστρών μετασχηματίζεται ή δύναται να μετασχηματιστεί.
Πάγιοι στόχοι του Συνεδρίου – Σεμιναρίου είναι: η συμβολή στην ολοκλήρωση της ιστορικής τεκμηρίωσης της δραστηριότητας των ελληνικών φιλαρμονικών ορχηστρών, η κριτική προσέγγιση των παραμέτρων που καθορίζουν τη λειτουργία και το ρόλο τους, και η δημιουρία ενός πεδίου ανταλλαγής απόψεων οι οποίες θα συμβάλλουν στην αναβάθμιση κι ανάδειξη της αποστολής τους.
Θεματικοί άξονες είναι: η ιστορία των Ελληνικών και εν γένει των Φιλαρμονικών, οι παράμετροι της κοινωνικής, εκπαιδευτικής και μουσικής διάστασής τους, το θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας, η ανταπόκριση στις δυσκολίες και τις προκλήσεις που επιφέρουν οι αλλαγές στο θεσμικό και κοινωνικό τους πλαίσιο, η κατάρτιση και οι υποχρεώσεις μελών και αρχιμουσικών, η μεθοδολογία ατομικής και ομαδικής διδασκαλίας, ζητήματα ρεπερτορίου και ζητήματα εμφανίσεων και υπηρεσιών.
Στην ελλαδική γεωπολιτιστική ενότητα, η μουσική και οι μουσικοί των πνευστών μουσικών οργάνων εμπνέουν τους τεχνίτες- καλλιτέχνες της σμίλης του χρωστήρα, της αγγειοπλαστικής από τα αρχαιότατα χρόνια (π.χ. ο “Αυλητής της Κέρου”, ~ 2.700 π.Χ.), φανερώνοντας με τον τρόπο αυτό, το διακριτό ρόλο των πνευστών, στις κοινωνίες που αποτέλεσαν τη σπερματική αρχή του ευρωπαϊκού πολιτισμού.
Σαφέστατες αναφορές σε συντεταγμένες ορχήστρες πνευστών γίνονται στο Θουκυδίδη (Ιστορίαι Ε’ 70): «Μετά τούτο, οι δύο στρατοί εκινήθησαν εναντίον αλλήλων. Και οι μεν Αργείοι και οι σύμμαχοι των προήλαυναν με αποφασιστικότητα και ορμήν ασυγκράτητον, ενώ οι Λακεδαιμόνιοι επροχώρουν βραδέως, κανονίζοντες το βήμα των προς τον ρυθμόν της μουσικής πολλών αυλητών, οι οποίοι κατά τα έθιμά των είχαν ιδίαν θέσιν εντός της παρατάξεως. Η μουσική αύτη δεν είχε χαρακτήρα θρησκευτικόν, αλλ’ απέβλεπεν εις το [να] βαδίζη ο στρατός μετά κανονικού και ρυθμικού βήματος και [να ] προλαμβάνεται ούτως η διάσπασις της παρατάξεως, η οποία επέρχεται συνήθως κατά τας προελάσεις μεγάλων στρατιωτικών μονάδων», και στον Πλούταρχο (Βίοι Παράλληλοι – Λυκούργος 22): «[…] και έδιδε (ο βασιλιάς πριν την μάχη) διαταγή σε όλους να φορέσουν τα στεφάνια και τους αυλητές τους διέταξε να παίξουν την Καστόρεια μουσική. Συνάμα έδιδε την εντολή να αρχίσει ο εμβατήριος παιάνας, έτσι που η εικόνα τους ήταν σοβαρή και φοβερή, καθώς βάδιζαν συντονισμένοι με το ρυθμό των αυλών και ούτε διασπούσαν τη φάλαγγα κι ούτε αισθάνονταν φόβο στις ψυχές τους, αλλά με τη μουσική οδηγούνταν προς τον κίνδυνο, πράοι και χαρούμενοι. Γιατί είναι φυσικό κάτω από τέτοιες συνθήκες να μην εκδηλώνεται ούτε υπερβολικός φόβος ούτε υπερβολική οργή, αλλά σταθερό φρόνημα με ελπίδα και θάρρος, λες και παραβρίσκεται μαζί και ο Θεός».
