Τετάρτη 24.04.2024 ΚΕΡΚΥΡΑ

Στην σκιά του Ρήγα

Editorial
16 Μαρτίου 2017 / 14:10

Η δίγλωσση ελληνική μειονότητα που κατοικεί στον αλβανικό Νότο αποτελεί το σημαντικότερο κεφάλαιο

για την συνεννόηση ανάμεσα στους πληθυσμούς της περιοχής, που μιλάνε αλβανικά και σε κείνους που μιλάνε ελληνικά. Αυτή είναι η ορθολογιστική προσέγγιση ενός ζητήματος που έτυχε κάθε εκμετάλλευσης επί έναν αιώνα τώρα μετά την απελευθέρωση των εδαφών αυτών από την υποχωρούσα και διαλυόμενη Οθωμανική αυτοκρατορία, παιχνιδάκι στα χέρια των μεγάλων δυνάμεων. Ιδιαιτέρως των Δυτικών, με τον στρατηγικό στόχο να αποτρέψουν την "κάθοδο" των Ρώσων στις περιοχές που εγκατέλειπαν τότε οι Τούρκοι. Σήμερα τα παιχνίδια αυτό ξαναπαίζονται και η κατάσταση υποτροπιάζει, με τους ίδιους όρους που σέρνεται έναν αιώνα τώρα.

Εν αρχή ην ο ξένος δάκτυλος και η εγχώρια, κατά περίπτωση, εκδοχή μιας μεγάλης ιδέας. Αυτή είναι (προ)απαιτούμενη ώστε να δηλητηριάζεται η σχέση ανάμεσα στους πληθυσμούς και να επιβάλλεται εντέλει η θέληση του ειρηνοποιού, ξένου παράγοντα, άλλοτε βομβαρδίζοντας κι άλλοτε χρηματοδοτώντας την... σύγκλιση των οικονομιών...
Η μαρτυρική μειονότητα του βορειοηπειρωτικού, αλβανικού Νότου, δεινοπάθησε όλα αυτά τα χρόνια ανάμεσα στις "κατηγορίες" των Τιράνων ότι είναι Έλληνες με αποσχιστικές τάσεις και της Αθήνας ότι είναι Αλβανοί "πιτσικόμηδες"!
Η αξία αυτού του πληθυσμού αποδεικνύεται ιστορικά ακόμα κι από τις επιλογές του Ε. Χότζα, που στελέχωσε την Κεντρική του Επιτροπή ως επί το πλείστον με προερχόμενους από τον Νότο αλλά κι από την επιμονή του ελληνικού στοιχείου να διατηρήσει γλώσσα και αξίες, που τροφοδότησαν με τη σειρά τους, εργατικότητα και αποτελεσματικότητα ζηλευτή.

Τώρα που οι ενεργειακοί ανταγωνισμοί με την συνδρομή και της Τουρκίας ξανάρχονται στην επικαιρότητα με επίδικο τη θάλασσα ανάμεσα στην Κέρκυρα, τις ιταλικές και τις αλβανικές ακτές, είναι σκόπιμο να αποκατασταθεί η αξία της ιδιοσυστασίας των ελληνικών πληθυσμών της νότιας Αλβανίας με τις έργω "προξενικές" τους ιδιότητες, ικανές να ακυρώσουν σχέδια επιπλέον εκμετάλλευσης από φίλους και και λιγότερο φίλους, προκειμένου αυτοί να κάνουν εντέλει τη δουλειά τους.