Τρίτη 23.04.2024 ΚΕΡΚΥΡΑ

Η «Θείτσα μας» αναβίωσε μετά από 70 χρόνια από την Φ.Ε. «Μάντζαρος»

Δημοτικό Θέατρο
13 Μαρτίου 2023 / 11:04

Tου Κερκυραίου μουσουργού Αλέξανδρου Γκρεκ

ΚΕΡΚΥΡΑ. Μετά από αρκετές δεκαετίες, η οπερέτα «Η θείτσα μας» του Κερκυραίου μουσουργού Αλέξανδρου Γκρεκ αναβίωσε ολοκληρωμένη και με πλήρη σκηνική δράση, στις δύο παραστάσεις που έλαβαν χώρα στο Δημοτικό Θέατρο Κέρκυρας, το Σαββατοκύριακο 11 και 12 Μαρτίου. Οι παραστάσεις αυτές ήταν μια παραγωγή της Φιλαρμονικής Εταιρίας «Μάντζαρος», από το αρχείο της οποίας προήλθε και το σπαρτίτο του έργου. Το συγκεκριμένο τεκμήριο αποτέλεσε και τη βάση για τη διασκευή του έργου για μπάντα, την οποία επιμελήθηκε ο Αλέκος Κάτσιος.

Η (όπως πάντα, άλλωστε) όμορφη αυτή μουσική του Γκρεκ επένδυσε το κείμενο του Αλκιβιάδη Πιέρρη, παρουσιάζοντας ευχάριστα και με γλαφυρότητα ένα σύνολο ιστοριών αγάπης που ευοδώνονται και ερώτων που εκπληρώνονται, μέσα από πολλά αστεία σκηνικά και ευτράπελα.

Την προσαρμογή και τη σκηνοθεσία της οπερέτας αυτής σε δύο πράξεις, συνυπέγραψαν ο Δημήτρης Πακσόγλου και ο Τάσος Αλατζάς, ο οποίος επιμελήθηκε επίσης τα σκηνικά και τους φωτισμούς, σε συνεργασία με τον Μιχάλη Κάρλο. Τα κοστούμια επιμελήθηκε η Πηνελόπη Μάμαλου και τη χορογραφία/κινησιολογία η Φλώρη Δανδόλου.

Βασικοί ερμηνευτές ήταν ο πληθωρικός μπάσος Χρήστος Μπογδάνος (ως Άλεξ, αλλά και ως …προσωρινή θείτσα), η σοπράνο Έλλη Καρύδη (ως Μπέτυ) και η σοπράνο Δέσποινα Μουρατίδη (ως Αννίτα), ο τενόρος Άκης Καλμούκης (ως Τζωρτζ), οι βαρύτονοι Σωτήρης Τριάντης (ως Τζακ) και Ανδρέας Γκούσης (ως Ρόλινγκ), καθώς και οι ηθοποιοί Μαριέττα Σαββανή (ως πραγματική θεία, Δόνα Τζούλια) και Σπύρος Βέργης (ως Φιλίπ). Συμμετείχαν ακόμη οι Εύα Καργιοφύλη (ως Νανέτ),  Χαρίκλεια Ψυχογυιού και Λευτέρης Αντωνιάδης (ως αγγελάκια/καθηγητές). Τους πλαισίωσαν οι χορευτές Μαρία Σακαρέλλου και Δημήτρης Ντάλλας, η Χορωδία Κέρκυρας (διδασκαλία: Καλλιαρίδου, Ναταλία Ντίνα και Αλκίνοος Παπαγιανέλλης) και, φυσικά, τμήμα του Μουσικού Σώματος της Φιλαρμονικής «Μάντζαρος».
Τις παραστάσεις διεύθυνε ο αρχιμουσικός Σωκράτης Άνθης, στον οποίον ανήκει και η όλη πρωτοβουλία για την αναβίωση του έργου.



Αντί επιλόγου

Τόσο από μουσικής πλευράς, όσο και από πλευράς πλοκής, η «Θείτσα μας» μας άφησε την εντύπωση ενός ιδιαίτερα αξιόλογου έργου το οποίο σε τίποτα δεν υστερεί σε σχέση με άλλες γνωστότερες συνθέσεις του είδους. Αντιθέτως, ξυπνά νοσταλγικά συναισθήματα για εποχές που η μουσική ψυχαγωγία είχε άλλα ποιοτικά χαρακτηριστικά...

Συνεπώς θα μπορούσαμε να πούμε ανεπιφύλακτα πως αποτελεί ευτύχημα το γεγονός ότι μέσα από τέτοιες παραγωγές τα τελευταία χρόνια το κοινό ανακτά γενικότερα την επαφή με τα ποιοτικότατα αυτά έργα του Αλέξανδρου Γκρεκ, στα οποία έχουμε αναφερθεί και στο πρόσφατο παρελθόν.

Ως εκ τούτου, όπως επανειλλημένως έχουμε τονίσει, και μόνο η αναβίωση και ανάδειξη τέτοιων έργων Ελλήνων μουσουργών (που συχνά παραμένουν ξεχασμένα ή και λανθάνουν για δεκαετίες) είναι γεγονός αξιέπαινο.