Ο δε Παυσανίας καταθέτει στα Κορινθιακά ΙΙ, ΧΧΙ 3, πως οι Αργείοι Ηγέλεως και Μήλας, γιοί του Τυρρηνού, εισήγαγαν τη σάλπιγγα στις πολεμικές επιχειρήσεις:
«… Σαλπίγγων είδη έξ φασί, ών πρώτην εύρεν η [θεά] Αθηνά, διό και “Σάλπιγξ Αθηνά” παρά Αργείοις τιμάται…». Για τον λόγο αυτό, έκτισαν ναό στο Άργος τιμώντας την “Σάλπιγγα Αθηνά”.
Έκτοτε και στο ευρύτερο πλαίσιο της ευρωπαϊκής γεωπολιτιστικής ενότητας, οι επιβιώσεις της ορχήστρας πνευστών μετασχηματίστηκαν καλύπτοντας τις ανάγκες της κοινωνίας γενικότερα και του πάτρωνά τους ειδικότερα, είτε αυτός ήταν ο ρωμαϊκός, ο χριστιανικός ή ο μουσουλμανικός στρατός, είτε οι εκκλησιαστικοί και κοσμικοί άρχοντες, οι συντεχνίες και τέλος οι πόλεις και οι σύλλογοι- σωματεία.
Το αναδυόμενο μέσα από τους κοινωνικούς μετασχηματισμούς εθνικό κράτος, αποτέλεσε τον καταλύτη για την τελευταία μετάλλαξη της ορχήστρας πνευστών σε αυτό που ορίζουμε σήμερα ως “Φιλαρμονική”. Για να συμβάλει στη διαμόρφωση της συλλογικής εθνικής ταυτότητας μέσα από τελετές ιστορικής μνήμης και τα πατριωτικά εμβατήρια, τα εθνικά κράτη με πρωτοπόρο τη Γαλλία με την “Orchestre d’harmonie de la Garde Republicaine”, ιδρύθηκε πληθώρα φιλαρμονικών, όχι μόνον στις πολιτιστικές μητροπόλεις αλλά σε όλη την επικράτεια.
Οι πρώτες φιλαρμονικές ορχήστρες στην Ελλάδα και την Κύπρο, ιδρύθηκαν σε συγκεκριμένες συνθήκες πολιτειακής μετάβασης. Το 1816, είκοσι επτά μόλις χρόνια μετά την ορχήστρα της Garde Republicaine, στα Επτάνησα, στη Ζάκυνθο ιδρύθηκε το 1816 η πρώτη φιλαρμονική ένα χρόνο μετά την ίδρυση του Ηνωμένου Κράτους των Ιονίων Νήσων το 1815. Στην “Πρώτη Ελληνική Δημοκρατία”, όπως είχε ονομαστεί το απελευθερωμένο τμήμα της χώρας πριν ακόμα αναγνωριστεί η ανεξαρτησία της στη Διάσκεψη του Λονδίνου (1830), η πρώτη φιλαρμονική συγκροτήθηκε στο Ναύπλιο το 1824 από την “Προσωρινή Διοίκηση της Ελλάδος”. Στην Κύπρο αντίστοιχα, φιλαρμονικές ιδρύθηκαν μετά τη “Συνθήκη της Κωνσταντινούπολης” (1878), στη Λάρνακα (~1885), στη Λευκωσία (1897), στη Λεμεσό (1908) κ.ο.κ.
Έκτοτε, σε κάθε μεγάλο ή μικρό μέρος, οι φιλαρμονικές ακολουθούν, αφουγκράζονται και καθρεπτίζουν όχι μόνον την πολιτική ιστορία, αλλά και τις νοοτροπίες και το φαντασιακό του τόπου που τις γέννησε και τις ανατρέφει.
Τα δεδομένα, όχι μόνο σε Ελλάδα και Κύπρο αλλά σε όλον τον κόσμο, μετασχηματίζονται ραγδαία. Θεμελιώδη, θεσμοποιημένα και μη, σημεία αναφοράς όπως είναι το κράτος, το έθνος, η νομοθεσία, η παιδεία, η εργασία, η κοινωνική ασφάλιση, η κοινωνική διαστρωμάτωση, ο δημόσιος χώρος αλλά και η τέχνη, η οικογένεια, ο γάμος, η ηθική, ο ελεύθερος χρόνος, αλλάζουν πιο γρήγορα από όσο χρειάζονται οι συλλογικές νοοτροπίες να αναδιαμορφωθούν.
Ο πολυδιάστατος εκπαιδευτικός, κοινωνικός και μουσικός ρόλος των ελληνικών φιλαρμονικών ορχηστρών ανασημασιοδοτείται. Αφενός, μέσα από την εξέλιξη της κοινωνίας της οποίας αποτελούν οργανικό στοιχείο. Αφετέρου από τη υπέρβαση του θεσμικού πλαισίου που τους έχει επιβληθεί, η οποία αποτελεί συνειδητή επιλογή των ίδιων των μουσικών και αρχιμουσικών τους και συνίσταται στην ανάδειξή τους πέρα από μουσικά αγήματα παρελάσεων και λιτανειών, σε ποιοτικά μουσικά σύνολα. Η υπέρβαση αυτή αποτελεί ενέργημα της διαδικασίας που ο βρετανός ιστορικός και φιλόσοφος Άρνολντ Τόυνμπη ορίζει ως “Challenge and Responce”, ως “πρόκληση και απάντηση στην πρόκληση”. “Είναι ανάγκη η Φύση [ή η Κοινωνία], να εμφανίζεται στον Άνθρωπο με τη μορφή μιάς δυσκολίας, την οποία αυτός πρέπει να υπερνικήσει. Αν ο Άνθρωπος αποδεχτεί την πρόκληση, τότε η απάντησή του θέτει τα θεμέλια του πολιτισμού”. Μπροστά στα νέα δεδομένα που ιστορικοί και κοινωνιολόγοι ορίζουν ως μετανεωτερικότητα, ή μετα-μετανεωτερικότητα ή ως ρευστή νεωτερικότητα, καλούμαστε -στο βαθμό του εφικτού πάντοτε- να σκιαγραφήσουμε έστω και αδρομερώς, το κατά πόσον και προς ποια κατεύθυνση ο ρόλος των ελληνικών φιλαρμονικών ορχηστρών μετασχηματίζεται ή δύναται να μετασχηματιστεί.
Πάγιοι στόχοι του Συνεδρίου – Σεμιναρίου είναι: η συμβολή στην ολοκλήρωση της ιστορικής τεκμηρίωσης της δραστηριότητας των ελληνικών φιλαρμονικών ορχηστρών, η κριτική προσέγγιση των παραμέτρων που καθορίζουν τη λειτουργία και το ρόλο τους, και η δημιουρία ενός πεδίου ανταλλαγής απόψεων οι οποίες θα συμβάλλουν στην αναβάθμιση κι ανάδειξη της αποστολής τους.
Θεματικοί άξονες είναι: η ιστορία των Ελληνικών και εν γένει των Φιλαρμονικών, οι παράμετροι της κοινωνικής, εκπαιδευτικής και μουσικής διάστασής τους, το θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας, η ανταπόκριση στις δυσκολίες και τις προκλήσεις που επιφέρουν οι αλλαγές στο θεσμικό και κοινωνικό τους πλαίσιο, η κατάρτιση και οι υποχρεώσεις μελών και αρχιμουσικών, η μεθοδολογία ατομικής και ομαδικής διδασκαλίας, ζητήματα ρεπερτορίου και ζητήματα εμφανίσεων και υπηρεσιών.