Και λίγα λόγια για τον Αλ. Γκρεκ
Ο Αλέξανδρος Γκρεκ γεννήθηκε στη Κέρκυρα το 1876, με καταγωγή από τη Μάλτα εκ του πατρός του Παύλου, ενώ η μητέρα του Στέλλα Αλεξάντερ καταγόταν από το Λονδίνο. Έχοντας δείξει ήδη από παιδί την κλίση του στη μουσική, σε ηλικία 18 ετών (το 1894) μεταβαίνει μαζί με τη μητέρα του στην Ιταλία για σπουδές στο φημισμένο Κονσερβατόριο της Νάπολης το οποίο ήταν "συνηθισμένος προορισμός" για Επτανησίους μουσικούς. Εκεί σπουδάζει πιάνο, ανώτερα θεωρητικά και σύνθεση. Κατά την τετραετή περίοδο παραμονής του στην Ιταλία, ο Γκρεκ δίνει και τα πρώτα αξιόλογα δείγματα του ταλέντου του τόσο ως συνθέτης, όσο και ως πιανίστας. Επίσης στη Νάπολη εργάστηκε και ως μουσιδιδάσκαλος για δύο χρόνια. Στην Κέρκυρα επιστρέφει το 1898 και από τον επόμενο χρόνο ξεκινά η συνεργασία του με τη Φιλαρμονική Εταιρία «Μάντζαρος». Το 1903 μεταβαίνει στην Αθήνα και το 1906 συνθέτει την όπερα «Ανδρονίκη».

Λίγο αργότερα, έχοντας επιστρέψει στην Κέρκυρα όπου έδινε συναυλίες ως πιανίστας, ο Γκρεκ παντρεύεται με την επίσης πιανίστα και λογοτέχνη Μαρία Αγιοβλασίτη. Το 1911 φεύγουν μαζί για την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου όπου και εγκαθίστανται. Εκεί διανύει ένα σημαντικό μέρος της ζωής του αλλά και της μουσικής του σταδιοδρομίας. Το διάστημα 1923-24 διατελεί διευθυντής στο Μουσικό Τμήμα της Ελληνικής Ένωσης «Αισχύλος-Αρίων» της Αλεξάνδρειας.

Την ίδια περίοδο όμως παράγει και ένα πλούσιο συνθετικό έργο. Μεταξύ άλλων ξεχωρίζουν η όπερα «Σέλευκος», το μπαλέτο «Ο χορός του Ζαλόγγου», το «Νυχτερινό» για πιάνο και το πένθιμο εμβατήριο «Pathetica», όπως επίσης και διάφορα τραγούδια. Ιδιαίτερα γνωστές είναι και οι οπερέτες του «Η Θείτσα μας», «Σεχραζάτ», «Καρμελίτα» και «Μυριέλλα». Κατά τις δεκαετίες του '20 και του '30 ορισμένα από τα σκηνικά του αυτά έργα παρουσιάζονται στο Θέατρο της Κέρκυρας και γίνονται σύντομα δημοφιλή. Το 1936 όμως, η ζωή του Γκρεκ στιγματίζεται από τον χαμό της πολυαγαπημένης του συζύγου για την οποία είχε συνθέσει και  κάποια από τα γνωστότερα τραγούδια του όπως «Η νεράιδα» και «Στο σούρουπο».
Μεταπολεμικά, ο χαρακτηριζόμενος από έμφυτη ευγένεια και σεμνότητα μουσουργός, επιστρέφει οριστικά στη Κέρκυρα και αφιερώνεται στην διδασκαλία της μουσικής.

Το 1948 ιδρύει χορωδία στην Φιλαρμονική Εταιρεία Κερκύρας («Παλαιά»). Το 1949 ο Γκρεκ προτείνει και στην Φιλαρμονική Εταιρία «Μάντζαρος» την ίδρυση Σχολών Πιάνου, Αρμονίας, Εγχόρδων Οργάνων και Φωνητικής, με την τελευταία να περιλαμβάνει σχολείο ωδικής και χορωδία. Η πρότασή του βρίσκει εφαρμογή σύντομα και την εποπτεία των Σχολών αναλαμβάνει ο ίδιος.

Οι Σχολές αυτές γίνονται η βάση για την ίδρυση το 1952 και ενός ολοκληρωμένου Μουσικοδραματικού Συγκροτήματος στους κόλπους της Φιλαρμονικής «Μάντζαρος», επίσης υπό τη διεύθυνσή του Γκρεκ. Λίγο αργότερα συναντάμε τον Γκρεκ να έχει επίσης καθοριστικό ρόλο στην προσπάθεια επαναλειτουργίας (για πρώτη φορά μετά  το 1940) του Ωδείου Κερκύρας, του οποίου για ένα βραχύ χρονικό διάστημα διατελεί καλλιτεχνικός διευθυντής αμισθί. Παράλληλα, κατά τη δεκαετία του '50 οι οπερέτες του παρουσιάζονται επανειλλημένως στο κερκυραϊκό κοινό από το προαναφερθέν Μουσικοδραματικό Συγκρότημα, γνωρίζοντας εκ νέου μεγάλη επιτυχία. Την ίδια περίοδο ο συνθέτης συνεργάζεται και με τον Ραδιοφωνικό Σταθμό Κέρκυρας.

Στις 13 Οκτωβρίου 1959 ο Γκρεκ φεύγει από τη ζωή, που μέχρι το τέλος της ήταν γεμάτη με μουσική.